Σημ. H.S.— Στη
συνέχεια της μίνι-σειράς μας «Είπατε “θέαμα”;» παρουσιάζουμε, σε δική μου
μετάφραση, ορισμένα καίρια αποσπάσματα από το κεφάλαιο «Η Επικοινωνία», από το
βιβλίο του γνωστού κι αγαπημένου μας Ζακ Ελλύλ, Présence au Monde Moderne.
Problèmes de la civilisation post-chrétien [Παρουσία στον Σύγχρονο Κόσμο. Προβλήματα του Μεταχριστιανικού Πολιτισμού], δώρο-έκπληξη ενός καλού φίλου.
Να
σημειώσουμε ότι αυτό το βιβλίο κυκλοφόρησε πριν από 72 χρόνια, το πολύ μακρινό
πια 1948, δηλαδή 8 χρόνια πριν από το παρόμοιου προβληματισμού βιβλίο του
Γκύντερ Άντερς, Η Απαρχαίωση του Ανθρώπου (1956) και 19 χρόνια πριν από
το Η Κοινωνία του Θεάματος (1967), του Γκυ Ντεμπόρ. Οι επιμέρους τίτλοι
είναι δικοί μου. Θα ακολουθήσει σχετικά σύντομα ένα δεύτερο μέρος από το ίδιο
βιβλίο, όπου ο Ελλύλ εξετάζει τη θέση των διανοούμενων σε αυτές τις συνθήκες.
Ο άνθρωπος δεν συλλαμβάνει σήμερα παρά φαινομενικότητες
«(…) Στο πεδίο της πνευματικής
ζωής, το κεφαλαιώδες γεγονός του καιρού μας είναι ένα είδος άρνησης,
ασυνείδητης αλλά γενικευμένης, να συνειδητοποιήσουμε τι συμβαίνει. Αρνούμαστε
να δούμε τον εαυτό μας μέσα στην πραγματική κατάσταση, στην οποία τον θέτει ο
κόσμος. Αρνούμαστε να δούμε τι είναι αυτό που συγκροτεί πραγματικά τον κόσμο μας.
Αυτό ισχύει κατά κύριο λόγο για τους διανοούμενους, όμως ισχύει επίσης για όλους
τους σημερινούς ανθρώπους και για τον ίδιο τον πολιτισμό μας. Έχει κανείς την
εντύπωση ότι έχει τεθεί σε λειτουργία μια τεράστια μηχανή, για να παρεμποδίζει
τον σημερινό άνθρωπο να αποκτήσει συνείδηση και για να τον ωθεί σε μια ασυνείδητη
άρνηση, ή σε μια φυγή προς το εξωπραγματικό.
Το δραματικό χαρακτηριστικό της εποχής
μας σε αυτό τον τομέα είναι ότι ο άνθρωπος δεν συλλαμβάνει τίποτε άλλο παρά φαινομενικότητες
(apparences),
πιστεύει στις φαινομενικότητες, ζει μέσα στο φαινομενικό και πεθαίνει για το φαίνεσθαι. Έτσι, η πραγματικότητα εξαφανίζεται —τόσο η πραγματικότητα του ίδιου του ανθρώπου, όσο και
η πραγματικότητα των γεγονότων που τον περιβάλλουν.
Σημειώστε βέβαια ότι εδώ δεν ασχολούμαι με το
φιλοσοφικό πρόβλημα περί φαινομενικότητας και πραγματικότητας, δηλαδή δεν με ενδιαφέρει
να μάθουμε αν π.χ. η ύλη είναι πραγματική, αν όλα είναι μια ψευδαίσθηση, αν ο
άνθρωπος μπορεί να συλλάβει την πραγματικότητα, κ.λπ.
Ο άνθρωπος του 20ού αιώνα
αμφιταλαντεύεται ασταμάτητα ανάμεσα στο φαινόμενο και στον εξηγητικό μύθο,
δηλαδή ανάμεσα σε δυο ακραίες και αντιτιθέμενες φαινομενικότητες —και μπορούμε να
πούμε, πως είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο σε όλη του την ιστορία.
Κινείται αέναα μέσα στο φαινομενικό, δηλαδή στην εξωτερική παρουσίαση του
γεγονότος.Οι σύγχρονοί μας δεν βλέπουν πλέον
παρά τις αναπαραστάσεις, τις οποίες τους παρέχουν ο Τύπος, το ραδιόφωνο,
η δημοσιότητα, η προπαγάνδα. Έχει πάψει
να πιστεύει στις εμπειρίες και τα βιώματά του, στη δική του κρίση, στη σκέψη
του, και αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο στο τυπωμένο χαρτί και στα ηχητικά
κύματα. Θεωρεί ότι ένα γεγονός αληθεύει μόνον όταν το αναφέρουν στις εφημερίδες
και το αξιολογεί με βάση το πόσο μεγάλα κι έντονα είναι τα γράμματα στον τίτλο.
Αυτό που είδε ο ίδιος, δεν μετράει. Μετράει μόνον εφόσον παρουσιαστεί μια
επίσημη εξήγησή του και δει να το πιστεύει ένα πλήθος ανθρώπων.
Αυτή η διαπίστωση μοιάζει
απλουστευτική, όμως στην πραγματικότητα βρίσκεται στη βάση ολόκληρης της προπαγάνδας.
Μπορεί κάτι να μην ισχύει, αν όμως το παρουσιάσουν στον Τύπο σε εκατομμύρια
αντίτυπα, τότε, ακόμη κι αν 1000 άνθρωποι ξέρουν πως δεν ισχύει, οι 999 θα
πιστέψουν πως έκαναν λάθος και ότι ισχύει. Κατ' αυτό τον τρόπο το ψεύτικο γίνεται αληθινό.
Αυτό ακριβώς εννοώ όταν λέω για φαινομενικό, φαίνεσθαι
και φαινομενικότητες, τις οποίες ο σύγχρονος άνθρωπος συλλαμβάνει και δεν γνωρίζει τίποτε άλλο παρά μόνον αυτές. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Ο λόγος είναι ότι ο σημερινός άνθρωπος αποκτά καθημερινά ένα πάρα
πολύ περιορισμένο αριθμό αληθινών εμπειριών και τις περισσότερες φορές
εγκλωβίζεται στις συνήθειές του τόσο πολύ, ώστε δεν τις αντιλαμβάνεται καν.
Απεναντίας, πληροφορείται καθημερινά χιλιάδες ειδήσεις από την εφημερίδα και το
ραδιόφωνο, και μάλιστα πράγματα πολύ σπουδαία και πολύ εντυπωσιακά! Πώς λοιπόν αυτές
οι μίζερες προσωπικές εμπειρίες του, που έχουν να κάνουν με τη γεύση ενός δαμάσκηνου
ή με την ποιότητα ενός ξυραφιού ας πούμε, να μην πνιγούν μέσα σε αυτή την πλημμύρα
τόσο σπουδαίων εικόνων, που έχουν να κάνουν με την ατομική βόμβα, το μέλλον της
Γερμανίας, τις απεργίες στο τάδε μέρος της γης, κ.ο.κ.; Ξεχνάει ωστόσο ότι όλα αυτά είναι
γεγονότα που την πραγματικότητά τους δεν πρόκειται να γνωρίσει ποτέ.
Ασυναρτησία …
Έτσι, οι φαινομενικότητες γίνονται
η ζωή και η σκέψη του σύγχρονου ανθρώπου. Και αυτό έχει μια πάρα πολύ σημαντική
επίπτωση από πνευματικής και νοητικής άποψης. Καθώς ο σημερινός άνθρωπος
βουλιάζει μέσα σε αυτή την πλημμύρα εικόνων τις οποίες δεν μπορεί να επαληθεύσει, τελικά δεν
μπορεί ούτε και να τις κυριαρχήσει, ούτε να τις βάλει σε μια τάξη: μένουν διαρκώς
ασυντόνιστες, διότι τη μια είδηση διαδέχονται άλλες δίχως σταματημό.
Αποτέλεσμα; Ο άνθρωπος συνηθίζει να ζει πλέον χωρίς παρόν και δίχως παρελθόν,
συνηθίζει να ζει μέσα στην πιο ακραία ασυναρτησία, εφόσον ολόκληρη η
διανοητική δραστηριότητά του παρασύρεται από αυτές τις φευγαλέες εικόνες, που
και αυτές δεν έχουν παρελθόν, δεν έχουν μέλλον, και όσο για το παρόν, είναι
τελείως ασύνδετες και χωρίς ειρμό.
Μέσα σε αυτή την πραγματικότητα, τα
επαληθεύσιμα γεγονότα κρύβονται ολότελα, δεν γίνονται εμφανή, και έτσι δεν υφίστανται.
(…)
... ανάγκη για συνοχή...
Όμως, από την άλλη μεριά, ο
άνθρωπος έχει προφανώς ανάγκη για μια κάποια συνοχή. Δεν μπορεί να καταντήσει
ολότελα ένα αεικίνητο μάτι, που απλώς καταγράφει, χωρίς να τις καταλαβαίνει, τις
εικόνες που πέφτουν πάνω του η μια μετά την άλλη, ασυνάρτητα, σαν τις εικόνες ενός
παλαβού καλειδοσκόπιου. Χρειάζεται να βρει ένα λογικό ειρμό, μια συνοχή ανάμεσα
σε όλες αυτές τις φαινομενικότητες. Μόνο που η αληθινή συνοχή προϋποθέτει αυτό
που του λείπει: μια αληθινή γνώση των γεγονότων, μια βαθιά και ευρεία αντίληψή τους,
και όχι μόνο την επιφανειακή θέασή τους, όπως συμβαίνει σήμερα.
Έτσι, όσο περισσότερο αναπτύσσονται
τα μέσα του Τύπου και της προπαγάνδας, όσο περισσότερο απευθύνονται στο πλήθος
και όσο περισσότερο μειώνεται η αναλογία των ανθρώπων που στοχάζονται σε σχέση
με τους υπόλοιπους, τόσο περισσότερο γίνεται αναγκαία η υπεραπλούστευση όλων
αυτών των ειδήσεων και της φαινομενολογίας τους. Είναι λοιπόν επείγον μεν να τους
δοθεί μια εξήγηση, ένας ειρμός, μια ερμηνεία, αλλά μια ερμηνεία και ένας ειρμός στο επίπεδο του
“μέσου
αναγνώστη”,
ένα επίπεδο που αυτομάτως κατεβαίνει ολοένα και περισσότερο.
… και εξηγητικός μύθος
Το γεγονός αυτό οδηγεί από τον πόλο
της ασυναρτησίας στον άλλο πόλο της σημερινής πνευματικής και νοητικής
κατάστασής μας: τον εξηγητικό μύθο. Πέρα από τον πολιτικό χαρακτήρα του και από
τις μυστικιστικές και πνευματικές αναγκαιότητές του, ο εξηγητικός μύθος αποτελεί
την αληθινή κολώνα του πνευματικού και διανοητικού συστήματός μας.
Έχουμε γενικώς θεωρήσει ότι οι
εξηγητικοί μύθοι δεν είναι παρά καρπός των περιστάσεων, χαρακτηριστικό των
δικτατορικών καθεστώτων μάλλον, αλλά στην πραγματικότητα αποτελεί το ουσιαστικό
στοιχείο όλων των σημερινών πολιτικών μορφών. Μπροστά στο ασυνάρτητο χάος των σημερινών
φαινομενικοτήτων και στην ανάγκη να τους δοθεί μια κάποια συνοχή, οι εξηγητικοί μύθοι τις ενοποιούν
μέσα στο μυαλό του θεατή μέσω μιας νέας φαινομενικότητας, η οποία υποτίθεται
ότι επιτρέπει την εξήγηση όλων των άλλων.
Αυτή η πέραν των επιμέρους φαινομενικοτήτων νέα φαινομενικότητα, ο εξηγητικός μύθος, ο οποίος έχει μια πνευματική ρίζα και γίνεται αποδεκτός αποκλειστικά
χάρη σε μια εντελώς τυφλή πίστη, γίνεται το διανοητικό κλειδί που χρησιμεύει για
να ανοίξουν όλες οι μυστικές πόρτες, να εξηγηθούν όλα τα γεγονότα και να
αναγνωρίσει κανείς τον εαυτό του κάπου μέσα στους ανεμοστρόβιλους των φαινομενικοτήτων.
(…)
Το χειρότερο σε όλα αυτά είναι
προφανώς το γεγονός ότι ο σημερινός άνθρωπος δεν έχει πλέον στη διάθεσή του
κανένα μέσον για να κατακτήσει τη διανοητική συνοχή και να ερευνήσει τα
πολιτικά πράγματα πέρα από αυτό τον μύθο. Εάν τον απορρίψει, τότε σπρώχνεται
έξω από τον κόσμο στον οποίο ζει και μπορεί, ίσως, να ζήσει εκεί την “προσωπική ζωή” του, όπως λέμε ... μόνο που μια τέτοια
λύση είναι λύση αυτοκτονίας, διότι ο σημερινός άνθρωπος δεν μπορεί στ’ αλήθεια
να ξεφύγει από τον κόσμο που έχουμε φτιάξει.
Δεδομένου ότι ο εξηγητικός μύθος
είναι το σταθερό σημείο της σκέψης και της συνείδησης των συγχρόνων μας, δεν
αποτελεί μόνο το μέσον για την κατανόηση και την απόκτηση μιας συνοχής, αλλά
και το μοναδικό στοιχείο που μοιάζει ακλόνητο καταμεσής της ροής των γεγονότων. Έτσι βοηθάει τον άνθρωπο να γλυτώνει από τον κόπο να σκεφτεί αυτός ο ίδιος, από
την ανησυχία που προκαλεί η αμφιβολία και η αμφισβήτηση, από την αβεβαιότητα της
κατανόησης των γεγονότων και από το βάσανο της ένοχης και βαριάς συνείδησης. Μα
τι θαυμαστή εξοικονόμηση χρόνου και μέσων! Ο άνθρωπος του καιρού μας έχει ήσυχη
την συνείδησή του επειδή έχει απαντήσεις για όλα και επειδή όλα όσα του
συμβαίνουν και όσα κάνει, εξαρτώνται από την εξήγηση που του παρέχει ο
εξηγητικός μύθος.
Μόνο που αυτή ακριβώς η εξασφάλιση
τον ρίχνει τελικά μέσα στο απολύτως εξωπραγματικό! Ζει μέσα σε ένα διαρκές
όνειρο, ένα όνειρο ρεαλιστικό ωστόσο, κατασκευασμένο από αναρίθμητα γεγονότα
και θεωρίες, στις οποίες πιστεύει με όλη του τη δύναμη ως “μαζάνθρωπος”, δηλαδή σαν ένας άνθρωπος τόσο
πολύ κολλημένος πάνω στη μάζα, που δεν μπορεί να ξεκολλήσει από αυτήν χωρίς να
πεθάνει. (…)»
Ωραία το παρουσιάζει: πρώτα αφήνουν το μυαλό να μουλιάσει ώσπου να γίνει χυλός και μετά περνάν από πάνω την πρέσα των εξηγητικών μύθων.
ΑπάντησηΔιαγραφή@ Β.Η.,
ΑπάντησηΔιαγραφήναι. Θα έλεγα ότι για την ακρίβεια παίζουν και τα δυο: το ένα συμπληρώνει το άλλο. Αν δεν υπήρχε αυτό που περιγράφει ως εξάπλωση της ασυναρτησίας, δεν θα υπήρχε και ανάγκη για εξηγητικούς μύθους. Κι αν δεν υπήρχαν εξηγητικοί μύθοι, η ασυναρτησία θα είχε διαλύσει τα πάντα στη κυριολεξία.
Καλημέρα σας, πολλά μπράβο για τα υπέροχα άρθρα και το καταπληκτικό μπλογκ σας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜήπως ξέρετε εαν κάποτε θα εκδοθεί στα ελληνικά η απαρχαιωση του ανθρώπου; Σας ευχαριστώ πάρα πολύ Νίκος Μπουτης.
@ Αγαπητέ Νίκο σε ευχαρστούμε θερμά για τα καλά σου λόγια! Δυστυχώς δεν γνωρίζουμε καθόλου αν θα βγει στα ελληνικά το βιβλίο του Άντερς. Μακάρι κάποια στιγμή να μεταφραστεί!
ΑπάντησηΔιαγραφή