Σελίδες

31 Ιανουαρίου 2013

Ο Δεύτερος Θάνατος



Ο δεύτερος θάνατος

Homo erectus ἀπόμακρη ἀφετηρία τῆς Ἰλιάδας
δὲν ἤτανε καλύτερα νὰ ῥεμβάσεις μὲ τὰ τέσσερα;
Δὲ σοῦ ῾φτανε τὸ ἀηδόνι νὰ ἐκκλησιάζεται
στοὺς ἀφροδίσιους κλάδους τῶν δέντρων;
Τί διάολο τὴν ἤθελες τὴν ἔκλυτη ωδὴ τοῦ ποιητῆ
στὰ σωθικά του τὰ πικρὰ τὰ αἱματοτσακισμένα;
Τώρα τὴ χάνεις δυὸ φορὲς τὴν ὀμορφιὰ
σ᾿ ἕνα φριχτὸ ξερίζωμα οὐρλιάζοντας ζωὴ καὶ τέχνη
Ἂχ μάνα μου τί κατρακύλισμα στὸ μεγαλεῖο...
Θά ῾τανε ἡ ἄγρια στύση στοχάζομαι
ποὺ σοῦ ῾δωσε ὦ homo erectus τὴν αἴσθηση
νὰ σηκωθεῖς ὁλόρθιος σ᾿ αὐτὸ τὸν κόσμο.


**


Τρόποι και τόποι απαγγελίας. Εδώ από τον Βαγγέλη Αρτέμη,  σε ένα ποίημα του Νίκου Καρούζου. Το 2007, στο Εθνικό Μουσείο. Ενώ το ευνοϊκό επενδυτικό περιβάλλον παραμένει αμόλυντο...




28 Ιανουαρίου 2013

Μια μεγάλη δίψα


Αντάρτης κατά τον εμφύλιο πόλεμο στην ΠελοπόννησοΤο βιβλίο με τίτλο Αντάρτης κατά τον εμφύλιο πόλεμο στην Πελοπόννησο του Θανάση Σβώλου το διάβασα και έμεινα άναυδος. Από τα βιβλία που αφορούν όχι τόσο τα γεγονότα του αγγλοελληνικού πολέμου καθεαυτά αλλά την ατομική μνήμη το σθένος και το εύρος της. Ο Θανάσης Σβώλος  δεν ήταν διοικητής μεραρχίας ούτε στρατηγός ούτε ταξίαρχος ούτε λοχίας. Δεν ήταν τίποτα! Αυτός που δεν ήταν τίποτα μπορεί να ανασυνθέτει και να σηκώνει όρθιο αυτό που ο μηχανισμός της λήθης συνθλίβει στον μύλο της Ιστορίας. Αυτός είναι που καταδέχεται τον τόπο της μνήμης του. Παρουσιάζεται και ξαναπερπατάει το ίδιο μονοπάτι. Επαληθεύει, "για να είναι ακριβής", τα στοιχεία που τον έχουν κατοικήσει για μισό αιώνα. Με το ανάλογο θάρρος.

[...] Βρέθηκα ημέρα μεσημέρι, στο χωριό Γραικού. Κατακαλόκαιρο του 1948. Εκεί συνάντησα στο πέρασμά μου τον μόνιμο κάτοικο του χωριού, Θανάση Χάσουλα. Είχε τρύγησει τα μελίσσια του και στην αυλή του σπιτιού του είχε στήσει το εργαστήρι του. Διαχώριζε το μέλι από το κερί. Με είδε όπως πέρναγα και με φώναξε να μπω στην αυλή του και να φάω μέλι. Νέος τότε εγώ μπήκα και έφαγα αρκετό. Και αφού τον ευχαρίστησα έφυγα για το χωριό Πέτρινα. Με την μεγάλη ζέστη. Ακολούθησα το δρόμο μέσα στις μεγάλες και αραιές βελανιδιές. Περπατώντας με έπιασε δίψα. Μια μεγάλη δίψα. Μέχρι που , προοδευτικά, πίστεψα πως θα πεθάνω. Στέγνωσε το σάλιο μου. Άρχισα να χάνω τις αισθήσεις μου. Με μεγάλη προσπάθεια κατάφερα να φτάσω στο πρώτο σπίτι του χωριού Πέτρινα. Εκεί που μια γιαγιά μου έδωσε μια μεγάλη κανάτα με νερό. Το ήπια και σώθηκα.
[...] Περάσαμε και περπατήσαμε μέσα στα έλατα. Ανεβαίναμε μια μεγάλη ανηφόρα, κουρασμένοι, διψασμένοι, πεινασμένοι και αμίλητοι, όταν αντικρίσαμε ένα μεγάλο σμήνος από μαύρα κοράκια, τα οποία έκαναν γύρους πάνω από τα κεφάλια μας. Πάνω από τα πυκνά και ψηλά έλατα. Με τα πρώτα κρα...κρα.... που ακούσαμε, "τα κεφάλια σας να φάτε" αναφ΄'ωνησε ο Βλασταράς από δίπλα μου. Ο Βλασταράς από το χωριό Αθήναιο (Αλίκα) της Ασέας.

Αντάρτης κατα τον εμφύλιο πόλεμο στην Πελοπόννησο του Θανάση Σβώλου
Εκδόσεις Αλφειός.

26 Ιανουαρίου 2013

Κρίση, Σθένος και Ισχύς | Κρίση 19

  Σε συνέχεια των προβληματισμών που κατατέθηκαν εδώ και εδώ, η σημερινή ανάρτηση έρχεται να φωτίσει, καλύτερα ελπίζουμε, το τοπίο από τη δική μας πλευρά. 

Είναι ξεκάθαρο ότι η κρίση αποτελεί συνάμα μια στιγμή απώλειας Ισχύος όσο σε επίπεδο κοινωνίας όσο και σε ατομικό επίπεδο. Καταρρέουν δεδομένες κοινωνικές δομές και κοινωνικά status με τα οποία ζούσαμε μέχρι τώρα. Κι αυτό γίνεται αισθητό τόσο μέσα από τα αισθήματα αδυναμίας και κατάθλιψης που τείνουν να στερεωθούν, όσο και μέσα από την οξεία συναίσθηση της αναξιοπιστίας των «δεδομένων» απαντήσεων και της απουσίας «γνωστών» λύσεων. 

Επομένως, η στιγμή που ζούμε είναι μια στιγμή «ανοικτή» στην ανάδειξη και την καλλιέργεια του Σθένους, και πάλι σε κοινωνικό και ατομικό επίπεδο. Πάνω σε αυτό το έδαφος θα ανθίσουν οι προσπάθειες υπέρβασης, που ήδη δοκιμάζονται εδώ κι εκεί. Αλλιώς, δεν γίνεται. Ό,τι μας βοηθάει να το συνειδητοποιήσουμε, λοιπόν, να το φιλοξενήσουμε εντός μας και να χαρτογραφήσουμε την πολυδαίδαλη χώρα του, είναι πολύτιμο.

Με την ευκαιρία, δείτε και αυτό εδώ. -
Σημ. H.S
 
*

«Ισχύς είναι το συναίσθημα που διαρκεί όσο διάστημα διατηρούμε έναν ισχυρό ρόλο, ενώ Σθένος είναι το συναίσθημα το οποίο μας διακατέχει όταν, μετά την καθ’ οιονδήποτε τρόπο απώλεια της Ισχύος (Εξουσίας), δεν καταρρέουμε εν τούτοις συναισθηματικώς. (...)

Σθένος είναι αυτό που παραμένει όταν χαθεί η Ισχύς.(...)

Όσον αφορά στη διαδικασία του σχετίζεσθαι, αυτή καθίσταται περισσότερο ενδιαφέρουσα όταν περιλαμβάνει ευκαιρίες για επικοινωνία και σχέσεις διαφόρων συμβολικών επιπέδων (με ‘ενηλίκους’, ‘συνομηλίκους’ και ‘ανηλίκους’), παράγοντες οι οποίοι καθιστούν τη διαδικασία πιο ανάγλυφη, ζωηρόχρωμη και προπαντός σθεναροποιητική, καθώς παρέχονται ευκαιρίες για την απομυθοποίηση της Ισχύος (Εξουσίας, Power), διαφοροποιώντας την από το Σθένος (Strenght). […]

Μια άλλη σθεναροποιητική διαδικασία είναι η ικανότητα της διακρίσεως μεταξύ του καθοδηγείν (leading) και του συντονίζειν (co-ordinating), καθώς επίσης και μεταξύ της Θέσεως (ή βαθμού, status) και Ρόλου, και κατά συνέπειαν η δυνατότητα διακρίσεως μεταξύ των εννοιών του Αυταρχικού (Authoritarian) και του Αυθεντικού (Authoritative).

Το Σθένος δεν χρειάζεται να δημιουργήσει αισθήματα ενοχής με σκοπό να διατηρήσει μια σχέση. Όσον αφορά στην Ισχύ, αυτή μπορεί να ασκείται επίσης μέσω και της ανάληψης των ρόλων του αδυνάτου (ασθενής, σπουδαστής, ή απρόθυμος γενικά, κ.τλ.). Γενικώς η Ισχύς (Εξουσία) τρέφεται και διαιωνίζεται με τη δημιουργία ενοχών στους εξουσιαζομένους, αφού αυτού του είδους οι σχέσεις μπορούν να διατηρηθούν μέσω μιας διαρκούς ενοχοποιήσεως, η οποία καλλιεργείται εν ονόματι του ενδιαφέροντος και του αλτρουϊσμού.(...)



Προσωπείο-Persona-«Ρόλος» (Προσωποποίηση-Αλλοτρίωση)

Πρόσωπο

(Προσέγγιση Εαυτού, Ανάδειξη της Αυθεντικότητας)

Κοινοτικοί παράγοντες αποσκοπούντες στη διάκριση της Ισχύος από το Σθένος

Άτομο

Πρόσωπο ή Υποκείμενο

Ελευθερία εν Υπευθυνότητι

Πολίτης

Παλινδρόμηση

Πρόοδος, Προδρόμηση

Έκθεση σε κοινή θέα

Επίγνωση (Εναισθησία)

Εαυτοαποκάλυψη

Σχέση, Διϋποκειμενική εμπειρία

Θέαση και Παρουσία

Ενδιαφέρον

Αναγωγική (As if)

Αναλυτική προσέγγιση της σχέσης (Reductio)

Πραγματική αναδημιουρική προσέγγιση (μέσω σχέσεων)

Σχέσεις σε:

- ενήλικο επίπεδο

- συνομήλικο επίπεδο

- ανήλικο επίπεδο


Ιδεολογικοποίηση των μεταβιβαστικών στοιχείων

Ενοποίηση του Εαυτού

δι’ ενσωματώσεως της ομάδας και της κοινότητας

Εξοικείωση με το «άρχειν και άρχεσθαι»

Νοησιαρχική οικογενειακή αναθέσπιση

Φαντασιακή αναθέσπιση της οικογένειας καθώς και των μεταγενέστερων ομαδικών

Κοινοτική αναθέσπιση

Ατομική ουδετερότητα

Ιδεολογικοποίηση της Αδυναμίας και της Παντοδυναμίας

Προσωπική ετερότης

Αποφενακισμός της Αδυναμίας και της Παντοδυναμίας

Διάκριση μεταξύ:

Άρχειν-Συντονίζειν

Ιδιότητος-Ρόλου

Αυθεντικού-Απολυταρχικού

Ισχύς (Εξουσία)

Ιδεολογικοποίηση των ενοχών

Ιδεολογικοποίηση της λύπης

Σθένος

Απενοχοποίηση της ντροπής και της χαράς

Αποδοχή και επιδοκιμασία του Χιούμορ και της Ευστροφίας

Ρεαλιστική ανταποδοτική συμμετοχή σε πρακτικές δραστηριότητες περί «των αναγκαίων και των συμφερόντων» (Αριστοτέλους, Πολιτικά, Α1254a)
Καλλιέργεια του Φόβου

και των ενοχών

«Αποχή» (επιβολή δια του εκφοβισμού)


Ευσεβιστικές οργανώσεις

Ολοκληρωτικά κόμματα

Ψυχανάλυση

Αυθεντικός και αμοιβαίος σεβασμός

και καταπίεση παντός είδους καταπιεστικού υλικού

Συμμετοχή σε Εορτασμούς

Σημασιοδότηση-αξιοποίηση του Τελετουργικού

Κοινωνικός προσανατολισμός


(...) Έχει μεγάλη σημασία να υπογραμμίσουμε τη διαφορά μεταξύ των εννοιών ‘πρόσωπον’ (person) και ‘άτομο’ (individual), διότι το ‘άτομο’ εξυπονοεί μια οντότητα, η οποία δεν μπορεί να διαιρεθεί περαιτέρω και η οποία εμφανίζεται είτε ως προσωπείο είτε ως person. Με άλλα λόγια, κάποιες στιγμές αυτός ή αυτή θεωρείται ως άτομο και κάποιες άλλες υιοθετεί ένα προσωπείο (ρόλο), ή εμφανίζεται ως ένα πραγματικό person (π.χ. ο εαυτός του/της). […]

Οι εξουσίες, γενικώς, προτιμούν το προσωπείο ή ρόλο […] 

Η χρήση των διαφόρων ρόλων είναι βεβαίως ‘νόμιμη’ και αναγκαία όταν επιβάλλεται από τις περιστάσεις και δεν αποτελεί μόνιμη κατάσταση. Οι άνθρωποι δεν αλληλεπιδρούν και δεν επικοινωνούν ολοκληρωμένα με τους άλλους, σε ισότιμο δηλαδή επίπεδο, όταν είναι προσκολλημένοι σε έναν ρόλο και σε ενός είδους συμπεριφορά, παραμένοντας διαρκώς αμετάβλητοι.

Η έννοια του προσώπου προϋποθέτει την παρουσία των άλλων και εμπεριέχει μία πραγματική συνάντηση δυο ή περισσότερων ανθρώπων χωρίς σημασιολογικές ενοχοποιήσεις ή παραπλανητικούς υπαινιγμούς ρόλων. Το πρόσωπον χρησιμοποιεί κριτικούς, διανοητικούς και αφηρημένους τρόπους έκφρασης του εαυτού του, και ιδιαιτέρως διαίσθηση καθώς και συναισθηματική αλλά και αισθητηριακή έκφραση (...)».



Ι. Κ. Τσέγκος, Οι μεταμφιέσεις του ψυχοθεραπευτού (2002, εκδ. ΣΤΙΓΜΗ)



Σημ. H.S. Σε συνέχεια, ας πούμε, προβληματισμών που κατατέθηκαν εδώ κι εδώ, αυτή η ανάρτηση έρχεται να φωτίσει, καλύτερα ελπίζουμε, το τοπίο από τη δική μας πλευρά. 

Είναι ξεκάθαρο ότι η κρίση αποτελεί συνάμα μια στιγμή απώλειας Ισχύος όσο σε επίπεδο κοινωνίας όσο και σε ατομικό επίπεδο. Καταρρέουν δεδομένες κοινωνικές δομές και κοινωνικά status με τα οποία ζούσαμε μέχρι τώρα. Κι αυτό γίνεται αισθητό τόσο μέσα από τα αισθήματα αδυναμίας και κατάθλιψης που τείνουν να στερεωθούν, όσο και μέσα από την οξεία συναίσθηση της αναξιοπιστίας των «δεδομένων» απαντήσεων και της απουσίας «γνωστών» λύσεων. 

Επομένως, η στιγμή που ζούμε είναι μια στιγμή «ανοικτή» στην ανάδειξη και την καλλιέργεια του Σθένους, και πάλι σε κοινωνικό και ατομικό επίπεδο. Πάνω σε αυτό το έδαφος θα ανθίσουν οι προσπάθειες υπέρβασης, που ήδη δοκιμάζονται εδώ κι εκεί. Αλλιώς, δεν γίνεται. Ό,τι μας βοηθάει να το συνειδητοποιήσουμε, λοιπόν, να το φιλοξενήσουμε εντός μας και να χαρτογραφήσουμε την πολυδαίδαλη χώρα του, είναι πολύτιμο.

Με την ευκαιρία, δείτε και αυτό εδώ, προς γνώση κι επιμόρφωση...


25 Ιανουαρίου 2013

Ιστορικά déjà vu

 
23/01/2013
Κάποιες εξηγήσεις σχετικά με το έργο στην Δέσποινα Ζευκιλή (αναδημοσίευση από το αθηνόραμα)

--
Πώς η χρυσή εποχή της ανοικοδόμησης έβαλε τα θεμέλια για την καθημερινή δυστυχία στη μεταπολεμική Ελλάδα; Δύο από τα βασικά μέλη της ομάδας Salon De Vortex, ο Γιάννης Γρηγοριάδης και ο Γιάννης Ισιδώρου, μας μίλησαν με αφορμή την εγκατάσταση με τίτλο «Η διαλεκτική της ανοικοδόμησης» που παρουσιάζεται στην CheapArt από τις 24/1 ως τις 16/2. 

Πώς προέκυψε η έκθεση και ποια είναι η κεντρική ιδέα;

Είναι μέρος του ευρύτερου προβληματισμού και των σχετικών πειραματισμών μας που αφορούν στο αστικό φαινόμενο: τις εντάσεις και τις μεταμορφώσεις του, το πλαίσιο της ιδεολογίας του και την στρατηγική του συστήματός του. Κατά κάποιον τρόπο αποτελεί συμπλήρωμα και συνέχεια της προ δύο ετών δουλειάς μας με τίτλο «Μοφερισμός, μια πρώτη αποτίμηση» (Salon de Vortex, Ιανουάριος 2011)
Στην τωρινή μας έκθεση, το όραμα για την “ανοικοδόμηση” στην Ελλάδα της δεκαετίας του '50 , συναντά το σημερινό κεντροευρωπαϊκό αίτημα για "αναπτυξιακή πολιτική", δημιουργώντας έτσι ένα ενδιαφέρον ιστορικό deja vu.
Η έκθεση έχει την μορφή μιας σύνθετης εγκατάστασης. Με ετερόκλιτα υλικά και πολλαπλές τεχνικές  παρουσιάζονται μεταξύ άλλων,  αρχεία και ευρήματα από την  "χρυσή εποχή" του μεταπολεμικού αναπτυσσόμενου τόπου, ηχητικά ντοκουμέντα, ανησυχητικά βίντεο μιας λεπτομερούς εξέτασης του αθηναϊκού πλήθους, ακριβείς αποτυπώσεις των ιχνών μιας μεσοτοιχίας, οικογενειακά κειμήλια και πλήθος τεκμηρίων της διαλεκτικής της ανοικοδόμησης στον ελληνικό πολιτικό χώρο.  Η έκθεση περιλαμβάνει επίσης, μέσα από ερμηνείες και αναγωγές, κατασκευές και γλυπτά που σχολιάζουν την προπαγάνδα της ανοικοδόμησης μέσα από την αδρή υλικότητα και το βιομηχανικό αντικείμενο.
Με ποιον τρόπο δουλέψατε; Τι αποκομίσατε από την έρευνά σας σε σχέση με την ανοικοδόμηση στην Ελλάδα; Ήταν για σας μια διαδικασία «μάθησης»;
Εργαστήκαμε σαν καλλιτέχνες-ντετέκτιβ. Με επιτόπια έρευνα, εμπιστευτικά, με επιμονή και συνέπεια, αφήνοντας τα πάντα στην τύχη.
Αλληλοενημερωνόμαστε με αναφορές ακόμη και για τις λεπτομέρειες της καθημερινότητας, δεν βάζουμε κανέναν χρονικό περιορισμό στην έρευνα μας, ανταλλάσσουμε τα ευρήματα και το υλικό που προκύπτει, δουλεύουμε ανεξάρτητα και συνδυάζουμε τακτικά τα συμπεράσματά και τα αποτελέσματα των εργασιών μας. Η αφοσίωση, το χιούμορ, το παιχνίδι, η τυχαιότητα, είναι βασικές παραδοχές της διαδικασίας που ακολουθούμε.
Διαπιστώσαμε σε κάθε μας βήμα  ότι το πρόταγμα για την ανοικοδόμηση προφασιζόμενο ένα "δημόσιο συμφέρον" έγινε ένα πανίσχυρο ιδεολογικό όπλο και στήριξε την ιδιοτέλεια, δημιούργησε αποκλεισμούς, έπληξε ανεπανόρθωτα κάθε ικμάδα δημιουργικής δράσης υπέρ μιας τερατώδους κερδοσκοπίας. Με μια απολύτως κοινότοπη επαναλαμβανόμενη ρητορεία, ακροβατώντας σε μια εθνικιστικοθρησκευτική και οικονομικιστική ορολογία επί μισό και πλέον αιώνα βοήθησε στην περαιτέρω υποβάθμιση της εργασίας, και στον μετασχηματισμό της υστερικής απελπισίας που δημιούργησε η βιομηχανική επανάσταση, σε καθημερινή δυστυχία.
Η καλλιτεχνική διαδικασία είναι μια διαδικασία αυτογνωσίας. Η "χρήση" της πόλης, η τυχαία πρόσβαση και η παιγνιώδης εμπλοκή στους κώδικες, τα δίκτυα και τις δομές της, μας αποκαλύπτουν την πόλη ως ένα δυναμικό πεδίο μετασχηματισμών. Διευρύνοντας τον ορίζοντα της αντίληψής μας αυξάνουμε τις αντοχές μας και στεκόμαστε ψύχραιμα απέναντι στον ιλιγγιώδη γκρεμό του μηδενός, σε ένα περιβάλλον και  μια πόλη παραδομένη  στην αποξένωση, την αποτυχία, την θλίψη και την παρακμή.

Με ποιόν τρόπο διερευνώντας το παρελθόν με το συγκεκριμένο project μαθαίνουμε πράγματα για το σήμερα;
Θεωρούμε ως ενιαία χρονικά την μεταπολεμική περίοδο μέχρι και σήμερα αναγνωρίζοντας ιδιαιτερότητες και διαφοροποιήσεις. Η διερεύνηση του παρελθόντος εντείνει την απόλαυση του στοχασμού και των ενεργειών μας. Η ιστορία μας διδάσκει ότι τραγωδία και  φάρσα είναι σύμφυτες με την οργανωμένη ανθρώπινη δράση.

Τελευταία σε συγκεκριμένες διεθνείς εκθέσεις εκφράζεται ένα αίτημα για τη δυνατότητα της τέχνης να αποτελέσει εργαλείο πολιτικής εκπαίδευσης και ιστορικής αποσαφήνισης. Ποια είναι η δική σας γνώμη;
Πιστεύετε σε έναν καλώς εννοούμενο «διδακτισμό» του έργου τέχνης;

Ο "διαδακτισμός", όπως κι αν τον εννοήσουμε, η διαπαιδαγώγηση, η εκπαίδευση, οι προσπάθειες αποσαφήνισης της ιστορίας, είναι διαδικασίες χειραγώγησης και αξιώσεις εξουσίας που δεν σχετίζονται με την ζωντανή τέχνη καθεαυτή.
Δημιουργούμε υπέρ μιας τέχνης του νοήματος, μιας τέχνης υπερβατικής, δραστικής και παρούσας, που επιχειρεί να σταθεί πάνω και πέρα από τα ανταγωνιστικά πεδία της παραγωγής, των συναλλαγών, των ιδεολογικών τους πλαισίων και κάθε διακηρυγμένης βεβαιότητας.

Δέσποινα Ζευκιλή 

23 Ιανουαρίου 2013

Η διαλεκτική της Ανοικοδόμησης



Πέμπτη 24.01.2013
20:00
Salon de Vortex @cheapArt,
Θεμιστοκλέους και Α.Μεταξα 25,
Αθήνα-Εξάρχεια

Ο Γιάννης Γρηγοριάδης και ο Γιάννης-izi-Ισιδώρου,  στο χώρο του cheapArt στα Εξάρχεια, παρουσιάζουν την εγκατάσταση τους με τίτλο «Η διαλεκτική της ανοικοδόμησης».
Μια απόπειρα να στοχαστούμε ιστορικά το παρόν  σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται κατά βάση από την λήθη του Iστορικού.

Το νέο αυτό σχέδιο αφού επισημαίνει την προβληματική και τον ειδοποιό χαρακτήρα του  ελληνικού μικροαστισμού, προχωρά στην εποπτεία της ανοικοδομητικής ιδέας ως τον κεντρικό άξονα γύρω από τον οποίο αναπτύχθηκαν  οι μέθοδοι και οι πρακτικές  του πλουτισμού, του καταναλωτισμού, της ραγδαίας εξάπλωσης του κιτς και της τελικής πολιτισμικής ομογενοποίησης.



Η εγκατάσταση «Η διαλεκτική της ανοικοδόμησης» προσδιορίζει τις κατευθύνσεις ενός ευρύτερου ερευνητικού εγχειρήματος υπό τον τίτλο 

Urbanism for Dummies

15 Ιανουαρίου 2013

Μαζική κατάρρευση των αστικών αρετών






Στα μέσα του 1942 ολόκληρη την Γκεστάπο στην Γαλλία την αποτελούσαν λιγότεροι από τρεις χιλιάδες άντρες. Περίπου τα τρία τέταρτα των Εβραίων συνελήφθησαν από απλούς γάλλους αστυφύλακες. Παρ' όλα αυτά οι περισσότεροι από αυτούς τους αστυνομικούς και τους δημοσίους υπαλλήλους δεν ήταν ναζί, και σε καμία περίπτωση αντισημίτες. Δεν είναι τυχαίο ότι στην έρευνά τους για την ευρωπαϊκή αντίσταση ο Ανταμ Λεμπόρ και ο Ρότζερ Μπόϊζ μιλούν για μια "μαζική κατάρρευση της ηθικής και των αστικών αρετών".

Το πρόβλημα δεν ήταν μόνο η μαζική δολοφονία καθεαυτή, ήταν επίσης , όπως το διατυπώνει ο Ντάνιελ Γκόλντχεϊγκεν "ο αβίαστος τρόπος, ο απίστευτα αβίαστος τρόπος" με τον οποίο γίνονταν οι συλλήψεις, η ακρίβεια των δρομολογίων των τρένων, η αποτελεσματικότητα με την οποία διεκπεραιώνονταν οι εκτελέσεις, το ασύλληπτο του αριθμού των θυμάτων -όχι δεκάδες ή εκατοντάδες, αλλά εκατομμύρια.

Το Ολοκαύτωμα ήταν πέρα από όλα τα άλλα, ένας γραφειοκρατικός εκτραχηλισμός στον οποίο συμμετείχαν αβίαστα εκατοντάδες χιλιάδες Ευρωπαίοι, μόνο και μόνο επειδή έβαζαν την τάξη και την ομαλή λειτουργία του γραφείου τους, της υπηρεσίας τους, της στρατιωτικής μονάδας ή του τμήματος της επιχείρησής τους πάνω από την ατομική τους συνείδηση.

Στον Observer της 9ης Απριλίου του 1944 ο Σεμπάστιαν Χάφνερ δημοσίευσε ένα διαυγές και σχεδόν προφητικό πορτρέτο του Αλμπερτ Σπέερ. Κατα τον Χάφνερ ο Σπέερ ήταν "η προσωποποίηση της επανάσταση των μάνατζερ"· όχι φανταχτερός σαν τους εθνικιστές ναζί, αλλά έξυπνος, γαλαντόμος, αδιάφθορος. Ήταν το πρότυπο των ανδρών που γίνονταν όλο και πιο σημαντικό σε αυτόν τον πόλεμο: "ο καθαρός τεχνοκράτης, ο αταξικός, ευφυής τύπος  χωρίς παρελθόν, που δεν γνωρίζει άλλο στόχο από το να κάνει καριέρα". Αυτή ακριβώς η ελαφρότητα, η απουσία σκέψης, είχε ως αποτέλεσμα όλοι οι νεαροί άντρες του είδους του να συνεχίσουν να υπηρετούν μέχρις εσχάτων " τον τρομακτικό μηχανισμό της εποχής μας".

Κατά μια έννοια το Ολοκαύτωμα μπορεί να θεωρηθεί έκφραση ενός σχεδόν θρησκευτικού φανατισμού, και ταυτόχρονα έκφραση εθελοτυφλίας, ένας θεμελιώδης, συλλογικός ηθικός εκτροχιασμός. Αυτή η εξήγηση δεν είναι πολύ δημοφιλής. Γιατί είναι η πιο ανησυχητική από όλες τις υπόλοιπες που επιμένουν στο αντισημιτισμό και την μοχθηρία των κορυφαίων γερμανών ναζί. Αυτό σημαίνει ότι ένας παρόμοιος μαζικός διωγμός, με τις σημερινές τεχνολογίες, γραφειοκρατίες, τα σημερινά συστήματα καταστολής και χειραγώγησης μπορεί να ξανασυμβεί σε ένα άλλο μέρος εναντίων μιας άλλης ομάδας. Οι τεχνοκράτες υπάρχουν και θα υπάρχουν. Με τα λόγια του Χάφνερ "Αυτή είναι η δική τους εποχή: Από τους Χίτλερ και Χίμλερ μπορούμε να απαλλαγούμε, αλλά οι Σπεερ, όποια κι αν είναι η τύχη του καθενός ξεχωριστά, θα είναι μαζί μας για πολύ καιρό ακόμα"

απόσπασμα από το βιβλίο του Χέερτ Μακ, Στην Ευρώπη 
(εκδ. Μεταίχμιο, μετάφραση Ινώ βαν Νταϊκ Μπαλτά) 

Το παραθέτω και υπό τον προβληματισμό  που θέτει στα σχόλια της προηγούμενης ανάρτησης ο hollowsky -συνάρθρωσης κοινωνικού ατομικού.


13 Ιανουαρίου 2013

Λέτε να μας κυβερνά η "λακανι(στι)κή αριστερά";


 

 -Τι γνώμη έχετε για τις εργασίες του Λακάν;

- Πρέπει πρώτα από όλα να τις καταλάβει κανείς. Και είχα πάντα την εντύπωση ότι για τους ένθερμους ακροατές του το ρήμα "καταλαβαίνω" δεν είχε την σημασία που του έδινα εγώ. Για να τις καταλάβω θα μου χρειάζονταν πέντε ή έξι αναγνώσεις. Το συζητήσαμε μερικές φορές με τον Μερλώ-Ποντύ και καταλήγαμε στο συμπέρασμα ότι δεν είχαμε αρκετό χρόνο για να το κάνουμε.

- Ωστόσο, τον αναφέρετε.

- Μια μόνο φορά νομίζω και κυρίως λόγω φιλίας.

(Εύκολα μπορούμε να φανταστούμε τι συζητούσαν σχετικά ο Κλοντ Λεβίι-Στρως με τον Μερλώ Ποντύ για τον σύγχρονο γκουρού της "ψυχανάλυσης" και τους "ένθερμους ακροατές" του.)


11 Ιανουαρίου 2013

Sway, μια σύγχρονη ιστορία



Ain't flinging tears out on the dusty ground
For all my friends out on the burial ground
Can't stand the feeling getting so brought down
It's just that demon life has got me in its sway
It's just that demon life has got me in its sway



08 Ιανουαρίου 2013

Το χρήμα δεν είναι "μέτρο της αξίας", αλλά θεσμός | Αξία, Χρήμα, Μαγεία -3

Στο δεύτερο μέρος της σχετικής σειράς μας, είδαμε την υφή της κοινωνικής σχέσης που δομείται από το θεσμό του χρήματος. Πρέπει όμως να εξετάσουμε διεξοδικότερα το λόγο για τον οποίο το χρήμα είναι θεσμός. Θα το κάνουμε σε δύο μέρη. Στο πρώτο, εδώ, παρουσιάζουμε σχετικά αποσπάσματα από μια εισήγηση του ίδιου συγγραφέα σε δική μας μετάφραση. Θα δούμε ότι ο Αριστοτέλης κατάλαβε το ζήτημα της εμπορευματικής ανταλλαγής καλύτερα από τον Μαρξ: δεν υπάρχει καμιά «ουσία» κρυμμένη πίσω από την ανταλλαγή εμπορευμάτων. Το μόνο «θεμέλιο» αυτής της ανταλλαγής είναι η σύμβαση του χρήματος. Έτσι, όταν λέμε ότι το τάδε εμπόρευμα έχει τη δείνα “αξία”, εννοούμε απλώς ότι το εμπόρευμα αυτό επιτρέπει την απόκτηση χρήματος κατά την ανταλλαγή του. Πιστεύουμε ότι είναι σαφέστατα τα όσα λέει και μάλιστα μάς εισάγουν στην ιδέα του χρήματος ως τάλισμαν, μαγικού φυλαχτού, που θα δούμε και αργότερα.
 
Το μικρό παράθεμα από τον Εντουάρ Βιλ, που βάζουμε για προμετωπίδα, συμπυκνώνει σε λίγες γραμμές την οπτική γωνία αυτή εδώ της σειράς. Για τη μετάφραση του όρου institutionnaliste: χάρη στον παλιό φίλο και μεταφραστή Πάνο Τσαχαγέα, τον αποδώσαμε με τον πολύ δόκιμο όρο θεσμοκεντρική. - Σημ. HS
 
  * 
 
«Υπογραμμίζοντας λοιπόν ότι, όπως δείχνουν όλα τα δεδομένα, το χρήμα δεν γεννήθηκε σαν ένα εργαλείο αριθμητικής μέτρησης των αξιών των εμπορευμάτων αλλά πρώτα-πρώτα σαν ένα στοιχείο των κοινωνικών σχέσεων −όπου το ποσοτικό δεν ήταν κατ’ ουσίαν παρά μια υλική αποτύπωση ανορθολογικών σχέσεων ισχύος−, και στη συνέχεια σαν ένα (αλλά όχι το μοναδικό) εργαλείο κωδικοποίησης αυτών των σχέσεων, οφείλουμε να παρατηρήσουμε, ότι ποτέ σε ολόκληρη την ιστορία του το χρήμα δεν έπαψε να αποτελεί μια αντανάκλαση του ανορθολογισμού εκείνων των πρωτόγονων κοινωνικών δομών».

Edouard Will, «Σκέψεις και υποθέσεις σχετικά με τις καταβολές του νομίσματος», 
Révue numismatique, τχ 17 (1955). 

*

«Τι εννοούμε όταν λέμε, ότι το χρήμα είναι θεσμός; Εννοούμε ότι το χρήμα δεν είναι ένα εμπόρευμα, ούτε ένα εργαλείο για τη διευκόλυνση των ανταλλαγών, όπως υποστηρίζουν πάμπολλες ανταγωνιστικές θεωρίες, αλλά είναι ο δεσμός που συνδέει μεταξύ τους τους παραγωγούς και που, έτσι, καθιστά δυνατή την πραγμάτωση των ανταλλαγών. Με άλλα λόγια, κάτω από αυτή την οπτική, το χρήμα είναι η πρωταρχική σχέση, εκείνη πάνω στην οποία θεμελιώνεται η εμπορευματική τάξη πραγμάτων. Χωρίς το χρήμα, χωρίς το νόμισμα, δεν μπορεί να υπάρξει εμπορευματική οικονομία.

Εδώ βρίσκεται η πρωτοτυπία της θεσμοκεντρικής [institutionaliste] θέσης μας. Στις οικονομικές θεωρίες το χρήμα θεωρείται συνήθως δευτερεύον σε σχέση με τον ορισμό της έννοιας της Αξίας. Αυτή η έννοια αποτελεί κατά παράδοση το κατεξοχήν αντικείμενο των οικονομικών αναλύσεων και από αυτήν αντλούν την απάντησή τους σε όλα τα θεμελιώδη ζητήματα της οικονομίας: γιατί τα εμπορεύματα είναι σύμμετρα και σύμφωνα με ποια σχέση αναλογίας ανταλλάσσονται. Αυτή την αντίληψη την ονομάζω εργαλειακή [instrumentaliste] προσέγγιση του χρήματος, διότι θεωρεί το χρήμα σαν ένα εργαλείο, το εργαλείο που διευκολύνει τις ανταλλαγές.

Μαρξ και Αριστοτέλης
 
Η προσέγγιση του Μαρξ αποτελεί ένα ενδιαφέρον όσο και χαρακτηριστικό παράδειγμα της εργαλειακής θεώρησης του χρήματος. Ας το δούμε. Στο πρώτο λ.χ. κεφάλαιο του Κεφαλαίου, ο Μαρξ αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίον ο Αριστοτέλης, εξετάζοντας το ζήτημα της ισότητας “5 κλίνες = 1 οικία”, γράφει ότι “ούτε ανταλλαγή θα υπήρχε αν δεν υπήρχε ισότητα∙ ούτε ισότητα θα υπήρχε αν δεν υπήρχε συμμετρία” [Ηθικά Νικομάχεια, βιβλίο Ε΄, 1133b -σημ. HS], δηλαδή αναγωγή σε ένα κοινό μέτρο.  
 
Σχολιάζοντας εδώ ο Μαρξ, υπογραμμίζει την “μεγαλοφυΐα” του Αριστοτέλη, στο βαθμό που κατάλαβε πως η χρηματική ανταλλαγή στηρίζεται σε μια σχέση ισότητας. Ωστόσο κατά τον Μαρξ, σε αυτό ακριβώς το σημείο ο Αριστοτέλης σκόνταψε αφού δεν κατόρθωσε να καταδείξει πού θεμελιώνεται η εμπορευματική ισότητα-συμμετροποίηση, μιας και ήταν της γνώμης ότι “είναι αδύνατον πράγματα τόσο ανόμοια να γίνουν σύμμετρα”, με αποτέλεσμα να  καταλήξει ο συμπέρασμα ότι “κάνουμε αυτή τη συμμετροποίηση απλώς και μόνο για λόγους πρακτικής χρείας” [στο ίδιο, HS].

Για τον Αριστοτέλη λοιπόν, η εμπορευματική ισότητα-συμμετροποίηση είναι καθαρά θέμα σύμβασης. Όμως για τον Μαρξ δεν είναι έτσι τα πράγματα. Κατ’ αυτόν υπάρχει πραγματικά κάτι το κοινό μεταξύ των εμπορευμάτων, μια ουσία στην οποία θεμελιώνεται η συμμετροποίησή τους και η οποία προηγείται του χρήματος: η ανθρώπινη εργασία. Έτσι, συμπεραίνει ότι η ανταλλαγή των εμπορευμάτων συντελείται με μέτρο τον “κοινωνικά αναγκαίο χρόνο εργασίας” που απαιτείται για την παραγωγή τους.  Σύμφωνα με τον Μαρξ, ο λόγος που ο Αριστοτέλης δεν κατόρθωσε να ξεδιαλύνει το μυστήριο της ιστότητας των εμπορευμάτων έχει να κάνει με το ότι ζούσε σε μια εποχή όπου οι δουλοκτητικές σχέσεις έκρυβαν την ουσία που εξισώνει τις ανθρώπινες εργασιακές δυνάμεις. Κοντολογής, στη μαρξιστική θεωρία το χρήμα είναι δευτερεύον, μια σε δεύτερο χρόνο έκφραση των σχέσεων Αξίας.

Η εμπορευματική ανταλλαγή δεν βασίζεται σε καμιά "ουσία" του εμπορεύματος!
 
Η δική μας αντίληψη αντιτίθεται τόσο στη μαρξιστική όσο και στη νεοκλασσική υπόθεση της Αξίας, και συμφωνεί με τον Αριστοτέλη. Θεωρούμε δηλαδή ότι δεν υπάρχει απολύτως καμία αντικειμενική ουσία πίσω από την ανταλλαγή των εμπορευμάτων και ότι η ανταλλαγή αυτή θεμελιώνεται απλώς και μόνο στην σύμβαση του χρήματος. Με άλλα λόγια, η σχέση με το χρήμα είναι εκείνη που ομοιογενοποιεί, εξισώνει, ή καθιστά “σύμμετρα”, τα εμπορεύματα. Αυτή η εξίσωση ή συμμετροποίηση  δεν προϋπάρχει της θέσμισης του χρήματος και δεν υπάρχει χωρίς τη σύμβαση του χρήματος.

Υποστηρίζουμε λοιπόν μια θεωρία πολύ διαφορετική από εκείνη που προτείνουν οι ποικίλες θεωρίες της Αξίας, όπως κι αν την ορίζουν. Δεν βλέπουμε στο χρήμα μια ουδέτερη μορφή, η οποία απλώς επιτρέπει ή διευκολύνει την έμμεση έκφραση μιας Αξίας που υποτίθεται ότι προϋπάρχει της χρηματικής σύμβασης. Απεναντίας, θεωρούμε ότι το χρήμα και η αξία αποτελούν μια και την αυτήν πραγματικότητα: είναι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. Αξία υπάρχει μόνο και μόνο επειδή υπάρχει το χρήμα. Αξία χωρίς χρήμα δεν υπάρχει.

Επομένως, σύμφωνα με τη δική μας αντίληψη, όταν λέμε ότι το τάδε εμπόρευμα έχει τη δείνα “αξία”, εννοούμε απλώς ότι το εμπόρευμα αυτό επιτρέπει την απόκτηση χρήματος κατά την ανταλλαγή του. Δεν πρέπει λοιπόν να βλέπουμε τη χρηματική τιμή όπως τη βλέπουν οι διάφορες θεωρίας της Αξίας, δηλαδή σαν ένα συμβατικό μανδύα που θα πρέπει να τον σηκώσουμε για να δούμε καθαρά ένα μέγεθος, το οποίο υποτίθεται ότι κρύβεται από πίσω του και είναι η αντικειμενική αξία των εμπορευμάτων. Απεναντίας, θεωρούμε πως η τιμή είναι μια θεμελιακή πραγματικότητα της εμπορευματικής ανταλλαγής με την έννοια ότι το κάθε εμπόρευμα αξίζει ακριβώς όσο και η τιμή του, δηλαδή όση είναι η ποσότητα χρήματος την οποία αποφέρει κατά την εμπορευματική ανταλλαγή.

Με άλλα λόγια, για τη θεσμοκεντρική προσέγγιση το θεωρητικά ουσιώδες γεγονός, αυτό που πρέπει πρωτίστως να κατανοήσουμε, είναι η εξάρτηση όλων των εμπορευματοκατόχων και εμπορευματοπαραγωγών από το χρήμα. Πρέπει δηλαδή να καταλάβουμε τι είναι αυτή η ομόφωνη και ακόρεστη επιθυμία για χρήμα, που διακατέχει όλα τα μέλη των εμπορευματικών κοινωνιών.  
 
Γι’ αυτό το λόγο η θεσμοκεντρική προσέγγιση, αντίθετα από τις άλλες οικονομικές θεωρίες, δεν επιδιώκει να συλλάβει την πραγματικότητα του χρήματος στις διάφορες επιμέρους λειτουργίες του (νομισματική μονάδα, μέσον κυκλοφορίας, μέσον αποταμίευσης), αλλά στην ικανότητά του να συγκεντρώνει πάνω του την γενικευμένη συμφωνία της κοινωνικής ομάδας και να την εκφράζει μ’ έναν αντικειμενοποιημένο τρόπο −απ’ όπου και ορισμοί μας όπως “το χρήμα, έκφραση της κοινωνίας ως ολότητα” (Aglietta et al. 1998, 10) ή “το χρήμα, συντελετής ολοποίησης” (Orléan, 2002).

Ανθρωπολογική συνηγορία υπέρ της θεσμοκεντρικής θεώρησης
 
Η θεσμοκεντρική θεωρία μας μπορεί να είναι εντελώς μειοψηφική μεταξύ των οικονομολόγων, ωστόσο έχει σημαντικούς υποστηρικτές στο πεδίο των κοινωνικών επιστημών. Για παράδειγμα τον Μως, τον Σιμιάν, ή τον Ζίμμελ. Ας δούμε λ.χ. τι λέει σχετικά ο Μαρσέλ Μως στη σύντομη μελέτη του με τίτλο “Οι καταβολές της έννοιας του χρήματος” (1914). 
 
Βασική ιδέα του Μως είναι ότι η ικανότητα προσπορισμού αγαθών προέρχεται από την σαγηνευτική δύναμη του τάλισμαν [μαγικό φυλαχτό, HS]. Οι άνθρωποι ποθούν μαζικά το τάλισμαν επειδή πιστεύουν στις μαγικές του ιδιότητες σε τέτοιο βαθμό, που είναι πρόθυμοι να εγκαταλείψουν όσα έχουν για να το αποκτήσουν. Εδώ βρίσκεται η προέλευση των μαγικών ιδιοτήτων του χρήματος! Η αγοραστική δύναμη του κατάγεται από τη σαγήνη που ασκεί το τάλισμαν. Ο Μως γράφει:
Κατά τη γνώμη μου, η αγοραστική δύναμη του πρωτόγονου χρήματος έγκειται πάνω απ’ όλα στη δύναμη σαγήνης που μεταβιβάζει σε όποιον το κατέχει και την οποία χρησιμοποιεί για να επιβάλλεται στους άλλους. 
Με δυο λόγια, ο Μως μάς λέει πως για να καταλάβουμε την αγοραστική δύναμη του χρήματος, πρέπει να καταλάβουμε τη συλλογική λατρεία που περιβάλλει ορισμένα αντικείμενα. Εδώ ακριβώς συναντάει την δική μας προβληματική. Να σημειώσω, πως ο μοντέλο του τάλισμαν συμφωνεί με τα συμπεράσματα πολυάριθμων αθρωπολόγων, που έχουν υπογραμμίσει το γεγονός ότι το πρωτόγονο χρήμα είναι κατ’ ουσίαν ένα μέσον πληρωμής με το οποίον μπορούσε να “εξοφλήσει” κανείς μη-οικονομικές υποχρεώσεις, όπως για παράδειγμα τη προίκα της νύφης, ή το weregild [η αξία κάθε προσώπου ή πράγματος σύμφωνα με τους Σάλιους Κώδικες, HS].

Εδώ βλέπουμε ξεκάθαρα την καρδιά του προβλήματος χρήμα: η ενσάρκωση αυτού που “αξίζει”, θεμελιώνεται στη λατρεία της κοινωνικής ομάδας για ένα συγκεκριμένο αντικείμενο ή σημείο. Τέτοιου είδους είναι το μυστήριο της αγοραστικής δύναμης. Εκείνο που αλλάζει με το σύγχρονο χρήμα, είναι η φύση της λατρείας: δεν πρόκεται πλέον για κλασσική μαγικοθρησκευτική λατρεία. Γι’ αυτό και μιλάμε τώρα για “συλλογική εμπιστοσύνη” [και “εμπορική πίστη”, HS].»

André Orléan, Εισήγηση στο σεμινάριο
«De l’ auto-organisation au temps du projet»,
11-18 Ιουλίου 2007