
Η «τεχνοφύση» δεν περιγράφει την συνθήκη της global
μετανεωτερικότητας. Πρόκειται για την βιωμένη κατασκευή ενός αρχαϊκού
(δηλ. του προσωκρατικού) βλέμματος, στην οποία παντοιοτρόπως
επιστρέφουμε. Άρα, στην ιστορική σειρά όπου την φύση πράγμα («στην οποία
εμπλέκεται κανείς κατά την πράξη του βίου») διαδέχεται η
φύση-αντικείμενο («αυτό που βρίσκεται απέναντι και αντιτίθεται ως κάτι
που πρέπει να το υπερβούμε»[3])
συμπληρώνεται κυκλικά με την «τεχνοφύση», η οποία είναι ένα είδος
επιστροφής στην εμπράγματη φύση, ως οντότητα που ήδη εξ αρχής εμπεριέχει
τον τεχνολογικό της επικαθορισμό. Σε αυτή την αναδρομική πρόσληψη
είναι ενσωματωμένη η εμπειρία του αποχωρισμού και της συμφιλίωσης του
τεχνικού με το «φυσικό», με την βεβαιότητα ότι ήδη μέσα στην φύση δεν
μπορούμε να ανακαλύψουμε, να βιώσουμε, να απολαύσουμε και να υποστούμε
τίποτε άλλο πέρα από την ίδια την τεχνικοποίησή της.(...)
Δείτε ολόκληρο το κείμενο εδώ.
[1]“The Question Concerning Technology” p.22
[2]
Γίνεται αναφορά στην έννοια της τεχνοφύσης (“technonature”) του
Escobar, με μια κριτική προσέγγιση στην ιστορικότητα που αποδίδεται στην
έννοια από τον εμπνευστή της. Εδώ υποστηρίζεται ότι η τεχνοφύση, δηλαδή
η κατασκευασμένη φύση, δεν είναι η διάδοχη ιστορικά συνθήκη εννόησης
της φύσης μετά την «καπιταλιστική φύση». Αντιθέτως η κατασκευασμένη φύση
είναι σύμφυτη και τόσο παλιά όσο το κατασκευαστικό «βλέμμα», όπως αυτό
της προσωκρατικής κοσμολογίας, που τεχνικοποιεί την φύση πολύ πριν από
την καθεαυτό τεχνικοποίησή της.
[3] Gadamer, ο.π., σ. 247