Ρόμπερ Μακναμάρα (1916-2009) |
Σε μια εποχή βαθιάς κρίσης, η οποία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι η πολιτική υποτάχτηκε στις μπίζνες και οι πολιτικοί στους επιχειρηματίες, υπάρχουν αρκετοί που εύχονται να αναλάβουν την πολιτική οι ίδιοι οι επιχειρηματίες/τεχνοκράτες – έστω κάποιοι πεφωτισμένοι, ή μάλλον «πετυχημένοι», από δαύτους!
Αυτό το μοντέρνο παράδοξο, μού έφερε στο νου ένα πολύ πετυχημένο, προικισμένο και μορφωμένο επιχειρηματία. Όχι κάποιον που λ.χ. δηλώνει, ότι ο ίδιος δεν θέλει να εμπλακεί στη διακυβέρνηση του τόπου αλλά έχει στις επιχειρήσεις του 5-6 «ικανότατα στελέχη» για να το κάνουν ... αντ’ αυτού. Μιλάω για ένα επιχειρηματία-τεχνοκράτη άλλης κλάσης, που μπλέχτηκε ενεργά με την πολιτική ο ίδιος: τον Ρόμπερτ ΜακΝαμάρα, που διετέλεσε κατά σειρά πρόεδρος της Ford, υπουργός Εθνικής Άμυνας των ΗΠΑ και πρόεδρος της Διεθνούς Τράπεζας.
Έχοντας σπουδάσει Οικονομικά, Μαθηματικά και Φιλοσοφία, ο ΜακΝαμάρα πιάνει δουλειά στην αυτοκινητοβιομηχανία Φορντ το 1946, τριάντα χρονών, και γίνεται ένα από τα αγαπημένα της «Whiz Kids», δηλαδή τους δέκα νεαρούς πρώην αξιωματικούς που έσωσαν την Φορντ από τη χρεοκοπία. Ο ΜακΝαμάρα ήταν εκείνος που αντιτάχτηκε στην παραγωγή του αποτυχημένου Edsel (1959) κι εκείνος που προώθησε στη συνέχεια το δημοφιλές Falcon – έτσι, το 1960, έγινε πρόεδρος της Φορντ και μάλιστα ο πρώτος που δεν προερχόταν από την οικογένεια του Χένρι Φορντ.
Την αμέσως επόμενη χρονιά, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ Τζον Φ. Κένεντι, εκτιμώντας τις επιτυχίες του στον επιχειρηματικό τομέα, τον προσκαλεί να αναλάβει και να αναδιοργανώσει το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας της χώρας. Ο ΜακΝαμάρα θεωρεί ανορθολογική και εγκαταλείπει τη λογική του «μαζικού πυρηνικού χτυπήματος», που είχε υποστηρίξει ο Αϊζενχάουερ. Αναδιοργανώνει λοιπόν το στρατιωτικό σχεδιασμό των ΗΠΑ με άξονα τα ορθολογικά «ευέλικτα χτυπήματα» με βάση συγκεκριμένες «ζώνες άμυνας», κάτι που πρακτικά σήμαινε περιορισμένους, τοπικούς και μη-πυρηνικούς πολέμους, οι οποίοι θα αναχαίτιζαν την επέκταση της ΕΣΣΔ και σιγά-σιγά θα την στραγγάλιζαν (απ' όπου και έγινε ο αρχιτέκτονας της επέμβασης των ΗΠΑ στο Βιετνάμ, με τα γνωστά αποτελέσματα). Έτσι, στη θέση του προηγούμενου πυρηνικού «Όλα ή Τίποτα», το ... ευέλικτο δόγμα του ΜακΝαμάρα, όπως το έθεσε ο ίδιος, ήταν η απάντηση στην τακτική της ΕΣΣΔ, που ήταν « στο στρατιωτικό πεδίο αυτή του ελεύθερου σκοπευτή, της ενέδρας και της ξαφνικής επιδρομής ,ενώ στο πολιτικό πεδίο η τρομοκρατία, η εξόντωση και η δολοφονία» - κάτι που σήμαινε και σήμανε την εμπλοκή των ΗΠΑ σε τοπικές συρράξεις και ανταρτοπόλεμους.
Ταυτόχρονα, και σε στενή συνάρτηση με τα παραπάνω, αναδιοργανώνει το ίδιο το Πεντάγωνο με βάση την επιχειρηματική λογική. Ιδρύει ένα σωρό «κέντρα» και «υπηρεσίες», όπως DIA, DSA, DCA, STRICOM, STRAC, TAC, MATS, και πάνω απ’ όλα εισάγει και καθιερώνει την «συστημική ανάλυση» σαν βασικό εργαλείο για τη λήψη αποφάσεων σε ό,τι αφορά τις ανάγκες σε οπλισμό, τα οπλικά συστήματα και τα θέματα του πολέμου – με αποκορύφωμα το PPBS (Planning, Programming and Budgeting System), το οποίο ουσιαστικά μετέτρεψε το στρατό τω ΗΠΑ σε επιχείρηση και τους αξιωματικούς σε επιχειρηματικά στελέχη, ενώ την ίδια στιγμή έβαλε μπροστά την πιο φρενήρη πολεμική βιομηχανία όλων των εποχών ακριβώς με βάση την επιχειρηματική λογική της «μείωσης των (στρατιωτικών) δαπανών» χάρη σε μια μοντέρνα βιομηχανική παραγωγή οπλισμού κατά τα πρότυπα της αυτοκινητοβιομηχανίας, στην οποία είχε αναδειχτεί.
Το αποτέλεσμα όλης αυτής της αναδιοργάνωσης του υπουργείου Άμυνας με άξονα την επιχειρηματική-τεχνοκρατική λογική ήταν τραγικό για τις ίδιες τις ΗΠΑ και για τον κόσμο γενικότερα. Με το νέο στρατηγικό σχεδιασμό του των «ευέλικτων χτυπημάτων» με βάση συγκεκριμένες «ζώνες άμυνας» ψύχρανε τους ευρωπαίους συμμάχους της χώρας τους, καθώς συνειδητοποίησαν ότι η Ουάσιγκτον τους αντιμετώπιζε πλέον σαν απλά χαρακώματα για τη δική της άμυνα από ενδεχόμενο χτύπημα της ΕΣΣΔ (έτσι η Γαλλία φεύγει από το ΝΑΤΟ και αναπτύσσει δικό της, ανεξάρτητο πυρηνικό οπλοστάσιο) . Με το δόγμα του περί στρατιωτικής και πολιτικής τακτικής, οι ΗΠΑ – που, προηγουμένως, με δυσκολία είχαν μπει τελικά στο Β΄ παγκόσμιο πόλεμο - μπλέχτηκαν έκτοτε με τη συστηματική υπονόμευση καθεστώτων, τη διοργάνωση πραξικοπημάτων, την εκπαίδευση ταγμάτων θανάτου και γενικότερα τον πολλαπλασιασμό των τοπικών συρράξεων. Και με τη μετατροπή του στρατού σε μπίζνα, αφενός μεν ήταν ο κύριος υπεύθυνος για μια σειρά από στρατιωτικές πανωλεθρίες των ΗΠΑ, με συντριπτικότερη όλων αυτή στο Βιετνάμ (αφού καμιά επιχειρηματική λογική και κανένας αξιωματικός-επιχειρηματικό στέλεχος δεν θα μπορούσε ποτέ να πείσει ανθρώπους να πολεμήσουν και να πεθάνουν), και αφετέρου έκανε τις ΗΠΑ ένα πανίσχυρο έμπορο όπλων, που κάποια στιγμή έρχεται αντιμέτωπος με τα όπλα που έχει ο ίδιος πουλήσει!
Στο αποκορύφωμα του πολέμου στο Βιετνάμ, το 1968, ο «αρχιτέκτονάς» του ΜακΝαμάρα εγκαταλείπει το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ χωρίς ίχνος αυτοκριτικής (την κοπανάει στα δύσκολα κι αποφεύγει κάθε αυτοκριτική – ποιον τεχνοκράτη μού θυμίζει βρε παιδιά;) και γίνεται πρόεδρος της Διεθνούς Τράπεζας. Στόχο του θέτει την αναδιοργάνωση της ΔΤ και την ανάπτυξη (η λέξη-καραμέλα κάθε επιχειρηματία/τεχνοκράτη) των χωρών του Τρίτου Κόσμου μέσα από το δανεισμό (μάλιστα ευθύς εξαρχής, στο ετήσιο συμπόσιο της Διεθνούς Τράπεζας με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, δηλώνει ότι θα ενισχυθούν κατά προτίμηση οι χώρες, που έχουν υιοθετήσει πρακτικές ελέγχου των γεννήσεων). Το αναπτυξιακό πρόγραμμά του, στηριγμένο πάντα στην επιχειρηματική λογική, θέλησε να μετατρέψει σε χρόνο-ρεκόρ ένα πλήθος από αγροτικές χώρες σε χώρες βιομηχανικές χωρίς να υπολογίσει καν το απλούστερο, αν δηλαδή αυτές οι χώρες είναι σε θέση να ξοδεύουν τεράστια ποσά για την εισαγωγή του απαραίτητου στη βιομηχανία πετρελαίου και ταυτόχρονα να ξεπληρώνουν τα υπέρογκα δάνειά τους! Όπως ήταν αναμενόμενο, και εδώ ο άψογος μπίζνεσμαν επέφερε καταστροφές, που εξακολουθούν να ταλαιπωρούν τις χώρες αυτές και όλο τον κόσμο.
Αυτά με το βίο και την πολιτεία του Αμερικανού μπίζνεσμαν-πολιτικού. Όποιος κατάλαβε, κατάλαβε.
Μια μικρή, απλή παρατήρηση για να κλείσω: Μια δημόσια επιχείρηση είναι κατ’ ουσίαν έργο κοινό και κοινωφελές, και κυρίως μακρόπνοο, χτισμένο προκειμένου να υπηρετεί γενιές και γενιές σ' ένα τόπο. Πώς είναι λοιπόν δυνατόν να την αναλάβει με επιτυχία κάποιος, που το μόνο που έχει μάθει είναι να στήνει ιδιοτελείς/ιδιωτικές επιχειρήσεις με μοναδικό κριτήριο επιτυχίας το χρηματικό κέρδος και που δεν έχει πρόβλημα να τις ξεστήσει άπαξ και μειωθεί το ποσοστό κερδοφορίας τους, ή να τις πάρει από μια χώρα σε μιαν άλλη σε περίπτωση που πέσει το ποσοστό κέρδους του στην πρώτη και μπορεί να βρει πάμφθηνα εργατικά χέρια στη δεύτερη;
Μια μικρή, απλή παρατήρηση για να κλείσω: Μια δημόσια επιχείρηση είναι κατ’ ουσίαν έργο κοινό και κοινωφελές, και κυρίως μακρόπνοο, χτισμένο προκειμένου να υπηρετεί γενιές και γενιές σ' ένα τόπο. Πώς είναι λοιπόν δυνατόν να την αναλάβει με επιτυχία κάποιος, που το μόνο που έχει μάθει είναι να στήνει ιδιοτελείς/ιδιωτικές επιχειρήσεις με μοναδικό κριτήριο επιτυχίας το χρηματικό κέρδος και που δεν έχει πρόβλημα να τις ξεστήσει άπαξ και μειωθεί το ποσοστό κερδοφορίας τους, ή να τις πάρει από μια χώρα σε μιαν άλλη σε περίπτωση που πέσει το ποσοστό κέρδους του στην πρώτη και μπορεί να βρει πάμφθηνα εργατικά χέρια στη δεύτερη;
hollow,
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν και συμφωνώ με τη σύνδεση που κάνεις μεταξύ του υπερφίαλου τεχνικού πνεύματος που κατακυριάρχησε στην πολιτική των Η.Π.Α. με τον Μακναμάρα και τις ολέθριες για τον κόσμο επιπτώσεις του (υπάρχουν πολλοί συνεχιστές σήμερα!) θα διαφωνήσω με το τμήμα της ιστορικής εξήγησης που δίνεις σχετικά με τη "σύμμαχο" Γαλλία. Είναι γνωστό ότι ο Ντε Γκωλ ήταν εξαιρετικά ταπεινωμένος ήδη από το 1945, όταν οι Σύμμαχοι απέκλεισαν τη Γαλλία - που σημειωτέον, συνεργάστηκε με τους Ναζί και πολλά μέλη της τότε κυβέρνησης Βισύ παρά τα εγκλήματά τους βρήκαν καταφύγιο στη κυβέρνηση του Ντε Γκωλ - από τις διαπραγματεύσεις για το μοίρασμα ("σφαιρών επιρροής") του κόσμου. Επίσης, ακόμη και μετά τη λήξη του πολέμου ο Ντε Γκωλ προστάτεψε εγκληματίες πολέμου, όπως ο Παλαιστίνιος μουφτής Ηaj Amin al-Hussaini, που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη μετέπειτα γαλλο-αραβική συνεργασία με προφανή πολιτικοοικονομικά ανταλλάγματα. Επίσης, δεν πρέπει να ξεφύγει από την προσοχή μας το γεγονός ότι καίριο πλήγμα στο γαλλικό σωβινισμό ήταν η απώλεια της Αλγερίας το 1962 (μη ξεχνάμε ότι και το Βιετνάμ ήταν πριν τον Β' Π.Π. μια ακόμη γαλλική αποικία). Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ντε Γκωλ οραματιζόταν ήδη από το 1958, όταν ανέλαβε την εξουσία, μια ενωμένη Ευρώπη με ηγέτη τη Γαλλία. Γι' αυτό το λόγο και αντιτάχθηκε αργότερα στην είσοδο της Βρετανίας στην ΕΟΚ.
Σχετικά με την τραγική περίπτωση του Μακναμάρα, αν και ποτέ δεν προέβη σε δημόσια αυτοκριτική ενόσω ήταν στην εξουσία, πολύ αργά και λίγο πριν το τέλος της ζωής του αναγκάστηκε να παραδεχθεί τα λάθη του σχετικά με το Βιετνάμ. Ως επίκληση για άφεση αμαρτιών ίσως?
@ Chris,
ΑπάντησηΔιαγραφήστον ΜακΝαμάρα τράβηξε την προσοχή μου πριν πολλάάά χρόνια το πολύ καλό βιβλίο "Voltaire's Bastards" του John R. Saul, ο οποίος μάλιστα κάνει την υπόθεση πως, με την "φιλόπτωχη" προεδρία του στη ΔΤ, ο ΜακΝαμάρα ίσως να ήθελε να εξαγνιστεί και να λάβει άφεση αμαρτιών για την ιστορία με το Βιετνάμ. Δεν ξέρω, δεν τον κρίνω σαν πρόσωπο. Το θέμα είναι πως, ακόμα κι αν είχει τις καλύτερες προθέσεις, η ίδια η επιχειρηματική και τεχνική λογική του, άπαξ και την έβαλε σε εφαρμογή στο πολιτικό πεδίο, προκάλεσε από μόνη της τεράστιες καταστροφές.
Τώρα για την αποχώρηση της Γαλλίας από το ΝΑΤΟ, νομίζω πως ο Ντε Γκωλ ακολούθησε τη διαχρονική γαλλική πίστη στο "έθνος-κράτος". Έτσι επικαλέστηκε την ανάγκη διατήρησης της "εθνικής κυριαρχίας", την οποία θεώρησε ότι καθιστούσε επισφαλή το δόγμα ΜακΝαμάρα.
Αλλά και η Γερμανία είχε αντιδράσει σε αυτό το δόγμα - γι' αυτό, νομίζω, με την πρώτη ευκαιρία ξεκίνησε την "Ostpolitik". Αν δεν κάνω λάθος, από τότε κυκλοφορούσε στη Γερμανία ο μύθος, ότι οι αυτοκινητόδρομοί της είχαν σχεδιαστεί σαν διάδρομοι απογείωσης πολεμικών αεροσκαφών για τις ανάγκες της αμερικάνικης πολεμικής μηχανής - δείγμα ότι οι Γερμανοί αισθάνονταν πως οι ΗΠΑ τους έβλεπε σαν απλά "χαρακώματα".