Σελίδες

28 Ιουλίου 2011

«Στυγερές αλλά απαραίτητες…» | Σκέψεις με αφορμή ένα φρικώδες φονικό

Το εύκολο είναι το προφανές. Ασφαλώς ισχύε πως ο Άντερς Μπέρινγκ Μπρέιβικ, ο Νορβηγός ψυχρός φονιάς ήταν ιδεολογικά ακροδεξιός. Κι είναι γνωστό πως ο συνδυασμός εκτελεστικής δεινότητας και ψυχικής παγωνιάς χαρακτήριζε τους ιστορικούς Ναζιστές ομοϊδεάτες του, ένας από τους οποίους, κατά την απολογία του στη δίκη της Νυρεμβέργης, δήλωνε ότι δεν ένιωθε το παραμικρό για τα χιλιάδες θύματά του διότι εκείνο που τον απασχολούσε, ήταν αν θα λειτουργούσε στην εντέλεια ο θάλαμος αερίων που διαχειριζόταν.

Παρολαυτά δεν θα πρέπει να παρασυρθούμε από την ευκολία του προφανούς. Δεν θα πρέπει να πιστέψουμε πως αυτές οι αποτρόπαιες πράξεις και κυρίως ο τρόπος με τον οποίο τις διέπραξε, και ο λόγος με τον οποίο τις δικαιολόγησε ο φονιάς, αποτελούν απλώς και μόνον εκδήλωση ακραία περιθωριακών ιδεών και ψυχικών καταστάσεων. Αυτό ακριβώς θα ήθελαν τα μμε και, δι’ αυτών, ο κυρίαρχος λόγος προκειμένου να μην έρθει στο φως η σκανδαλώδης συνάφειά τους με το κέντρο της σημερινής κοινωνίας. Γιατί στην πραγματικότητα, ο συνδυασμός εκτελεστικής δεινότητας και ψυχικής παγωνιάς χαρακτηρίζει σε βάθος το ίδιο το κέντρο της σύγχρονης, εκτεχνικευμένης κοινωνίας.  Είναι ένα βασικό χαρακτηριστικό στοιχείο του ανθρώπου, για τον οποίον, με διάφορα προσχήματα και διανοητικές ταχυδακτυλουργίες (βλ. το 90% του ευπώλητου «στοχασμού» σήμερα) η τεχνική διεκπεραίωση και αποτελεσματικότητα έχει εκτοπίσει την «παλιομοδίτικη» ανθρωπιά. 

Είναι με λίγα λόγια σήμα κατατεθέν του σύγχρονου ανθρώπου, δηλαδή του ανθρώπου τον οποίο διαμορφώνει ένας κόσμος, ο οποίος:

  • επέλεξε να αντιμετωπίζει τα κοινωνικά ζητήματα σαν ζητήματα καθαρά τεχνικής φύσης∙
  • πίστεψε ότι η τεχνική συστηματοποίηση θα οδηγήσει την ανθρωπότητα με ασφάλεια σ’ ένα καλύτερο μέλλον∙ και τελικά,
  • συνεπαρμένος από αυτό τον τεχνολογικό μεσσιανισμό,
  • εδώ και πολλές δεκαετίες υποτάσσεται με ιλιγγιώδη ταχύτητα στο Τεχνικό σύστημα.


Στο βάθος όλων αυτών συναντάμε ένα κόσμο, για τον οποίον το πράγμα και η τεχνική διαχείριση του πράγματος είναι το παν και το ανθρώπινο πρόσωπο τίποτα. Διότι πράγματι, ο ολέθριος συνδυασμός εκτελεστικής δεινότητας και ψυχικής παγωνιάς δεν μπορεί να εκδηλωθεί, και μάλιστα τόσο ακραία −με αυτή την αδιαφορία, τη σκυθρωπή αποφασιστικότητα και τη σκληρή τυφλότητα, που τρόμαζαν ήδη τον Ντοστογιέφσκι −, εάν δεν έχει προηγουμένως αποπεμφθεί από τον ψυχικό κόσμο, από τον πολιτισμικό ορίζοντα, από το συμβολικό πεδίο και τέλος και από το ίδιο το οπτικό πεδίο, η διάσταση του προσώπου. 

Μα τι! Χρειάζεται να μας το πει αυτό ο Αντερς Μπέρινγκ Μπρέιβικ;

Αλλά μην νομίσετε πως είμαι ουτοπιστής. Αναγνωρίζω ασφαλώς, πως η συγκρότηση του συλλογικού πεδίου δεν είναι εκ των πραγμάτων δυνατόν να λαβαίνει εντελώς υπόψη της το ανθρώπινο πρόσωπο, το κάθε ανθρώπινο πρόσωπο∙ γι’ αυτό και στο Κράτος −στην πολιτική εξουσία γενικότερα −ενυπάρχει πάντοτε η όψη του «ψυχρού τέρατος». Παρολαυτά, είναι άλλο αυτό και άλλο η αποπομπή της διάστασης του προσώπου από τη συγκρότηση του συλλογικού πεδίου.


Όμως, ακριβώς επειδή η συγκρότηση του συλλογικού πεδίου δεν είναι εκ των πραγμάτων δυνατό να λαβαίνει εντελώς υπόψη της το ανθρώπινο πρόσωπο, γι' αυτό μια κοινωνία που θέλει να είναι ανθρώπινη, μια σοφή κοινωνία δηλαδή,  φροντίζει − θα φρόντιζε − ώστε η διάσταση του προσώπου, όχι μόνο να μην αποπέμπεται, όχι μόνο να παραμένει εν ισχύ, αλλά και να ενσαρκώνει μια μορφή ισχύος παράλληλη προς την καθαυτό πολιτική ισχύ∙ ώστε να ελέγχει τη εγγενή ροπή της προς την οδό του «ψυχρού τέρατος» και να στερεώνει τον πολίτη στην οδό της ανθρωπιάς.


Μια τέτοια κοινωνία φροντίζει − θα φρόντιζε − να αναδεικνύει στην ανθρωπολογία της τόσο τη διάσταση του Πολίτη όσο και αυτή του Προσώπου. Γιατί χωρίς την πολιτική διάσταση του πολίτη, η οντολογική διάσταση του προσώπου κινδυνεύει να υποχωρεί στις χαραμάδες και τις αετοφωλιές του κόσμου, αδύναμη να παρεμβαίνει καταλυτικά στη ροή των πραγμάτων∙ αλλά και χωρίς την οντολογική διάσταση του προσώπου, η πολιτική διάσταση του πολίτη κινδυνεύει να σαγηνεύεται από τον τεχνικό πειρασμό και να υποχωρεί στη θέση του καλολαδωμένου γραναζιού ενός συστήματος.




24 Ιουλίου 2011

Don't krueger me!

Αφού λοιπόν καταφέραμε να συνεχίσουμε στο δρόμο του «Δεκάλογου της Ουάσινγκτον» και των διαφόρων «σχεδίων Μπράντι», πάνω στα οποία στηρίχτηκαν τα επενδυτικά κεφάλαια-γύπες

−όπως το θρυλικό Elliot Associates, που το 1995 αγόρασε 20,7 εκ. δολλάρια τραπεζικού χρέους του Περού, επωφελήθηκε από τη μετατροπή του σε ομόλογα και έτσι στη συνέχεια απαίτησε και έλαβε από το Περού 58 εκ. δολλάρια−,


ας αποτίσουμε το δέοντα φόρο τιμής στον πρώτο επικεφαλής του ΔΝΤ που, ήδη το 2002, συνέλαβε την ιδέα δημιουργίας ενός «μηχανισμού στήριξης και αναδιάρθρωσης του χρέους των εθνικών κρατών», τη διορατική υπέρμαχο της λεγόμενης «παγκοσμιοποίησης», την κα Άννα Κρούγκερ.

Και τι καλύτερο για ένα τέτοιο φόρο τιμής από την ανάδειξη του πυρήνα της σκέψης του τιμώμενου προσώπου; Ιδού λοιπόν τι απαντούσε η κα Κρούγκερ στους πολέμιους της παγκοσμιοποίησης στη σημαντική «Ομιλία για την Παγκοσμιοποίηση», που έδωσε τον Ιούνιο του 2003 στην Αγία Πετρούπολη:
«Τι μπορούμε να πούμε σχετικά με τις επιπτώσεις της οικονομικής ανάπτυξης και της παγκοσμιοποίησης στην εργασία και τις κοινωνικές συνθήκες στον αναπτυσσόμενο κόσμο; Χρειάζεται να το δούμε μακροπρόθεσμα. Ξέρω ότι πολλοί διαδηλωτές δυσπιστούν με τον ηθικό σχετικισμό, αλλά πραγματικά αξίζει να καθίσουν και σκεφτούν πριν καταδικάσουν απόλυτα τις συνθήκες στα λεγόμενα εργοστάσια-κάτεργα στις αναπτυσσόμενες χώρες. […] 
Η άποψη ότι οι  εργαζόμενοι σε αυτά πρέπει να παίρνουν “αξιοπρεπή μισθό” με βάση τα πρότυπα των βιομηχανικών χωρών, υπονομεύει εντελώς το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό στη διεθνή αγορά. Παρόμοια, η παιδική εργασία κυριαρχεί μερικές φορές στις αναπτυσσόμενες χώρες επειδή οι εναλλακτικές λύσεις είναι πολύ χειρότερες: πείνα και υποσιτισμός, πρόωροι γάμοι με το ζόρι (για τα κορίτσια) ή πορνεία, επαιτεία. Υπάρχουν πολλές αποδείξεις, ότι οι γονείς στις αναπτυσσόμενες χώρες, όπως και οι γονείς παντού, επιλέγουν να στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο όταν μπορούν να το αντέξουν οικονομικά. 
Επομένως, ο πιο γρήγορος τρόπος για να το καταφέρουν είναι αναμφίβολα η ταχύτερη οικονομική ανάπτυξη. Άστοχες είναι και οι ανησυχίες μήπως η παγκοσμιοποίηση οδηγήσει σε απώλεια της αυτοδιάθεσης. Η ίδια η φτώχεια στερεί από τους ανθρώπους από κάθε έλεγχο. Η ανάπτυξη δίνει στους ανθρώπους πολύ περισσότερες δυνατότητες να ελέγχουν τη ζωή τους συγκριτικά με την οποιαδήποτε υποτιθέμενη ζημία προκαλούν οι πολυεθνικές ή οι αλλοπρόσαλλες ροές ξένων κεφαλαίων».

Μα την αγία Ανάπτυξη! Ζήτωσαν τα κάτεργα και τα δουλάκια, τα υπέρ Αυτής εργαζόμενα έως το τέλος του αιώνος τούτου και πάντων των αιώνων, αμήν!

Εκείνο που αξίζει να σχολιάσω, είναι πως ο νεοφιλελευθερισμός πρόσθεσε απλώς μια εξαντρίκ ανταύγεια στη θρησκεία της Ανάπτυξης: την, όντως μισοπάλαβη, ιδέα πως η απελευθέρωση του εμπορίου και του χρήματος δημιουργεί ανάπτυξη (ενώ, όπως το βλέπουμε πια ξεκάθαρα, το ελεύθερο εμπόριο μπορεί να διαλύσει π.χ. την αγροτική υποδομή μιας χώρας και τα «επενδυτικά κεφάλαια» να τη βουλιάξουν στο χρέος). Στην ουσία όμως, η κεντρική ιδέα παραμένει η ίδια, που στοιχειώνει όλη τη νεοτερικότητα, από τα άκρα δεξιά έως τα άκρα αριστερά της έδρανα . Η ιδέα πως η οικονομική ανάπτυξη (ακριβέστερα: μεγέθυνση, growth) είναι το γιατρικό για πάσα νόσο και πάσα μαλακία.

Αλλά τι να κάνουμε; Αυτά λέει η θρησκεία ενός κόσμου, όπου (όπως θα δούμε σε επόμενη ανάρτηση) το χρήμα είναι «ο δεσμός όλων των δεσμών».


08 Ιουλίου 2011

Η Ερμηνεία, η Φιλοσοφία και η "Αλλαγή"

Δεν υπάρχει συμβάν, φαινόμενο, λέξη, σκέψη των οποίων το νόημα να μην είναι πολλαπλό. Κάποιο πράγμα είναι άλλοτε αυτό άλλοτε εκείνο, άλλοτε κάτι πίο περίπλοκο ανάλογα με τις δυνάμεις που το σφετερίζονται. Ο Χέγκελ θέλησε να γελοιοποιήσει τον πλουραλισμό, ταυτίζοντας τον με μια αφελή συνείδηση που θα αρκείτο να λέει : "αυτό, εκείνο, εδώ, τώρα" - όπως ένα παιδί που ψελίζει τις πιο ταπεινές του ανάγκες. Στην πλουραλιστική ιδέα ότι ένα πράγμα έχει πολλά νοήματα, στην ιδέα ότι υπάρχουν πολλά πράγματα, και "αυτό και μετά εκείνο" για το ίδιο πράγμα, βλέπουμε την πιο υψηλή κατάκτηση της φιλοδοφίας, την κατάκτηση της αληθινής έννοιας, την ωριμότητά της, και όχι την απάρνησή της, ούτε την παιδική ηλικία της.

Διότι η αξιολόγηση του "αυτού" και του "εκείνου", το λεπτεπίλεπτο ζύγισμα των πραγμάτων και των νοημάτων του καθενός, η αποτίμηση των δυνάμεων που προσδιορίζουν ανα πάσα στιγμή τις όψεις ενός πράγματος και των σχέσεών του με τα άλλα πράγματα-όλα εκείνα (ή όλα αυτά) ανάγονται στην υψηλότερη τέχνη της φιλοσοφίας, την τέχνη της ερμηνείας. Να ερμηνεύει κανείς, και μάλιστα να αξιολογεί , είναι σαν να ζυγίζει. Η έννοια της ουσίας δεν χάνεται στην ερμηνεία, αλλά αποκτά νέα σημασία. Διότι όλα τα νοήματα δεν έχουν την ίδια αξία. Ένα πράγμα έχει τόσα νοήματα, όσες και δυνάμεις ικάνές να το σφετεριστούν.

Gilles Deleuze, Ο ΝΙΤΣΕ ΚΑΙ Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ, 
εκδ.Πλέθρον