Σελίδες

16 Ιουλίου 2018

Ο Τζον Σερλ για τον Μισέλ Φουκώ



 


«Μην είστε διφορούμενοι, μην είστε πολύ φλύαροι, να είστε σύντομοι, να είστε  μεθοδικοί και ν’ αποφεύγετε τις ασάφειες: αυτά είναι τα τέσσερα Αποφθέγματα για τον Τρόπο [φιλοσοφείν] και νομίζω ότι πολύ συχνά παραβιάζονται. Υπάρχουν μάλιστα ορισμένες σχολές φιλοσοφίας, όχι από αυτές που συμπαθώ, που τα παραβιάζουν συστηματικά.

Δεν ξέρω αν σας έχω πει αυτή την ιστορία, αλλά είχα κάποτε μια κουβέντα με το διάσημο Γάλλο φιλόσοφο [τον Φουκώ], που είναι φίλος μου, και του είπα: ‘‘γιατί διάολε γράφεις τόσο χάλια, pourquoi tu écris si mal’’, και μου λέει: ‘‘κοίτα, αν έγραφα με τόση σαφήνεια όση εσείς εδώ, ο κόσμος στο Παρίσι δεν θα μ’ έπαιρνε στα σοβαρά· ξέρεις, θεωρούν ότι το να γράφεις με σαφήνεια είναι κάτι παιδιάστικο, αφελές’’. 

Αυτό μου είπε ο Φουκώ και ξέρετε ήταν πανέξυπνος άνθρωπος κι έγραψε ένα σωρό πολύ καλά πράγματα, αλλά γενικά έγραφε χάλια. Όταν τον άκουγες να δίνει μια ομιλία στο Μπέρκλεϊ, ήταν ξεκάθαρος, μιλούσε με σαφήνεια όπως εγώ. Οπότε τον ρώτησα: ‘‘γιατί δεν γράφεις με τέτοια σαφήνεια;’’, και μου είπε: ‘‘ε, να, στη Γαλλία θεωρούν κάπως παιδιάστικο και αφελές να γράφεις με σαφήνεια’’ και του λέω, ‘‘έλα τώρα, tu te moques un peu de moi, πλάκα μου κάνεις, πες μου στ’ αλήθεια γιατί γράφεις τόσο χάλια, διότι στις συζητήσεις είσαι σαφέστατος όπως κι εγώ’’, οπότε μου απαντάει: ‘‘En France tu dois être au moins dix pour cent incomprehensible, στη Γαλλία πρέπει να ‘σαι τουλάχιστον 10%  δυσνόητος, ειδάλλως δεν θα θεωρήσουν ότι λες κάτι βαθύ, δεν θα σε θεωρήσουν βαθύ στοχαστή’’. 

Έδωσα μια σειρά διαλέξεων στη Γαλλία, στο Collège de France, μαζί μ’ έναν άλλο εξίσου διάσημο με τον Φουκώ φιλόσοφο, τον Πιέρ Μπουρντιέ, και του είπα την ιστορία αυτή: ‘’Πιέρ, τι λες εσύ γι’ αυτό;’’, και μου απάντησε: ‘’Είναι πολύ χειρότερα τα πράγματα, το ποσοστό είναι πάνω από 10%, είναι μάλλον 20%’’ και πρέπει να πω ότι, αν διαβάζεις τον Μπουρντιέ μιλάμε για τουλάχιστον 20% δυσνόητος. 

Τον Μπουρντιέ τον θαυμάζω, είναι τρομερός τύπος και στη συζήτηση σαφής και ξεκάθαρος, αλλά είχα κάποτε συστήσει ένα από τα βιβλία του στους φοιτητές ενός μαθήματός μου στο Μπέρκλεϊ, το Le Sens Pratique, κι οι φοιτητές τα έπαιξαν κι η αλήθεια είναι, ότι κι εγώ είδα κι έπαθα να καταλάβω τι θέλει να πει. Στα αγγλικά το έχουν μεταφράσει The Logic of Practice, είναι για το υπόβαθρο, γι’ αυτό που ονομάζω υπόβαθρο, ίσως το έχει πει και κάποιος άλλος.

Λοιπόν ο Φουκώ κι ο Μπουρντιέ έγραψαν κάτι σαν γαλλογερμανική φιλοσοφία, ήταν κάτι πολύ σκοτεινό, ασαφές. Ο Φουκώ, εντάξει, αργότερα έγινε πιο σαφής και μάλιστα είπε σ’ ένα φίλο μου, ότι προτιμούσε να ζει στην Αμερική γιατί εκεί θα μπορούσε να γράφει ακόμα πιο ξεκάθαρα, αλλά τα αγγλικά του δεν ήταν τόσο καλά, οπότε… Είπε λοιπόν στον, πώς τον λένε, α ναι, Υβ Μισώ, του είπε λοιπόν, ‘'Υβ, αν μιλούσα καλά αγγλικά, μάλλον θα μετακόμιζα μόνιμα στις ΗΠΑ’’.

Τελοσπάντων, υπάρχουν περιπτώσεις όπου τα Αποφθέγματα για την σαφήνεια, μην είστε σκοτεινοί, μην είστε διφορούμενοι, παραβιάζονται συστηματικά και νομίζω πως η γερμανική φιλοσοφία ευθύνεται γι’ αυτό. Κοιτάξτε, ήταν μια εποχή, τότε που μάθαινα γαλλικά, που το σλόγκαν ήταν: Ce qui n’ est pas clair, n’ est pas français, ό,τι δεν είναι ξεκάθαρο, δεν είναι γαλλικό… Όμως αυτό το εγκατέλειψαν στη γαλλική φιλοσοφία και πολλά από αυτήν είναι πάρα πολύ σκοτεινά. 

Εντάξει. Τώρα, η σχέση είναι [… συνεχίζει το μάθημα]»


12 Ιουλίου 2018

Η απαρχαίωση της πραγματικότητας (1960) | Είπατε θέαμα; - 4


20ός αιώνας
 
 
«(…) Ποιες είναι οι συνέπειες του γεγονότος, ότι η εικόνα έχει γίνει η κύρια κατηγορία της ζωής μας;

1. Στερούμαστε την εμπειρία και τη δυνατότητα να σχηματίσουμε γνώμη. 

Επειδή δεν μπορούμε να γνωρίσουμε άμεσα και χειροπιαστά τον πλατύ ορίζοντα του κόσμου, αλλά τον γνωρίζουμε μόνο μέσω εικόνων, γι’ αυτό και ο πραγματικά και άμεσα παρών ‘‘κόσμος μας’’, αυτός που είναι σημαντικός για εμάς αφού μόνο κάτι το ‘‘πραγματικό’’ μπορεί να μας αφορά και μόνο από κάτι το ‘‘πραγματικό’’ μπορεί να  εξαρτόμαστε, έρχεται σ’ εμάς με τη μορφή φαινομενικών οντοτήτων και φαντασμάτων, δηλαδή με μια γλυκανάλατη ή ακόμα και με μια εντελώς εξωπραγματική εκδοχή του: δεν έρχεται σε εμάς σαν κόσμος αλλά σαν αντικείμενο προς κατανάλωση. 

Οποιοσδήποτε έχει καταναλώσει κατ’ οίκον μια φρεσκοσερβιρισμένη πυρηνική έκρηξη σαν εικόνα (δηλαδή με τη μορφή κινηματογραφικής ταινίας, ή καρτ-ποστάλ), όποτε θ’ ακούει κάποιον να μιλάει για το ζήτημα των πυρηνικών θα το συνδέει συνειρμικά με αυτή την εικονική μινιατούρα και δεν θα είναι σε θέση ούτε να το κατανοήσει, ούτε και να πάρει θέση. 

Οι εικόνες που του έχουν σερβίρει, και ιδιαίτερα όσες του σέρβιραν σε ρέουσα κατάσταση πράγμα που διευκολύνει να τις καταπιεί κανείς αμάσητες—, καθιστά αδύνατη τη συζήτηση, διότι την κάνει ολότελα επιφανειακή. Τις περισσότερες φορές, ακόμα και η επιθυμητή θέση [κατά των πυρηνικών] σερβίρεται φιλικά στο κοινό μαζί με μια εικόνα· λίγα πράγματα είναι περισσότερο χαρακτηριστικά από τη σημερινή φιλελεύθερη ενθάρρυνση να πέφτουν χειροκροτήματα. 

Στο τέλος, παύει να υφίσταται εξωτερικός κόσμος αφού δεν είναι πια τίποτε περισσότερο από μια ευκαιρία να τον βιντεοσκοπήσουν και να τον βγάλουν στην τηλεόραση.

2. Στερούμαστε την ικανότητα να διακρίνουμε το πραγματικό από το φαινομενικό.
 
 Όταν το φαινομενικό παρουσιάζεται με ρεαλιστικό τρόπο, όπως συχνά συμβαίνει στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση, τότε, αντιστρόφως, το πραγματικό αποκτάει την υφή φαινομενικού, μιας απλής αναπαράστασης, διότι ακούει τον εαυτό του σαν μια αναμετάδοση και τον βλέπει σαν φαινομενικότητα. 

Όταν το προσκήνιο καταλαμβάνεται από το φαίνεσθαι του κόσμου, τότε ο κόσμος μετασχηματίζεται σε μια σκηνή και επομένως σε ένα απλό spectaculum [θέαμα], που δεν χρειάζεται να το παίρνει κανείς στα σοβαρά. 

Η συσσώρευση εικόνων στις ζωές μας είναι ένα ψευδαισθητικό τέχνασμα, διότι μας δίνει κι έχει σκοπό να μας δίνει την ψευδαίσθηση ότι βλέπουμε την πραγματικότητα. 

Η αίσθηση spectaculum [θεάματος], την οποία παράγει η πραγματικότητα άπαξ και τη βλέπει κανείς στην τηλεόραση, παράγει επίσης μια μόλυνση της ίδιας της πραγματικότητας: το γεγονός ότι ο Κέννεντι και ο Νίξον δέχτηκαν τις φροντίδες των μακιγιέρ πριν από την τελευταία τηλεοπτική τους εμφάνιση, αποδεικνύει ότι όχι μόνο το κοινό τους περίμενε σαν ένα σόου, αλλά και πως κι οι ίδιοι θεωρούσαν τον εαυτό τους ηθοποιό.

3. Φανταζόμαστε τον κόσμο σύμφωνα με τις εικόνες του κόσμου: ανεστραμμένη μίμηση.

Δεδομένου ότι κάθε εικόνα δρα, δυνητικά τουλάχιστον, σαν πρότυπο, διαμορφώνουμε τον κόσμο με βάση την εικόνα των εικόνων: σήμερα, ο κάθε Τζόνι φιλάει σαν τον Κλαρκ Γκέιμπλ. Έτσι, η πραγματικότητα γίνεται η εικόνα των εικόνων (όχι η εικόνα των ιδεών, όπως π.χ. ήταν στον Πλάτωνα).

4. Γινόμαστε ‘‘παθητικοί’’.

Καθώς μας εφοδιάζουν ασταμάτητα, καταντάμε καταναλωτές δίχως σταματημό. (…) Καθώς ακούμε και βλέπουμε αδιάκοπα, είναι σαν να τρέχουμε σ’ ένα αυτοκινητόδρομο. Αυτό βέβαια συνέβαινε πάντοτε στους θεατές ενός θεατρικού έργου, ή στους ακροατές μιας συναυλίας, όμως σήμερα αυτή η κατάσταση έχει γίνει κάτι σαν αναπόφευκτο πεπρωμένο καθώς τα θεάματα παίζουν αδιάκοπα και με αυτό τον τρόπο χειραγωγούν την έλλειψη αυτονομίας μας.

Για να το πω λίγο διαφορετικά: η σχέση μας με τον κόσμο έχει γίνει μονόπλευρη. Έχουμε εθιστεί σε ένα τρόπο ύπαρξης, στον οποίο στερούμαστε το μισό από την ύπαρξή μας ως πρόσωπα. Όποιος μόνο ακούει χωρίς να μιλάει, και κυρίως χωρίς να είναι ικανός να μιλήσει, δεν γίνεται μόνο ‘‘παθητικός’’ αλλά και δούλος και ανελεύθερος.

5. Δεν έχουμε ούτε την ελευθερία της επίγνωσης ότι είμαστε ανελεύθεροι.

Αυτή η απώλεια ελευθερίας γίνεται με τόσο φυσικό τρόπο, ώστε δεν έχουμε πια ούτε την ελευθερία της επίγνωσης ότι είμαστε ανελεύθεροι. Διότι η ‘‘δουλεία’’ μάς έρχεται πακεταρισμένη στο σπίτι και μας σερβίρεται σαν ψυχαγωγικό αγαθό. (…)

6. Έχουμε βουλιάξει στην ιδεολογία.

Οι σημερινές εικόνες είναι οι ιδεολογίες του παρόντος: οι εικονικές αναπαραστάσεις μάς μεταδίδουν μια εικόνα του κόσμου ή μάλλον: ο ωκεανός των επιμέρους ατομικών εικόνων μάς εμποδίζει να σχηματίσουμε μια εικόνα του κόσμου και να συνειδητοποιήσουμε την απουσία μιας εικόνας του κόσμου. (…) Μας πλημμυρίζουν με άφθονα δέντρα ώστε να χάνουμε το δάσος.

Η σημερινή άγνοια παράγεται με τον πολλαπλασιασμό αυτών που μοιάζουν με υλικά γνώσης. 

Όσο λιγότερο αποφασίζουμε για πράγματα που μας αφορούν αληθινά, τόσο περισσότερο ‘‘μπερδευόμαστε’’ με πράγματα που στην πραγματικότητα δεν μας αφορούν.  (…) »

Γκύντερ Άντερς, Η απαρχαίωση της πραγματικότητας (1960),
κεφ. 15 του Die Antiquiertheit des Menschen, τόμος ΙΙ