Σελίδες

31 Οκτωβρίου 2013

Τι είναι πολιτικό γεγονός σήμερα


Ζακ Ελλύλ (1912-1994)
Τα πολιτικά γεγονότα, χτες ... 

(…) Στον πολιτικό κόσμο υπάρχουν γεγονότα. Αλλά όσο απίθανο κι αν ακούγεται, τα πολιτικά γεγονότα σήμερα δεν μοιάζουν πια με τα παλιότερα. Πριν από τον 19ο αιώνα μπορούσαμε να διακρίνουμε δυο κατηγορίες πολιτικών γεγονότων. 

Από τη μια μεριά, τα τοπικά γεγονότα, γεγονότα άμεσου ενδιαφέροντος, που μπορούσε να τα διαπιστώσει κανείς αδιαμεσολάβητα: ένας τοπικός λιμός, μια κρίση διαδοχής στην οικογένεια του φεουδάρχη, η χρεοκοπία ενός προεστού της πόλης. Όλοι όσοι ανήκαν στην ενδιαφερόμενη ομάδα, μπορούσαν να τα διαπιστώσουν αυτοπροσώπως και ήταν εξαιρετικά δύσκολο να διαφυλαχτεί το μυστικό, διότι οι επιπτώσεις του γεγονότος είχαν απήχηση σε ένα περιορισμένο κόσμο. (…)

Από την άλλη, υπήρχαν πολιτικά
γεγονότα οικουμενικού ενδιαφέροντος, που δεν ήταν γνωστά στο σύνολο των πληθυσμών. Άλλωστε ούτε ο πολύς κόσμος νοιαζόταν ιδιαίτερα γι’ αυτά τα οικουμενικής υφής γεγονότα , τα οποία απασχολούσαν μόνο τις πολιτικές ελίτ. Οι υπήκοοι μάθαιναν γι’ αυτά μόνον από τους πλανόδιους θιάσους, τους εμπόρους και τους τροβαδούρους∙ και δεν αισθάνονταν να τους αφορούν άμεσα και αληθινά∙ τα ένιωθαν περισσότερο σαν ψυχαγωγία, δεν ήταν το περιβάλλον όπου ζούσαν οι ίδιοι. (…)

... και σήμερα.
 
Η κατάσταση αυτή έχει αλλάξει ριζικά. Σήμερα, μέσα από την παγκόσμια αλληλεπίδραση που έχει εδραιωθεί από πολλές οδούς, κάθε οικονομικό ή πολιτικό συμβάν που συμβαίνει στην υφήλιο, έρχεται να αγγίξει κάθε άνθρωπο, όπου κι αν βρίσκεται. (…)

Ταυτόχρονα, επειδή οι κυβερνήσεις βασίζονται στο λαό, ο λαός καλείται να δίνει τη γνώμη του για τα πάντα∙ άρα πρέπει να είναι σε θέση να γνωρίζει όλα αυτά τα γεγονότα. Τίθεται λοιπόν, σήμερα, το θέμα της γνώσης του γεγονότος. Αλλά αυτή η γνώση δεν μπορεί πια να είναι άμεση, αδιαμεσολάβητη∙ είναι γνώση διατυπωμένη με λέξεις μέσα από πολλούς ενδιάμεσους. Είναι γνώση μεταπλασμένη σε κοινή γνώμη.

Τι είναι η «κοινή γνώμη»

Πράγματι, η γνώση δεν σχηματίζει «κοινή γνώμη» όσο παραμένει προσωπική, βέβαιη και άμεση, έστω κι αν είναι απόρροια λογικής σκέψης. Για να το καταλάβουμε αυτό, αρκεί να ακούσουμε τους βετεράνους του πολέμου, αν είναι απλοί στρατιώτες: διηγούνται ατελεύτητα λεπτομέρειες που έζησαν, αλλά δεν έχουν καμιά εμπειρία του συνολικού πολέμου. Αδυνατούν να περιγράψουν τις φάσεις και τις αλληλουχίες του. Οι στρατιώτες, δηλαδή, που γνωρίζουν ο καθένας μια λεπτομέρεια του πολέμου, ποτέ δεν θα σχηματίσουν μια κοινή γνώμη πατώντας μόνο στην εμπειρία τους. 
 
Η γνώση, για να μετασχηματιστεί σε αποκρυσταλλωμένη θέση και, από εκεί, σε κοινή γνώμη, πρέπει να αποκτήσει έναν ορισμένο αφηρημένο και γενικό χαρακτήρα. (…)

Με άλλα λόγια, κοινή γνώμη σχηματίζεται όταν οι Γάλλοι, οι Άγγλοι, κ.ο.κ. διαβάσουν στις εφημερίδες τους, διατυπωμένο με λέξεις, κάτι που συνέβη. (…)

Κατασκευασμένα «πολιτικά συμβάντα»

Σήμερα λοιπόν, ένα συμβάν είναι πολιτικό μόνο κάτω από δυο προϋποθέσεις:

Πρώτον, όταν η κυβέρνηση ή μια ισχυρή ομάδα έχει αποφασίσει να το πάρει υπ’ όψη της∙ και δεύτερον, όταν η κοινή γνώμη θεωρεί πως αυτό το γεγονός είναι πράγματι γεγονός, συνέβη όντως, και μάλιστα πολιτικό γεγονός. Αυτό λοιπόν που ονομάζεται τώρα πολιτικό γεγονός δεν είναι διόλου το συμβάν καθεαυτό∙ είναι το γεγονός μεταπλασμένο σε κοινή γνώμη, επειδή η κυβέρνηση πρέπει να κυβερνά σε συνάρτηση με αυτή την κοινή γνώμη. (…)

Αυτό εξοβελίζει στην ανυπαρξία ορισμένα σημαντικά γεγονότα, τα οποία αν και είναι από τη φύση τους πολιτικά, δεν θα γίνουν ποτέ πολιτικά γεγονότα επειδή δεν υπάρχει διαμόρφωση κοινής γνώμης γύρω από αυτά. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα εδώ ήταν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στη ναζιστική Γερμανία: επρόκειτο για ένα σημαντικό γεγονός, που εδραζόταν σε ορατά υλικά δεδομένα, που το βίωναν μυριάδες άνθρωποι και όμως, ακόμα και το 1939 ήταν ένα συμβάν «ανύπαρκτο». (…) 

Τέτοια εξάλειψη γεγονότων δεν συμβαίνει μόνο στις αυταρχικές και τις ολοκληρωτικές χώρες, αλλά και στις δημοκρατίες. Έχουμε και εδώ γεγονότα που δεν υπάρχουν, επειδή η κοινή γνώμη δεν έχει προετοιμαστεί για αυτά. Για παράδειγμα, η κοινή γνώμη αγνοούσε την κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία και τη Γαλλία κατά το 19ο και στις αρχές του 20ου αιώνα. Παιδική εργασία, τρώγλες, μισθοί της συμφοράς, αρρώστιες, απάνθρωπες συνθήκες δουλειάς, όλα αυτά “δεν υπήρχαν” και χρειάστηκε η επίμονη, και μερικές φορές βίαιη, δράση της εργατικής τάξης για να επιβάλει στην κοινή γνώμη την ύπαρξη ενός τόσο συντριπτικού γεγονότος. (…)

Αλλά αν το συμβάν υπάρχει μόνο μέσω της κοινής γνώμης, αρκεί άραγε μια καλή πληροφόρηση για να λυθεί το πρόβλημα; Αν μια τίμια πληροφόρηση μεθερμήνευε όλα τα συμβάντα και τα παρέδιδε στο κοινό, αυτό θα κατέληγε άραγε στο να κάνει πολιτικά αυτά τα γεγονότα και να δημιουργήσει μια κοινή γνώμη που θα συνέπιπτε αντικειμενικά με την πραγματικότητα; Αυτό δεν είναι παρά ένα όμορφο όνειρο, όνειρο που κάνουν όσοι πιστεύουν στη συμφιλίωση των μμε με τη δημοκρατία. Υπάρχουν όμως δυο εμπόδια σε αυτή τη συμφιλίωση:

α) Πρώτα-πρώτα, μια πληροφορία δεν αρκεί για να δώσει στο γεγονός στο οποίο αναφέρεται, το χαρακτήρα πολιτικού γεγονότος. Όταν η πληροφορία παρέλθει, το γεγονός λησμονείται. Δεν έχει ακόμα εισέλθει στο πεδίο των ζητημάτων που απασχολούν την κοινή γνώμη. Η μια πληροφορία εκτοπίζει την άλλη, ακόμα κι αν έχει διάρκεια 5 ή 6 μέρες. Το κοινό μένει ανέγγιχτο από μια απλή έκθεση συμβάντων, την οποία δεν πολυκαταλαβαίνει και στην οποία δεν εστιάζει την προσοχή του. (…)

β) Το δεύτερο εμπόδιο είναι, ότι μια πληροφορία δεν παράγει ποτέ μια κοινή γνώμη. Μυριάδες πληροφορημένοι άνθρωποι δεν συγκροτούν μια κοινή γνώμη. Η πληροφορία αυτή καθαυτή δεν έχει ούτε τη διάρκεια, ούτε την ένταση που είναι απαραίτητες για να δημιουργηθεί μια κοινή γνώμη αφού έχει κεντριστεί το ενδιαφέρον των ανθρώπων. Επειδή υπάρχει τεράστια ποικιλία πληροφοριών, μία και μόνο πληροφορία δεν αρκεί για να πολώσει την προσοχή των διαφορετικών ανθρώπων. Για να συγκροτηθεί η κοινή γνώμη και να οργανωθεί ως τέτοια, πρέπει τα σύμβολα να υποβληθούν σε επεξεργασία. Δεν αρκεί λοιπόν η πληροφορία για να γεννήσει ένα συμβάν στην πολιτική ζωή, για να του δώσει το χαρακτήρα πολιτικού γεγονότος.

Προπαγάνδα

Αυτό, το πετυχαίνει μόνο η προπαγάνδα. Μόνο η προπαγάνδα υποχρεώνει την αεάνως κινούμενη προσοχή της μάζας να σταθεί και να καθηλωθεί στο τάδε συμβάν. Μόνο η προπαγάνδα διδάσκει στη μάζα τις προβλέψιμες συνέπειες του δείνα μέτρου. Μόνο η προπαγάνδα στερεοποιεί την κοινή γνώμη και την προσανατολίζει σε σχέση με τον τάδε παράγοντα, που γίνεται πάραυτα πολιτικό συμβάν ή πολιτικό πρόβλημα. Μόνο η προπαγάνδα μετασχηματίζει, σήμερα, την ατομική εμπειρία σε κοινή γνώμη. Αυτή ενεργεί στο νοητικό σύμπαν και ανυψώνει στην τάξη του προβλήματος ένα σύνολο συμβάντων με τη δημιουργία μιας κοινής γνώμης για το ζήτημα. Δεν υπάρχει, λοιπόν, κοινή γνώμη καθεαυτή. (…)

Έτσι, ο πολιτικός δεν ενεργεί μόνο μέσα στο σύμπαν των εικόνων της κοινής γνώμης, αλλά μπορεί και να δημιουργεί αυτές τις εικόνες και να τις τροποποιεί με τα μέσα πληροφόρησης και προπαγάνδας που έχει στη διάθεσή του. Αντίστροφα, η κοινή γνώμη που διαμορφώνεται μέσα σε αυτό το σύμπαν, καθορίζει τον πολιτικό, ο οποίος μπορεί να κυβερνά μόνο με βάση αυτήν.

Ωστόσο, μέσα σε αυτό το εικονικό σύμπαν οι αμοιβαίοι καθορισμοί δεν είναι ούτε αυτόματοι, ούτε αυστηροί. Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση δεν “κατασκευάζει” την κοινή γνώμη, η οποία βασίζεται σε στερεότυπα και προκαταλήψεις που δύσκολα ξεριζώνονται. Και από την άλλη, η κοινή γνώμη δεν υποχρεώνει την κυβέρνηση, διότι δεν διαθέτει (η κοινή γνώμη) ιδιαίτερα μέσα έκφρασης. Στην πραγματικότητα, είμαστε πολύ περισσότερο μάρτυρες μιας διπλής παράλυσης παρά μιας αμφίδρομης αποτελεσματικότητας. (…)

Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε, ότι σε αυτό το παιχνίδι υπάρχει και ένας τρίτος εταίρος: ο κάτοχος των μέσων δράσης, ο οποίος, σε αυτό το σύμπαν των εικόνων, είναι ο προπαγανδιστής. Και ξέρουμε πολύ καλά, ότι αυτός είναι ένας τεχνικός, ο οποίος πολύ λίγο νοιάζεται για τον πολίτη και αντιπροσωπεύει πολιτικά ή οικονομικά συμφέροντα, με βάση τα οποία θα διαμορφώσει την κοινή γνώμη.»

Ζακ Ελλύλ, LIllusion politique [Η πολιτική αυταπάτη], 1965
 

27 Οκτωβρίου 2013

Μεταξύ δυο κόσμων: ο Βανεγκέμ για τον Λοτρεαμόν



Ραούλ Βανεγκέμ
«Χάρη στον Μαλντορόρ ο Λοτρεαμόν έκανε την είσοδό του στη λογοτεχνική ιστορία και μάλιστα τόσο καλά, ώστε ο Ιζιντόρ Ντυκάς, συγγραφέας των Ποιημάτων, σχεδόν του είναι υπόχρεος που δεν αποκλείστηκε από αυτήν. […] 


Χρειάζεται άραγε να θυμίσουμε γύρω από ποιο δίλημμα περιστρέφονται οι περισσότερες από τις ερμηνείες που προτάθηκαν μέχρι σήμερα; Κατ’ αυτές, ή τα Ποιήματα διαδέχονται το Μαλντορόρ σαν ένας ‘απερίφραστος κομφορμισμός’ μετά την ‘ανελέητη εξέγερση’ (Καμύ), ή ο συστηματικός μηδενισμός των Ασμάτων προχωρά σ’ ένα καινούργιο δρόμο ντυμένος το μανδύα του κυνισμού. Μ’ άλλα λόγια, λένε πως ο Λοτρεαμόν είτε απαρνείται (κι έτσι, μ’ ένα πιο βολικό παράδειγμα, βλέπουν να επαναλαμβάνεται το παράδοξο του Ρεμπό), είτε κρύβει. Και στις δύο περιπτώσεις, όποιος φαντάζεται μια τέτοια συμπεριφορά −και μάλιστα σ’ ένα τόσο ιδεατό σημείο−, φανερώνει απλώς μια σκέψη που ασχολείται μόνο με τις δικές της παραστάσεις και συνεπώς ελάχιστα την απασχολεί η συγκεκριμένη πραγματικότητα. Ωστόσο το πρόβλημα των Ποιημάτων δεν δικαιολογεί την απουσία μιας αντικειμενικής λύσης, όσο πολύπλοκο κι αν είναι αυτό. […]


Ο Μαλντορόρ καταλήγει στα Ποιήματα. Ας το διευκρινίσουμε: ο Πρόλογος σ’ ένα Μελλοντικό Βιβλίο δεν παρουσιάζεται ούτε ως μορφική άρνηση των Ασμάτων, ούτε ως προέκτασή τους, αλλά μάλλον ως ένα ξεπέρασμα που, αν και αρνιέται τον Μαλντορόρ, τον συντηρεί προσφέροντας μια σύνθεση των αντιθέσεων που είχαν φτάσει σε κρίσιμο σημείο στο Στ΄ Άσμα. Έτσι, μ’ ένα ποιοτικό άλμα αποκαλύπτεται η κατάληξη ενός μετασχηματισμού, που μέχρι την εξαφάνιση του Μαλντορόρ παρέμενε καθαρά ποσοτικός 


Το πρώτο πράγμα που νιώθει κανείς διαβάζοντας διαδοχικά το Μαλντορόρ και τα Ποιήματα είναι η ανομοιότητά τους, που ξαφνιάζει τις αισθήσεις μάλλον και όχι −a priori− την κρίση. Ωστόσο, λες από κάποια περίεργη παρεξήγηση, την αξία του έργου που δημοσιεύτηκε μετά το θάνατο του Ιζιντόρ Ντυκάς την κρίνουν συνήθως με βάση το δυσάρεστο συναίσθημα, που προκαλεί το ξαφνικό πέρασμα από τη θύελλα στη νηνεμία∙ και, αγνοώντας το περιεχόμενο και το νόημα της εξέγερσης, επιμένουν στον στρόβιλο, στη φρενίτιδα των Ασμάτων, για να κρίνουν προκατειλημμένα τα Ποιήματα και την ψυχρή τους συνέπεια με πρότυπο την παθιασμένη ένταση του Μαλντορόρ. Τουλάχιστον όμως, ας προκαλούσε την έκπληξη αυτή η μαεστρία με την οποία ο ορθολογικό έλεγχος περνάει στο προσκήνιο του έργου του Λοτρεαμόν-Ντυκάς, αυτή η βιασύνη να στραγγαλιστεί ο ερωτισμός, ή η θέληση του Στ΄ ΄Ασματος να μετατρέψει τις κηλίδες αίματος σε κηλίδες μελανιού, τις οποίες τα Ποιήματα θα είναι αρκετά για να σβήσουν! […]  

Γιατί αλήθεια ο Λοτρεαμόν αρνιέται το πειθήνιο όργανό του, τον Μαλντορόρ; [...]


Ο Λοτρεαμόν έπλασε με τον Μαλντορόρ μια οξυμένη, παροξυστική μορφή του Κακού ως αναπόσπαστου στοιχείου του κόσμου∙ μια μορφή ανείπωτης βίας, την οποία θέλησε να στρέψει ενάντια στην παγκόσμια ψεύτικη καλή συνείδηση, ενάντια σε μια ηθική σκλήρυνση που, όπως πίστευε, ήταν υπεύθυνη για την διατήρηση του υπέρτατου Καλού σε μια αιωνίως υπερβατική κατάσταση. Πράγματι, παρόλο που ο Μαλντορόρ αντιπροσωπεύει ένα στάδιο προς ένα καλύτερο κόσμο, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι θα μένει για πάντα αποκλεισμένος από αυτό τον καινούργιο κόσμο. […]
 
Από εδώ μέχρι τα Ποιήματα, μέχρι την αποδοχή του καλού και την αναγνώριση του ζωογόνου ρόλου του ως θεμέλιας αρχής για τη μελλοντική άρνηση του κακού, δεν υπάρχει παρά ένα μόνο βήμα. […] 


Ο Ντυκάς δεν διαλέγει λοιπόν ανάμεσα στην εξέγερση και την απάρνησή της. Περνάει από μια σύγκρουση θέσης-αντίθεσης σε μια σύνθεση, η οποία πλάθει την εξέγερση των Ποιημάτων. Αν τα Ποιήματα τον φέρνουν σε μια παραπάνω συμφωνία με τον κόσμο στον οποίο ζει, δεν πρέπει με κανένα τρόπο να συμπεράνουμε πως τον εκθειάζει, ούτε ότι αποδέχεται −με ποιο μυστήριο της ψυχολογίας;− την κατάσταση εναντίον της οποίας είχε εξαπολύσει τον Μαλντορόρ. […] Η βία έχασε τη γοητεία της, αλλά αυτό το γεγονός δεν μειώνει τη θέλησή του να αντιτάξει στις δυνάμεις του κακού την επιθυμία του για μια καλύτερη ζωή για τον ίδιο και την ανθρωπότητα. […]»
 

Ραούλ Βανεγκέμ, Ο Ιζιντόρ Ντυκάς και ο κόμης του Λοτρεαμόν στα ΠΟΙΗΜΑΤΑ (1956),
από το βιβλίο Φρανσουά Καραντέκ - Ραούλ Βανεγκέμ, Δυο μελέτες για τον Λοτρεαμόν
(εκδ. ΥΨΙΛΟΝ,1985)




Σημ. HS. Δεν πήγα χτες να τον ακούσω. Φόρος τιμής λοιπόν, αυτή εδώ η υπενθύμιση ενός από τα πρώτα-πρώτα άρθρα του Βανεγκέμ, χαρακτηριστικό της κοφτερής ματιάς του. Εν προκειμένω, στην ανατομία που κάνει σε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα «παράδοξα» της λογοτεχνίας, την «αλλαγή πλεύσης» του Λοτρεαμόν/Ντυκάς από τα Άσματα του Μαλντορόρ στα Ποιήματα. Ο Πρόλογος σ’ ένα Μελλοντικό Βιβλίο είναι ο υπότιτλος που, μάλλον από λάθος ανάγνωση, είχαν προσθέσει πολλοί εκδότες στα Ποιήματά του.

19 Οκτωβρίου 2013

Για είκοσι ολόκληρα χρόνια επεξεργαζόσουνα τον τρόπο να είσαι μοναδική | Μανιφέστα 26


«... Θα γινόταν κάτι πολύ μεγάλο, το είχε υποσχεθεί στον εαυτό της εκείνο το απόγευμα του 1965, ήταν σίγουρη ότι θα τα κατάφερνε γιατί αυτό που θα γινόταν, χωρίς να ξέρει ακριβώς πότε, υπήρχε ήδη μέσα της. Καμμιά φορά της μιλούσε. Την ειδοποιούσε να είναι προσεκτική, να μην παρασύρεται, να κάνει υπομονή όταν έβλεπε τη μαμά νευρική, να μην εκδηλώνεται πριν είναι σίγουρη για κάτι, να παρατηρεί γύρω της, να κρατάει κάπως τον εαυτό της σε απόσταση. 

Όλοι γύρω της ζούσαν δραματικά, έβαζαν τις φωνές. Έκλαιγαν, φώναζαν, τα έπαιρναν όλα στα σοβαρά, ακόμα κι όταν γέλαγαν ήταν πολύ σοβαροί, κάτι τους βάραινε, κάτι που δεν το ομολογούσαν. Δεν ήταν κάτι ψυχολογικό, τους βάραινε κάτι κοινό, προσπαθούσαν να ξεχάσουν κάτι, προσπαθούσαν να ζήσουν στο παρόν και δεν τα κατάφερναν. Θυμόντουσαν κάτι απροσδιόριστο, άλλοι το τοποθετούσαν τριάντα κι άλλοι πενήντα ή τετρακόσια χρόνια πριν, αλλά ήταν τελικά κάτι το απροσδιόριστο, κοντινό και μακρινό, οικείο και άγνωστο, σκοτεινό και ξεκάθαρο. Καμμιά φορά τους μιλούσε, τους έλεγε να κάνουν υπομονή, ν’ αφήσουν τα πράγματα να κυλήσουν και βλέπουμε, ν’ αφήσουν τον κόσμο να ταλαιπωρηθεί λίγο ακόμα, τον πλανήτη να καταστραφεί και να οικοδομηθεί άλλη μια φορά κι ύστερα βλέπουμε. Ήταν κάτι το κοινό που μύριζε καταστροφή, μια ελάχιστη ανάσα και πάλι καταστροφή, η καταστροφή ήταν η πιο φυσική κατάσταση και το πιο δύσκολο ήταν να περιμένεις με αξιοπρέπεια την καταστροφή, να επιβιώνεις μέσα στα ερείπια όπως είχε συμβεί είκοσι, τριάντα, τετρακόσια, χίλια χρόνια πριν. Τους βάραινε μια πετυχημένη προσπάθεια κι αν ήθελες να κάνεις κάτι πολύ μεγάλο, έπρεπε να κρατηθείς σε απόσταση, να μη δώσεις μεγάλη σημασία, να μην κλαίς, να μη φωνάζεις, να μη ζεις δραματικά κάθε στιγμή, να παρατηρείς και να προσέχεις.

Ήταν σίγουρη ότι θα τα κατάφερνε τον Ιούλιο του 1965, θα έμενε απ’ έξω, θα ξεπερνούσε εύκολα αυτό το κοινό βάρος, θα έκοβε οριστικά τους δεσμούς της με το απροσδιόριστο φορτίο, θα ανοιγόταν ελεύθερη στο σύμπαν, θα κυκλοφορούσε με ταχύτητα ηλεκτρικού τραγουδιού με αγγλικούς στίχους, θα ήταν πολύ προσεκτική και σε λίγο κανείς δεν θα μπορούσε να την φτάσει, δεν θα αισθανόταν καθόλου το βάρος της, θα πήγαινε παντού, ελαφριά σαν πούπουλο, μακρινή, απρόσιτη, αδιάφορα για τα πάντα, ευγενική, κυνική, συμπαθητική, ευχάριστη. Ήξερε τον τρόπο, ήταν βέβαιη ότι θα γίνει κάτι πολύ μεγάλο γιατί ήξερε τη μέθοδο, έπρεπε να συγκρατείται όταν εκνευριζόταν η μαμά, να μην της απαντάει, να δημιουργεί γύρω της έναν αόρατο προστατευτικό κλοιό, να κλείνεται σ’ ένα παρατηρητήριο, να παρακολουθεί με συγκατάβαση τις ελαφρά ασυνάρτητες ιστορίες της γιαγιάς, να μην τις παίρνει ποτέ στα σοβαρά, να τις αντιπαρέρχεται με χαρακτηριστική ευκολία, να μην τις πιστεύει, να βλέπει τη γιαγιά σαν πλάσμα ενός άλλου κόσμου, οριστικά χαμένου. Έπρεπε να υποδύεται ότι είναι εκεί και ζει μαζί τους και την κατάλληλη στιγμή να την κοπανήσει, να ζήσει ελεύθερα, να σπάσει τα δεσμά, να κάνει κάτι δικό της, να της το αναγνωρίσουν. Ήξερε τον τρόπο, τον έλεγαν άλλωστε τα τραγούδια, τον έγραφαν οι εφημερίδες, τον ψιθύριζε το ραδιόφωνο, τον αποθέωναν οι ταινίες, όλα γύρω της τής ψιθύριζαν ότι έπρεπε να ξεκόψει, να ξεχάσει, να συγκρατηθεί, να περιμένει την κατάλληλη στιγμή κι όταν έρθει η ευκαιρία να την αρπάξει χωρίς να κοιτάξει πίσω,να προχωρήσει χωρίς να φοβηθεί, να μη σκεφτεί τίποτα, να ζήσει από εδώ και πέρα αδιαφορώντας τελείως για το τι έγινε πριν τριάντα ή χιλιάδες χρόνια, να ξεχάσει επιτέλους αυτό που οι άλλοι δεν μπόρεσαν, αυτό το απροσδιόριστο φορτίο που τους βασάνιζε και τους έκανε να ζουν δραματικά την κάθε στιγμή. (...)

Για είκοσι ολόκληρα χρόνια που έγιναν καπνός ήξερε τον τρόπο, όλη η παρέα της τον ήξερε, τον επεξεργαζόταν ασταμάτητα, τον τελειοποιούσε, είχε γίνει κοινό μυστικό αυτός ο τρόπος του να πετάς το κοινό φορτίο στα τάρταρα της λησμονιάς και να τρέχεις ελεύθερη, να κόβεις με χαρακτηριστική λύσσα το νήμα, επιτέλους να ξεκόβεις.  Ήταν κοινό μυστικό ότι δεν χρειαζόταν καμμιά πίστη, μόνο μερικές αυταπάτες ήταν επιτρεπτές ώστε να βρίσκεις συμμάχους, καμμιά πίστη, μόνο μια δόση ύφους ανακατεμένη με λίγο λεξιλόγιο ήταν αρκετή, ήταν κοινό μυστικό ότι σαράντα λέξεις ήταν αρκετές, αρκεί να έβρισκες σαράντα λέξεις δικές σου. (...)

Για είκοσι ολόκληρα χρόνια επεξεργαζόσουνα τον τρόπο να είσαι μοναδική, επιτέλους ξέκοβες, έβρισκες μία-μία τις σαράντα λέξεις σου, γινόσουνα κάτι πολύ μεγάλο που ούτε το αναγνώρισαν ούτε δεν το αναγνώρισαν, γινόσουνα κάτι πολύ αδιάφορο και τώρα θυμάσαι μία-μία τις ασυνάρτητες ιστορίες ασήμαντων γυναικών τριάντα ή χιλιάδες χρόνια πριν, προσπαθώντας να εντοπίσεις σ’ ένα αόρατο νησί το χαμένο νήμα που τις συνέδεε.»

Χρήστος Βακαλόπουλος, Η γραμμή του ορίζοντος, 
εκδ. ΕΣΤΙΑ (1991)


15 Οκτωβρίου 2013

Καθηλώσεις σε πρώιμα στάδια της ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης


Και φυσικά οι αγοραίοι λεχρίτες του "ξανά Μύκονος" "ξανά κόκα-μοντέλα-καναπές" και ξανά "90's αλαζονεία", δεν μας εκπλήσσουν με την ξεπεσμένη προπαγάνδα τους. Τους περιφρονούμε. Το ίδιο ισχύει και για τους δυσκοίλιους συμφεροντολόγους του "εκσυγχρονισμού", που καμουφλάρουν το βόλεμα και την υδροκέφαλη κρατικοδίαιτη ιδιώτευσή τους, πίσω από το "αίτημα για σειρά και τάξη", που θα φέρει "πλούτο κι ανάπτυξη". Ζούμε σε παράλληλους κόσμους.

Αλλά ... αυτό το ανόητο σύνθημα είναι εντελώς θλιβερό.
Ξανά Πολυτεχνείο!
Να θυμηθούμε τα νιάτα μας!
Ξανά λύκειο, γυμνάσιο, δημοτικό, και πάει λέγοντας ως ότου να φτάσουμε στην ναρκισσιστική ευδαιμονία της μήτρας που αυτήν φαίνεται πως αποζητούν οι "Μπέντζαμιν Μπάτον" μιας ολωσδιόλου θολής και στρεβλωτικής κριτικής στο υπάρχον. Καθήλωση πάνω στην καθήλωση, ναρκισσισμός, φιγούρα, εγωτισμός, πολιτική θολούρα, σεχταρισμός ανακατεμένος με αντιδραστική νοσταλγία και πίσω από όλα η δίψα για χειραγώγηση και εξουσία ...

Μα είναι αβάσταχτο το κενό! 

Νοσταλγικοί "δημοκράτες" και λοιποί φιγουρατζήδες ακόλουθοι:
Η επιδίωξη της δημοκρατίας δεν ξεκινά σαν επανάληψη στο καλοκαιρινό πρόγραμμα της τι-βι που έχετε στο κεφάλι σας.
Είναι ανεπανάληπτη η κάθε προσπάθεια.
Δεν έχει "ξανά", έχει σπιρτάδα και τόλμη.



13 Οκτωβρίου 2013

Η πλάνη της Τεχνικής - συνέντευξη του Ζακ Ελλύλ | Μανιφέστα 25




Η ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΗ συνέντευξη-ομιλία του Ζακ Ελλύλ, στην οποία είχαμε αναφερθεί πριν δυόμισυ χρόνια και τη χρωστάμε στην ολλανδική ομάδα ReRun Producties, τώρα με ελληνικούς υπότιτλους. Τους ενεργοποιείτε κάνοντας κλικ στο σχετικό εικονίδιο στο κάτω δεξιά μέρος της οθόνης.

Μετάφραση υποτίτλων: Ιβάν Γιαννακοπούλου. 
Επιμέλεια: Γιάννης Δ. Ιωαννίδης. 
Προσαρμογή: Ηλίας Διάμεσης.





12 Οκτωβρίου 2013

Για τα κουλουβάχατα της Ιστορίας


Από ένα γράμμα του Έγκελς στον Μπλόχ
στις 21 Σεπτεμβρίου του 1890


"Η Ιστορία πλάθει τον εαυτό της με τέτοιο τρόπο ώστε το τελικό αποτέλεσμα ξεπηδάει πάντα μέσα από συγκρούσεις πολλών ατομικών θελήσεων, που κάθε μία τους πάλι έγινε αυτό που είναι χάρη σε πάμπολλες ειδικές συνθήκες ζωής.  Έτσι είναι αμέτρητες οι διασταυρωμένες ενέργειες και άπειρη η σειρά των παραλληλόγραμμων δυνάμεων μέσα από τις οποίες ξεπηδάει μια συνισταμένη. Το ιστορικό γεγονός. Αλλά κι αυτό το ίδιο μπορεί πάλι να θεωρηθεί προϊόν μιας δύναμης που κοιταγμένη στο σύνολό της εργάζεται ασύνειδα και δίχως βούληση. Γιατί εκείνο που θέλει το κάθε άτομο εμποδίζεται από καθένα από όλα τα άλλα, και ο,τι προκύπτει είναι κάτι που δεν το θέλησε κανείς."


Υγ Izi. Θα σας έχει τύχει φαντάζομαι!



07 Οκτωβρίου 2013

Από την Αρετή στον Τρόμο

Δυο αποσπάσματα προς στοχασμό στις μέρες αυτές που ξεσπαθώνουν οι ενάρετοι...

1.

«Τότε επικράτησαν οι αφηρημένες αρχές −η αφηρημένη ελευθερία∙ και μαζί της, ακριβώς επειδή δεν ήταν πραγματική ελευθερία, βασίλεψε η αφηρημένη αρετή. Αυτού του είδους η αρετή βάλθηκε να κυριαρχήσει εναντίον όλων εκείνων που η διαφθορά τους, τα παλιά συμφέροντά τους ή ακόμα και η κατάχρηση που έκαναν στην ελευθερία τους, τούς είχαν απομακρύνει από την αρετή. Όμως σε αυτές τις συνθήκες η αρετή δεν είναι παρά μια σκέτη ιδέα, η οποία διακρίνει εκείνους που είναι απλώς διατεθειμένοι να γίνουν ενάρετοι από εκείνους που δεν είναι.

Έτσι βασίλεψε τελικά η γενικευμένη καχυποψία, (...) η οποία ήταν επόμενο να πάρει τεράστιες διαστάσεις και να οπλιστεί με τρομερή δύναμη. Ο Ροβεσπιέρος ήταν εκείνος που έθεσε την αρετή ως υπέρτατη αρχή και μπορούμε να πούμε ότι την είχε πάρει εντελώς στα σοβαρά. Το αποτέλεσμα ήταν, μαζί με την αφηρημένη αρετή, να επικρατήσει και ο τρόμος. Διότι πράγματι, η υποκειμενική αρετή, η αρετή που επικρατεί με το συναίσθημα, φέρνει πάντοτε μαζί της την φρικτότερη τυραννία.»

Γκ. Β. Φ. Χέγκελ, Μαθήματα πάνω στην ιστορία της φιλοσοφίας (1837).

2.

«Δεν είναι το χάος το χαρακτηριστικό στοιχείο του μηδενισμού -ή του κράτους που γίνεται λεία του μηδενισμού. Φυσικά μπορεί ένα μηδενιστικό κόμμα να εκμεταλλευτεί ή και να προξενήσει το χάος και την αταξία, για να διευκολυνθεί από τις χαοτικές καταστάσεις και να καταλάβει την εξουσία. Όμως ποτέ άλλοτε δεν λειτούργησε με τόση ακρίβεια η εκτελεστική εξουσία και η οφειλόμενη σε αυτήν τάξη, όπως στα ολοκληρωτικά καθεστώτα, που είναι το πιο φανερό σημάδι της μηδενιστικής εποχής μας. Ακόμα και ο θάνατος κατάντησε ένα απλό μέτρο της εξουσίας. 

Χάρη στην τέλεια λειτουργία του κρατικού μηχανισμού εξολοθρεύονται εκατομμύρια ανθρώπων στα ολοκληρωτικά καθεστώτα. Η τάξη και όχι το χάος είναι το χαρακτηριστικό του μηδενιστικού καθεστώτος. Η αριθμομηχανή παίζει πρωτεύοντα ρόλο στα ολοκληρωτικά, μηδενιστικά καθεστώτα -κι ο άνθρωπος γίνεται ένα απλό αντικείκενο των λογαριασμών τους.»

Φριτς Λάιστ, Γειτονία με δαίμονες, 
εκδ. ΜΑΡΗ (1962)