Σελίδες

24 Ιουνίου 2013

'Ηρθε, μ' ένα πολύχρωμο παλτό...



Ένα αβάσταχτα πικρό σχόλιο, από τους Stranglers. Τον Ιούλιο του 78 στο Λονδίνο. Καμιά δεκαριά μήνες μετά το πολυσυζητημένο κλείσιμο της συναυλίας τους στο πάρκο του Battersea, η χυδαιότητα του αυταρχισμού που εκτίθεται εδώ από τους καλλιτέχνες, ανέρχεται και επίσημα στην εξουσία ξεκινώντας ένα κεφάλαιο στην ιστορία. Η παγκοσμιοποίηση ανοίγει τα φτερά της και ακονίζει τα νύχια της για να κάνει τον κόσμο (ταμειακή) μηχανή. Το προμήνυμα του κινδύνου όμως, και πάλι έχει καταγραφεί. Μπράβο στους Stranglers!

We came acoss the West Sea
We didn't have much idea
Of the kind of climate waiting
We used our hands for guidance
Like the children of a preacher
Like a dry tree seeking water
Or a daughter
Nice 'n' sleazy
Nice 'n' sleazy does it
Does it every time.

An angel came from outside
Had no halo
Had no father
With a coat of many colours
He spoke of brothers many
Wine and women
Song aplenty
He began to write a chapter
In history
Nice 'n' sleazy
Nice 'n' sleazy does it
Does it every time.

17 Ιουνίου 2013

11 Ιουνίου 2013

[φρμκ] Ολοκαίνουριο περιοδικό για τη διερεύνηση του ποιητικού φαινομένου. ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ!


Ρ
Μ Κ]

Εξαμηνιαίο περιοδικό για τη διερεύνηση του ποιητικού φαινομένου
frmk.gr

e.mail:frmkpoetry@gmail.com


Το νέο περιοδικό ποίησης, θεωρίας και εικαστικών [φρμκ], εκδίδεται δύο φορές τον χρόνο από συντακτική ομάδα ποιητών και εικαστικών.
Τη διεύθυνση έχει αναλάβει η Κατερίνα Ηλιοπούλου. Τη συντακτική ομάδα αποτελούν οι Βασίλης Αμανατίδης, Ορφέας Απέργης, Φοίβη Γιαννίση, Ελένη Γκίνη, Ελένη Ηλιοπούλου, Παναγιώτης Ιωαννίδης, Δήμητρα Κωτούλα, Γιάννα Μπούκοβα, Σταμάτης Πολενάκης, Θοδωρής Χιώτης. O Γιάννης Ισιδώρου είναι υπεύθυνος για την καλλιτεχνική διεύθυνση. 

  Το Φάρμακο, γιατρειά και δηλητήριο του λόγου και των εικόνων, συντίθεται πάνω στη βάση ενός διαλόγου μεταξύ ποιητών, θεωρητικών και εικαστικών, ο οποίος είναι ενεργός με ποικίλους τρόπους, ιδιωτικούς ή δημόσιους, επί σειρά ετών. Πρόκειται για ένα εγχείρημα που συγκροτείται από ένα ανοιχτό και ανανεούμενο δίκτυο. Το δίκτυο δεν είναι μία συγκρότηση τα μέλη της οποίας υπακούν σε έναν κοινό κώδικα, είναι όμως ένα είδος συλλογικότητας που αρθρώνει με την ίδια την ύπαρξή του έναν πολιτικό λόγο. Η ανάγκη συγκρότησης του δικτύου επιβεβαιώνει την πεποίθηση ότι τα έργα και οι σκέψεις που τα γεννούν δεν είναι προϊόν ατόμων απομονωμένων, αλλά μάλλον αποτέλεσμα κοινωνικών διεργασιών και κυκλοφορίας πολλών και συχνά αντικρουόμενων αντιλήψεων.
  
 Αυτές τις αντιλήψεις, τις εντάσεις και τις πρακτικές που απορρέουν, θέλει να ανιχνεύσει το ΦΡΜΚ, στη σύγχρονη ποιητική και εικαστική παραγωγή στην Ελλάδα, παρουσιάζοντας έργα αιχμής, χωρίς τη φιλοδοξία του χαρτογράφου, αλλά με την ανάγκη του πεζοπόρου που χρειάζεται έδαφος για να προχωρήσει. Ο θεωρητικός λόγος, εγχώριος και διεθνής, και οι μεταφράσεις καθιερωμένων αλλά και άγνωστων ή αποσιωπημένων ποιητών από πολλές γλώσσες συμβάλλουν στη διάνοιξη αυτού του πεδίου.
  
  Θεωρώντας την τέχνη ως ενιαίο πεδίο, το ΦΡΜΚ περιλαμβάνει ένα τμήμα αμιγώς εικαστικό, που  θα λειτουργεί σαν μια αυτόνομη έντυπη έκθεση. Το περιοδικό θα δημοσιεύει επίσης κείμενα που διερευνούν τη σχέση του λόγου με την εικόνα, την καλλιτεχνική πρόθεση, και τους όρους της ποιητικής στις ποικίλες και πολύτροπες εκφάνσεις της σύγχρονης καλλιτεχνικής έκφρασης και δραστηριότητας που διαμορφώνει τη φυσιογνωμία του καιρού μας.

  Στο πρώτο τεύχος, αδημοσίευτη δουλειά τους παρουσιάζουν οι ποιητές Δημήτρης Άλλος, Βασίλης Αμανατίδης, Φοίβη Γιαννίση, Παναγιώτης Ιωαννίδης, Πατρίτσια Κολαΐτη, καθώς και οι εικαστικοί Νάντια Καλαρά και Μαρία Ζερβού.

   Στα “εξ σαλόνια” παρουσιάζεται η δουλειά των σύγχρονων εικαστικών, Γιώργου Κακανάκη, Κωστή Βελώνη, Βασιλείας Στυλιανίδου, Campus Novel, Γιάννη Γρηγοριάδη, Γεωργίας Κοτρέτσος, σε έναν συνειρμικό συσχετισμό με τον άμεσα προγονικό τους μοντερνισμό.

   Παρουσιάζονται μεταφράσεις ποιημάτων των Αντόνιο Γκαμονέδα (Ισπανία), της Αλεχάντρα Πισαρνίκ (Αργεντινή), του Ντιμίτρι Πρίγκοφ (Ρωσία), του Νίκολα Ματζίροφ (ΠΓΔΜ), του Πωλ Μολντούν (Ιρλανδία), το ποιητικό δοκίμιο της Φάννυ Χάου (ΗΠΑ), καθώς και θεωρητικά κείμενα της Μάρτζορι Πέρλοφ και του Φρανκ Κέρμοντ. Ο Θοδωρής Χιώτης γράφει για τη σχέση λογοτεχνίας και τεχνολογίας ενώ η Μαρία Τοπάλη για την προφορικότητα σε καιρό κρίσης. Κριτικά κείμενα για βιβλία ποίησης γράφουν οι: Τατιανή Ραπατζίκου, Κατερίνα Ηλιοπούλου, Γιώργος Χαντζής, Γιάννα Μπόυκοβα, Παναγιώτης Ιωαννίδης. Τέλος συνεντεύξεις για την ποίησή τους δίνουν ο Γιάννης Στίγκας και ο Σταμάτης Πολενάκης.

από σήμερα
στα βιβλιοπωλεία

Κεντρική διάθεση:
Βιβλιοπωλείο Αλφειός
Χαριλάου Τρικούπη 22  Αθήνα
τηλ. 210-3623092


07 Ιουνίου 2013

Γιατί δεν εξεγείρονται;


Στη συνηθισμένη πλέον ερώτηση: «Γιατί, παρά τις τρομερές πιέσεις και την αυξανόμενη εξαθλίωση, οι άνθρωποι σήμερα δεν εξεγείρονται;», η απάντησή μας είναι: Λάθος! Οι άνθρωποι σήμερα εξακολουθούν να εξεγείρονται! Μπορεί ακόμα και να σπάνε μαζικά και να καίνε δρόμους και συνοικίες για μέρες ολόκληρες. Εκείνο που δεν κάνουν, είναι το άλμα από την εξέγερση στην επανάσταση.  

Οι άνθρωποι σήμερα −το λέμε χρόνια τώρα− μπορεί να εξεγείρονται, αλλά δεν επαναστατούν.


Υπάρχει βέβαια η άποψη που λέει, μικρό το κακό, διότι η εξέγερση προηγείται της επανάστασης και τελικά οδηγεί στην επανάσταση. Πάνω σε τούτη την άποψη μάλιστα, έχει στηριχτεί κι ένας ορισμένος «φετιχισμός της εξέγερσης», πολύ χαρακτηριστικός θα λέγαμε του πνεύματος της ύστερης νεωτερικότητας. Όμως η άποψη αυτή δεν αποτελεί απλώς μια «μηχανιστική μεταφορά» παλιότερων εμπειριών στο σήμερα, αλλά μια λάθος ανάγνωσή τους. Στην ουσία, δεν αντιλαμβάνεται την κρίσιμη διαφορά μεταξύ εξέγερσης και επανάστασης. Για να την πούμε με δυο λόγια: Η εξέγερση σηματοδοτεί μια απλή αντίδραση στις κυρίαρχες συνθήκες χωρίς να προσκομίζει νέες, διαφορετικές συνθήκες ζωής, ενώ η επανάσταση αποτελεί εκδήλωση νέων τρόπων ζωής που, καθώς εκδιπλώνονται, σαρώνουν τους κυριαρχούντες. Το πρώτο, λοιπόν, δεν οδηγεί οπωσδήποτε στο δεύτερο. Γι' αυτό το λόγο, η εξέγερση εξαντλείται σε διάσπαρτες και ξεκομμένες μεταξύ τους πράξεις, όσο θορυβώδεις ή εντυπωσιακές κι αν είναι, ενώ η επανάσταση έχει μια δύναμη που προσανατολίζει και έτσι ενοποιεί, έστω κι αν αυτό γίνεται σχεδόν αθόρυβα κάποιες φορές.

Η διαφορά της εξέγερσης από την επανάσταση

Η εξέγερση και  η επανάσταση σηματοδοτούν λοιπόν δυο διαφορετικά δέντρα με διαφορετικές ρίζες και όχι για το ίδιο δέντρο σε διαφορετικά στάδια ανάπτυξής του.

Λίγο αναλυτικότερα: Η εξέγερση απορρέει από μια θυμική αντίδραση, που ο κραδασμός της κυμαίνεται από την έντονη αγανάκτηση έως την λυσσαλέα οργή, και στην οποία ώς ένα βαθμό εμπλέκονται, συνοδευτικά, κάποιες πρόχειρες ιδέες σχετικά με την καταπίεση, την εκμετάλλευση, την εξουσία, κ.ο.κ., αλλά από την οποία λείπει το βασικό μετασχηματιστικό υλικό που είναι απαραίτητο για να υπάρξει επανάσταση. Αυτό το μετασχηματιστικό υλικό γεννιέται από την (διαφορετική από την εξέγερσης) ειδική ρίζα της επανάστασης. Κι η ρίζα αυτή είναι κατά πρώτιστο λόγο ανθρωπολογική.


Η επανάσταση ριζώνει στη σύλληψη ενός ανθρωπολογικού τύπου (δηλαδή μιας απάντησης στο κοινωνικά θεμελιακό ερώτημα, «τι είναι ανθρώπινο και τι απάνθρωπο;») ριζικά διαφορετικού από τον κυρίαρχο και θρέφεται από όλες τις εκδηλώσεις του −τα ζωντανά παραδείγματά του, θα λέγαμε− σε όλα τα πεδία της ζωής κάτω από τις κυρίαρχες συνθήκες ήδη. Έτσι η επανάσταση δεν έχει σαν μόνο καύσιμο το συνδυασμό καταπίεση+θυμική αντίδραση, όπως η εξέγερση, αλλά


  • αντλεί από ένα πολύ πλουσιότερο ψυχοδιανοητικά έδαφος,
  • θρέφεται από πολύ μεγαλύτερη ποικιλία πηγών, από γραμμές παραδόσεων έως ακολουθίες οραματισμών,
και κυρίως


  • έχει ως καύσιμο την ολοένα και ευκρινέστερη έλλογη διαύγαση (με τραγούδια και με Χάρτες, με ποίηση και με Συντάγματα, με εικόνες και με Παραμύθια, με το θέατρο και με αφηγήσεις…) της ανθρωπολογικής της βάσης.


Η μεταμορφωτική δύναμη του Λόγου

Σε τούτη, πράγματι, τη σχέση με το Λόγο (που δεν πρέπει να συνταυτίζουμε με τη στεγνή λογική) μπορούμε να εντοπίσουμε και να διαβάσουμε καθαρότερα τη ριζική διαφορά μεταξύ εξέγερσης και επανάστασης. Γιατί χαρακτηριστικό της εξέγερσης είναι η αφετηριακή δυσπιστία της και η ολοένα και πιο φτωχή σχέση της με το Λόγο καθώς προχωρεί, με αποτέλεσμα να εγκλωβίζεται μεταξύ αλαλίας και λεκτικών σημάτων −ενώ της επανάστασης η αφετηριακή εμπιστοσύνη και η ολοένα και πλουσιότερη σχέση της μαζί του.


Από αυτή τη διαφορά μπορούμε να συμπεράνουμε και κάτι ακόμα. Απ’ ό,τι φαίνεται να δείχνει η Ιστορία, οι μεγάλες, οι ριζικές κοινωνικές αλλαγές δεν πραγματοποιούνται παρά αφού προηγουμένως οι κοινωνίες πέσουν στο ανθρωπολογικό Μηδέν. Τούτη η πορεία προς το ανθρωπολογικό Μηδέν, δηλαδή προς τον εκμηδενισμό του κυρίαρχου ανθρωπολογικού τύπου, σημαδεύεται οπωσδήποτε από μια γενικευμένη ψυχική διάλυση, κατά την οποία τα υποκείμενα


  • αφήνονται ολοένα και περισσότερο έρμαια των ιδιωτικών-μιμητικών επιθυμιών τους∙
  • χάνουν ολοένα και ευκολότερα το θάρρος τους, τη μεγαλοψυχία και τη γενναιοψυχία τους, και ξεπέφτουν είτε στην καθαρή δειλία (εξού και η αυξανόμενη εμπιστοσύνη σε «μάγκες» που «θα καθαρίσουν την κατάσταση»), είτε σε μια αυτοκτονική ή τυφλή βιαιότητα∙
και τέλος


  • είτε δυσπιστούν ολοένα και πιο πολύ προς το Λόγο (συγχέοντας π.χ. τον παρορμητισμό με τη γνησιότητα και αγανακτώντας με κάθε «δεύτερη σκέψη»), είτε εμπιστεύονται μόνο τις πτωχευμένες εκείνες εκφράσεις του που τους παρουσιάζονται, παρηγορητικά και ως αναπλήρωση της παραφροσύνης τους, με τη μορφή λεκτικών σημάτων και τεχνικών οδηγιών (εξού η άνθιση διαφόρων θρησκο|αθρησκο|πνευματικών τεχνικών, «γνωστικιστικής» συνήθως προέλευσης, όπως και η ανάθεση στην επιστήμη του ρόλου που κατείχε κάποτε η μαγεία, κ.λπ.).

Έτσι, δεδομένης της σχέσης τους με το Λόγο, μπορούμε να πούμε ότι η εξέγερση διαφέρει από την επανάσταση και κατά το ότι η μεν πρώτη συνδέεται κυρίως με αυτή την πτωτική πορεία των κοινωνιών προς το ανθρωπολογικό Μηδέν, ενώ η δεύτερη με την έξοδό τους από αυτό. Ίσως εδώ μάλιστα, στο γεγονός ότι η πτώση στο Μηδέν προηγείται χρονικά της εξόδου από αυτό, να ριζώνει και η παρερμηνεία που προαναφέραμε, κατά την οποία «η εξέγερση και η επανάσταση είναι το ίδιο δέντρο σε διαφορετικά στάδια ανάπτυξης» και «η εξέγερση οδηγεί τελικά στην επανάσταση» −παρερμηνεία που ελπίζουμε να ξεκαθάρισε κάπως η παραπάνω ανάλυση της διαφορετικής φύσης και ρίζας τους.


Το ερώτημα λοιπόν, με το οποίο ξεκινήσαμε, έχει κιόλας μετασχηματιστεί. Το ζητούμενο δεν είναι το «γιατί οι άνθρωποι σήμερα δεν εξεγείρονται», αλλά γιατί δεν επαναστατούν. Έχοντας δώσει εδώ μερικά στοιχειώδη δεδομένα για μια απάντηση, με αυτό θ’ ασχοληθούμε κάπως διεξοδικότερα σε επόμενη ανάρτησή μας.