Αναδημοσίευση ενός πολύ παλιότερου (2003) κειμένου μου, που μπορείτε να βρείτε και στην σελίδα μου στην Academia. - Σημ. HS
Διαβάζοντας το
βιβλίο του Anselm Jappe για τον Γκυ Ντεμπόρ (Γκυ Ντεμπόρ, Ελεύθερος
Τύπος, 1998), διαπίστωσα ότι παρ’ ό,τι ο συγγραφέας του έχει μια αρκετά καλή
αντίληψη του θέματος, του διαφεύγει η
ουσία. Οπωσδήποτε δεν είναι καθόλου απλό το θέμα «Γκυ Ντεμπόρ». Νομίζω όμως ότι
ο Γιάπε στενεύει υπερβολικά τον Γκυ Ντεμπόρ προκειμένου να ενισχύσει τη δική
του άποψη των πραγμάτων.
Μια
προκρούστεια προσέγγιση
Για παράδειγμα, ευθύς εξαρχής αφαιρεί από το σώμα της σκέψης του
Ντεμπόρ όλα όσα αφορούν στο ζήτημα της οργάνωσης, λέγοντας ότι αυτό το ζήτημα
«ήταν σημαντικό άλλοτε, αλλά σήμερα
παραπέμπει μάλλον σε βυζαντινές διαμάχες γύρω από την ανθρώπινη ή θεία φύση του
Χριστού» (Γιάπε, σελ. 15). Έτσι όμως ξεχνάει αυτό που δήλωνε με έμφαση ο ίδιος
ο Ντεμπόρ:
Η άγνοια πάνω στην οργάνωση είναι η
κεντρική άγνοια πάνω στην πράξη. Όταν είναι ηθελημένη άγνοια, τότε δεν
εκφράζει παρά τη δειλή πρόθεση μιας απόσυρσης από τον ιστορικό αγώνα (…) Το σφάλμα
πάνω στην οργάνωση είναι το κεντρικό πρακτικό σφάλμα. Αν είναι θελημένο, αποσκοπεί
στο χειρισμό των μαζών. Αλλιώς, είναι τουλάχιστον το πλήρες σφάλμα πάνω στις
συνθήκες της ιστορικής πρακτικής. Είναι λοιπόν το θεμελιώδες σφάλμα μέσα στην
ίδια τη θεωρία της επανάστασης.[1]
Αυτή η παρασπονδία του Γιάπε δεν εξυπηρετεί μια καλύτερη αποτίμηση
του Γκυ Ντεμπόρ, αλλά μάλλον την υποστήριξη της δικής του άποψης, σύμφωνα με
την οποία τα οργανωτικά ζητήματα υποτίθεται πως ανήκουν στο παρελθόν και
μάλιστα συνδέονται με την «οντολογική» ψευδαίσθηση ότι μπορεί να υπάρχει ένα
«υγιές» υποκείμενο μέσα στον αλλοτριωμένο κόσμο.
Τούτο συμβαίνει διότι, κατά τον Γιάπε, το «προτσέσο της αφαίρεσης»
υποτίθεται ότι κυριαρχεί τόσο ολοκληρωτικά και απόλυτα στην σημερινή
κοινωνία, ώστε είναι αφελές να μιλάμε, όπως οι καταστασιακοί και ο Ντεμπόρ, για
«επικοινωνία»:
Όπως συνέβη και στο Ιστορία και Ταξική Συνείδηση, ο Ντεμπόρ
οδηγήθηκε στην υπόθεση ότι η πραγμοποίηση συγκρούεται μ’ ένα υποκείμενο η ουσία
του οποίου δεν υποκύπτει στην πραγμοποίηση. Το υποκείμενο, ακόμα και όπως
παρουσιάζεται εδώ και τώρα, πρέπει να είναι, εν μέρει τουλάχιστον, φορέας
απαιτήσεων και επιθυμιών διαφορετικών από
εκείνες που δημιουργεί η πραγμοποίηση. Στο Ιστορία και ταξική συνείδηση,
όπως και στην Κοινωνία του Θεάματος, μοιάζει να απουσιάζει η υποψία ότι το
υποκείμενο θα μπορούσε να έχει διαβρωθεί εντός του από τις δυνάμεις της αλλοτρίωσης η οποία,
καθορίζοντας έτσι το ασυνείδητο των υποκειμένων, τα κάνει να ταυτίζονται ενεργά με το σύστημα που τα εμπεριέχει
(Γιάπε, σελ. 41).
Οι λέξεις «ψέμα» και «ψεύδομαι» είναι
πολύ συχνές στην Κοινωνία του Θεάματος και η σπουδαιότητα που
αποδίδεται στην «επικοινωνία» παραπέμπει επίσης στην ιδέα μιας αλήθειας που
κρύβεται κάτω από το πέπλο της πλαστοποίησης και περιμένει να έλθει στο φως.
Μια τέτοια αλήθεια οφείλει να ανήκει σ’ αυτό το αναπαλλοτρίωτο, ως προς την
ουσία του, υποκείμενο, για το οποίο μιλήσαμε ήδη. (στο ίδιο, σελ. 167).
Έτσι, μετά από αυτή τη χειρουργική αφαίρεση της οργανωτικής σκέψης
από το σώμα του Ντεμπόρ, ο Γιάπε προχωράει και σε μια «ψυχιατρική» εκτίμηση,
σύμφωνα με την οποία το ενδιαφέρον των καταστασιακών για τα οργανωτικά ζητήματα
ήταν «σχεδόν ψυχαναγκαστικό» (Γιάπε, σελ. 163).
Η αποκοπή του θεωρητικού από τον αγωνιστή Ντεμπόρ
Βεβαίως, κατά
κανένα τρόπο δεν προκύπτει από την όποια προέλαση της «αφαίρεσης» η απόλυτη εξαφάνιση
του υποκειμένου και της επικοινωνίας, όπως το θέτει ο Γιάπε. Θα δούμε αργότερα
το γιατί. Το ζήτημα αυτή τη στιγμή είναι ότι, ως αποτέλεσμα αυτών των αυθαίρετων
αφαιρέσεων και στενεμάτων, τελικά, κατά τον Γιάπε, το μοναδικό ενδιαφέρον της
σκέψης του Ντεμπόρ, η μοναδική
«επικαιρότητα [και η] πραγματική καινοτομία της, βρίσκεται κατά μεγάλο μέρος
στην υπογράμμιση του βασικού ρόλου της ανταλλαγής και της αρχής της ισοτιμίας
στη σύγχρονη κοινωνία» (σελ. 175). Για ποιο λόγο; Όχι διότι έτσι έχουν στ’
αλήθεια τα πράγματα, αλλά επειδή ο ίδιος ο Γιάπε δεν βλέπει στη σημερινή
κοινωνία παρά ένα ολοκληρωτικό θρίαμβο της αλλοτρίωσης και έτσι του διαφεύγουν
σημαντικές όψεις του αγώνα εναντίον της —όψεις οι οποίες σχετίζονται
ακριβώς με αυτό που οι καταστασιακοί προσδιόριζαν, έστω και χωρίς απόλυτη
σαφήνεια, «επικοινωνία», χωρίς να την εδράζουν διόλου σε ένα «υγιές»
υποκείμενο, όπως υποθέτει ο Γιάπε.
Γι’ αυτό το λόγο
άλλωστε ο Γιάπε οδηγείται, πολύ χαρακτηριστικά, στο συμπέρασμα ότι οι ιδέες
του Ντεμπόρ παρέχουν «τουλάχιστον ΕΝΑ
πλεονέκτημα για το απελευθερωτικό σχέδιο: για πρώτη φορά μπορεί να
κινητοποιήσει προς όφελός του το ένστικτο της επιβίωσης» (σελ. 187, η υπογράμμιση
του Γιάπε). Το ένστικτο της επιβίωσης;
Στην υπηρεσία του απελευθερωτικού σχεδίου; Μπορντίγκα![2]
Φέροντάς τον στα
δικά του μέτρα, ο Γιάπε παρουσιάζει τον Ντεμπόρ ουσιαστικά σαν ένα «θεωρητικό
της αλλοτρίωσης», κάπως ανάλογο π.χ. του Λούκατς ή του Αντόρνο, και εκτιμά σαν
«πραγματική καινοτομία» του ως προς εκείνους το ότι ο Ντεμπόρ ανέλυσε τη
σύγχρονη μορφή της αλλοτρίωσης, το «θέαμα». Πολύ ωραία. Όμως την ίδια στιγμή
υποτιμά πλήρως τον Ντεμπόρ ως αγωνιστή εναντίον
της αλλοτρίωσης. Η αγωνιστική σκέψη του
Ντεμπόρ, η οποία αποτυπώνεται στις οργανωτικές συλλήψεις του, στην οργανωτική
πράξη του και στον τρόπο που συνέλαβε το ιστορικό υποκείμενο, ανήκουν κατά τον
Γιάπε στο παρελθόν και δεν απηχούν παρά ψευδαισθήσεις, «οντολογικές»
παρεκκλίσεις και «σχεδόν ψυχαναγκαστικά» ενδιαφέροντα.