Σελίδες

26 Μαΐου 2012

Εκτοπίσεις



Είμαστε ενσωματωμένοι στο «τεχνικό περιβάλλον» και τούτο σημαίνει, ότι ο άνθρωπος έπαψε να ζει κατά κύριο λόγο μέσα σε ένα «φυσικό» περιβάλλον (το οποίο συγκροτείται από αυτό που συνήθως αποκαλούμε «φύση», ύπαιθρο, δάσος, βουνό, θάλασσα, κ.λπ.): τώρα πλέον ζει μέσα σε ένα καινούργιο τεχνητό περιβάλλον. Δεν ζει πια σε επαφή με την πραγματικότητα της γης και του νερού, αλλά με αυτή των εργαλείων και των αντικειμένων που σχηματίζουν την ολότητα του περιβάλλοντός του1. Ο άνθρωπος ζει τώρα μέσα σε ένα περιβάλλον από άσφαλτο, σίδερο, τσιμέντο, γυαλί, πλαστικές ύλες, κ.ο.κ. (...) Το φυσικό περιβάλλον αυτό καθεαυτό εξαφανίζεται.

Μέσα στην πόλη δεν υπάρχει τίποτε το αυθόρμητα φυσικό και μόνο κατά τύχη ο άνθρωπος έρχεται σε επαφή με φυσικά στοιχεία (πάρκα, δέντρα στις πλατείες). Ταυτόχρονα, η φύση έξω από την πόλη έχει καταντήσει κυρίως ένα πεδίο για τις δραστηριότητες του ελεύθερου χρόνου, τη χαλάρωση, κ.λπ. (...)

Δεν πρέπει όμως να περιορίσουμε στην αστικοποίηση την κυριαρχία του τεχνικού περιβάλλοντος πάνω στο φυσικό. Η εργασία επιφέρει την ίδια ρήξη. Για παράδειγμα, ο εργάτης δεν γνωρίζει πια το υλικό με το οποίο δουλεύει· του αρκεί να γνωρίζει τις μηχανές, που επιτελούν τις απαραίτητες εργασίες. Πολύ σύντομα άλλωστε επέρχεται και μια δεύτερη αφαίρεση με την αυτοματοποίηση. Αν πάρουμε όλους τους τομείς της ζωής, θα διαπιστώσουμε ότι παντού παράγεται η ίδια κίνηση, σε τέτοιο σημείο μάλιστα ώστε η διαπαιδαγώγηση των παιδιών προσανατολίζεται ουσιαστικά προς τη γνώση του τεχνικού περιβάλλοντος: τα παιδιά δεν χρειάζονται πια να γνωρίζουν τα φυσικά στοιχεία· πρέπει να γνωρίζουν τι είναι το εργοστάσιο και πώς να περνούν απέναντι στο δρόμο.

Η Τεχνική είναι το επίκεντρο της ζωής, όχι μόνον επειδή αποκλείει την άμεση σχέση με τα φυσικά στοιχεία, ή επειδή τροποποιεί όσα από αυτά εξακολουθούν να υπάρχουν (το νερό, τον αέρα), ούτε επειδή το περιβάλλον του ανθρώπου αποτελείται πλέον μόνο από τεχνικά αντικείμενα, αλλά και επειδή επεμβαίνει άμεσα στη ζωή του ανθρώπου και του ζητάει να κάνει προσαρμογές, όπως εκείνες που απαιτούσε το φυσικό περιβάλλον από τον πρωτόγονο άνθρωπο.


Ο κόσμος στον οποίο ζει ο άνθρωπος, είναι ο κόσμος του μηχανικού περιβάλλοντός του. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται μια γνώση και ένα σύνολο συμπεριφορών, που σχετίζονται άμεσα με αυτό το περιβάλλον. Η γνώση του φυσικού περιβάλλοντος αυτού καθεαυτού έχει πάψει ολοκληρωτικά να μας ενδιαφέρει.

Γι’ αυτό το λόγο η τεχνική σκέψη είναι ριζικά διαφορετική από την «άγρια» σκέψη. Η διαδικασία του σκέπτεσθαι παραμένει αναμφίβολα η ίδια, όμως τώρα εφαρμόζεται σε ένα άλλο πεδίο, το οποίο επιβάλλει το δικό του τρόπο προσέγγισης. Ο τρόπος της «άγριας» σκέψης ήταν συναφής με το φυσικό περιβάλλον. Όταν ο άνθρωπος καταβυθίζεται σε ένα αποκλειστικά τεχνικό περιβάλλον, τότε ο τρόπος της «άγριας» σκέψης, που εξακολουθεί να υπάρχει μέσα του, περιπίπτει σε αχρηστία. Η «άγρια» σκέψη καθορίζεται από το φυσικό περιβάλλον, έχει ως αφετηρία το φυσικό περιβάλλον και το διαμορφώνει εγκαθιδρύοντας τη σχέση μεταξύ ανθρώπινου και φυσικού περιβάλλοντος. Ωστόσο, το φυσικό περιβάλλον δεν χρησιμεύει μόνον ως περιβάλλον, αλλά πολύ περισσότερο σαν «διερμηνέας» της σχέσης του ανθρώπου με τον εαυτό του και με τους άλλους ανθρώπους. Η εκτόπιση του φυσικού περιβάλλοντος από το τεχνικό προξενεί μια αλλαγή αυτών των σχέσεων: επέρχεται πράγματι σχίσμα μεταξύ των ανθρώπων (διάλυση των φυσικών ομάδων) και αντικατάσταση του κοινωνείν από την τυπική επικοινωνία, ενώ το τεχνικό περιβάλλον είναι αυτό που «διερμηνεύει» τώρα την (ψευδή) σχέση των ανθρώπων. Διότι εάν δεχτούμε (όπως δέχομαι πρόθυμα εγώ), ότι η «άγρια» σκέψη αποτελεί συστατικό κομμάτι της «ανθρώπινης φύσης», τότε το γεγονός ότι η σκέψη αυτή βρίσκεται τώρα μέσα σε ένα ακατάλληλο γι’ αυτήν περιβάλλον, δεν οδηγεί πια τους ανθρώπους στο κοινωνείν αλλά σε κάθε λογής σχίσματα ― πράγμα που φανερώνεται κυρίως στη δυσκολία ή την πλήρη αδυναμία συμβολισμού.

Μια από τις μεγαλύτερες απώλειες για το μοντέρνο άνθρωπο αφορά πράγματι την ικανότητα συμβολισμού. Η ικανότητα αυτή, χάρη στην οποία ο άνθρωπος επέζησε μέσα σε ένα εχθρικό περιβάλλον, δεν βρίσκει καμιά θέση μέσα στο τεχνικό περιβάλλον. Εδώ είναι τελείως άχρηστη. Ο μοντέρνος άνθρωπος βιώνει λοιπόν τον ακόλουθο σπαραγμό: από τη μια μεριά δεν μπορεί να εκμηδενίσει την ικανότητα του συμβολισμού, που έχει εγγραφεί μέσα του επί χιλιετίες, ενώ από την άλλη αυτή η ικανότητα έχει περιπέσει σε κατάσταση αχρηστίας και αναποτελεσματικότητας, για να μην πούμε ότι απωθείται κιόλας, εφόσον το περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται τώρα ο άνθρωπος δεν την έχει καθόλου ανάγκη και δεν την απαιτεί. (...)

 Η προσέγγιση, η κατάκτηση, η ερμηνεία και η καθυπόταξη του τεχνικού περιβάλλοντος είναι αδύνατο να πραγματοποιηθούν με τη συμβολική οδό. Όσο για το φυσικό περιβάλλον, ο συμβολισμός του έχει χάσει κάθε νόημα εξαιτίας της κυριαρχίας του τεχνικού ωφελιμισμού.

Η γνώση μας αφορά πλέον μια αφαίρεση του φυσικού περιβάλλοντος, το οποίο κατακτούμε μέσω όλο και πιο εκλεπτυσμένων τεχνικών.
Περιβάλλον ζωής είναι πλέον το μηχανικό και τεχνικό περιβάλλον: αυτό μελετούμε άμεσα τώρα πια ως περιβάλλον.


Ζακ Ελλύλ

1-Ο Χέγκελ διέβλεψε την εκκίνηση αυτής της μετάλλαξης, όταν παρατηρούσε προφητικά: «Το εργαλείο καθεαυτό λαμβάνει από τον άνθρωπο την μερικώς αρνητική ισχύ του. Γι’ αυτό και αυτή παραμένει δραστηριότητα του ανθρώπου. Με τη Μηχανή, ο άνθρωπος ξεπερνά αυτή την τυπική δραστηριότητά του και τη βάζει να εργάζεται για λογαριασμό του. Ωστόσο γίνεται με τη σειρά του θύμα αυτής της εξαπάτησης, με την οποία καθυποτάσσει τη Φύση. Η Φύση τον εκδικείται. Ό, τι αποσπά από τη Φύση, τον υποδουλώνει και τον ταπεινώνει ακόμα περισσότερο. Βάζοντας τη Φύση να δουλέψει με κάθε λογής μηχανές, ο άνθρωπος δεν καταργεί την αναγκαιότητα της δικής του εργασίας. Αναβάλλει απλώς την ημερομηνία λήξης της, την απομακρύνει από τη Φύση και δεν θρώσκει πλέον ως άνθρωπος ζωντανός πάνω σε μια ζώσα Φύση. Αντίθετα, αυτή η αρνητική ζωντάνια χάνεται και η εργασία που απομένει, είναι όλο και περισσότερο μηχανική», Realiphilosophie, τ. Ι, σελ. 237 (παράθεση του Χάμπερμας, όπ. π., 188).
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου