§ 467. Κάθομαι μ’ έναν φιλόσοφο στον
κήπο· λέει ξανά και ξανά «Γνωρίζω ότι αυτό είναι ένα δέντρο», δείχνοντας ένα
δέντρο κοντά μας. Έρχεται ένας τρίτος και το ακούει, κι εγώ του λέω: «Δεν είναι
τρελός ο άνθρωπος: απλά φιλοσοφούμε».
§ 340. Γνωρίζουμε, με
την ίδια βεβαιότητα με την οποία πιστεύουμε οποιαδήποτε μαθηματική
πρόταση, πώς προφέρονται τα γράμματα Α και Β, πώς ονομάζεται το χρώμα του ανθρώπινου
αίματος, ότι οι άλλοι άνθρωποι έχουν αίμα και ότι το λένε «αίμα».
§ 341. Δηλαδή, οι ερωτήσεις
που εγείρουμε και οι αμφιβολίες μας εξαρτώνται από το γεγονός ότι
ορισμένες προτάσεις εξαιρούνται από την αμφιβολία, είναι σαν να λέμε οι
μεντεσέδες γύρω από τους οποίους εκείνες περιστρέφονται.
§ 342. Δηλαδή, ανήκει
στη λογική των επιστημονικών μας ερευνών ότι ορισμένα πράγματα στην πράξη δεν
αμφισβητούνται.
§ 343. Δεν ισχύει όμως ότι
απλά και μόνο δεν μπορούμε να ερευνήσουμε τα πάντα, και ότι για το λόγο
αυτό είμαστε υποχρεωμένοι να ικανοποιηθούμε με παραδοχές. Εάν θέλω η πόρτα να
γυρνάει, οι μεντεσέδες πρέπει να μένουν σταθεροί.
§
115. Όποιος θα ’θελε να αμφιβάλλει για τα πάντα, δεν θα
κατάφερνε να αμφιβάλλει για τίποτα. Το ίδιο το παιχνίδι της αμφιβολίας ήδη προϋποθέτει
τη βεβαιότητα.
§ 114. Όποιος δεν είναι
σίγουρος για κανένα γεγονός, τότε δεν μπορεί να είναι σίγουρος ούτε για το
νόημα των λέξεών του.
§ 369. Εάν ήθελα να
αμφισβητήσω ότι τούτο εδώ είναι το χέρι μου, πώς θα μπορούσα να μην έχω
αμφιβολίες για το αν η λέξη «χέρι» έχει καν νόημα;
§ 121. Μπορεί άραγε να
πει κανείς: «Όπου δεν υπάρχει αμφιβολία δεν υπάρχει ούτε γνώση»;
§ 122. Δεν χρειάζεται
κανείς λόγους για να αμφιβάλλει;
Λ. Βίττγκενσταϊν, Περί βεβαιότητος
Εισαγωγή – μετάφραση: Μίλτος Θεοδοσίου
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου