Σελίδες

30 Οκτωβρίου 2006

In memoriam Ι. Β Στάλιν (1879-1953)



ή
όταν οι παραγωγικές δυνάμεις και οι αφηρημένες ιδέες είναι το παν,
κι ο άνθρωπος δεν είναι τίποτα.

«Μιλάνε για συλλήψεις υπονομευτών που διαγράφτηκαν απ' το κόμμα και δουλεύουν αντισοβιετικά. Ναι, τούς συλλαμβάνουμε και θα τούς συλλαμβάνουμε αν δεν σταματήσουν να υπονομεύουν το κόμμα μας και τη σοβιετική εξουσία (...) Λένε πως τέτοια πράγματα είναι πρωτοφανή στην ιστορία του κόμματός μας. Και η ομάδα του Μιάσνικωφ; Κι η ομάδα Εργατική Αλήθεια; Οι πάντες γνωρίζουν πως τα μέλη εκείνων των  ομάδων είχαν συλληφθεί με την ενεργό συμπαράσταση των  συντρόφων Τρότσκι, Ζινόβιεφ και Κάμενεφ».  - Ι.Β. Στάλιν, Οκτώβριος 1927.
Είναι η εποχή των  μεγάλων «εκκαθαρίσεων», αφού προηγουμένως, το 1924, ο «πατερούλης των  λαών» είχε συμμαχήσει με τούς Ζινόβιεφ και Κάμενεφ κατά του Τσότσκι.
Αλλά ας ξετυλίξουμε το νήμα από την αρχή...
«Εφόσον η επανάσταση στη Γερμανία καθυστερεί, καθήκον μας είναι να μαθητεύσουμε στο γερμανικό κρατικό καπιταλισμό, να κάνουμε κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να τον αφομοιώσουμε, να πολλαπλασιάσουμε τις δικτατορικές μεθόδους προκειμένου να επιταχύνουμε την αφομοίωση του δυτικισμού από τη βάρβαρη Ρωσία, χρησιμοποιώντας κάθε βάρβαρο μέσον στον αγώνα κατά της βαρβαρότητας (...) Ο κρατικός καπιταλισμός είναι ένα βήμα προς τα εμπρός σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων [στη σοβιετική Ρωσία]» - Β.Ι. Λένιν, απαντώντας στους «αριστερούς κομμουνιστές» Μπουχάριν, Οσίνσκι, κ.λπ., 5 Μαϊου 1918 (!).

«Η παραγωγή είναι πάντοτε αναγκαία, όχι η δημοκρατία. Η δημοκρατία στην παραγωγή είναι κάτι που γεννά μια σειρά από ριζικά λαθεμένες ιδέες».  - Β.Ι. Λένιν, απαντώντας στην Εργατική Αντιπολίτευση, Δεκέμβριος 1920.

«Αρνούνται την αναγκαιότητα του Κόμματος και την κομματική πειθαρχία: να πού κατάντησε η αντιπολίτευση. Αλλά αυτό ισοδυναμεί με τον πλήρη αφοπλισμό του προλεταριάτου προς όφελος της αστικής τάξης, δηλαδή της διάχυσης, της αστάθειας, της ανικανότητας για ακλόνητες αποφάσεις, για ενότητα και συντονισμένη δράση... ελαττώματα που, εάν τα ενθαρρύνουμε, θα προξενήσουν αναπόφευκτα την απώλεια όλου του επαναστατικού κινήματος του προλεταριάτου (...) Εκείνοι που αποδυναμώνουν και στο ελάχιστο τη σιδηρά πειθαρχία μέσα στο κόμμα του προλεταριάτου (κυρίως κατά την περίοδο της δικτατορίας του), στην πραγματικότητα βοηθούν την αστική τάξη εναντίον του προλεταριάτου».  - Β.Ι. Λένιν, Η παιδική αρρώστια του κομμουνισμού, 1920
Την επόμενη χρονιά, στο 10ο συνέδριο, καταργείται «προσωρινά» η εσωτερική δημοκρατία στο μπολσεβίκικο κόμμα. Ουδέν μονιμότερον του προσωρινού...
«Μάς έχουν κατηγορήσει πολλές φορές ότι αντικαταστήσαμε τη δικτατορία των  Σοβιέτ με τη δικτατορία του Κόμματος. Κι όμως, μπορούμε να διακηρύξουμε χωρίς τον κίνδυνο να σφάλλουμε, ότι η δικτατορία των  Σοβιέτ έγινε δυνατή χάρη στη δικτατορία του Κόμματος (...) Η υποκατάσταση της εξουσίας της εργατικής τάξης από την εξουσία του Κόμματος δεν έχει τίποτε το αυθαίρετο και καταβάθος δεν είναι υποκατάσταση, διότι οι κομμουνιστές εκφράζουν τα θεμελιώδη συμφέροντα της εργατικής τάξης».  - Λ.Ντ. Τρότσκι, Τρομοκρατία κι επανάσταση, 1920

«Η θέση των  μενσεβίκων και των  σοσιαλεπαναστατών, τόσο των  φανερών όσο κι εκείνων που παριστάνουν τούς ανένταχτους, είναι στη φυλακή` κι εκεί θα τούς βαστήξουμε». - Β.Ι. Λένιν, Για τη φορολογία, Μάρτιος 1921.

«Είναι πολύ μεγάλο σφάλμα να θεωρεί κανείς πως η Νέα Οικονομική Πολιτική (ΝΕΠ) έβαλε τέρμα στην τρομοκρατία. Θα χρησιμοποιήσουμε κι άλλο ακόμα την τρομοκρατία και την οικονομική τρομοκρατία». - Β.Ι. Λένιν, επιστολή στον Κάμενεφ, 3 Μαρτίου 1922.

«Τα επαναστατικά δικαστήριά μας πρέπει να τουφεκίζουν όσους εκφράζονται δημόσια υπέρ των  μενσεβίκων. Ειδεμή δεν είναι δικά μας δικαστήρια αλλά ένας Θεός ξέρει τίνος...». - Β.Ι. Λένιν, Ομιλία στο 11ο συνέδριο του ΚΚΣΕ, 27 Μαρτίου 1922.

«Το Κόμμα έχει σε τελευταία ανάλυση πάντα δίκιο, διότι είναι το μοναδικό ιστορικό εργαλείο που έχει δοθεί στο προλεταριάτο για να λύσει τα θεμελιώδη προβλήματά του (...) Ξέρω πως δεν μπορεί κανένας να έχει δίκιο εναντίον του Κόμματος. Μπορεί κανείς να έχει δίκιο μόνο μαζί με το Κόμμα και μέσ' από το Κόμμα, διότι η ιστορία δεν έχει δημιουργήσει άλλο δρόμο για την πραγματοποίηση αυτού που είναι δίκαιο. Οι Άγγλοι λένε: 'Είτε έχει δίκιο, είτε έχει άδικο, είναι η πατρίδα μου'. Για πολύ ισχυρότερους ιστορικούς λόγους μπορούμε να πούμε: είτε έχει δίκιο είτε άδικο πάνω στο άλφα ή βήτα συγκεκριμένο ζήτημα, είναι το Κόμμα μου». - Λ. Ντ. Τρότσκι, Ομιλία στο 13ο συνέδριο του ΚΚΣΕ, Μάιος 1924
Έπειτα από λίγα χρόνια, τον έφαγε η μαρμάγκα.
«Κι εδώ, σε μάς, μπορούν να υπάρξουν και άλλα κόμματα. Ιδού όμως η θεμελιώδης αρχή που μάς ξεχωρίζει από τη Δύση. Η μοναδική δυνατή κατάσταση εδώ είναι η εξής: ένα κόμμα βασιλεύει κι όλα τ' άλλα είναι στη φυλακή". - Ν. Μπουχάριν, Troud, 13 Νοεμβρίου 1927.
Στη συνέχεια ο Μπουχάριν, θεωρητικός του μπολσεβικισμού, εκτελέστηκε από τον Στάλιν σαν προδότης και πράκτορας του ιμπεριαλισμού.
«Στο καθεστώς της δικτατορίας του προλεταριάτου, δύο, τρία, τέσσερα κόμματα μπορούν να υπάρξουν, αλλά μόνον υπό τον εξής όρο: το ένα στην εξουσία, τα υπόλοιπα στη φυλακή. Όποιος δεν το καταλαβαίνει αυτό, δεν έχει καταλάβει τίποτα από την ουσία της δικτατορίας του προλεταριάτου και του μπολσεβίκικου κόμματος». - Μ. Τόμσκι, Pravda, 19 Νοεμβρίου 1927.
Ο Τόμσκι, πρόεδρος των  σοβιετικών συνδικάτων, εξαναγκάστηκε αργότερα ν' αυτοκτονήσει.
«Μέσα σ' επτά χρόνια φτάσαμε, και ίσως ξεπεράσαμε, το σημερινό επίπεδο των  ΗΠΑ, της πιό ανεπτυγμένης καπιταλιστικής χώρας, και (...) μέσα σ' εννιά με δέκα χρόνια θ' αφήσουμε πίσω μας το επίπεδο που θα φτάσουνε τότε, εάν εξακολουθήσουν ν' αναπτύσσονται μέσα σε καπιταλιστικές συνθήκες». - Ι.Β. Στάλιν, Η ΕΣΣΔ σε δέκα χρόνια, 1930.

«Παλιότερα λέγαμε πως 'η τεχνική αποφασίζει για όλα' (...) Αλλά η τεχνική είναι ένα νεκρό πράγμα χωρίς τούς ανθρώπους που την κατέχουν (...) Να γιατί το παλιό μας σύνθημα 'η τεχνική αποφασίζει για όλα', αντανάκλαση μιας περασμένης εποχής όπου είχαμε έλλειψη τεχνικής, πρέπει τώρα ν' αντικατασταθεί από αυτό εδώ το νέο σύνθημα: ‘‘Τα στελέχη αποφασίζουν για όλα!’’». - Ι.Β. Στάλιν, Ομιλία της 4ης Μαϊου 1935.
Ω μεγάλε Στάλιν, Ω ηγέτη των  λαών,
Συ που δίνεις στον άνθρωπο ζωή
Συ που γονιμοποιείς τη γη
Συ που ξανανιώνεις τούς αιώνες
Συ που κάνεις την Άνοιξη ν' ανθίζει
Συ που κάνεις να πάλλονται οι μουσικές χορδές
Εσύ θαύμα της άνοιξής μου, Εσύ
Ήλιε που αντανακλούν μυριάδες καρδιές".
(ο κάποτε και υπερρεαλιστής ποιητής) Λουί Αραγκόν, 1953


Για την ιστορία...

Το 1921 διαλύεται η Εργατική Αντιπολίτευση (Αλεξάντρα Κολλοντάι, Σλιάπνικωφ), η ομάδα Δημοκρατικός Συγκεντρωτισμός και κάθε εσωκομματική αντιπολίτευση στο μπολσεβίκικο κόμμα.

Την ίδια χρονιά ο "Κόκκινος Στρατός" του Λ.Ντ.Τρότσκι καταπνίγει στο αίμα την εξέγερση των  ναυτικών και του λαού της Κροστάνδης, που ζητούσαν ελεύθερες εκλογές στα Σοβιέτ (λαϊκά συμβούλια), ελευθερία έκφρασης για τούς εργάτες και τούς αγρότες, κατάργηση των  προνομίων του κομμουνιστικού κόμματος κι επαναφορά στις αρχές της συμβουλιακής διακυβέρνησης.

Ο Γκ. Ι. Μιάσνικωφ ήταν ο μόνος μπολσεβίκος που μετά το 1917 επέμενε στην ελεύθερη έκφραση όλων των  κομμάτων ανεξαιρέτως, θεωρώντας ότι αυτή η ελευθερία ήταν το μοναδικό μέσο για να διασωθεί το μπολσεβίκικο κόμμα από τη διαφθορά. Κατακεραυνώθηκε γι' αυτό από τον Λένιν, διαγράφτηκε από το Κόμμα το 1922 κι έφτιαξε την αντιπολιτευτική Εργατική Ομάδα, που εξοντώθηκε το Σεπτέμβρη του 1923.

Έκτοτε το ζήτημα της ελευθερίας του Τύπου, του πολυκομματισμού και γενικά της δημοκρατίας εξαφανίστηκε οριστικά από τούς μαρξιστικούς-λενινιστικούς ορίζοντες.

Λενινιστές, Τροτσκιστές, Σταλινικοί, άντε γειά!

23 Οκτωβρίου 2006

Η κοινωνία του θεάματος σήμερα | Μια κριτική της θεωρίας του «θεάματος»


ομιλία στην κατάληψη της Υφανέτ
χάρη σε πρόσκληση της εκλεκτής ομάδας 
του Ξενοδοχείου των Ξένων


Θεσσαλονίκη, 26 Νοεμβρίου 2004


Η Κοινωνία του Θεάματος είναι, όπως γνωρίζετε, ο τίτλος του περίφημου βιβλίου, που θεωρείται ότι ο Γκυ Ντεμπόρ, συνιδρυτής και εξέχον μέλος της καταστασιακής Διεθνούς (Internationale situationniste), ξεκίνησε να γράφει γύρω στα 1963 και το οποίο πρωτοκυκλοφόρησε στη Γαλλία το 1967, λίγο πριν τον περίφημο «Μάη του ’68».

Σύμφωνα με τον συγγραφέα του, το βιβλίο αυτό διατυπώνει μια επαναστατική θεωρία, εντελώς απαραίτητη για όσους «θέλουν πραγματικά να ανατρέψουν μια κατεστημένη κοινωνία»× μια θεωρία, η οποία «εξηγεί σε βάθος αυτή την κοινωνία ή τουλάχιστον δίνει την εντύπωση» ότι το κάνει× και η οποία πέτυχε «να διακηρύξει ότι το ίδιο το κέντρο του υπάρχοντος κόσμου είναι κακό, αποκαλύπτοντας την ακριβή του φύση» (Πρόλογος στην τέταρτη ιταλική έκδοση της Κ.τ.Θ, 1979).

Με άλλα λόγια, ο Γκυ Ντεμπόρ θεωρούσε πως μάς προσέφερε μια πλήρη αλήθεια επί της ουσίας του υπάρχοντος κόσμου. Γι’ αυτό και τόνιζε πως, όσα έγραφε εκεί το 1967, θα ισχύουν «μέχρι το τέλους αυτού του αιώνα [τού 20ού] κι ακόμα πιο πέρα» (στο ίδιο) –προφανώς δηλαδή και για σήμερα και για όσο αυτός ο υπάρχων κόσμος και το «κέντρο» του παραμένουν όρθια.

Αυτά σημαίνουν, πως η όποια συζήτηση για την επικαιρότητα της θεωρίας του, οφείλει να τοποθετείται κατ’ αρχήν πάνω σ’ αυτή τη θεμελιώδη αξίωση με την οποία την φόρτισε ο ίδιος ο συγγραφέας της: ο Γκυ Ντεμπόρ πέτυχε διάνα; Η θεωρία του «θεάματος» εξηγεί πράγματι «ικανοποιητικά την κατεστημένη κοινωνία»; Φανερώνει και κατονομάζει την «ακριβή φύση» του «ίδιου του κέντρου του υπάρχοντος κόσμου»;

Είναι νομίζω απαραίτητο ν’ απαντήσουμε σ’ αυτά τα ερωτήματα, ώστε να συζητήσουμε σοβαρά για την «κοινωνία του θεάματος σήμερα». Επιπλέον, τα ερωτήματα αυτά, όποια κι αν είναι η τελική μας απάντηση, πρέπει να μάς απασχολούν πάντοτε, εάν δεν θέλουμε «η κριτική έννοια του θεάματος να εκχυδαϊστεί σε κάποια κενή φόρμουλα της κοινωνιολογικοπολιτικής ρητορείας, για να εξηγεί και να καταγγείλει αφηρημένα τα πάντα» (Κ.τ.Θ. § 203).

1. Η προϊστορία της έννοιας «θέαμα» στη σκέψη του Γκυ Ντεμπόρ

Για ν’ απαντήσουμε στα παραπάνω ερωτήματα, θεωρώ πως πρέπει να εξετάσουμε τη διαμόρφωση και μετεξέλιξη της έννοιας «θέαμα» μέσα στη σκέψη του Ντεμπόρ. Διότι ο όρος αυτός εμφανίζεται στη σκέψη του πολύ νωρίτερα από το 1967, νωρίτερα ακόμα κι από το 1963. Μόνο που, τότε, τον συσχετίζει μεν με την κατεστημένη αλλοτρίωση αλλά δεν του αποδίδει ακόμα την ιδιότητα να «εξηγεί ικανοποιητικά την κατεστημένη κοινωνία» ούτε να κατονομάζει «το ίδιο το κέντρο του υπάρχοντος κόσμου».

1957

Πράγματι, το 1957, στην Έκθεση πάνω στην κατασκευή καταστάσεων −ένα κατά κάποιον τρόπο ιδρυτικό κείμενο της Κ.Δ.−, συσχετίζει άμεσα την «κατασκευή καταστάσεων» με το «θέαμα» ως εξής:

22 Οκτωβρίου 2006

Δεύτερη και τελευταία επιστολή στα «Παιδιά της Γαλαρίας»


Αθήνα, 10/11/2005

Πληροφορήθηκα πριν λίγες μέρες, και στη συνέχεια το διαπίστωσα με τα μάτια μου, πως μου κάνατε την τιμή να με περιλάβετε, δια χειρός Λασεναίρ ετούτη τη φορά, και στο καινούργιο τεύχος του περιοδικού σας (τχ. 11, Σεπτέμβρης 2005). Μάλιστα και πάλι, όπως πριν δυο χρόνια (τχ. 10, Ιούνιος 2003), μέσω μιάς … υποσημείωσης.

Για να μην παρεξηγηθούμε χωρίς λόγο, διευκρινίζω ευθύς εξαρχής πως δεν απαιτώ καθόλου, ούτε καν ζητάω, ν’ απαντάτε στις κριτικές μου ή και γενικότερα σε ό,τι λέω και γράφω. Ούτε είστε υποχρεωμένοι να μου απαντάτε με κάποιο κείμενο, έστω κι αν εγώ σάς απεύθυνα ώς τώρα δύο κείμενα και μάλιστα πολυσέλιδα. Έχετε μάλιστα κάθε δικαίωμα να μου απαντάτε με απλές υποσημειωσούλες, όσο γελοίο κι αν είναι αυτό, αλλά και το δικαίωμα να μην μου απαντήσετε ποτέ τίποτα. Στο κάτω κάτω, ποιός είμαι εγώ;

Φαίνεται όμως πως τα κριτικά επιχειρήματα, που σάς απεύθυνα πριν 3 χρόνια με αφορμή το βιβλίο του Ζιλ Ντωβέ Έκλειψη κι επανεμφάνιση του κομμουνιστικού κινήματος [1], αλλά και η Επιστολή μου με θέμα «δημοκρατία και κομμουνισμός» (που σάς έστειλα τον Ιούνιο του 2003, απαντώντας στην πρώτη υποσημειωσούλα σας), κάτι σάς «είπανε»× και μάλιστα κάτι το αρκετά δυσάρεστο κι ενοχλητικό μεν αλλά καθόλου ασήμαντο, μηδαμινό ή αδιάφορο, ώστε να το αφήσετε εντελώς αναπάντητο. Μπήκατε λοιπόν δυό φορές στον κόπο να με περιλάβετε, έστω και με υποσημειωσούλες, και κατά κάποιον τρόπο σάς ευχαριστώ γι’ αυτό.

Αν όμως δεν είστε διόλου υποχρεωμένοι να μου απαντάτε, ούτε καν να μου απαντάτε μ’ ένα τρόπο (και κόπο) ανάλογο του δικού μου, ωστόσο είστε απόλυτα υποχρεωμένοι, από τη στιγμή που αποφασίζετε να μου απαντήσετε, να το κάνετε τουλάχιστον με εντιμότητα.

Στην προηγούμενη υποσημειωσούλα σας (τχ. 10) «απαντήσατε» πλαγίως με δυο γραμμούλες – παραθέτοντας κι ένα τεχνηέντως ξεκομμένο κομματάκι τριών γραμμών απ’ όσα έγραφα – στην εκτενή και διεξοδική κριτική που είχα κάνει πολύ καιρό νωρίτερα στο παραπάνω βιβλίο του Ζιλ Ντωβέ. Τουλάχιστον όμως τότε, πριν δυόμιση χρόνια, είχατε τη στοιχειώδη εντιμότητα να παραπέμψετε τους αναγνώστες σας στην ιστοσελίδα happyfew.gr, από την οποία θα μπορούσαν να προμηθευτούν ολόκληρο το κείμενο των Σχολίων μου και να σχηματίσουν την όποια άποψή τους από μόνοι τους. Αυτό μείωνε κάπως το γεγονός οτι εκείνη η υποσημειωσούλα σας ήταν σκέτη … ταμπελοκόλληση, αφού με είχατε τσουβαλιάσει αυθαίρετα και βέβαια χωρίς κανένα επιχείρημα.

Για το τσουβάλιασμα εκείνο και το πόσο αυθαίρετο ήτανε, σάς είχα απαντήσει παρευθύς με επιστολή μου 17 σελίδων (14 Ιουνίου 2003), γεμάτη από ντοκουμέντα κι  επιχειρήματα, και χωρίς να σάς τσουβαλιάζω σε καμμιά στιγμή. Ουδέποτε μου απαντήσατε σ’ εκείνη την επιστολή, όπως άλλωστε ουδέποτε απαντήσατε στα κριτικά σχόλιά μου πάνω στο βιβλίο του Ντωβέ. Αλλά έστω× ίσως να μην έχετε χρόνο ν’ ασχολείστε σοβαρότερα με τις κριτικές μου, παρ’ όλο που η όποια έλλειψη χρόνου δεν δικιολογεί το τσουβάλιασμα κι ακόμα λιγότερο την έλλειψη ευθύτητας κι εντιμότητας.

Σ’ αυτήν εδώ όμως, τη νέα υποσημειωσούλα σας το προηγούμενο τσουβάλιασμα μοιάζει παρανυχίδα μπροστά στις χοντράδες, με τις οποίες με χαρακτηρίζετε … χωρίς βέβαια κανένα επιχείρημα και πάλι. Κι εδώ διαπρέψατε στην ταμπελοκόλληση, μόνο που τώρα το παραχέσατε.

21 Οκτωβρίου 2006

Πρώτη επιστολή στα «Παιδιά τής Γαλαρίας» | Περί Ντωβέ, κομμουνισμού και δημοκρατικής διεκδίκησης

Αθήνα, 14/7/2003

Αγαπητοί Γκαράνς, Λασεναίρ, Μάριους, Ντεμπυρό και Γ.,


Διάβασα το τελευταίο τεύχος (αρ. 10, Ιούνιος 2003) τού περιοδικού σας, που το αφιερώνετε στούς «δημοκράτες, ένοπλους και μη, και τούς ειρηνιστές». Συνολικά μπορώ να πω οτι το βρήκα ενδιαφέρον, με την έννοια οτι παρουσιάζει κάμποσες καλές διευκρινήσεις ορισμένων ζητημάτων και, κυρίως, έναν άξονα σκέψης. Έστω κι αν δεν συμφωνώ με το συγκεκριμένο άξονα, θεωρώ οτι είναι σημαντικό που κάποιοι «συμμαζεύουν» τη σκέψη τους μέσα στις σημερινές συνθήκες τής γενικευμένης φίρδην-μίγδην «σκέψης».

Σε μια υποσημείωση όμως τού κεφαλαίου Τι είναι η περίφημη δημοκρατία και γιατί δεν αξίζει να την υπερασπιζόμαστε, με αναφέρετε σαν … «ένα ακόμα επικριτή τής κομμουνιστικής θεωρίας και υπέρμαχο τής δημοκρατίας» (σελ. 68). Σάς οφείλω λοιπόν μιάν απάντηση, δεδομένου μάλιστα οτι το συγκεκριμένο κεφάλαιό σας αλλά και το επόμενο (Ο κομμουνισμός ως πρακτική ανθρώπινη κοινότητα, σελ 80-83), είναι κατά κάποιον τρόπο και μια τοποθέτησή σας πάνω στα δικά μου Σχόλια στο βιβλίο τού Ζιλ Ντωβέ, “Έκλειψη και επανεμφάνιση τού κομμουνιστικού κινήματος”, που σάς έδωσα πριν από 8 μήνες —χωρίς από τότε να μου απαντήσετε.

Μου κάνει ιδιαίτερη εντύπωση το γεγονός οτι την υποσημείωση αυτή (υπ’ αρ. 53), που αναφέρεται στη ημιφάλακρη αφεντομουτσουνάρα μου και παραπέμπει στο παραπάνω γραπτό μου, την βάλατε στο τέλος τής εξής πρότασής σας: «Σε όλο το φάσμα, όπως είδαμε, από την άκρα αριστερά ώς τούς συντηρητικούς, φαίνεται να υπάρχει συμφωνία οτι η δημοκρατία, ως πρακτική και ιδεολογία, εμπεριέχει το κλειδί τής επίλυσης όλων τών κοινωνικών προβλημάτων» (σελ.68). Αυτό σημαίνει προφανώς οτι, κατά τη γνώμη σας, στην παραπάνω συμφωνία όλου τού πολιτικού φάσματος μετέχει και η αυτού ταπεινότης μου× και οτι υποστηρίζω πως η δημοκρατία «εμπεριέχει το κλειδί τής επίλυσης όλων των κοινωνικών προβλημάτων»!

Εντάξει. Από τη στιγμή που μιλάω δημόσια, δέχομαι οτι ο οποιοσδήποτε μπορεί να έχει την οποιαδήποτε γνώμη για όσα λέω. Αρκεί ωστόσο να αποδεικνύει οτι η γνώμη του κάπου πατάει γερά και δεν είναι απλώς πυροτέχνημα. Όχι για κανέναν άλλο λόγο αλλά απλώς επειδή, φίλη μεν η πολεμική, φιλτάτη δε η αλήθεια.

Σας ρωτάω λοιπόν: πού βρε παιδιά, σε ό,τι έχω γράψει στα Σχόλια στο βιβλίο τού Ζιλ Ντωβέ ή αλλού, με έχετε δει να υποστηρίζω ότι η δημοκρατία … «εμπεριέχει το κλειδί τής επίλυσης όλων τών κοινωνικών προβλημάτων»;

Η θέση μου είναι σαφής και απέχει μερικά έτη φωτός από το παραπάνω. Αυτό που υποστήριξα κριτικάροντας το βιβλίο τού Ντωβέ, δεν είναι βέβαια πως η δημοκρατία εμπεριέχει το κλειδί για την επίλυση όλων (!) τών κοινωνικών προβλημάτων. Ούτε οτι αρκεί η δημοκρατική (ή όποια άλλη) μορφή για να μετασχηματιστεί το περιεχόμενο τών κοινωνικών σχέσεων.

Υποστήριξα οτι δεν μπορούμε να σκεφτόμαστε τη μορφή ανεξάρτητα από το περιεχόμενο. Έδειξα, αρκετά λεπτομερειακά, τις αντιφάσεις και το αδιέξοδο τής προσπάθειας τού Ντωβέ να εμμένει στο περιεχόμενο παραμελώντας τη μορφή. Δεν πήρα το μέρος τής μορφής κατά τού περιεχομένου αλλά τόνισα πως ένα από τα κύρια προβλήματα τής κομμουνιστικής θεωρίας είναι «η αδυναμία [της] να συλλάβει με μια ενιαία κίνηση τη 'μορφή' και το 'περιεχόμενο' τού κομμουνισμού» (Σχόλια στο βιβλίο τού Ζιλ Ντωβέ…).

Επανέλαβα επίσης, καμμιά 80αριά χρόνια μετά τον Καρλ Κορς, οτι η «αντικειμενική» (ανάπτυξη τών παραγωγικών δυνάμεων) και η «υποκειμενική» (ταξική πάλη) θεώρηση τής ιστορίας οριοθέτησαν — ήδη απ' τον Μαρξ — δύο διαφορετικές οπτικές μέσα στην κομμουνιστική θεωρία, που δεν κατόρθωσαν ώς σήμερα να συγκλίνουν σε μια ενιαία θεώρηση. Επιχείρησα να ξαναθυμίσω τη σχέση μεταξύ τού περιεχομένου τών κοινωνικών σχέσεων με την οργανωτική τους μορφή, όπως και τη σχέση μεταξύ αντικειμενικού και υποκειμενικού, σαν ζητήματα που η κομμουνιστική θεωρία άφησε στο σκοτάδι× και υπογράμμισα οτι «σήμερα που, έπειτα από την εμπειρία τής δεκαετίας τού '60, γνωρίζουμε οτι δεν μπορούμε ν' αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς ν' αλλάξουμε τον εαυτό μας και αντίστροφα, γίνεται όλο και πιο σαφές οτι η αδυναμία αυτή τού ιστορικού κομμουνιστικού κινήματος βρίσκεται στη ρίζα τής 'έκλειψής' του» (Σχόλια…) [1].

Μέσα σ’ αυτό τον άξονα σκέψης πρότεινα τη δημοκρατική διεκδίκηση σαν την οργανωτική μορφή τόσο ενός ανώτερου σταδίου κοινωνικών σχέσεων όσο και τής οποιασδήποτε «τάσης» προς αυτό. Βέβαια προχώρησα και σε μια κριτική ορισμένων από τις βασικές απόψεις τού υλιστικού ντετερμινισμού, μιά και θεωρώ πως ευθύνονται για τις αντιφάσεις και τ' αδιέξοδα τού Ντωβέ και τής κομμουνιστικής θεωρίας γενικότερα. Αλλά σε καμμιά στιγμή δεν υποστήριξα, ούτε υποστηρίζω, οτι η δημοκρατία (ή οποιαδήποτε άλλη οργανωτική μορφή) «εμπεριέχει το κλειδί για την επίλυση όλων τών κοινωνικών προβλημάτων», όπως μού αποδίδετε!

Έτσι, ενώ πράγματι είμαι «υπέρμαχος τής δημοκρατίας», όπως το λέτε σωστά, δεν είμαι βέβαια υπέρμαχος τής παραπάνω άποψης που εντελώς αυθαίρετα και λανθασμένα μού χρεώνετε.

Όσο για το «επικριτής τής κομμουνιστικής θεωρίας», φαντάζομαι οτι θα γνωρίζετε πως «επικρίνω» σημαίνει «ψέγω, σχολιάζω δυσμενώς, αποδοκιμάζω». Μέχρι να πληροφορηθώ από την υποσημείωσή σας οτι «επικρίνω» την κομμουνιστική θεωρία, είχα την εντύπωση οτι την έκρινα. Αν τώρα, κατά τη γνώμη σας, η κριτική ισοδυναμεί με αποδοκιμασία, μήπως θα έπρεπε να σβύσουμε τη λέξη «κριτική» από το λεξιλόγιό μας, να την αντικαταστήσουμε με τη λέξη «επίκριση» και να περιορίσουμε τη σκέψη μας στο δίπολο «αποδοκιμασία» ή «επιδοκιμασία»;

*

Δεν θα επιμείνω σε ορισμένες λεπτομέρειες τής αυθαίρετης από την πλευρά σας συνταύτισής μου με αυτή τη «συμφωνία όλου τού πολιτικού φάσματος» περί δημοκρατίας — όπως για παράδειγμα στο οτι, κατ' αυτό τον τρόπο, με τσουβαλιάζετε ετσιθελικά με τις (εντελώς άσχετες με ό,τι εγώ λέω) «σύγχρονες θεωρίες [περί δημοκρατίας, που] συγκλίνουν στη θεώρηση τής δημοκρατίας ως ενός συστήματος λήψης κυβερνητικών αποφάσεων, δίνοντας έμφαση στις μορφές μέσω τών οποίων συγκροτείται η σχέση τού ατόμου με το κράτος» («Τα παιδιά τής γαλαρίας», τχ 10, σελ. 69)× ή με τις «δημοκρατικές απολογητικές θεωρίες [που] χαρακτηρίζονται από πλήρη έλλειψη ανάλυσης τών σύγχρονων κοινωνικών σχέσεων» (σελ. 73)× ή μ' εκείνες τις δημοκρατικές θεωρήσεις που επιδιώκουν «την ενοποίηση στη βάση τής συγκαλυμμένης εκμετάλλευσης» (στο ίδιο, σελ. 82).

Ούτε θα μπω στον πειρασμό να σάς αντιπαραθέσω μια — ανάλογη με τη δική σας περί τής δημοκρατίας — ιστορία τού κομμουνισμού και τών περισσότερο ή λιγότερο σύγχρονων θεωριών του, μέσ' από την οποία θα μπορούσε εύκολα κανείς να δείξει, διαπράττοντας ανάλογα με τα δικά σας αυθαίρετα τσουβαλιάσματα, «τι είναι αυτός ο περίφημος κομμουνισμός και γιατί δεν αξίζει να τον υπερασπιζόμαστε».

Κι αυτό για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή δεν μ' αρέσει να τσουβαλιάζω αυθαίρετα κανέναν, ειδικά όταν προσπαθεί να βρει μιαν άκρη ξαναπιάνοντας κομμένα νήματα× και δεύτερον επειδή αναγνωρίζω οτι, στη δύσκολη θέση που βρίσκομαι εγώ όταν προσπαθώ να ξαναδώσω ένα ορισμένο νόημα στη λέξη «δημοκρατία», βρίσκεστε κι εσείς που προσπαθείτε να ξαναδώσετε ένα ορισμένο νόημα στη λέξη «κομμουνισμός».

Θα καταπιαστώ λοιπόν με κάτι που θεωρώ πιο ουσιαστικό, δηλαδή με τις βασικές θέσεις σας για τη δημοκρατία, όπως φαίνονται μέσ' από τρία κυρίως σημεία τού κειμένου σας, τα οποία θα σχολιάσω εδώ με τη σειρά τους στις παρακάτω ενότητες 1, 2 και 3.


20 Οκτωβρίου 2006

Σχόλιο στο βιβλίο του Ζιλ Ντωβέ «Έκλειψη κι επανεμφάνιση του κομμουνιστικού κινήματος» | Εισαγωγή


«Το πρόβλημα της αιτιότητας είναι ένα ψευτοπρόβλημα, που μάς το επιβάλλει η κάλπικη επιστήμη, η επιστήμη που θέλει να προβλέπει. (…) Η αιτιακή περιγραφή αποκαλύπτει μία μόνον όψη της εξέλιξης: τα αναγκαία ή οικονομικά στοιχεία της. Τα σφάλμα γίνεται όταν θεωρούμε αυτούς τούς δεσμούς συγχρόνως επαρκείς για την εξέλιξη, και όλα τα υπόλοιπα άχρηστα που πρέπει να τ’ αγνοούμε. Από την άλλη μεριά, είναι εξ ίσου ανόητο να αρνηθούμε όλες τις αιτιακές σχέσεις με πρόσχημα ότι υπάρχει κάτι άλλο πέρα απ’ αυτές. Θα ήταν καλύτερο να τοποθετήσουμε την αιτιότητα ως μια επιμέρους κλίμακα του τρόπου με τον οποίον ο άνθρωπος βλέπει την ύλη».

Άσγκερ Γιόρν, Περί Μορφής.
Σκιαγραφία μιας  μεθοδολογίας των  τεχνών (1952-1957).

«Μόνο μέσα στην κοινωνική κατάσταση, ο υποκειμενισμός και ο αντικειμενισμός, ο ιδεαλισμός και ο υλισμός, η ενεργητικότητα και η παθητικότητα χάνουν τον αντιθετικό τους χαρακτήρα και συνεπώς παύουν να υπάρχουν σαν αντιθέσεις` η λύση των  θεωρητικών αντιθέσεων δεν είναι δυνατή παρά μόνο μ’ ένα πρακτικό τρόπο, μόνο με την πρακτική ενέργεια του ανθρώπου».

Κάρλ Μαρξ, Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα (1844).

«[Η θεωρία των  Μαρξ-Ένγκελς] δεν μπόρεσε μετά το 1850 να συνεχίσει ν’ αναπτύσσεται ζωντανά μέσα στην πρακτική του εργατικού κινήματος [διότι από τότε] κατευθύνθηκε όλο και περισσότερο προς μια ενορατική ιστορία, που υποβίβασε αφηρημένα την κοινωνική ανάπτυξη σε μια αντικειμενική πορεία καθοριζόμενη από εξωτερικούς νόμους».

Καρλ Κορς, Η κρίση του μαρξισμού (1931).
  
Νοέμβριος 2002
[μικρές προσθήκες Ιούνιος 2003]

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Κόκκινη κλωστή δεμένη, στην ανέμη τυλιγμένη…


Το βιβλίο του Ζιλ Ντωβέ Έκλειψη κι Επανεμφάνιση του Κομμουνιστικού Κινήματος κυκλοφόρησε το Μάιο του 2002 από την εκδοτική ομάδα «Κόκκινο νήμα» σε εξαιρετική μετάφραση. Στον πρόλογο επισημαίνεται πως «πέρα από τις βασικές θεωρητικές παραδοχές των  κομμουνιστών τούς δυο τελευταίους αιώνες, σχεδόν όλα τα επιμέρους ζητήματα που θίγει ο συγγραφέας αποτελούν θέμα συζήτησης και εκ νέου πραγμάτευσης μέσα στο κομμουνιστικό κίνημα, αφού μιλάμε για ένα ζωντανό κίνημα που αναδημιουργείται από την ίδια την αντιφατική πορεία της καπιταλιστικής κοινωνικής σχέσης». Το σχόλιό μου λοιπόν είναι η συνεισφορά μου σ’ αυτή τη συζήτηση – μια συνεισφορά όμως που θα τολμήσει να βάλει σε συζήτηση, πέρα από τα επιμέρους ζητήματα, και κάποιες από τις βασικές θεωρητικές παραδοχές των  κομμουνιστών.

Στα αναμφισβήτητα «υπέρ» αυτού του βιβλίου είναι, πρώτον, ότι επιχειρεί (εστιάζοντας έστω και μόνο στην αιτιοκρατική-ντετερμινιστική πλευρά της) να επανενεργοποιήσει τη σκέψη του Μαρξ κι έτσι μάς καλεί να τη θυμηθούμε και ν’ αναμετρηθούμε γι’ άλλη μια φορά μαζί της. Δεύτερον, η έμφαση που θέλει να δώσει στον κομμουνισμό σαν ένα υπαρκτό ήδη από σήμερα κίνημα, σύμφωνα με τη ρήση του Μαρξ: «Εμείς ονομάζουμε κομμουνισμό την πραγματική κίνηση που καταργεί την τωρινή κατάσταση. Οι όροι αυτής της κίνησης προκύπτουν από τις προϋποθέσεις που υπάρχουν σήμερα» (Η Γερμανική ιδεολογία)[1].

Έχοντας ζήσει την παρακμή που ακολούθησε το «Μάη του ’68», την ατέρμονη όσο και ανούσια πολιτικολογία και τη διάσπαση εκείνου του κινήματος σ’ ένα σωρό ετικέτες και πόζες χωρίς σοβαρό περιεχόμενο, ο Ντωβέ επιχειρεί –απολύτως δικιολογημένα ώς εδώ– να εστιάσει στο περιεχόμενο του κομμουνισμού:

«Η οργανωτική μορφή της κομμουνιστικής επανάστασης, όπως κάθε άλλου κοινωνικού κινήματος, εξαρτάται από το περιεχόμενό της» (σελ. 48, η έμφαση του Ντωβέ).

«Ο Μαρξ εστιάζει στο περιεχόμενο του κινήματος. Ο Λένιν και η υπεραριστερά εστίασαν στις μορφές του» (σελ. 81, η υπογράμμιση του Ντ.).

Ταυτόχρονα όμως απορρίπτει σαν «υποκειμενιστικό» το στοχασμό πάνω στις όποιες οργανωτικές, θεσμικές, πολιτικές, κ.ά. μορφές του κομμουνισμού, καθώς πιστεύει πως αυτές θα προκύψουν αναγκαστικά κι αναπόφευκτα, «αυθόρμητα», από το περιεχόμενό του, το οποίο με τη σειρά του προκύπτει από τις αντιφάσεις της ίδιας της καπιταλιστικής ανάπτυξης:

«Η καπιταλιστική κοινωνία από μόνη της γεννάει ένα κομμουνιστικό κόμμα, που δεν είναι τίποτε άλλο από την οργάνωση του αντικειμενικού κινήματος» (σελ. 65, η έμφαση του Ντ.).

«Το κομμουνιστικό κίνημα δεν είναι απολίτικο, είναι ενάντια στην πολιτική» (σελ. 49, η έμφαση του Ντ.).

Ο Ντωβέ δεν θεωρεί πως η απόπειρά του να εστιάσει αποκλειστικά στο περιεχόμενο του κομμουνισμού, προέκυψε μέσα από κάποιες παροδικές ιστορικές συνθήκες, δηλαδή από την παρακμή του κινήματος του ’68 και την «υποκειμενιστική» παρεκτροπή που την ακολούθησε. Δεν βλέπει πως η έμφαση στον «αντικειμενισμό» και η κάθετη ρήξη με τον «υποκειμενισμό» εξυπηρετούσε μια πρόσκαιρη αντίθεση με ημερομηνία λήξης και ότι, εάν αναχθεί σε απόλυτη αλήθεια και σε απόλυτη αντίθεση, επανεισάγει και συντηρεί αλώβητη την αδιέξοδη αντίθεση αντικειμενισμού-υποκειμενισμού. Αντίθετα, υποστηρίζει ότι αποκλειστικά και μόνο μ’ αυτό τον «αντικειμενιστικό» τρόπο μπορεί να συλληφθεί έγκυρα ο κομμουνισμός γενικά, τόσο ως υπαρκτό κίνημα όσο και ως μέλλον.

Βέβαια και ο Μαρξ έδωσε έμφαση στο «περιεχόμενο». Για παράδειγμα, σ’ ένα από τα πιο πολιτικά κείμενά του, μιλώντας  για την κοινωνική επανάσταση του 19ου αιώνα έλεγε πολύ χαρακτηριστικά πως «παλιότερα η φράση ξεπερνούσε το περιεχόμενο∙ σήμερα το περιεχόμενο ξεπερνά την φράση» (Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη). Προς το τέλος της ζωής του, με αφορμή το συνέδριο του γερμανικού Εργατικού κόμματος στην Γκότα, έγραφε στον Μπράκε: «Κάθε βήμα του πραγματικού κινήματος είναι πιο σπουδαίο από μια δωδεκάδα προγράμματα» (Κριτική του προγράμματος της Γκότα, 1875). Αλλά και πέρα από αυτό, σε γενικές γραμμές θεωρούσε πως, σε ολόκληρη την ανθρώπινη ιστορία,

«οι νομικές σχέσεις και οι μορφές του Κράτους δεν μπορούν να εξηγηθούν από αυτές τις ίδιες, ούτε από την υποτιθέμενη γενική εξέλιξη του ανθρώπινου πνεύματος, αλλά ριζώνουν μάλλον μέσα στις υλικές συνθήκες της ζωής (…)∙ και γι’ αυτό πρέπει ν’ αναζητήσουμε στην πολιτική οικονομία την ανατομία της κοινωνίας των πολιτών (Πρόλογος στην Κριτική της πολιτικής οικονομίας).

Θεωρούσε επίσης, πως ακόμα και οι παραγωγικές σχέσεις, παρ’ όλο που στο «σύνολό τους σχηματίζουν την οικονομική δομή της κοινωνίας, το πραγματικό θεμέλιο πάνω στο οποίο υψώνεται ένα νομικό και πολιτικό εποικοδόμημα, στο οποίο αντιστοιχούν καθορισμένες μορφές της κοινωνικής συνείδησης» (στο ίδιο), καθορίζονται κι αυτές από ένα άλλου είδους «περιεχόμενο»: «Αυτές οι σχέσεις παραγωγής αντιστοιχούν σ’ ένα δεδομένο βαθμό ανάπτυξης των  υλικών παραγωγικών τους δυνάμεων» (στο ίδιο).

Όμως ο Μαρξ δεν οδηγήθηκε ποτέ σε μια υποτίμηση του ζητήματος των  μορφών, ούτε σε μια καθολική εναντίωση στην πολιτική! O υπότιτλος της Νέας Εφημερίδας του Ρήνου, που διεύθυνε το ταραγμένο 1848, ήταν «όργανο της δημοκρατίας» και για δεκαετίες πρόβαλε το αίτημα μιας  πανευρωπαϊκής δημοκρατικής εξωτερικής πολιτικής, θεωρώντας την τσαρική Ρωσία σαν το μεγαλύτερο εχθρό για τη επανάσταση στην Ευρώπη[2]. Μίλησε για κομμουνιστικό κόμμα και έγραψε το «μανιφέστο» του, στο οποίο επέστρεφε διαρκώς έως το τέλος της ζωής του. Η θεωρητική αντιπαράθεσή του με τον Προυντών στρεφόταν εναντίον της «απολίτικης» ή «αντιπολιτικής» θεωρίας του Γάλλου σοσιαλιστή.

Πάνω στην ίδια βάση, στο πιο πρακτικό πλαίσιο της Α΄ Διεθνούς πολέμησε με οξύτητα τούς προυντωνιστές επειδή υποτιμούσαν πλήρως την πολιτική διάσταση του προλεταριακού αγώνα και, όπως στο Μανιφέστο του κομμουνιστικού κόμματος το 1847-48, έτσι και στην Ιδρυτική διακήρυξη της Α΄ Διεθνούς, το 1864, θεωρούσε αναγκαία την «κατάληψη της πολιτικής εξουσίας από το προλεταριάτο». Αλλά ακόμα και όταν η εμπειρία της Παρισινής Κομμούνας τον έσπρωξε σε πιο «αντικρατικές» πολιτικές θέσεις, κάνοντάς τον να υποστηρίξει την «καταστροφή της σημερινής μηχανής του αστικού Κράτους», και τότε ακόμα δεν δίστασε να χαρακτηρίσει την Κομμούνα σαν την «πολιτική μορφή, που επιτέλους βρέθηκε, της δικτατορίας του προλεταριάτου» (Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία, 1872, η υπογράμμιση του Μαρξ). Σ’ αυτή μάλιστα την ανάλυσή του της Κομμούνας φρόντισε με μεγάλη επιμέλεια να εντοπίσει και να προβάλλει τις οργανωτικές μορφές της, ακόμα και παραχαράσσοντας υπέρ του συγκεντρωτισμού την αληθινή φύση των  μορφών οργάνωσης της Κομμούνας.

Η υποτίμηση του ζητήματος των μορφών οδηγεί επιπλέον τον Ντωβέ να ορίζει τον κομμουνισμό σαν το κοινωνικό κίνημα που αρνείται πλήρως την «αξία» (όρο με τον οποίον, ακολουθώντας τον Μαρξ, εννοεί την «ανταλλακτική αξία»). Την ίδια όμως στιγμή συνταυτίζει πλήρως την «αξία» με την ανταλλαγή. Το περιεχόμενο του κομμουνισμού, τόσο σαν πραγματικό κίνημα όσο και σαν μελλοντική κοινωνία, το εντοπίζει σε πρακτικές άρνησης της ανταλλαγής: