«Αποφάσισα ν’ αντιταχθώ στην πρόταση απονομής τιμητικού διπλώματος στον κ. Τρούμαν από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. (…)
Το 1945, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, μολονότι ενήμερος του γεγονότος ότι η αντίπαλη Ιαπωνία είχε κάνει δύο διαβήματα για τη διαπραγμάτευση της ειρήνης, έδωσε διαταγή να ριφθεί ατομική βόμβα πάνω σε μιαν ιαπωνική πόλη. Τρεις μέρες αργότερα, μια δεύτερη βόμβα, διαφορετικού τύπου, έπεφτε σε μιαν άλλη πόλη. Κανένα τελεσίγραφο δεν είχε επιδοθεί πριν από τη ρίψη της δεύτερης βόμβας. (…)
Λίγο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος, και σε μεγαλύτερη ένταση μετά, γινόταν συστηματική προπαγάνδα στη χώρα αυτή [την Αγγλία] πάνω στο θέμα του “αδιαίρετου” του συγχρόνου πολέμου. Οι πολίτες —μας έλεγαν— είναι τόσο εμπόλεμοι όσο και οι μάχιμες μονάδες. Η στρατιωτική δύναμη ενός έθνους περιλαμβάνει ολόκληρη την οικονομική και κοινωνική του δύναμη. Επομένως, μας έλεγαν, η διάκριση ανάμεσα σε εκείνους που ασχολούνται με τη διεξαγωγή του πολέμου και στον υπόλοιπο πληθυσμό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Δεν υπάρχουν “αμέτοχοι”. Είτε αγοράζεις γραμματόσημα ή κάποιο φορολογούμενο αντικείμενο, είτε καλλιεργείς πατάτες είτε μαγειρεύεις το φαγητό σου, συνεισφέρεις στην “πολεμική προσπάθεια”. (…) Υπήρχε ένα είδος δόγματος περί “συλλογικής ευθύνης” που το χαρακτήριζε ένας πένθιμα υψωμένος ηθικός τόνος. Το τελικό συμπέρασμα ήταν πως δεν μπορείς να χαράξεις διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε νόμιμα και μη νόμιμα αντικείμενα επίθεσης. Αυτά μας λέγανε οι αυλικοί και οι πρωθιερείς της δημοκρατίας. (…)
Ύστερα ήρθε η μεγάλη αλλαγή: Αντί για το σύστημα του “βομβαρδισμού στόχων” υιοθετήσαμε το σύστημα του “βομβαρδισμού περιοχών”. Αυτό διέφερε ακόμη κι από τις μεγάλες επιδρομές πάνω από τις πόλεις, έτσι όπως τις είχαμε γνωρίσει κατά τη διάρκεια του πολέμου, κατά το ότι ήταν πολύ πιο εκτεταμένες και καταστροφικές και πολύ λιγότερο απρογραμμάτιστες. Ολόκληρο το σχέδιο της πόλης έμπαινε κάτω και σημαδευόταν με τους στόχους που επρόκειτο να πλήξουν οι βόμβες. (…)
Για κάθε άνθρωπο, η πράξη του να σκοτώνεις αθώους ως μέσον για την επίτευξη των σκοπών σου είναι πάντοτε δολοφονία, και η δολοφονία είναι η χειρότερη ανθρώπινη πράξη. Γι’ αυτό τον λόγο η απαγόρευση να σκοτώνεις αιχμαλώτους πολέμου ή άμαχο πληθυσμό δεν είναι σαν τους κανόνες της πυγμαχίας: η ισχύς της δεν εξαρτάται από το γεγονός ότι διακηρύσσεται ως τμήμα μιας γενικότερης νομοθεσίας η οποία καταγράφεται, συνομολογείται και αναγνωρίζεται από τα ενδιαφερόμενα μέρη. (…)
Όταν ισχυρίζομαι ότι το να σκοτώνεις αθώους ως μέσον για την επίτευξη των σκοπών σου είναι δολοφονία, λέω κάτι που όλοι παραδέχονται ως ορθό. Θα μου ζητηθεί φυσικά ο ορισμός των “αθώων”. Θα τον δώσω, αλλά αργότερα. Εδώ δεν είναι απαραίτητος. Διότι στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι δεν έχουμε να κάνουμε με οριακές περιπτώσεις. Στον βομβαρδισμό των πόλεων αυτών είχε σίγουρα ληφθεί απόφαση να σκοτωθούν αθώοι, ως μέσον για την επίτευξη κάποιου σκοπού. Και μάλιστα ένας τεράστιος αριθμός αθώων, με μία κίνηση, χωρίς προειδοποίηση, χωρίς ενδιάμεσο διάστημα που θα επέτρεπε τη διαφυγή ή την κάλυψή τους σε κάποιο καταφύγιο, πράγματα που υπήρχαν ακόμη και στους “βομβαρδισμούς περιοχών” εναντίον των γερμανικών πόλεων. (…)»
Ελίζαμπεθ Άνσκομπ, «Το βραβείο του κ. Τρούμαν» (1957)
Σημ. HS. Μια θαυμάσια πράξη κι ένα πολύ δυνατό κείμενο της 38χρονης τότε Ελίζαμπεθ Άνσκομπ, που είναι ολοφάνερα εξαιρετικά επίκαιρο και σήμερα.
Αντιγράφω από τον πρόλογο του μεταφραστή
Κ. Κωβαίου: «[Το κείμενο της Άσκομπ] είναι ένα θαρραλέο κείμενο γραμμένο από
μια θαρραλέα γυναίκα, η οποία τόλμησε με το άρθρο αυτό να αντιταχθεί, σε μια
κρίσιμη εποχή (1957), στην υποκρισία των κρατικών φορέων και στην ενδοτικότητα
των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της πατρίδας της, το εξοχότερο από τα
οποία —το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης— είχε την ατυχή έμπνευση ή ίσως την
«ευκαμψία» να απονείμει στον τέως πρόεδρο των ΗΠΑ, Χάρυ Τρούμαν, τον τίτλο του επιτίμου
διδάκτορος. Η Ελίζαμπεθ Άνσκομπ, μαθήτρια του Βιτγκενστάιν και αργότερα
καθηγήτρια του Καίμπριτζ, προσπάθησε να τορπιλίσει αυτή την ανόητη ενέργεια
υποστηρίζοντας με φιλοσοφικά επιχειρήματα ότι ο άνθρωπος που επέτρεψε τη ρίψη
των ατομικών βομβών στην Ιαπωνία δεν μπορεί να είναι τίποτε καλύτερο από ένα
μαζικό δολοφόνο, και ότι η απόδοση τιμών στο άτομό του δεν προδίδει παρά τη
συνυπαιτιότητα της πατρίδας της και όλων των συμμάχων σ’ αυτό το απάνθρωπο
έγκλημα» (βλ. Ελίζαμπεθ Άνσκομπ – Τόμας Νέιγκελ, «Ηθικός πόλεμος – Ηθική εν
πολέμω», εκδ. Εκκρεμές, 2002).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου