|
Σελίδες
▼
31 Ιανουαρίου 2014
Ο Τρελός Λαγός
29 Ιανουαρίου 2014
Εκπομπές HS στο Beton7 | #7
Γκμουχ γκμουχ. Παρακαλώ την προσοχή σας. Για να μη λέτε ότι το λέμε τελευταία στιγμή, σας το λέμε τώρα, την ... προτελευταία: Πέμπτη 30 Ιανουαρίου και πάντα στις ώρες που η φύση ησυχάζει, τουτέστιν 5 με 7 το απόγευμα, η έβδομη εκπομπή των City Travellers με τον Hollowsky στο Beton7 ArtRadio.
Τούτη τη φορά,
αφού κάνουμε ένα μικρό προσκλητήριο των
κυριότερων μορφών που ζωντάνεψαν το καταστασιακό ρεύμα
-όπου θα ανασύρουμε στη μνήμη μας από απολυμένους κηπουρούς μέχρι και σινολόγους, συν ένα χιμπατζή παρακαλώ!-
θα μιλήσουμε για συγκεκριμένες ανατρεπτικές
μεθόδους των καταστασιακών στο πεδίο της τέχνης και για την μυστηριώδη καταστασιακή "θεωρία του
θεάματος", πάνω στην οποία πολύς κόσμος έσπασε στυλό, μολύβια, δάχτυλα, ακόμα και φρεσκοβαμμένα νύχια, ενώ εκατομμύρια πολύτιμα και αναντικατάστατα εγκεφαλικά κύτταρα χάθηκαν για χάρη της...
Όλα αυτά, εννοείται, με άκρως ερευνητική διάθεση, φοβερή μουσική και πάντοτε σε συνάρτηση με το ταραγμένο σήμερα!
Κλικ λοιπόν εδώ
28 Ιανουαρίου 2014
Η Σοφιστική, ή Πώς να έχεις δίκιο ακόμα κι όταν έχεις άδικο
Αρθούρος Σοπενχάουερ (1788-1860) |
Συνεχίζοντας
γύρω από το θέμα της μετατροπής μιας συζήτησης σε αγώνα «ταπώματος», θα
παραπέμψουμε στο κορυφαίο επί του θέματος βιβλίο του Αρθρούρου Σοπενχάουερ με
τίτλο Η εριστική διαλεκτική. Το
έγραψε μεταξύ 1830-1831, κυκλοφόρησε το 1864 και είναι περισσότερο ίσως γνωστό
με τον τίτλο της γαλλικής μετάφρασής του, Η
τέχνη του να έχεις πάντα δίκιο (στα ελληνικά, μετάφραση Μυρτώ Καλοφωλιά,
εκδ. 2011). - Σημ. HS,
Η
«τέχνη» αυτή αφορά στην κατατρόπωση του συνομιλητή μας, ασχέτως του αν έχουμε
δίκιο ή άδικο.
Ως
μέθοδος στηρίζεται στη συγκάλυψη της διαφοράς
μεταξύ αλήθειας και αληθοφάνειας.
Στόχος της, να διδάξει με
ποια τεχνάσματα μπορεί κανείς να πείσει το κοινό ότι έχει δίκιο ακόμα κι αν
έχει άδικο.
Καύσιμά της, η ματαιοδοξία∙
το πάθος για τις τιμές∙ η ανεντιμότητα∙ η ροπή των ανθρώπων να μιλάνε πριν
σκεφτούν∙ και η ξεροκεφαλιά.
Δυναμωτικό της, η διαπίστωση
ότι, ακόμα κι όταν όλα σου τα επιχειρήματα έχουν πέσει στο καναβάτσο, μπορείς πάντοτε
να βρεις ακόμα ένα που θα σου δίνει δίκιο.
Τα
τεχνάσματα που μετέρχεται η «εριστική
διαλεκτική», όπως τα αναπτύσσει διεξοδικά ο Σοπενχάουερ είναι τα εξής:
Διευρύνεις έως
υπερβολής
την επιχειρηματολογία του άλλου −«Διευρύνεις
υπερβολικά το επιχείρημα του συνομιλητή σου και γενικεύεις στο έπακρο το νόημά
του, ενώ την ίδια στιγμή φροντίζεις να οχυρώνεις το δικό σου επιχείρημα μέσα σε
πολύ στενά όρια. Αυτό το τέχνασμα στηρίζεται στο γεγονός ότι, όσο γενικότερη
είναι μια θέση, τόσο ευκολότερα μπορείς να την προσβάλεις.»
Παίζεις με τα ομώνυμα −«Σε αυτό που λέει ο
συνομιλητής σου δίνεις μια έννοια, η οποία, πέρα από τις λεκτικές ομοιότητες, έχει
ελάχιστη ή και καμία σχέση με το επιχείρημά του. Με αυτό τον τρόπο καταρρίπτεις
θριαμβευτικά τη συγκεκριμένη φράση του δίνοντας την εντύπωση ότι αναίρεσες την
αρχική του θέση.»
Απολυτοποιείς τα
αντίπαλων επιχειρήματα −«Παίρνεις μια πρόταση του συνομιλητή σου η οποία
αναφέρεται σε κάτι το μερικό, και την απολυτοποιείς, την παρουσιάζεις σαν θέση
γενικής ισχύος, ή τη μεταθέτεις σε ένα τελείως άλλο πλαίσιο, και έτσι την
αντικρούεις ως απόλυτη.»
Κρύβεις τα χαρτιά σου
−«Όταν
θέλεις να καταλήξεις σε ένα συμπέρασμα, δεν πρέπει να το φανερώσεις εξαρχής στο
συνομιλητή σου. Απεναντίας, τον οδηγείς να αποδεχτεί μία προς μία τις
προκείμενες του συμπεράσματός σου, ενσωματώνοντάς τες σποραδικά μέσα στη
συζήτηση ώστε να μην το αντιληφθεί.» [σημ.
H.S. Προκείμενες είναι οι προτάσεις που οδηγούν σε ένα
συμπέρασμα.]
Επιστρατεύεις ψευδείς
προκείμενες −«Στην
περίπτωση που ο συνομιλητής σου αρνείται να δεχτεί τις αληθινές προκείμενες που
του παρουσιάζεις, είτε επειδή δεν συμμερίζεται την αληθοφάνειά τους, είτε επειδή
έχει μαντέψει προς τα πού το πας, να χρησιμοποιήσεις ψευδείς προκείμενες. Μη
διστάσεις να χρησιμοποιήσεις προκείμενες, που είναι μεν ψευδείς αυτές καθαυτές,
αλλά ο αντίπαλός σου τις αποδέχεται ad hominem.
Έτσι μπορείς να στρέψεις εναντίον του πράγματα με τα οποία συμφωνεί. Αν π.χ.
γνωρίζεις ότι είναι μέλος μιας αίρεσης, στην οποία δεν ανήκεις εσύ,
χρησιμοποίησε το δόγμα της στρέφοντάς το εναντίον του.» [σημ. Η επιχειρηματολογία ad hominem
συνίσταται στο να εδράζει κανείς την αλήθεια ή το ψεύδος των επιχειρημάτων στα
προτερήματα ή τα ελαττώματα των ανθρώπων ή των ομάδων που υποστηρίζουν αυτά ή
παρόμοια επιχειρήματα.]
Θέτεις ως
αποδεδειγμένο αυτό που είναι ζητούμενο να αποδειχτεί −«Χρησιμοποίησε
συγκαλυμμένα τη “λήψη του ζητουμένου” και πρόβαλε ως αξίωμα αυτό που πρέπει να
αποδειχτεί. Γι’ αυτό το σκοπό μπορείς να χρησιμοποιήσεις μια διαφορετική λέξη
−π.χ. «έχει καλή φήμη» αντί του «είναι έντιμος»−, ή γενικές αλήθειες που
υπερκαλύπτουν το συζητούμενο −π.χ. να επικαλεστείς το επισφαλές κάθε ανθρώπινης
γνώσεις προκειμένου να πλήξεις τις γνώσεις της Ιατρικής.»
Εκμαιεύεις την
αποδοχή των επιχειρημάτων σου μέσα από ατέλειωτες ερωτήσεις −«Υποβάλλεις στον
συνομιλητή σου πολλά, αλλεπάλληλα και μακροσκελή ερωτήματα, ώστε να συγκαλύψεις
αυτό που θέλεις να αποδείξεις, και έπειτα διατύπωσε γρήγορα-γρήγορα το
επιχείρημα που προκύπτει από τις παραδοχές του. Οι αργόστροφοι αντίπαλοι δεν θα
πάρουν είδηση τα λάθη και τα κενά της ταχυδακτυλουργίας σου.»
Εκνευρίζεις επίτηδες
τον αντίπαλό σου −«Προπάθησε
να τον εκνευρίσεις στρεψοδικώντας και προσβάλλοντάς τον. Έτσι δεν θα μπορεί να
κρίνει σωστά. Γενικά, να εμμένεις σε ό,τι διαπιστώνεις ότι τον θυμώνει.»
Εκμεταλλεύεσαι υπέρ
σου το πνεύμα αντιλογίας του άλλου −«Αν ο συνομιλητής σου είναι πνεύμα
αντιλογίας, κάνε του τις αντίθετες ερωτήσεις από αυτές που θα του έκανες
κανονικά, ή άφησέ τον να επιλέξει ανάμεσα σε δυο αντίθετα ερωτήματα, ώστε να μη
μπορεί να καταλάβει προς τα πού θέλεις να πας τη συζήτηση.»
Γενικεύεις συμφωνίες
που αφορούν σε άλλα θέματα −«Αν ο συνομιλητής σου συμφωνεί σε επιμέρους
επιχειρήματά σου, μην τον ρωτήσεις αν συμφωνεί και στη γενική θέση στην οποία
θέλεις να καταλήξεις. Αυτή θα την παρουσιάσεις στο τέλος, σαν τετελεσμένο και
αποδεκτό γεγονός. Έτσι ο συνομιλητής σου θα πιστέψει ότι όντως συμφώνησε με
αυτήν και την ίδια εντύπωση θα σχηματίσει και το ακροατήριο.»
Διαλέγεις μεταφορές
που ευνοούν τη θέση σου −«Αν π.χ. ο αντίπαλός σου προτείνει μια μεταρρύθμιση, αποκάλεσέ την ρηξικέλευθο νεωτερισμό στην περίπτωση που αντιληφθείς ότι αυτή η λέξη είναι
αρνητικά φορτισμένη στο ακροατήριο∙ ή το αντίστροφο. Το τέχνασμα αυτό είναι μια
συγκελυμμένη μορφή του τεχνάσματος 6.»
Χειραγωγείς και
κατευθύνεις εκεί που θέλεις τον συνομιλητή σου −«Μαζί με το
επιχείρημά σου παρουσιάζεις και ένα σκανδαλώδες αντεπιχείρημα, και καλείς το
συνομιλητή σου να διαλέξει ανάμεσα στα δυο. Έτσι τον οδηγείς να αποδεχτεί το
επιχείρημά σου.»
Αναγκάζεις το
συνομιλητή σου να υπερβάλει −«Σε αυτό θα τον οδηγήσεις προβάλλοντάς του
συνεχείς διαφωνίες και οξύνοντας τον ανταγωνισμό.»
Ισχυρίζεσαι ότι
νίκησες παρ’ όλο που έχεις ηττηθεί −«Το τέχνασμα μπορεί να πιάσει αν ο
συνομιλητής σου είναι σεμνός ή ηλίθιος, κι εσύ έχεις πολύ θράσος και δυνατή
φωνή.»
Βγάζεις τρελό το
συνομιλητή σου −«Αν
αυτό που υποστηρίζεις είναι παράλογο, πρόβαλε μια άλλη θέση, αληθινή μεν αλλά
που η ισχύς της δεν είναι προφανής. Αν ο αντίπαλός σου την απορρίψει επειδή
υποπτεύεται κάποιο τέχνασμα, άρχισε να θριαμβολογείς ότι είναι παράλογος.»
Βγάζεις τον συνομιλητή
σου ανακόλουθο −«Όταν
υποστηρίζει μια θέση, εξέτασε αν είναι ανακόλουθη ή μοιάζει ανακόλουθη με άλλες
θέσεις που έχει εκφράσει, ή με δικές του πράξεις ή προθέσεις. Π.χ. αν
υποστηρίζει ότι η ζωή στην πόλη του είναι δυσάρεστη, πείτε του “Τότε γιατί δεν σηκώνεσαι να φύγεις;”.
Το τέχνασμα αυτό πιάνει πάντα.»
Βγάζεις το συνομιλητή σου δικολάβο −«Αν σου ζητήσει να παραδεχτείς μια θέση από την οποία κρίνεται
το επίμαχο ζήτημα, να αρνηθείς υποστηρίζοντας ότι επιχειρεί να παρουσιάσει ως
αποδεδειγμένο αυτό που μένει να αποδειχτεί.»
Δεν διστάζεις να
διακόψεις και να εκτρέψεις τη συζήτηση… −«… όταν βλέπεις ότι έχεις στριμωχτεί
για τα καλά.»
Δεν τον αφήνεις να πει αυτός ποιο είναι το συμπέρασμα −«Όταν ο συνομιλητής σου έχει δεχτεί τις προκείμενες που
παρουσίασες, μην του ζητήσεις να πει αυτός ποιο είναι το συμπέρασμα. Πες το
εσύ, όπως θέλεις.»
Ξεστομίζεις ένα επιχείρημα, όποιο να ‘ναι, όσο κακό κι αν είναι
−«Μην ξεχνάς ότι τι ζητούμενο είναι η νίκη,
όχι η αλήθεια.»
Διαστρεβλώνεις μεθοδικά τα επίχειρήματά του… −«… με τρόπο ώστε η θέση του να φανεί παράλογη ή και
επικίνδυνη.»
Βρίσκεις και ξεφουρνίζεις το αντίθετο παράδειγμα −«Ψάξε και βρες την έστω και μια και μοναδική περίπτωση όπου δεν
ισχύει αυτό που ο συνομιλητής σου θέλει να υποστηρίξει, και πάτησε σε αυτήν
γενικεύοντας την ισχύ της.»
Στρέφεις τα επιχειρήματα του εναντίον του −«Αν π.χ. σου πει για κάποιον,
“Είναι ακόμα παιδί, μην είσαι τόσο αυστηρός μαζί του”, απάντησε: “Ακριβώς επειδή είναι ακόμα παιδί πρέπει να
τον διορθώσω, αλλιώς θα διατηρήσει τις κακές συνήθειές του”.»
Πείθεις το ακροατήριο, όχι το συνομιλητή σου −«Πρόβαλε μια αντίρρηση, την αβασιμότητα της οποίας μόνο ένας
ειδήμονας θα ήταν σε θέση να αντιληφθεί. Το καλύτερο είναι, αυτή η αντίρρηση να
γελοιοποιεί το συνομιλητή σου, γιατί στο κοινό αρέσει να γελάει παρά να
σκέφτεται.»
Κάνεις αντιπερισπασμό −«Όταν
στριμώχνεσαι, ξεκίνα να μιλάς για άλλο θέμα σαν να ήταν σχετικό με το
συζητούμενο.»
Επικαλείσαι κάτι που είπε μια αυθεντία, όχι τη λογική −«Μην ξεχνάς ότι, όπως είπε ο Σενέκας, το κοινό προτιμάει να
πιστέψει τυφλά μια άποψη παρά να ασκεί την κρίση του. Υπάρχουν πλήθος
αυθεντιών, που απολαμβάνουν τον σεβασμό του όχλου.»
«Αυτό με ξεπερνάει» −«Όταν δεν έχεις να αντιτάξεις επιχειρήματα, μπορείς με λεπτό
ειρωνικό τόνο να πεις: “Αυτό που λέτε,
ξεπερνάει τις ταπεινές αντιληπτικές μου ικανότητες”, υπαινισσόμενος έτσι
ότι ο αντίπαλός σου λέει ανοησίες.»
Κατατάσσεις την άποψη του συνομιλητή σου σε μια απεχθή
κατηγορία −«Για να απαλλαγείς από ένα επιχείρημα του
συνομιλητή σου, αρκεί να το κατατάξεις σε μια απεχθή κατηγορία −π.χ. “Μα αυτό
είναι σπιριτουαλισμός, ή αθεϊσμός, ή πανθεϊσμός, ή ρασιοναλισμός, ή
ανορθολογισμός, κ.ο.κ.”−έστω κι αν η σύνδεση αυτή δεν είναι διόλου προφανής.»
Ισχυρίζεσαι ότι ακόμα κι αν αυτό που λέει ισχύει θεωρητικά, πρακτικά
είναι αδύνατον −«Με αυτό το σόφισμα, ενώ αποδέχεσαι τη
βάση του συλλογισμού του, απορρίπτεις το συμπέρασμα, σε αντίθεση με τον γνωστό
κανόνα της λογικής.»
Δεν τον αφήνεις ν’ αποφεύγει την ερώτηση −«Όταν δεν απαντάει σε μια ερώτηση, τάραξέ τον με αυτήν.»
Τον χτυπάς εκεί που πονάει −«Αντί
να απευθύνεσαι στο νου του συνομιλητή σου (και του ακροατηρίου), κάνε τον να
νιώσει ότι η άποψή του υπονομεύει τα συμφέροντά του.»
Πατάς μέχρις εξοντώσεως σε μια εσφαλμένη απόδειξη του άλλου−«Αν ο συνομιλητής σου έχει δίκιο αλλά για καλή σου τύχη
χρησιμοποίησε μια λαθεμένη απόδειξη, διάψευσέ την εύκολα και αμέσως μετά
ισχυρίσου ότι διέψευσες ολόκληρη την άποψή του.»
Το έσχατο τέχνασμα −γκαγκάν γκαγκάν! −«Μόλις αντιληφθείς
ότι ο συνομιλητής σου έχει το πάνω χέρι και δεν υπάρχει ελπίδα να τον
κατατροπώσεις, ξεκίνα να πετάς λόγια προσβλητικά, ταπεινωτικά και αγενή για το
πρόσωπό του. Με αυτό το τέχνασμα καταφέρνεις να φύγει η συζήτηση από το
συζητούμενο θέμα (στο οποίο έχεις ηττηθεί) και να περάσει στο πρόσωπο του
συνομιλητή σου, ότι αυτός είναι έτσι, είναι αλλιώς, και πάει λέγοντας.
Πρόκειται για ένα πολύ δημοφιλές τέχνασμα, αφού μπορεί να το χρησιμοποιήσει ο
καθένας.»
24 Ιανουαρίου 2014
Η ρητορική της Τεχνοκρατίας
«Μια από τις πολυτιμότερες, για τον ίδιο, ανακαλύψεις του
Ειδικού-Τεχνοκράτη ήταν η ιδέα ότι θα μπορούσε να θωρακίσει το ζωτικό του χώρο μέσα από
την ανάπτυξη μιας εξειδικευμένης
διαλέκτου, την οποία δεν είναι −και δεν πρέπει να είναι− σε θέση να κατανοήσουν
οι αμύητοι.
Επίθεση εναντίον της γλώσσας
Η πλημμυρίδα νεολογισμών που παρατηρήθηκε τα τελευταία πενήντα
χρόνια, κλόνισε τις γλώσσες του δυτικού κόσμου. Υπάρχει η γενική, αλλά
λανθασμένη, εντύπωση ότι οι περισσότεροι από αυτούς νεολογισμούς προέρχονται από
την αγγλική γλώσσα. Γι’ αυτό το λόγο, πολλοί επιχείρησαν να αποδώσουν το
νέο-αναλφαβητισμό των χωρών τους στον “ιμπεριαλισμό της αγγλικής”, ή,
αντίστροφα, στην ανικανότητα της δικής τους γλώσσας, των γερμανικών, των
γαλλικών ή των ισπανικών να “εκσυγχρονιστούν”. Όμως η αλήθεια είναι ότι αυτή η
πλημμυρίδα νεολογισμών οφείλεται στους Ειδικούς και παρατηρείται με την ίδια
ένταση και έκταση σε όλες τις δυτικές γλώσσες. (...)
Αυτή η πλημμυρίδα φανερώνει μια
τρομακτική επίθεση εναντίον της γλώσσας ως μέσου κατανόησης και επικοινωνίας. Οι τοίχοι που περιχαρακώνουν τα
“κουτάκια” των διαφόρων γνωστικών πεδίων, υψώνονται ολοένα και περισσότερο.
Ενώ ο Σωκράτης, ο Ντεκάρτ, ο Μπέικον, ο Λοκ ή ο Βολταίρος
μιλούσαν και έγραφαν στην καθομιλουμένη του τόπου τους, ο σύγχρονος φιλόσοφος
μιλάει και γράφει σε ένα ιδίωμα, που το καταλαβαίνει μόνο ο ίδιος και οι
ομογάλακτοί του. (...) Οι διάλεκτοι της πολιτικής επιστήμης και της
κοινωνιολογίας γίνονται ολοένα και πιο ερμητικές, οχυρώνονται η καθεμιά στον
εαυτό της και αδυνατούν να κατανοήσουν η μια την άλλη, παρ’ όλο που αφορούν σε
πολύ κοντινά γνωστικά πεδία. (...)
Ο αρχιτέκτονας και ο ιστορικός τέχνης, πάλι, χρησιμοποιούν τόσο διαφορετικές μεταξύ τους διαλέκτους, που δίνουν την εντύπωση ότι μιλάνε για εντελώς διαφορετικά πράγματα. Ποιος θυμάται όμως ότι το ναό του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη τον έκτισαν ζωγράφοι; Ένας Γερμανός ανθρωπολόγος, τέλος, μπορεί πιο εύκολα να επικοινωνήσει μ’ ένα Γάλλο ομόλογό του παρά με ένα Γερμανό απόφοιτο του Οικονομικού Πανεπιστημίου.
Ο αρχιτέκτονας και ο ιστορικός τέχνης, πάλι, χρησιμοποιούν τόσο διαφορετικές μεταξύ τους διαλέκτους, που δίνουν την εντύπωση ότι μιλάνε για εντελώς διαφορετικά πράγματα. Ποιος θυμάται όμως ότι το ναό του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη τον έκτισαν ζωγράφοι; Ένας Γερμανός ανθρωπολόγος, τέλος, μπορεί πιο εύκολα να επικοινωνήσει μ’ ένα Γάλλο ομόλογό του παρά με ένα Γερμανό απόφοιτο του Οικονομικού Πανεπιστημίου.
Ρητορική του μονόλογου
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Θα μπορούσε να πει κανείς ότι
βρισκόμαστε μπροστά στη γέννηση μιας διεθνούς γλώσσας; Όμως αυτό δεν ισχύει
καθόλου! Όλες αυτές οι καινούργιες εξειδικευμένες διάλεκτοι δεν προσθέτουν
τίποτα το χρήσιμο στις γλώσσες μας. Πρόκειται,
απεναντίας, για μια ρητορική που μοναδικός σκοπός της είναι να δυσχεραίνει στο
έπακρο την κατανόηση και την επικοινωνία. […]
Φυσικά ο Ειδικός και ο Τεχνοκράτης ισχυρίζονται ότι δεν
είναι έτσι τα πράγματα. Με στεντόρεια φωνή υποστηρίζουν, πως πρόκειται,
αντίθετα, για έναν εμπλουτισμό του λεξιλογίου, ο οποίος βελτιώνει την κατανόηση
και βαθαίνει τη γνώση στον εξειδικευμένο τομέα τους. Μόνο που αυτή η βελτίωση
αφορά αποκλειστικά το “αόρατο κολλέγιο” των Ειδικών που εργάζονται στον ίδιο
τομέα. Όταν όμως μαζευτούν π.χ. δέκα γεωγράφοι και συμφωνήσουν ότι η Γη είναι
επίπεδη, τότε η μεταξύ τους επικοινωνία θα ενισχύσει απλώς το σφάλμα τους. Αν
μάλιστα εξοπλιστούν με μια ιδιαίτερη, δική τους, διάλεκτο, τότε κανένας “αμύητος”
δεν θα μπορεί να τους ελέγξει. Στην πραγματικότητα, μόνον η εμπειρία ενός
ναυτικού θα μπορούσε να τους συνεφέρει … όμως ο τελευταίος άνθρωπος με τον
οποίο θα επιθυμούσαν να συζητήσουν τα “θέματά τους”, είναι ακριβώς κάποιος
“αμύητος”, έστω κι αν έχει ταξιδέψει στα πέρατα του κόσμου.
Πανεπιστημιακός σκοταδισμός
Αντικείμενο και λόγος ύπαρξης της γλώσσας είναι η
επικοινωνία. Ένας μεγάλος πολιτισμός στηρίζεται φυσικά σε μια κατανοητή, ευρεία
και πλούσια σε περιεχόμενο επικοινωνία. Όποτε η γλώσσα αρχίζει να παρεμποδίζει την επικοινωνία, έχουμε να κάνουμε
με πολιτισμό σε παρακμή.
Πρωτεργάτες αυτού του σκοταδιστικού φαινομένου στη Δύση
ήταν εκείνοι ακριβώς που υποτίθεται ότι ασχολούνται με τη βελτίωση της γλώσσας
και της επικοινωνίας: οι πανεπιστημιακοί.
Μετέτρεψαν τα πανεπιστήμιά τους σε ναούς της εξειδίκευσης, κολακεύοντας τη
μοντέρνα ροπή προς οτιδήποτε προβάλλεται σαν μοναδικό και ξεχωριστό.
Ο Μόρις
Στρονγκ έφτασε στο σημείο να πει, ότι “υπάρχει μεγαλύτερη ικανότητα σύνθεσης
των γνωστικών πεδίων έξω από τα πανεπιστήμια παρά μέσα σε αυτά”. Και ο
αμερικανός ιστορικός Γουίλιαμ Πολκ πρότεινε να μετονομαστούν τα πανεπιστήμια [universities] σε πολυδιασπασιστήμια [multiversities], αφού η υπερεξειδικευμένη και
πολυδιασπασμένη διδακτική τους βρίσκεται στην καρδιά αυτού που διαχωρίζει την
κοινωνία αντί να την ενοποιεί. Οι πανεπιστημιακοί διδάσκαλοι, φύλακες της
διανοητικής παράδοσης της Δύσης, κατατεμαχίζουν πλέον τα κάθε λογής (πολιτικά,
καλλιτεχνικά ή οικονομικά) γεγονότα του καιρού μας σε επιμέρους κομματάκια κι
έχουν καταντήσει να είναι οι επίσημοι προστάστες των “κουτιών” μέσα στα οποία
ζουν και σκέφτονται οι διδασκόμενοι νέοι και νέες.
Αυτή η εμμονή στην εξειδίκευση της γνώσης είναι τέτοια,
ώστε είναι πλέον αδύνατον να μιλήσει
κανείς με απλά λόγια για τα δημόσια ζητήματα. Όταν ο κάθε Ειδικός
οχυρώνεται στην ειδικότητά του και μετά βίας δέχεται παρεμβάσεις από ειδήμονες
άλλων ειδικοτήτων σε αυτήν, καταλαβαίνουμε πόσο οι Ειδικοί και οι Τεχνοκράτες
συνολικά θεωρούν ανάξιο
να τους κρίνει τον υπόλοιπο κόσμο.
Περισπουδαστα τεχνάσματα
Άλλωστε έχουν βρει τον τρόπο να αντιμετωπίζουν τις ενοχλητικές ερωτήσεις των “αμύητων”: αποφεύγουν να απαντήσουν και αποθαρρύνουν τον “αμύητο” ρίχνοντάς του συνέχεια σπόντες ότι δεν διαθέτει “επαρκή πληροφόρηση”, ότι δεν διατυπώνει τις ερωτήσεις του “με τη δέουσα ακρίβεια”, ότι τα έχει “κάπως μπερδεμένα στο μυαλό του”, ότι στέκεται “στην επιφάνεια” γιατί δεν γνωρίζει “σε βάθος το θέμα”,... για να καταλήξουν στο τέλος να τον κατηγορήσουν ότι είναι “υπερβολικά δύσπιστος και περίεργος”.
Περισπουδαστα τεχνάσματα
Άλλωστε έχουν βρει τον τρόπο να αντιμετωπίζουν τις ενοχλητικές ερωτήσεις των “αμύητων”: αποφεύγουν να απαντήσουν και αποθαρρύνουν τον “αμύητο” ρίχνοντάς του συνέχεια σπόντες ότι δεν διαθέτει “επαρκή πληροφόρηση”, ότι δεν διατυπώνει τις ερωτήσεις του “με τη δέουσα ακρίβεια”, ότι τα έχει “κάπως μπερδεμένα στο μυαλό του”, ότι στέκεται “στην επιφάνεια” γιατί δεν γνωρίζει “σε βάθος το θέμα”,... για να καταλήξουν στο τέλος να τον κατηγορήσουν ότι είναι “υπερβολικά δύσπιστος και περίεργος”.
Ακόμα και στην περίπτωση που εκείνος που κάνει τις
ενοχλητικές ερωτήσεις τυχαίνει να είναι ιεραρχικά ανώτερός τους, ή είναι κατά
για κάποιο λόγο υποχρεωμένοι να του απαντήσουν, οι Ειδικοί και οι Τεχνοκράτες
έχουν τον τρόπο τους να τον στέλνουν αδιάβαστο: του δίνουν ένα ελάχιστο
πληροφόρησης σε μια ψαρωτική διάλεκτο, ζητώντας και καλά συγγνώμη που είναι
“αναγκασμένοι” να τα λένε τόσο “δυσνόητα”, υπονοώντας ότι ο απέναντί τους δεν
διαθέτει το κατάλληλο γνωστικό υπόβαθρο για να καταλάβει κάτι παραπάνω.
Φυσικά
δεν το συζητάμε τι γίνεται στην περίπτωση που ο Ειδικός δεν είναι υποχρεωμένος
να σεβαστεί εκείνον που του κάνει ερωτήσεις. Αυτόν, θα τον φλομώσει με ένα σωρό
ακαταλαβίστικα “δεδομένα” και τεχνικές ανθυπολεπτομέρειες, και θα πνίξει με
αυτό τον τρόπο το διάλογο δίνοντας ταυτόχρονα την εντύπωση ότι έχει όλη την
καλή διάθεση να απαντήσει και να συνεργαστεί μαζί του.
Αν, τέλος, βρεθεί κανείς που να καταλαβαίνει κάτι μέσα σ’ όλη αυτή τη επιστημονικοφανή λεκτική σαβούρα, για να συνεχίσει τις ερωτήσεις του αναγκάζεται να καταφύγει και αυτός σε ανάλογη λεκτική πολυπλοκότητα, με αποτέλεσμα να αποκαμωθεί και να σηκωθεί να φύγει ο υπόλοιπος κόσμος, που έχει βρεθεί εκεί για να πάρει απαντήσεις για το θέμα που τον καίει. Με αυτό τον τρόπο, παρασύροντας τον δηλαδή στο δικό τους “κουτάκι”, ο Ειδικός κι ο Τεχνοκράτης βγάζουν εκτός μάχης τον ενοχλητικό “αμύητο”.»
John Ralston Saul, Voltaire's bastards. The dictatorship of reason in the West (1992)
Σημ.
HS.
Ελπίζουμε
ότι ο αγώνας που δίνεται αυτό τον καιρό στα πανεπιστήμια, δεν περιορίζεται στη συνδικαλιστική
οπτική αλλά αφορά, κυρίως, στο να μην μετατραπούν ολοκληρωτικά σε... πολυδιασπασιστήμια. Ευτυχώς, δεν λείπουν εκείνοι οι πανεπιστημιακοί που, με τις τοποθετήσεις
τους και με τον βίο τους, μας επιτρέπουν και μας ενισχύουν αυτή την
ελπίδα.
Με την ευκαιρία, ρίξτε μια ματιά και σε αυτήν εδώ την ανάρτηση, όπου ο Σάουλ λέει κάποια πολύ ενδιαφέροντα πράγματα για το Νταβός, που έχει φορέσει πάλι τα γιορτινά του αυτές τις μέρες.
Με την ευκαιρία, ρίξτε μια ματιά και σε αυτήν εδώ την ανάρτηση, όπου ο Σάουλ λέει κάποια πολύ ενδιαφέροντα πράγματα για το Νταβός, που έχει φορέσει πάλι τα γιορτινά του αυτές τις μέρες.