Ξαναδιαβάζοντας το βιβλίο Η
αυτοκαταστροφική φύση του Ροκ (εκδ. Στύγα, 1992), γραμμένο από το Μάκη Μηλάτο,
βαθύ γνώστη του θέματος [βλ. ΥΓ 2], σκέφτηκα ότι δεν θα ήταν κακό να προσθέσω ένα μικρό
συμπληρωματικό σχόλιο στις ερμηνευτικές δοκιμές των εκλεκτών κ.κ. Σηκάμ Σοτάλημ
(«το ροκ σέρνει πάνω του μια κατάρα, μια βασκανία»), Κησμά Λάτοσμη («πρόκειται
για ένα φαινόμενο ανάλογο με αυτό που παρατηρείται στα lemmings, όπου η μαζική αυτοκτονία τους λειτουργεί
σαν ένα είδος φυσικής δικλείδας ασφαλείας για τη διατήρηση μιας ισορροπίας»)
και Άσιμου Αμίλητου («το μυστικό βρίσκεται στη συνεχή έκθεση σε εντονότατες ηχητικές
παλμοδονήσεις σε συνδυασμό με την απογοήτευση από τη σύγχρονη πραγματικότητα»).
Δανείζομαι το σχόλιό μου ανακατεύοντας παλιότερες σημειώσεις μου από τις
μυστικές μελέτες του σπουδαίου Κιργισιανού κοινωνιοπαθολογοανατόμου και ιστοριοδίφη
Σοναφέτς Σηνάζορ:
«Η μαγική δύναμη της μουσικής βρίσκεται στην απόλυτη διάστασή της με τον αισθητό κόσμο, στην απόλυτη άρνησή της να εμπλακεί στον πεπερασμένο χώρο όπου τα ανθρώπινα συναισθήματα διαπλέκονται με τις εξωτερικές μορφές των πραγμάτων, καθώς και στην απέραντη νοσταλγία της για την απειρότητα ενός αχανούς, μέσα στο οποίο παραμονεύει το μυστηριακό, το άγνωστο, το φοβερό και το τερατώδες. Και αν η ποίηση κατατείνει προς το ουτοπικό ιδεώδες της μουσικής, η ίδια η μουσική ως η τέχνη του απείρου είναι, όπως αποφαίνεται ο Ε.Τ.Α. Χόφφμαν, η ρομαντικότερη όλων των τεχνών.
Οφείλουμε λοιπόν εδώ να θυμηθούμε, ότι η ένσταση που προέβαλλε ο ρομαντισμός αφορούσε συνολικά τον άνθρωπο της λογικής και τον ίδιο το Λόγο ως ουσία του ανθρώπου. Η ακύρωση του καρτεσιανού υποκειμένου υπήρξε η πρωταρχική του μέριμνα. Η ρομαντική εξέγερση ήταν λοιπόν καθολική, θέτοντας σε αμφισβήτηση το πολιτισμικό πλαίσιο, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί από τη Αναγέννηση και θεσμισθεί από τον Διαφωτισμό.
Επιπλέον, ένα πανίσχυρο ρεύμα επιστροφής προς τον Μεσαίωνα, προς ό,τι ο νεωτερικός άνθρωπος είχε ολοκληρωτικά απορρίψει ως σκοτεινό και ανάξιο μιας λογικής ύπαρξης, προσέδωσε στο ρομαντισμό έναν εντονότατα ανατρεπτικό χαρακτήρα που αγγίζει τα όρια της εσωτερικής αναρχίας: της βίαιης ρήξης σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής. Τούτη η ρήξη τελείται ως μια ριζοσπαστική επαναδιαπραγμάτευση και αναδιατύπωση του πραγματικού μέσω της Φαντασίας, πράγμα που σημαίνει ότι το ρομαντικό υποκείμενο συγκροτείται ως κατεξοχήν φαντασιακή δύναμη, ως φορέας σημασίας που τον ορίζοντά της διανοίγουν οι φαντασιακές δυνάμεις του υποκειμένου, ήτοι η ενεργητικότητα της φαντασίας του, η οποία σαφώς προηγείται του πραγματικού, αφού χάρις σ’ αυτήν και προς χάριν αυτής η σημασία εγκαθίσταται στο στατικό και προφανώς στερούμενο (νεκρό) πραγματικό.
Αλλά η ηδονή της ανατροπής είναι η εκδίκηση. Όμως η εκδίκηση δεν ανήκει στο Απόλυτο. Ανήκει στον άνθρωπο, στο εγκόσμιο, στο αποσπασματικό. Κατά συνέπεια, το χάσμα ανάμεσα στο Απόλυτο και στο Ατομικό πρέπει να αποτελέσει αναφορικό άξονα του περί εκδικήσεως λόγου, προκειμένου η εκδίκηση να αποψιλωθεί από τις εμπειρικές συνδηλώσεις της και να αποκαλυφθεί ως λόγος περί του θεϊκού και του ανθρώπινου. Γι’ αυτό ακριβώς η εκδίκηση είναι η ίδια η ατομικότητα στη διαρκή αναζήτησή της ενός νόηματος για τον εαυτό της και ενός νοήματος για τα πράγματα, τις παραστάσεις, τα συναισθήματα και τις προθέσεις που επιζητεί να φέρει πίσω στον εαυτόν της, να τα οικειωθεί κατά το μέτρο του δικού της παραστασιακού και προθεσιακού σχεδίου.
Χωρίς αυτή την ηδονή της ανατροπής του κατεστημένου και ρυθμισμένου κόσμου, χωρίς την εκδίκηση, η ατομική ψυχή χάνεται βυθισμένη στην Απουσία. Δεν είναι τυχαίο που, στη βιβλική αφήγηση, η γένεση της ατομικότητας συνδέεται με τον αρχετυπικό φόνο έπειτα από τη διάπραξη του οποίου το μεν εγκόσμιο απαιτεί την εκδίκηση με την καταδίκη και την εξόντωση του φονιά, ενώ το θείο κατηγορηματικά τού αρνείται αυτό το αίτημα. Ο εκδικητής Άγγελος, τούτη η Υψίστη μορφή της ρομαντικής κοσμοθεώρησης, είναι λοιπόν η καταγωγική περιοχή και το αδιαφιλονίκητο πρότυπο της ατομικής ψυχής εναντίον της ανεκδίκητης Αβύσσου, η οποία είναι το Απόλυτο.
‘‘Δεν νιώθω σα να ’μουν άντρας / Μα σαν δαίμονας προορισμένος να τιμωρώ / Τις αδικίες κάποιου αξέχαστου κόσμου’’, ομολογεί με αξιομνημόνευτο πάθος και εμμονή ο Τσέντσι του Πέρσυ Σέλλεϋ, τραγικό πρόσωπο στο χορό των Δαιμόνων του ρομαντισμού κι επίγονος του εωσφορικού ιδεώδους του Μίλτωνος. Η καταγωγή της εκδίκησης ως καταγωγή της ατομικότητας αναδύεται πράγματι από μια διαδικασία παρουσίας και απουσίας, γίγνεσθαι και εξαφάνισης. Γι’ αυτό, εξάλλου, η εκδικητική πράξη ενέχει ένα χαρακτήρα καταστροφικό και αυτοκαταστροφικό, μια έντονα μηδενιστική ροπή, η οποία παρασύρει την ατομικότητα στην εξαφάνισή της.
Αλλά θα πρέπει να τονισθεί ότι ο καταστροφικός και αυτοκαταστροφικός χαρακτήρας της εκδικητικής μανίας, καθώς και η μηδενιστική της τάση, διόλου δεν αντιφάσκουν προς τη φύση της ατομικότητας, η οποία μέσα σε αυτά τα συναισθήματα βρίσκει την καταγωγική της περιοχή. Ίσα-ίσα, ο καταστροφικός και αυτοκαταστροφικός χαρακτήρας και η μηδενιστική κλίση της εκδίκησης αποτελούν μια εσωτερική αλήθεια της ατομικότητας, ένα ψυχικό χώρο του ατομικού, έναν καταγωγικό τόπου του ονείρου εκείνου που πλάθει την ατομικότητα με το υλικό από το οποίο είναι και τα όνειρα πλασμένα.»
Καταιγισμός! Ναι, υπονοώ με αυτά ότι το Ροκ συνδέεται άμεσα, εγγενώς ας πούμε, με τη μοντέρνα ατομικότητα και την καταγωγή της όπως τη μελέτησε ο κ. Σηνάζορ. Θα έλεγα μάλιστα, με μια από τις πιο εξτρεμιστικές εκδηλώσεις της, όπου ως εξτρεμισμό παρακαλώ να θεωρήσετε την απόπειρα πραγμάτωσης ενός ιδεώδους, δηλαδή την απόπειρα κατάργησης και της παραμικρότερης απόστασης ανάμεσα σε ένα ιδεώδες και στην πραγματικότητα.
Το ομολογώ λοιπόν: πιστεύω ακράδαντα πως η αυτοκαταστροφική φύση του Ροκ, όπως την ερεύνησε και εξεθεσε ο Μηλάτος, έχει να κάνει με αυτό το γεγονός κι ίσως ακόμα πιο ειδικά με το μυητικό στη μοντέρνα εξατομίκευση χαρακτήρα του. Θα πείτε: μα το καταγωγικό φαινόμενο της νεωτερικότητας δεν ήταν ο Διαφωτισμός, στον οποίο αντιτέθηκε τόσο ριζικά ο Ρομαντισμός; Ασφαλώς! Ωστόσο, στηρίζοντας το εξατομικευτικό ιδεώδες στη λογική και μόνο, ο Διαφωτισμός συντομα οδήγησε το μοντέρνο Άτομο σε μια αδιέξοδη στεγνότητα, καθώς του έλειπε το απαραίτητο για τη ζωή ψυχικό βάθος. Αυτό το βάθος ήρθε λοιπόν να συμπληρώσει ο Ρομαντισμός με το δικό του πρόταγμα το στηριγμένο, όπως λέει ο κ. Σηνάζορ, στη σκοτεινή φαντασία, εναντίον μεν της υπερλογικότητας του Διαφωτισμού αλλά υπέρ, και αυτός, του νεωτερικού Ατόμου, το οποίο βρέθηκε έτσι να τρέφεται από δυο συμπληρωματικά αντίθετες πηγές ζωής.
Ας συμπληρώσω μόνο ότι, διαβάζοντας τις παραπάνω γραμμές, καλό θα ήταν να έχουμε στο βάθος του μυαλού μας τη θεμελιώδη διάκριση ανάμεσα στην ατομικότητα ως μοναδικότητα καθενός ανθρώπου —η οποία, όπως έχουμε πει τόσες φορές, υπάρχει σε όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες ανεξαιρέτως—, και την ατομικότητα ως ένα ορισμένο τύπο υποκειμένου, η οποία σε πλήθος κοινωνιών είτε δεν υφίσταται (δηλαδή δεν αναγνωρίζεται), είτε υφίσταται μόνο απωθημένη στο περιθώριό τους, ή εκτοπισμένη μακριά τους, ενώ σε ελάχιστες, μεταξύ των οποίων η λεγόμενη «νεωτερική» αναγνωρίζεται ως κεντρική σημασία, καλώντας τον καθένα και την καθεμιά μας να αυτοπροσδιορίζεται κατά πρώτο λόγο όχι στη μοναδικότητά του ως πρόσωπο σε κοινωνία, αλλά σε ό,τι τον/την διαχωρίζει από τους άλλους, σε ό,τι τον/την κάνει, όπως λέμε, «ξεχωριστό/ή».
ΥΓ 1. Αν θες να συμπληρώσεις όμως την εικόνα, βλέπε οπωσδήποτε και εδώ.
Ας συμπληρώσω μόνο ότι, διαβάζοντας τις παραπάνω γραμμές, καλό θα ήταν να έχουμε στο βάθος του μυαλού μας τη θεμελιώδη διάκριση ανάμεσα στην ατομικότητα ως μοναδικότητα καθενός ανθρώπου —η οποία, όπως έχουμε πει τόσες φορές, υπάρχει σε όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες ανεξαιρέτως—, και την ατομικότητα ως ένα ορισμένο τύπο υποκειμένου, η οποία σε πλήθος κοινωνιών είτε δεν υφίσταται (δηλαδή δεν αναγνωρίζεται), είτε υφίσταται μόνο απωθημένη στο περιθώριό τους, ή εκτοπισμένη μακριά τους, ενώ σε ελάχιστες, μεταξύ των οποίων η λεγόμενη «νεωτερική» αναγνωρίζεται ως κεντρική σημασία, καλώντας τον καθένα και την καθεμιά μας να αυτοπροσδιορίζεται κατά πρώτο λόγο όχι στη μοναδικότητά του ως πρόσωπο σε κοινωνία, αλλά σε ό,τι τον/την διαχωρίζει από τους άλλους, σε ό,τι τον/την κάνει, όπως λέμε, «ξεχωριστό/ή».
ΥΓ 1. Αν θες να συμπληρώσεις όμως την εικόνα, βλέπε οπωσδήποτε και εδώ.
YΓ 2. Απαραίτητη μάλλον διευκρίνηση,
έπειτα από επισήμανση φίλου, σχετικά με το ποιος Μηλάτος είναι ο συγγραφέας αυτού
του βιβλίου. Διαβάζει κανείς στο οπισθόφυλλο: «Ο Μάκης Μηλάτος διέγραψε μια δεκάχρονη
πορεία στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, στον ειδικό χώρο των rock media. Από το 1976 μέχρι το 1985 άφησε
δείγματα γραφής στα περιοδικά ΣΤΕΡΕΟ, ΠΟΠ & ΡΟΚ, ΙΔΕΟΔΡΟΜΙΟ κι όλο και κάπου
αλλού. Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’80, σα δισκογραφικός παραγωγός, έδωσε
τη δυνατότητα σε αρκετά συγκροτήματα να κυκλοφορήσουν τη δουλειά τους (…) Οι προτάσεις
για επαγγελματική καλοπληρωμένη αποκατάσταση ήταν πολλές. Παρ’ όλες τις ευοίωνες
προοπτικές, ο Πλούτωνας ζωντάνεψε το Δίδυμο μέσα του και γύρισε την πλάτη του στους
προσκυνημένους επαγγελματίες του είδους. Η rock’n’roll καρδιά του τον έσπρωχνε γι’ αλλού. Αφού ‘‘πούλησε’’ τα
πρωτοτόκια και έπαψε να έχει σχέση με τ’ όνομα (τη διαιώνιση του έργου ανέλαβε ο
συνονόματος εξάδελφος), από διάσημος ροκογραφιάς υποχώρησε σε άσημο ασκητή χωρίς
υστεροφημία, χωρίς ομιλία και γραφή. Το rock and roll όμως όχι μόνο δεν το εγκατέλειψε ποτέ, αλλά εμβάθυνε και
περισσότερο στην αναζήτηση των μυστικών κωδίκων, που δονούν και συντονίζουν δημιουργούς
και ακροατήρια. (…)».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου