Σελίδες

04 Αυγούστου 2014

Η επιβίωση ως πάθος και καταστροφή


Καθώς η απανθρωπιά και η αθλιότητα της πολεμικής μηχανής συνεχίζονται, συνεχίζονται και οι δικές μας έρευνές για τις καταγωγές της μετατόπισης μας προς το όνειδος. Θα αναφερθούμε έτσι για λίγο στο περίφημο έργο του Ελίας Κανέτι με τίτλο Μάζα και Εξουσία.

Σε αυτό με οξυδέρκεια επισημαίνεται ότι η στιγμή της επιβίωσης είναι η στιγμή της εξουσίας. Ο τρόμος μπροστά στο θάνατο μετατρέπεται σε ικανοποίηση. Σε σχέση με αυτόν το στοιχειακό θρίαμβο, κάθε πόνος είναι ασήμαντος για τον επιζώντα. 

Στην επιβίωση καθένας είναι εχθρός των άλλων. 

Η ικανοποίηση της επιβίωσης, που είναι ένα είδος ηδονής, μπορεί να μεταβληθεί σε ένα επικίνδυνο και ακόρεστο πάθος, μας λέει ο Κανέτι. Αυξάνεται μαζί με τις ευκαιρίες. Όσο μεγαλύτερος είναι ο σωρός των νεκρών ανάμεσα στους οποίους στέκεται ο ζωντανός επιζών, όσο συχνότερα αντιμετωπίζει τέτοιους σωρούς, τόσο περισσότερο έντονη και ακαταμάχητη γίνεται η ανάγκη του για αυτούς, σημειώνει. Η σταδιοδρομία των ηρώων και των μισθοφόρων φανερώνει ότι δημιουργείται ένα είδος μανίας, που δεν παίρνει θεραπεία.

Το μεγάλο θέλγητρο του εξουσιαστή είναι το θέλγητρο του κινδύνου και μαζί το αίσθημα του άτρωτου, το οποίο αποκτιέται με δύο τρόπους εντελώς αντίθετους και με πολύ διαφορετικά αποτελέσματα. Ο πρώτος περιλαμβάνει τους τρόπους με τους οποίους ο επιζών εξουσιαστής κρατά τους κινδύνους μακρυά, ο δεύτερος από τον οποίο προέρχονται και οι σχετικές καυχησιές και η περηφάνια, είναι η αναζήτηση, η αντιμετώπιση και εξάλειψη του κινδύνου, αυτό το search and destroy του γνωστού άσματος, και των ανά τον κόσμο υπερήφανων στρατών.

Ο εξουσιαστής, εξασφαλίζοντας το άτρωτο, περνά στην κατάσταση του επιζώντος. Πλημμυρισμένος από το τρομακτικό γεγονός της επιβίωσής του, ρίχνεται στην επόμενη μάχη. Δεν έπαθε τίποτα, δεν μπορεί να πάθει τίποτα. Από νίκη σε νίκη, από τον ένα νεκρό στον άλλο, αισθάνεται όλο και πιο σίγουρος, το άτρωτό του αυξάνεται, μια όλο και πιο καλή πανοπλία.Το αίσθημα αυτό δεν μπορεί να αποκτηθεί παρά μόνον αναζητώντας, αντιμετωπίζοντας και εξουδετερώνοντας τον εχθρό.

Όποιος αποκλείει τον κίνδυνο απλά αναβάλει την αποφασιστική στιγμή. Η ικανοποίηση της επιβίωσης είναι ένα είδος ηδονής, μόνο που μαζί με τα ξερά -μας λέει ο Κανέτι- καίγονται και τα χλωρά, πράγμα που σημαίνει πως αυτό που χρειάζεται ένας κόσμος που διοικείται από τα τζάνκια της επιβίωσης, είναι τα κορμιά για τους σωρούς των νεκρών. Αυτοί είναι και η οδός προς την επίτευξη της ηδονής. Και τι μεγαλύτερη επιτυχία για τον εξουσιαστή από το να πείσει “τα κορμιά” να προσέλθουν οικειοθελώς;  Να νοιώσουν κι αυτά, ένα προς ένα λίγη από την ηδονή του εξουσιαστή.

Η ηδονή είναι, και όχι μόνον κατά τον Επίκουρο, ένα από τα βασικά θεμέλια της ευτυχίας. Εδώ, την ευτυχία την στηρίζουν οι σωροί των νεκρών, οι σωροί των δυστυχισμένων, των αλλοτριωμένων, των ξεριζωμένων, των από κάθε πλευρά της ζωής, εξαθλιωμένων. Οι σωροί αυτοί είναι ο ηθικός σκοπός της κοινωνίας μας.

Αυτό είναι απαράδεκτο.

Όλοι, φτωχοί και πλούσιοι, ψυλλιασμένοι και αδαείς, είναι πανέτοιμοι να ρισκάρουν το κορμί τους στον αχανή λαβύρινθο του ανταγωνισμού, προς το σωρό.  Βρισκόμαστε μπροστά σε μια προφανέστατη ανωμαλία! Η κοινωνία μας έχει μπει στο εθιστικότερο από όλα τα πάθη, το “πάθος της επιβίωσης”. 

Όλοι θέλουν να μας πείσουν: Είμαστε ένα είδος που υπερασπίζεται συμφέροντα. Ο θάνατος (και το μίσος και η αυτοθυσία κτλ.) είναι η νέα λατρεία. Μέσα σε αυτό τον κόσμο “ανοίξαμε τα μάτια μας” και αυτή η εντελώς αβάσταχτη κατάσταση μας φαίνεται ό,τι πιο φυσικό.. Η φύση μας, μας λένε, είναι μια φύση επιβιωτική. 

Προσαρμοστικότητα, παραγωγή, αναπαραγωγή, ανάπτυξη. Λες κι είμαστε κανένας μονοκύτταρος οργανισμός.

Είναι παγίδα!

Πρέπει να αναδείξουμε το αντίθετο! Είναι επείγον να εναντιωθούμε στη θανατολάγνα μηχανιστική “φιλοσοφία” της επιβίωσης, του αποτελεσματικού, του άτρωτου, του κερδοφόρου. Αρνούμαστε και περιφρονούμε τις ανταγωνιστικές λογικές, τον στυγνό ορθολογισμό, τις στατιστικές εντάσεις και κάθε τι που δεν υπάρχει αν δεν μετριέται. Παραμένουμε δρώντες και θετικοί στο παιχνίδι και τη χαρά της ζωής. 

Μέσα στην ανθρώπινη κατάσταση, όσο κι αν ξεπέφτει, όσο κι αν ο ορίζοντάς της ολοένα και περιορίζεται, επιδιώκουμε την διάρκεια (και όχι την επιβίωση), διαδίδουμε τις αφηγήσεις των ανθρώπων ως τώρα, και φτιάχνουμε καινούριες. Φωτίζουμε την απόλαυση, πράττουμε, καθιστούμε φανερή τη λανθάνουσα ύπαρξή μας, τη διακρίνουμε, οξύνουμε τον θαυμασμό μας και τη φαντασία μας.


3 σχόλια:

  1. "Φωτίζουμε την απόλαυση, πράττουμε, καθιστούμε φανερή τη λανθάνουσα ύπαρξή μας, τη διακρίνουμε, οξύνουμε τον θαυμασμό μας και τη φαντασία μας"
    Καλά όλα αυτά, και ωραία τα λόγια σας και η κατήχηση σας, μόνο που όταν αρχίζουν οι καγκουριές, με το παραμικρό, αυτά τα όμορφα λόγια και οι προτροπές περνούν στην σφαίρα του γραφικού!
    Και σε αυτήν ανήκουν στις ημέρες μας, στην εποχή μας τέτοια κείμενα.
    Λυπάμαι που το θέτω έτσι ωμά.
    Από την απαθρωπιά δυστυχώς ξεκινάμε. Σκληρότητα, βία, ανταγωνισμός συν κάποιους τόνους ηλιθιότητας.
    Αυτό οφείλουμε να διαχειριστούμε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. @ Κομήτη, συμφωνούμε στο ότι "οφείλουμε να διαχειριστούμε την απανθρωπιά, τη σκληρότητα, τη βία, κ.λπ", όμως πιστεύω πως είναι αδύνατον να γίνει αυτό χωρίς (επίσης) να φωτίζουμε την ανθρωπιά. Δεν είναι, άλλωστε, δυνατόν να γνωρίζεις τι εστί απανθρωπιά, δηλαδή να ορίσεις κάτι σαν απανθρωπιά, εάν δεν πατάς σε μια αίσθηση-αντίληψη της ανθρωπιάς. Είναι άλλο να δεχτείς π.χ. ένα σκληρό χτύπημα και να γρυλίσεις απ' τον πόνο, και άλλο να ονομάασεις αυτή την εμπειρία, δηλαδή να τη μεταπλάσεις σε έννοιες, πόσο μάλλον όπως αυτή της απανθρωπιάς.

    Σε τελική ανάλυση, η απλή καταγγελία της απανθρωπιάς χωρίς παράλληλο φωτισμό της ανθρωπιάς είναι σαν να πραγματεύεται κανείς συνεχώς την αρρώστια χωρίς να τον απασχολεί η θεραπεία της. Αυτό βέβαια μπορούν να το κάνουν όσοι βλέπουν την αρρώστια απ' έξω κι από απόσταση, όχι όμως κι εκείνοι που υποφέρουν από αυτήν.

    Γραφικό, λοιπόν, δεν είναι να προσπαθεί κανείς να φωτίσει την ανθρωπιά. Γραφικό είναι να ζωγραφίζει την ανθρωπιά χωρίς να την φωτίζει ΜΕΣΑ στο σκοτάδι της απανθρωπιάς, κάνοντας δηλαδή λες κι η απανθρωπιά είναι ανύπαρκτη. Αυτό είναι γραφικό.

    Όπως, από την άλλη μεριά του ίδιου φάσματος, σκοτολαγνικό είναι να ζωγραφίζει κανείς την απανθρωπιά και μόνο την απανθρωπιά ΧΩΡΙΣ να φωτίζει την ανθρωπιά, δηλαδή την υπέρβασή της απανθρωπιάς.

    Ούτε γραφικότητα, ούτε σκοτολαγνεία, λοιπόν.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Το διάβασα σχετικά πρόσφατα το βιβλίο.Έχει κάποια κεφάλαια συγκλονιστικά, απλώς-κατά τη γνώμη μου- σε ορισμένα πλατιάζει λίγο παραπάνω

    ΑπάντησηΔιαγραφή