Άμπρα κατάμπρα, αξία ενσωματώσου! |
Όπως είδαμε, οι εργαλειακές και ουσιοκρατικές αναλύσεις του χρήματος και της αξίας εδράζονται σε μια σειρά συγχύσεων, που οφείλονται σε μια πραγμοποιημένη, ή αν θέλετε μαγεμένη, αντίληψη του κοινωνικού δεσμού που υφαίνει το χρήμα και η αξία. Αυτές οι αναλύσεις παράγουν επιπλέον σύγχυση, κυρίως στο βαθμό που, άλλες περισσότερο και άλλες λιγότερο, θεωρούν την ανταλλαγή σαν επιφαινόμενο της εργασίας. Έτσι, μια κριτική της αξίας που στηρίζεται σε τέτοιου τύπου αναλύσεις, αφ' ενός χάνει την ουσιαστικά κοινωνική δραστηριότητα που κρύβεται πίσω από το πέπλο της αξίας και αφ' ετέρου οδηγείται στην ιδέα ότι η κρίση του κεφαλαίου έχει να
κάνει με μια μείωση του ποσοστού της «ενσωματωμένης υπεραξίας» εξαιτίας, υπότιθεται, της
επιταχυνόμενης εκμηχάνισης της παραγωγής.
Τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα όταν αυτή η ψευδής κριτική της αξίας καταλήγει να παρουσιάζει την
εκτεχνίκευση, και ειδικά στις πιο σύγχρονες μορφές της της ηλεκτρονικής
αυτοματοποίησης, σαν ένα είδος «υποκειμένου» της κοινωνικής χειραφέτησης στη
θέση του απωλεσθέντος προλεταριάτου −αφού, όπως ισχυρίζεται, ο
καλπασμός της Τεχνικής όχι μόνο ρίχνει σε βαθιά κρίση την «αξιοποίηση της
αξίας» αλλά και συντελεί στην απελευθερωτική «κατάργηση της εργασίας»!
Θεωρώντας κρίσιμη την απομάγευση της σκέψης μας γύρω από αυτό το θέμα, παρουσιάζουμε τώρα απόσπασμα από ένα κείμενο του Φρανσουά Φουρκέ. - Σημ. HS.
*
Τι ονομάζουμε αξία;
Εάν «αξία» είναι το όνομα που έχουμε δώσει
στο μέτρο του πλούτου, τότε είναι παράλογο να μιλάμε για «μέτρο της Αξίας». Εφόσον η Αξία είναι μέτρο, δεν έχει και η
ίδια μέτρο −όπως το μήκος δεν έχει μήκος και το βάρος δεν έχει βάρος.
Μπορούμε να μετρήσουμε το μήκος ενός λιβαδιού, ή την αξία ενός εμπορεύματος,
αλλά δεν γίνεται να μετρήσουμε το μήκος του μήκους, ούτε την αξία της αξίας.
Επομένως η έκφραση «μέτρο της αξίας» είναι παράλογη. Όταν μιλάμε για «μέτρο της
αξίας» χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι με αυτό τον τρόπο μετατρέπουμε στο μυαλό μας
την αξία σε ουσία, τότε καταλήγουμε να την συγχέουμε με την πραγματικότητα την
οποία μετράει, δηλαδή τον πλούτο.
Αυτή η σύγχυση δεν είναι συμπτωματική. Πάνω σε
αυτήν θεμελιώνεται η πολιτική οικονομία από τον καιρό του Άνταμ Σμιθ. Άλλωστε ο
Σμιθ ήταν μάστορας στο να θολώνει τα πράγματα: έχοντας προηγουμένως δηλώσει,
ότι «η εργασία είναι το πραγματικό μέτρο της αξίας», στην αμέσως επόμενη φράση
μιλάει για «αξία της εργασίας» −δηλαδή για … το μέτρο του πραγματικού μέτρου
του μέτρου … τίνος πράγματος; Του πλούτου ασφαλώς! (Ο Πλούτος των Εθνών, βιβλίο
Ι, κεφ. 5).
Εκείνο που, απεναντίας, δεν είναι παράλογο,
είναι ο καθορισμός μιας μονάδας μέτρησης, ο καθορισμός της γλώσσας αυτής της
μονάδας. Το βάρος εκφράζεται με γραμμάρια, το εμβαδόν με μέτρα, κ.ο.κ. Η μονάδα είναι προϊόν κοινωνικής σύμβασης. Ποια
είναι η μονάδα της αξίας; Όπως μαρτυρούν τα γραπτά του Γουίλιαμ Πέτυ, του
Τυργκό και του Σμιθ, πάνω σ’ αυτό το πρόβλημα έσπαγαν το κεφάλι τους οι παλιοί
οικονομολόγοι.
Αξία και
τιμή
Οι λεγόμενοι εθνικοί λογαριασμοί δεν
κατατρύχονται από τέτοιας λογής μεταφυσικά προβλήματα σχετικά με τη φύση της
αξίας και τη μονάδα μέτρησής της. Ονομάζουν «τιμές» αυτό που ονομάσαμε παραπάνω
«αξία» και μετρούν ή λογαριάζουν (δηλαδή καταγράφουν με μορφή λογαριασμών) τις
τιμές που αναγράφονται στα κοινωνικά και εμπορικά τιμολόγια, στους
τιμοκαταλόγους, στα λογιστικά και τους ισολογισμούς των επιχειρήσεων και των
υπουργείων, κ.λπ. Οι εθνικοί λογαριασμοί έχουν στη διάθεσή τους μια μονάδα
μέτρησης, αυτή που σχετίζεται με κάθε νόμισμα −το φράγκο, το δολάριο, κ.τ.τ.
Παλιότερα μετρούσαμε σε λίβρες, μια μονάδα μέτρησης που με τη σειρά της
μετριόταν με βάση μια μονάδα βάρους, αφού κάθε καινούργια μονάδα μέτρησης
στηρίζεται πάνω σε ένα προϋπάρχον σύστημα μέτρησης: π.χ. το τζάουλ ή το κιλό
είναι συνδυασμοί μιας μονάδας βάρους με μια μονάδα μήκους.
Οι κλασσικοί οικονομολόγοι αναρωτιόντουσαν
κατά πόσο το νόμισμα αποτελεί μια λειτουργική μονάδα μέτρησης. Κι αυτό, επειδή
διαπίστωναν ότι το νόμισμα έχει τη μορφή ενός μεταλλικού εμπορεύματος και
επομένως, όπως κάθε εμπόρευμα, υφίσταται διακυμάνσεις. Έτσι, ο Πέτυ και ο Σμιθ
βάλθηκαν να βρουν μια ακλόνητη μονάδα μέτρησης της αξίας και φαντάστηκαν ότι τη
βρήκαν, ο μεν πρώτος στη γη και την εργασία, ο δε δεύτερος στην εργασία. Επειδή
όμως ο Σμιθ πίστευε πως η «αξία της εργασίας» βρίσκεται στα μέσα συντήρησης του
εργαζόμενου, δηλαδή σε αυτά που έχει ανάγκη για να επιβιώνει, αναγκάστηκε να οδηγηθεί σε μια άλλη μονάδα μέτρησης και η σκέψη του έγινε θρύψαλα, μιας και δεν είχε
πού να στηριχτεί.
Αξία και
χρόνος εργασίας
Καθώς δεν μπορεί να μετρηθεί η επιδεξιότητα
της εργασίας, δηλαδή αυτό που διαφοροποιεί μια πιο εξειδικευμένη εργασία από
μια λιγότερο εξειδικευμένη, οι κλασσικοί οικονομολόγοι έθεσαν το αξίωμα ότι η εξειδικευμένη εργασία δεν
είναι παρά ένα πολλαπλάσιο της υποτιθέμενα «απλής εργασίας». Με βάση αυτή την αξιωματική αναγωγή
ορίστηκε μια συμβατική μονάδα μέτρησης: ο χρόνος
εργασίας −ένας αριθμός που μπορεί αντικειμενικά να διαιρείται, να
υπολογίζεται και να αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ εργαζομένων και
εργοδοτών. Έτσι η συμβατική μέτρηση του πλούτου με βάση τον εργάσιμο χρόνο έγινε
μέρος της καθημερινής ζωής: λέμε λ.χ. ότι «εκατομμύρια ώρες εργασίας χάθηκαν με
τις απεργίες», ή «κερδήθηκαν χάρη στην τάδε τεχνική εφεύρεση».
Ο Πέτυ ήταν ο πρώτος που έκανε την εργασία
εργαλείο μέτρησης του πλούτου/δύναμης στο πλαίσιο μιας ευρωπαϊκής σύγκρισης −αυτός ήταν άλλωστε ο σκοπός της αριθμητικής
πολιτικής.
Δυνητική
ή πλασματική και ενεργός ή πραγματική αξία
Ως μέτρο του πλούτου, η αξία μετράει μια
ορισμένη ποσότητα αντικειμένων που υπάρχουν στο χώρο μέσα σε δεδομένη μια
χρονική στιγμή. Σε ό,τι αφορά το εμπόρευμα, το κάθε συγκεκριμένο εμπόρευμα, η
εκτίμηση της αξίας του γίνεται κατά την πώλησή
του, δηλαδή αφότου έχει παραχθεί.
Με βάση τι παράχθηκε; Παράχθηκε με βάση τον υπολογισμό μιας πιθανότητας: «Πόσο θα αξίζει κατά την πώλησή του;». Ο υπολογισμός αυτής της
πιθανότητας εμπεριέχει τον υπολογισμό ενός ορισμένου κόστους παραγωγής του
εμπορεύματος −δηλαδή την ποσότητα της εργασίας (ζωντανής ή παγιωμένης στα
παραγωγικά μέσα) που χρειάστηκε για να παραχθεί, συν ένα μέσο κέρδος κατά την
ίδια την παραγωγή του.
Έτσι, το εμπόρευμα έχει δυο αξίες: την αξία που έχει υπολογιστεί πιθανολογικά κατά την παραγωγή του και την αξία που ορίζεται πραγματικά κατά την
πώλησή του.
Ονομάζω λοιπόν (1) δυνητική [ή πλασματική] αξία την αξία που υπολογίζεται κατά τη στιγμή της
παραγωγής του εμπορεύματος, και την οποία (οι ουσιοκράτες) λένε
«ενσωματωμένη» αξία, ή, όπως θα έλεγε ο Ρικάρντο, αξία που «έχει
πραγματωθεί» ή «προσδιοριστεί μέσα σε ένα εμπόρευμα», και (2) ενεργό [ή πραγματική] αξία την αξία, η οποία καθορίζεται
κατά την πώληση του εμπορεύματος και η οποία ισούται με την τιμή του.
Αντίθετα απ’ ό,τι δείχνουν τα φαινόμενα, η
αξία που υποτίθεται ότι είναι «ενσωματωμένη» και «έχει πραγματωθεί μέσα» σε ένα
εμπόρευμα, είναι εντελώς φανταστική.
Είναι μια αξία, την οποία πιθανολογεί
κανείς και αναμένει, δηλαδή μια αξία
που υπολογιστεί εκ των προτέρων ως πιθανή
αξία −είναι το αντικείμενο του οικονομικού υπολογισμού και γι’ αυτό την ονομάζω
δυνητική ή πλασματική.
Πραγματική
αξία είναι μόνο η ενεργός αξία και μοναδική πραγματικότητα της αξίας αυτής
είναι η χρηματική τιμή της. Θα εξηγήσω τώρα γιατί.
Η αξία δεν
είναι πράγμα αλλά σχέση
Ας κάνουμε μια σύγκριση με τη δύναμη. Όταν
μιλάμε για «δύναμη», έχουμε κατά νου κάτι το καθαρά δυναμικό, δυνητικό. Όταν π.χ.
λέμε ότι «το τάδε έθνος είναι πολύ δυνατό», εννούμε ότι έχει μέσα του μεγάλη
δύναμη με την έννοια ότι το θεωρούμε ικανό να νικήσει τους αντιπάλους του σε
περίπτωση πολέμου. Εδώ ακριβώς βρίσκεται όλο το πρόβλημα: η «δύναμη» ενός
έθνους μετράει μεν αυτό που θα μπορούσε
να κάνει σε περίπτωση πολέμου, αλλά το αν θα το κάνει αυτό ή όχι είναι εντελώς
άλλο ζήτημα! Η πραγματική δύναμη έχει
να κάνει με αυτό που μπορεί (δηλαδή αξίζει) στην
πράξη, εδώ και τώρα, μέσα στη δράση να κάνει κάποιος και όχι στο τι θα
μπορούσε να κάνει αλλού και άλλοτε. Η πόλεμος είναι η στιγμή της αλήθειας των
εκτιμήσεων σχετικά με τη δύναμη των κρατών. Η Γαλλία λ.χ. θεωρούνται μεγάλη
δύναμη πριν από τον Β’ παγκόσμιο πολεμο, αλλά κατέρρευσε σαν τραπουλόχαρτο το
1940.
Ένα ακόμα παράδειγμα: Συνηθίζουμε να μετράμε
σε πόντους τη σχετική αξία κάθε πιονιού στο σκάκι. Πρόκειται για μια συμβατική
ένδειξη, που διευκολύνει τους υπολογισμούς, ειδικά τη στιγμή που ο παίκτης
δέχεται ν’ ανταλλάξει το πιόνι του με ένα του αντιπάλου. Όμως αυτό που αξίζει πραγματικά ένα πιόνι, μας το λέει η θέση
που έχει πάνω στη σκιακιέρα εδώ και τώρα,
μέσα στο παιχνίδι. Ένας πύργος περικυκλωμένος από μια σειρά από πιόνια, δεν
αξίζει τίποτα. Η αξία του είναι καθαρά δυνητική. Αν δεν απελευθερώσουμε το
πεδίο δράσης του μέσα στο παιχνίδι, τότε δεν θα έχει ποτέ την ευκαιρία να
εκδιπλώσει τη δυνητική του αξία. Αντίστροφα, ένα στρατιωτάκι, που θεωρητικά δεν
αξίζει και πολλά, μπορεί σε μια συγκεκριμένη στιγμή να αξίζει πολύ περισσότερο
κι από την ίδια τη βασίλισσα.
Η αξία-εργασία του εμπορεύματος, η αξία ως
«εργασία ενσωματωμένη στο εμπόρευμα», δεν είναι περισσότερο πραγματική απ’ ό,τι
λόγου χάρη η δύναμη ενός έθνους πριν από τον πόλεμο, ή ενός πιονιού στο σκάκι πριν από το παιχνίδι. Η μόνη πραγματική αξία είναι η ενεργός αξία
και αυτή η αξία δεν είναι ένα πράγμα αλλά μια σχέση και τίποτε άλλο. Η πώληση είναι για την αξία του εμπορεύματος
ό,τι και το παιχνίδι για την αξία ενός πιονιού. (...)
Φρανσουά Φουρκέ, Richesse et Puissance. Une
génèalogie de la valeur
| Πλούτος και Ισχύς. Μια γενεαλογία της Αξίας.
(1989,
β΄έκδοση 2002)
40 σχόλια:
Hollowsky,
Σε συνέχεια της συζήτησης που είχαμε αλλού, απορρίπτοντας την αξία δεν μπορούμε να διατηρήσουμε το εννοιολογικό σύστημα που εξαρτάται από αυτήν δηλαδή το κέρδος, τον πλούτο, το κεφάλαιο κλπ. Αν πρέπει να διατηρηθούν σαν λέξεις πρέπει να επανεξετάσουμε το νόημά τους (ενδεχομένως να πρέπει να αντιστρέψουμε το εννοιολογικό οικοδόμημα).
Σύμφωνα με τον Φουρκέ ο οποίος συσχετίζει τον πλούτο με την δύναμη:
«[…]Η δύναμη είναι ρευστή, δεν είναι κάτι υπολογίσιμο. Η κοινωνική δύναμη διαμορφώνεται μόνο με την σύλληψη, έλκει και απορροφά μερικές από τις άλλες δυνάμεις, η μοίρα μιας κατώτερης δύναμης είναι να συλληφθεί από μια ανώτερη δύναμη. Η πρώτη ποιότητα της δύναμης, είναι η έλξη[…]». (Ο Φουρκέ από διαφορετική αφετηρία φτάνει σε παρόμοιο συμπέρασμα με την ιστορική εξέταση του Μπρωντέλ.)
Σύμφωνα με την Άρεντ:
«[…]η δύναμη δεν είναι υπολογίσιμη, αλλά προέρχεται περισσότερο από τις δυνατότητες που προκύπτουν από την "συνοχή" παρά από την "σύλληψη"[…]»
Η γνώμη μου είναι ότι οι δύο απόψεις δεν είναι αντιθετικές αλλά συμπληρωματικές στην περιγραφή της δύναμης. Με βάση την πρώτη άποψη το παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος, η μεταβολή στην αναλογία, η νίκη πάνω στον μέσο όρο είναι η «πρώτη ποιότητα» της δύναμης – πλούτου. Είναι σίγουρα πιο γρήγορη, πιο άμεση από το μακρύ ταξίδι της παραγωγής, του κέρδους με την έννοια κάποιας ποσοτικής αύξησης. Αυτό το παιχνίδι δεν μπορεί βέβαια να παιχτεί χωρίς την «συνοχή» που προσφέρει η τεχνική. Αυτή η «πρώτη ποιότητα» πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντική για την κατανόηση της σημερινής κρίσης.
«[…]Ο πλούτος, αν μπορούμε να εξακολουθούμε να χρησιμοποιούμε αυτή τη λέξη είναι περισσότερο μια εκτεταμένη δομή αντικειμένων και τεχνικών κατασκευών που διασυνδέονται, δημιουργώντας μια τεχνητή συνεκτικότητα στην οποία οι πραγματικές δυνατότητες της ζωής παραμένουν αχρησιμοποίητες ή εκμηδενίζονται[…] (Sfar).
… ή όπως έλεγε κάποιος Αμερικανός αναρχικός, «πλούσιοι είναι αυτοί που έχουν μεγαλύτερο μερίδιο σε μια πτωχευμένη πραγματικότητα».
Παναγιώτη, πολύ ωραίες οι παρατηρήσεις σου! Από την πλευρά μου θα έλεγα ότι αυτό που λέμε σήμερα "αξία" ανήκει στην περιοχή του "συλλογικού φαντασιακού" και σημαίνει την αποδοχή ότι "τα πάντα πρέπει να έχουν μία τιμή". Είναι αυτό που περιγράφει εδώ ο Φουρκέ, λέγοντας ότι υπάρχει "πιθανολόγηση", την οποία μόνο η πώληση (=ανταλλαγή) επιβεβαιώνει ή διαψεύδει. Που πάει να πει, ότι το σημαντικό είναι η "σκακιέρα", το πεδίο όπου παίζεται το παιχνίδι (και ποιο είναι αυτό το παιχνίδι!) και όχι το πώς γίνεται η "πιθανολόγηση". Η "σκακιέρα" βέβαια είναι ο τόπος όπου παίζει η δύναμη...
Ευχαριστούμε πολύ για τα κείμενα σχετικά με την αξία.
ένα κείμενο/κριτική, που μάλλον θα βρείτε ενδιαφέρον, σχετικά με την αυτοματοποίηση, τον ντετερμινισμό και τις εσωτερικές κρίσεις, όπως παρουσιάζεται στους Krisis:
http://theo-mariolis.gr/files/gr/Publications/pop_arthra/15.pdf
Παπ. κι εμείς ευχαριστούμε για την παραπομπή στο πολύ δυνατό κείμενο του Θ. Μαριόλη. Δεν μας έχει διαφύγει το έργο του, αλλά η αλήθεια είναι ότι αδυνατούμε να τον παρακολουθήσουμε όταν εμπλέκει τα ανώτερα μαθηματικά (δεν εννοώ βέβαια το συγκεκριμένο κείμενό του).
Σε κάθε περίπτωση είναι δεδομένη η συμφωνία μας με την κριτική που ασκεί στην αναγωγή της αξίας στην εργασία, καθώς και στον έωλο ντετερμινισμό των Krisis.
Από την πλευρά μας, η κριτική που ασκούμε στην ίδια την οικονομιστική έννοια της αξίας, θεμελιώνεται σε μια πρωταρχικότερη αντίληψή μας για το κοινωνικό, κατά την οποία αυτό που παράγει την κοινωνία ως κοινωνία δεν είναι η εργασία αλλά μια μη-οικονομική συνθετική δραστηριότητα, που θα μπορούσαμε -αν χρειαζόταν να το κάνουμε με όρους οικονομικού τύπου- να ονομάσουμε "ανταλλαγή" (και με άλλους όρους π.χ. "παιχνίδι"). Παραπέμπουμε ενδεικτικά σε αναρτήσεις μας όπως
http://dangerfew.blogspot.gr/2013/04/blog-post_10.html
http://dangerfew.blogspot.gr/2011/11/blog-post_18.html
http://dangerfew.blogspot.gr/2012/10/blog-post_6.html
http://dangerfew.blogspot.gr/2014/07/blog-post_11.html
Τέλος, με την ευκαιρία της αναφοράς του Μαριόλη στο βιβλίο του Γκυ Ντεμπόρ "Η κοινωνία του θεάματος", η κριτική μας άποψη υπάρχει εδώ
http://www.happyfew.gr/archives/hollow_sky/30_hollow_sky_next.htm
HollowSky,
ευχαριστώ για τα λινκ, θα τα ξανα-διαβάσω, μια και σας διαβάζω αρκετά χρόνια τώρα - οπότε θέλω να πιστεύω ότι μπορώ να καταλάβω που θεμελιώνεται η κριτική σας, και τι εννοείτε όταν λέτε "ανταλλαγή" και "παιχνίδι". :)
Σε κάποιο άλλο σχόλιο είχα αναφερθεί στον Heinrich, που μάλλον θεωρείται συνεχιστής της Neue-Marx Lecture, και τη σχέση της "θεσμιακής προσέγγισης" με τη "χρηματική θεωρία της αξίας" (και όχι εργασιακή).
Αν μου επιτρέπετε να στείλω άλλο ένα λινκ, που μάλλον θα βρείτε ενδιαφέρον:
http://www.theseis.com/index.php?option=com_content&task=view&id=807
το περίεργο με τον Heinrich είναι πως φαίνεται να πιστεύει ότι στο "νέο διάβασμα του Μαρξ" (το οποίο βασίζει σε μια ανάλυση των αρχικών κεφαλαίων του Κεφαλαίου αλλά και σε ανέκδοτα γραπτά τα οποία θα κυκλοφορήσουν με δικιά του επίβλεψη), έχει συμβάλει αποφασιστικά ο Αλτουσσέρ, ο οποίος αν δεν κάνω λάθος, δεν ήθελε να διαβάζουμε την αρχή του Κεφαλαίου, ούτε έδινε μεγάλη σημασία στην "αντικειμενοποίηση", "φετιχισμό", "αποξένωση" κλπ κλπ.
Από την άλλη, οι Moishe Postone, Robert Kurz, Jappe κλπ., φαίνεται να είναι όσο πιο μακρια γίνεται από τον Αλτουσσέρ..
Φαίνεται ότι στη wertkritik, oi Krisis με τον Heinrich διαφωνούν σε πολλά, όπως η θεωρία των κρίσεων, οι μαρξικοί "νομοι" κλπ. κλπ. Από την άλλη, αναρωτιέμαι αν όλα αυτά ισχύουν, τουλαχιστον εν μέρει, ακριβώς επειδή η "οικονομία" έχει αυτονομηθεί..
Προσπαθώντας να καταλάβω όλα αυτά, έπεσα πάνω στο Αξία, Χρήμα και Μαγεία 1, και η αλήθεια έιναι ότι αυτό που διάβασα δεν μου φάνηκε και τόσο διαφορετικό από την χρηματική θεωρία της αξίας όπως την παρουσιάζει ο Heinrich.
Να ελπίζω ότι θα τα ξεκαθαρίσω όλα αυτά; :)
Παπ., πολύ ενδιαφέρον το κείμενο του Χάινριχ, στο οποίο μας παρέπεμψες. Δεν γνωρίζαμε το έργο του. Θα τον ψάξουμε.
Μια παρατήρηση-ερώτηση από την πρώτη ανάγνωση. Δεν ξέρω (και σε ρωτάω να μου πεις) αν ο Χάινριχ συνειδητοποιεί τη βασική, κατά τη γνώμη μου, συνεπαγωγή της χρηματικής θεωρίας της αξίας. Είναι η εξής: Η θεμελίωση της αξίας στο χρήμα σημαίνει ότι η αξία θεμελιώνεται πάνω σε ένα τάλισμαν. Κι αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι η αξία δεν μπορεί παρά να ανήκει στην τάξη του συλλογικού φαντασιακού. Απ' όπου λ.χ. η "αυτοαναφορικότητα του πλούτου" που λέει ο Ορλεάν, κι η λέξη "... και Μαγεία" στους τίτλους των σχετικών αναρτήσεών μας.
Μια δεύτερη μικροεπισήμανση: η έννοια "το χρήμα είναι γενικό ισοδύναμο", που χρησιμοποιεί (και) ο Χάινριχ, νομίζω ότι στερείται νοήματος.
ΥΓ Από τον Αλτουσέρ θυμάμαι πολύ αόριστα (γιατί μου την έσπασε με το καλημέρα και δεν κάθισα να τον μελετήσω), ότι πέταγε το υποκείμενο απέξω κι έκανε μια σούπερ στρουκτουραλιστική ανάγνωση του Κεφαλαίου. Μ' αυτή την έννοια, θα τον έβλεπα αρκετά κοντά στους Krisis, Jappe. Δεν ξέρω αν κάτι τέτοιο εννοεί ο Χάινριχ μιας και δεν τον έχω διαβάσει.
HollowSky, κατ'αρχάς χαίρομαι που, τουλάχιστον σε μια πρώτη ανάγνωση, το βρήκες ενδιαφέρον και συναφές με την προβληματική του Ορλεάν. Διαφορετικά, θα νόμιζα ότι απο αυτά που διαβάζω, καταλαβαίνω τα μισά, και αυτά λάθος..
Αν έχω καταλάβει καλά, η χρηματική θεωρία της αξίας αναπτύχθηκε από τη Neue Marx Lecture γύρω στο 1970 στη γερμανία, με βάση την ανάγνωση του Κεφαλαίου ως ΚΡΙΤΙΚΗ της οικονομίας ως "επιστήμης" (δηλαδή κριτική της ιδέας ότι τα πάντα είναι μετρήσιμα). Δεν ξεκινάει από Mauss και Bataille, αλλά μόνο απο ανάλυση του μαρξικού έργου, με βάση καινούργια χειρόγραφα και σημειώσεις του Μαρξ, σε μεταγενέστερες και διορθωμένες από τον ίδιο εκδόσεις του Κεφαλαίου, στις οποίες ο ιδιος, συνειδητοποιώντας τον λάθος ("κλασσικό") τρόπο που θα μπορούσε να διαβαστεί το έργο του, ξεκαθαρίζει τα πράγματα. Δε μπορώ να πώ ότι ξέρω τα όρια αυτής της ανάγνωσης του Μαρξισμού.
Από Heinrich έχω διαβάσει μόνο ένα βιβλίο του που είναι μια εισαγωγή του στους τρείς τόμους του Κεφάλαιου. Εκεί, λέει ότι το νέο αυτό διάβασμα του Μαρξ βασίζεται στη δουλειά της Neue Marx Lekture στη Γερμανία (Hans-Georg Backhaus κλπ. κείμενα του οποίου στα ελληνικά είχε μεταφράσει ο Ψυχοπαίδης, αν δεν κάνω λάθος), αλλά και στη δουλειά του Αλτουσσέρ στη Γαλλία. Υποψιάστηκα την "συμπάθεια" που θα έχετε για τον Αλτουσσέρ και την ιδεολογία του, και γι αυτο τον ανέφερα στο προηγούμενο σχόλιό μου, επειδή προσπαθώ κι εγώ να καταλάβω που κολλάει σε όλα αυτά. Η αλήθεια είναι ότι ο Heinrich αναφέρεται σε κάποια φάση σε διάφορες "δομές" αλλά όπως τις παρουσιάζει δεν αποτελούν καθόλου υπεριστορικά μορφώματα.
Δυστυχώς, δεν έχω μαζί μου αυτή τη στιγμή το βιβλίο του Heirich για να κοιτάξω λεπτομέρειες για το το χρήμα και αν αναφέρεται σε κάτι που θα μπορούσαμε να το καταλάβουμε σαν τάλισμαν. Όταν μπορέσω θα κοιτάξω και άν βρω κάτι ενδιαφέρον θα το μοιραστώ.
Αναρωτιέμαι μόνο, αν η μαρξικές έννοιές του φετιχισμού και της αλλοτρίωσης θα μπορούσαν να μας οδηγήσουν σε παρόμοια συμπεράσματα.
Παπ., για μένα η ακριβέστερη έκθεση της μαρξικής θεωρίας της αξίας είναι αυτή του Καρλ Κορς στο μνημειώδες βιβλίο του "Καρλ Μαρξ". Βγήκε κάποτε στα ελληνικά (ΟΔΥΣΣΕΑΣ) σε χαοτική μετάφραση. Υπάρχει στο διαδίκτυο στα αγγλικά >>> http://www.marxists.org/archive/korsch/1938/karl-marx/
Εκεί ο Κορς υπογραμμίζει (και μ' αυτή την έννοια ίσως είναι ο πρώτος) την κεντρικότητα της έννοιας του "φετιχισμού του εμπορεύματος" στη μαρξική θεωρία: "Αποτελεί την πεμπτουσία της οικονομικής θεωρίας του Κεφαλαίου" - και τονίζει:
"Στην κτιρική θεωρία του Μαρξ, η πιο γενική κατηγορία παύει να είναι η 'αξία' ή το 'ποσό της αξίας' που μετριέται με τον εργάσιμο χρόνο. Τώρα πια η γενικότερη κατηγορία είναι η ΜΟΡΦΗ της εργασίας που παράγει τα εμπορεύματα, η ΜΟΕΡΦΗ-ΑΞΙΑ του προϊόντος της εργασίας, ή η ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΣ".
Επισημαίνω μάλιστα ότι σε αυτό το βιβλίο του ο Κορς συμβουλεύει να μη δίνεται μεγάλη βαρύτητα (για την κατανόση του DAS KAPITAL) ούτε στον 3ο τόμο του ούτε στις GRUNDRISSE, αλλά στον 1ο και το 2ο τόμο, διότι γράφτηκαν ΜΕΤΑ τις GRUNDRISSE και τα κείμενα που μάζεψε ο Κάουτσκυ σαν 3ο τόμο, και επομένως εκφράζουν καλύτερα τη σκέψη του Μαρξ στο θέμα.
ΟΜΩΣ ... όσο προχωρημένες κι αν είναι οι κριτικές που εστιάζουν στον φετιχισμό του εμπορεύματος (σε σχέση με τις οικονομίστικες), εξακολουθούν να θεωρούν την ανταλλαγή σαν "υπερδομή" της παραγωγής και (επομένως) το χρήμα σαν απλό "εργαλείο" (π.χ. "γενικό ισοδύναμο").
Εδώ, επαναλαμβάνω, βρίσκεται η βαθύτερη διαφωνία μας με τις απόψεις αυτές -ο ντετερμινισμός τους άλλωστε, είναι απόρροια του "παραγωγισμού" τους ακόμα κι όταν αυτός δεν εκφράζεται ως αποθέωση της εργασίας (αλλά της εκτεχνίκευσης).
Με αυτά δεδομένα, εξακολουθώ να μην είμαι πολύ σίγουρος για τη συνάφεια οπτικής μεταξύ Χάινριχ και Ορλεάν (η θεσμιακή οπτική του οποίου είναι συναφής με τη δική μας ως τέτοια). Πρέπει ασφαλώς να διαβάσω τον Χάινριχ.
Καλημέρα Hollowsky,
ξεκίνησα εδώ στα σχόλια να γράφω ένα/δυο πραγματάκια με αφορμή τα 3 κείμενα "αξία, χρήμα μαγεία" αλλά τα ένα/δυο έγιναν περισσότερα και τελικά προέκυψε ένα κειμενάκι.
Όποιος/α θέλει να ρίξει μια ματιά, εδώ
Φιλικά,
Lucifugo
Αγαπητέ Lucifugo, χαίρομαι που οι αναρτήσεις μας έδωσαν την αφορμή για τη συγγραφή της κριτικής σου. Περνώ κατευθείαν σ' ένα πολύ σύντομο σχολιασμό της.
Ένα σοβαρό πρόβλημα στην ανάγνωση του κειμένου σου είναι οι πολλές λέξεις που άλλοτε μπαίνουν σε εισαγωγικά κι άλλοτε όχι, δημιουργώντας έτσι μια αμφιβολία για το πότε χρησιμοποιούνται κυριολεκτικά και πότε μεταφορικά. Παρολαυτά νομίζω ότι κατάφερα να πιάσω την άκρη.
Θεωρώ ότι οποιαδήποτε απόπειρα κατανόησης και έκθεσης της μαρξικής θεωρίας της αξίας ξαστοχεί όταν δεν λαμβάνει υπόψη της πως με την κριτική του της πολιτικής οικονομίας, ο Μαρξ (που δεν ήταν ούτε οικονομολόγος αλλά ούτε και κοινωνιολόγος παρά επαναστάτης στοχαστής) θέλησε, χρησιμοποιώντας τα εργαλεία των κλασικών αστών οικονομολόγων, να αποκαλύψει «τον οικονομικό νόμο της κίνησης της μοντέρνας κοινωνίας» (Πρόλογος στην 1η έκδοση του Κεφαλαίου), δηλαδή: να καταδείξει πρώτα και πάνω απ' όλα την εκμετάλλευση που ενυπάρχει στη σχέση κεφαλαίου-εργασίας. Διότι ο πυρήνας και του φετιχισμού του εμπορεύματος και της αξίας στη μαρξική θεωρία βρίσκεται ακριβώς στην απόκρυψη αυτής της όχι απλώς ταξικής αλλά συγκεκριμένα εκμεταλλευτικής σχέσης, από την οποία κατά τον Μαρξ προκύπτει -στο πεδίο της παραγωγικής διαδικασίας πριν απ' όλα!- η υπεραξία που απαιτείται για τη συσσώρευση του κεφαλαίου.
Εξετάζοντας λοιπόν το ζήτημα της αξίας από τη συγκεκριμένη αυτή σκοπιά (της εκμετάλλευσης, η οποία συντελείται στην παραγωγή) και με το συγκεκριμένο στόχο (τη φανέρωση και απομυστικοποίηση της εκμεταλλευτικής σχέσης), υιοθέτησε ακριβώς τη θεωρία της αξίας-εργασίας και τόνισε όχι μόνο την έννοια της αφηρημένης εργασίας αλλά και αυτήν της ζωντανής εργασίας, ως μόνης πηγής απόσπασης υπεραξίας. Γιατί το έκανε αυτό; Διότι μέσω αυτών των εννοιών θα μπορούσε να θεμελιώσει την θεωρία της υπεραξίας-υπερεργασίας και την έννοια του κεφαλαίου ως νεκρής εργασίας.
Βρίσκω λοιπόν εντυπωσιακό το ότι από το κείμενό σου, που όπως το διάβασα επιχειρεί μια κριτική του θεσμιακού μοντέλου από την μαρξική οπτική, απουσιάζει εντελώς η έννοια της υπεραξίας! Όπως εντυπωσιακή βρίσκω και τη, συναφή με την προηγούμενη, απουσία της έννοιας της ζωντανής εργασίας. Όμως από αυτές τις έννοιες της υπεραξίας-υπερεργασίας και της ζωντανής εργασίας βλέπει κανείς, ότι η μαρξική οπτική της αξίας δεν συμπίπτει ακριβώς με αυτήν που παρουσίασες στην κριτική σου, όπου ορίζεις την αξία απλώς και μόνον ως «κοινή ουσία όλων των εμπορευμάτων», απορρίποντας τα περί «ενύπαρξης, ενσωμάτωσης, εντείχισής» της σε κάθε ξεχωριστό εμπόρευμα.
( η συνέχεια από κάτω)
(συνέχεια)
Διότι, εάν για τον Μαρξ δεν υπάρχει απλώς αξία αλλά και υπεραξία, αν δεν υπάρχει μόνο εργασία αλλά και υπερεργασία, ούτε μόνο αφηρημένη εργασία αλλά και ζωντανή, αυτό συμβαίνει επειδή ακριβώς − θεωρώντας βέβαια ότι οι αξιακές σχέσεις που εμφανίζονται στη σφαίρα της ανταλλαγής των προϊόντων της εργασίας ως εμπορευμάτων, δεν είναι παρά η φαινομενική-φετιχιστική αποτύπωση των ταξικών σχέσεων εκμετάλλευσης στο επίπεδο της παραγωγής (από το οποίο, κατ’ αυτόν, καθορίζεται ουσιαστικά η κοινωνία)−, βλέπει, όπως και οι κλασσικοί, την αξία σαν κάτι που παράγεται πρωταρχικά στο πεδίο της παραγωγής. Γι’ αυτόν, δηλαδή, η ουσία της αξίας βρίσκεται στην αφηρημένη, κοινωνικά ομοιογενή αλλά ζωντανή εργασία -και γι’ αυτό μιλάει και για «μέγεθος της αξίας» εξαρτώντας το πάντοτε από την «ποσότητα της εργασίας». Με αυτόν τον τρόπο απαντά λοιπόν ο Μαρξ στο «καθοριστικά σημαντικό καθήκον [που είναι] να ανακαλυφθεί η εσωτερική αναγκαία σχέση ανάμεσα στη μορφή της αξίας, την ουσία της αξίας και το μέγεθος της αξίας» (Κεφάλαιο, τόμος Ι).
Το θεσμιακό μοντέλο, από την άλλη μεριά, θεωρώντας ως πρωταρχικό-καθοριστικό όχι το πεδίο της παραγωγής αλλά του θεσμού και της θέσμισης, προσεγγίζει το όλο ζήτημα από εντελώς διαφορετική οπτική. Κι εδώ έχει σημασία να υπογραμμίσω το εξής: η παραγωγή μπορεί πράγματι να επηρεάζει τη θέσμιση, όμως η θέσμιση είναι εκείνη που καθορίζει, με την πλήρη έννοια του όρου «καθ-ορίζω», τη παραγωγή. Δες για παράδειγμα το περίφημο κεφάλαιο του Μαρξ για το «μυστικό» της λεγόμενης πρωταρχικής συσσώρευσης: δεν περιγράφει ούτε μόνο παραγωγικές διαδικασίες, ούτε απλώς συγκρούσεις, αλλά ένα σύνολο θεσμίσεων μέσα από τις οποίες καθορίστηκε, δηλαδή πήρε τη συγκεκριμένη πρακτική μορφή της, η κεφαλαιοκρατική κοινωνία.
Το θεσμικό πεδίο είναι το πεδίο της μορφής μιας κοινωνίας. Και η μορφή δεν είναι επιφαινόμενο!
Έτσι λοιπόν, όταν μιλάμε π.χ. για «μορφή της αξίας», δεν μιλάμε για επιφαινόμενο αλλά για την αξία ως θεσμό (άλλη μια λέξη που απουσιάζει εντελώς από το κείμενό σου). Κι αυτό δεν μπορεί παρά να σημαίνει ένα πράγμα: ότι το χρήμα δεν είναι εμπόρευμα, αλλά θεσμός.
Όμως θα συνεχίσουμε μια επόμενη φορά. Ευχαριστώ και πάλι για την ανταπόκριση στις αναρτήσεις μας για την αξία.
Φιλικά, HS
1) Ποιο είναι το νόημα και ο σκοπός των εισαγωγικών; Τα εισαγωγικά "μπαίνουν εκεί" όπου το περιεχόμενο και η σημασία μιας λέξης, φράσης, πρότασης είναι αντικείμενο διερεύνησης. Ακριβώς επειδή, η "αξία", το "κεφάλαιο", η "εργασία", η "επιστήμη" κ.α. στο κείμενο είναι τέτοια αντικείμενα, μπαίνουν και σε εισαγωγικά. Η γνώση, αν θες, είναι μια διαλεκτική σαφήνειας και ασάφειας.
2) Δεν κάνω μια κριτική του "θεσμιακού μοντέλου" από "μαρξική σκοπιά". Κάπου γράφω ότι ο μαρξ δεν ήταν συνεπής με την ανακάλυψή του. Πως να μπλέξει την Επιστήμη (την ανακάλυψη "νόμων") με τη μεταφυσική της εμπορευματικής ανταλλαγής; Ορίζω χωρίς εισαγωγικά την "αξία" ως πραγματική αφαίρεση και ως τέτοια "κοινή ουσία" (με την πλήρως μεταφυσική έννοια του όρου) όλων των εμπορευμάτων. Το χρήμα έπεται αυτής της κοινωνικής μεταφυσικής, την πυκνώνει, δεν κάθεται post festum πάνω στα εμπορεύματα ως "ανορθολογικός θεσμός(;)". Αναφέρομαι εκτενώς στο κείμενο πάνω σε αυτό.
3) Δεν απουσιάζει η έννοια της ζωντανής εργασίας από το κείμενο ή της υπεραξίας. Απλά δεν αναφέρονται ως τέτοιες. Η συγκεκριμένη κοινωνική δραστηριότητα είναι η "ζωντανή εργασία". Ως κατηγορία, η "ζωντανή εργασία" προϋποθέτει τη "νεκρή εργασία(!)", δηλαδή όλη τη μεταφυσική της "αξίας που αυτοαξιοποιείται" (σ.σ. υπεραξία)
4. Το "χρήμα ως θεσμός" απλά αντικαθιστά τη μεταφυσική της αξίας με τη μεταφυσική του θεσμού ταυτίζοντας εντελώς το προκαπιταλιστικό χρήμα με το νεωτερικό χρήμα, με το χρήμα ως "κεφάλαιο".
Και εγώ χάρηκα για την κουβέντα και σε ευχαριστώ για το χρόνο σου.
Φιλικά,
Lucifugo
Αγαπητέ Lucifugo, μόνο μια παρατήρηση για το σημείο 4 του σχολίου σου. Η θεσμιακή προσέγγιση (προσωπικά προτιμώ το προσέγγιση από το μοντέλο) δεν ταυτίζει το χρήμα-κεφάλαιο με το προκαπιταλιστικό χρήμα. Εκείνο που καταρχήν επισημαίνει, είναι ότι η εμπορευματική-χρηματική ανταλλαγή δεν αποτελεί κάποιου είδους εξελιγμένο ή πιο σύνθετο αντιπραγματισμό, ούτε το χρήμα ένα εργαλείο στην υπηρεσία του. Το ότι σημειώνει έτσι την ανάδυση ενός εντελώς ιδιαίτερου τρόπου ανταλλαγής, δεν συνεπάγεται αναγκαστικά ότι δεν διακρίνει τις ιστορικές εξελίξεις και τομές του. Συνεπάγεται όμως ότι αντιτίθεται στην εργαλειακή προσέγγιση στο όλο ζήτημα, η οποία υποστασιοποιεί την εργασία και την παραγωγή ως θεμέλιο του ανθρώπινου κόσμου. Αυτή η αντίθεση δεν βλέπω γιατί θα πρέπει να σημαίνει "αντικατάσταση της μεταφυσικής της αξίας από μια μεταφυσική των θεσμών".
Ευχαριστώ κι εγώ για το χρόνο σου
Φιλικά HS
Αγαπητέ Hollowsky,
δεν θεματοποιώ πουθενά τη γένεση του χρήματος ως απότοκο ενός πιο σύνθετου αντιπραγματισμού ή ως μετεξέλιξη ή ως φυσική συνέπεια του προηγούμενου. Και αυτό γιατί δεν υπάρχει απολύτως τίποτα το μεταφυσικό και το μυστηριώδες στον αντιπραγματισμό. Η συγκεκριμένη έννοια και η κοινωνικο-ιστορική πρακτική του αντιπραγματισμού θεμελιώνεται ως αμοιβαία δωρεά μεταξύ τροφοσυλλεκτικών κοινοτήτων, μεταξύ μη ιεραρχικά οργανωμένων αγροτικών κοινοτήτων (δηλαδή χωρίς καμιά μορφή κράτους) και μεταξύ των τελευταίων με τους πρώτους. Αντίθετα η εμπορευματική ανταλλαγή κατάγεται από τη λεηλασία των παραπάνω από πολεμικά ποιμενικά/κτηνοτροφικά φύλα και το πρώτο λογικά και ιστορικά εμπόρευμα είναι ο σκλάβος ως οποίος λειτουργεί ως «άμεσο ανταλλακτικό μέσο». Ο σκλάβος είναι ένα εκτρεφόμενο ζώο. Απόγονος αυτής της «κοινωνικής» πρακτικής είναι η γένεση του χρήματος ως λογικής (αυτο)εξαπάτησης των υποτελών. Η πολεμική βία γίνεται βία της Λογικής, της ίδιας της μεταφυσικής χωρίς βεβαίως να ξεχαστεί η πρώτη.
Η «εργασία (γενικά) και η παραγωγή (γενικά) ως θεμέλιο του ανθρώπινου κόσμου» είναι μια εντελώς κούφια και ανιστορική έκφραση και ταυτόχρονα είναι η πρακτική, καθημερινή αλήθεια των κοινωνιών του κεφαλαίου. Ένα άλλο πρόβλημα με τη θεσμιακή προσέγγιση (όπως λες) είναι και το εξής: παραπάνω αναφέρεις πως ο «θεσμός» καθ-ορίζει την «παραγωγή» και η τελευταία επηρεάζει το «θεσμό». Χωρίς να το καταλαβαίνεις(;) υιοθετείς αντεστραμμένα το (μεταφυσικότατο) δυισμό της βάσης (υλικές κοινωνικές σχέσεις) και του εποικοδομήματος (μορφές συνείδησης). Ο θεσμός, για σένα, είναι η αυθεντική βάση, η παραγωγή το εποικοδόμημα που επηρεάζει τη βάση. Το μπέρδεμα αυτό είναι η έκφραση του αφηρημένου, ανιστορικού σημείου αναφοράς που έχει η θεσμική προσέγγιση, μια «κοινωνία εμπορευματοπαραγωγών» που λόγω μιας «κακής θέσμισης» λατρεύουν το χρήμα.
Όπως και να έχει το θέμα θέλω να πιστεύω ότι ο καθένας από μας και όσοι μας διαβάζουν θα βγάλουν τα συμπεράσματά τους. Τουλάχιστον αγαπητέ Hollowsky συμφωνούμαι στο στοιχειώδες. Και οι δυο απεχθανόμαστε την «κοινωνία» στην οποία βρισκόμαστε και καταβάλουμε προσπάθειες να καταλάβουμε «πως σκατά φτάσαμε ως εδώ;»
Με εκτίμηση,
Lucifugo
Αγαπητέ Lucifugo, όχι, δεν αντιστρέφω το σχήμα "βάση-επικοδόμημα", διότι όταν λέω πως η παραγωγή μπορεί μεν να επηρεάζει τη θέσμιση αλλά η θέσμιση είναι εκείνη που καθορίζει την παραγωγή, ΔΕΝ εννοώ ότι "βάση" είναι η θέσμιση και "εποικοδόμημα" η παραγωγή. Εννοώ κάτι άλλο: ότι η θέσμιση είναι ΤΟ ΟΛΟΝ, η ολοποιητική-κοιωνιοποιητική δραστηριότητα, ενώ η παραγωγή ΜΕΡΟΣ του.
Εάν αυτό γίνει κατανοητό, τότε μπορεί κανείς να κατανοήσει ότι -αντίθετα απ' ό,τι γράφεις- ΟΥΤΕ ο καπιταλισμός θεμελιώνεται στην εργασία και την παραγωγή! Αυτό θέλουν να πιστέψουμε εκείνοι που βαστούν μονοπώλιό τους την ολοποιητική δραστηριότητα, δλδ η κυρίαρχη τάξη. Η εργασία και η παραγωγή ΚΑΙ στον καπιταλισμό είναι μέρος του όλου, μόνο που εδώ είναι το μέρος-"στρατόπεδο εργασίας" στο οποίο εξορίζονται οι κυριαρχούμενοι αποκλειόμενοι από την ολοποιητική-κοινωνιοποιητική δραστηριότητα του θεσμίζειν.
Ξέρω βέβαια πως υπάρχουν ακόμα πάρα πολλά να διευκρινιστούν, οπότε ας αρκεστώ εδώ να επαναλάβω ότι έστω και μόνο το κεφάλαιο του Μαρξ για τη λεγόμενη "πρωταρχική συσσώρευση" αρκεί για να αντιληφθεί κανείς πώς δομήθηκε η κοινωνία μας.
Θα κλείσω υπογραμμίζοντας μαζί σου, πως πράγματι συμφωνούμε στο στοιχειώδες και μας ενώνει το ότι και οι δυο αγωνιζόμαστε να καταλάβουμε "πώς σκατά φτάσαμε ώς εδώ". Κι αυτό είναι το σημαντικότερο!
Με εκτίμηση επίσης,
HS
Lucifugo,
Συμφωνώ με την άποψή σου ότι η θεσμική προσέγγιση ως κλειδί της ιστορίας είναι πράγματι μια νέα μεταφυσική ερμηνεία. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι δυισμός το να λέμε ότι το χρήμα είναι θεσμός. Δεν είναι της ίδιας τάξης με το να πούμε το σώμα μου και το πνεύμα μου ή ο άνθρωπος και η φύση ως διαφορετικές κατηγορίες, από την επιστημολογία έως την ποίηση. Αν απορρίψουμε το ότι το χρήμα είναι θεσμός δεν μπορούμε να αντιληφθούμε ούτε την λειτουργία του πρωτόγονου χρήματος ούτε την λειτουργία του χρήματος σήμερα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υπάρχει μεταξύ των δύο κάποια νομοτελειακή συνέχεια. Στις πρωτόγονες προ-κρατικές κοινωνίες αυτό που αποκαλείται πρωτόγονο χρήμα, οι ανταλλαγές και τα δώρα είχαν ένα συμβολικό ρόλο και ήταν υποκείμενα σε μια ανώτερη αξιολογία, μια αξιολογία που είχε να κάνει περισσότερο με συλλογικές πεποιθήσεις παρά με πρακτικά ζητήματα και αντικειμενικές συνθήκες. Αυτό ακριβώς το γεγονός αποτελεί στοιχείο ασυνέχειας και όχι κάποιας νομοτελειακής συνέχειας όπως ισχυρίζεται η θεσμική προσέγγιση. Για να συντελεστεί αυτή η αλλαγή, γεγονός που αποδέχεται και ο Μως τον οποίο αποσπασματικά και λανθασμένα επικαλείται ο Ορλεάν, υπεισέρχεται ο ρόλος του κράτους, της εξουσίας και των εμπόρων.
HollowSky και Panagiotis,
χαίρομαι πραγματικά για αυτή τη συζήτηση και νιώθω πλουσιότερος στο τέλος της από όσο το ένιωθα στην αρχή της. Ούτως ή άλλος απόλυτη ομοφωνία δεν υπάρχει και καλώς δεν υπάρχει. Θα ήταν ο θάνατος της σκέψης και της ίδιας της ζωής, θα ήταν αδύνατος ο αμοιβαίος εμπλουτισμός, η αμοιβαία ολοκλήρωση μέσω της έλλειψης. Η σκέψη, σαν διαμεσο-ποιητική δραστηριότητα της ανθρώπινης-κοινωνικής πρακτικής μέσα στους κόλπους της γήινης φύσης, σαν τρόπος ύπαρξης του ενσώματου, κοινωνικού υποκειμένου είναι (προς πείσμα κάθε κυριαρχικής αντίληψης) μια μορφή εμμενούς κομμουνισμού. Παρόλο τον αποξενωτικό και αφηρημένο χαρακτήρα του "μέσου"(εννοώ το χαζοκούτι το pc) οι σκέψεις του ενός έγιναν αισθητά αντιληπτές στον άλλο και στο τέλος προέκυψε κάτι που στην αρχή δεν υπήρχε, ο αμοιβαίος εμπλουτισμός, ένας πλούτος που ο "πλούτος" αυτού του κόσμου επιζητά συνεχώς να τον εξοντώνει, να το απαγάγει, να τον φέρνει στα νεκρά "μέτρα" του. Μέσα λοιπόν στα πλαίσια αναζήτησης του "πως σκατά φτάσαμε εδώ;" θα ήθελα να σάς γνωστοποιήσω τις προσπάθειες και τις προσεγγίσεις δυο άλλων ανθρώπων. Του καλού μου φίλου Αθανάσιου http://www.badarts.gr/ και του Will Barnes http://intcssc.wordpress.com/texts/
Να είστε καλά και θα τα ξαναπούμε!
Υ.Γ. Panagiotis το blog σου το παρακολουθώ εδώ και καιρό, τα κείμενα παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον και θεωρώ πως η ανθρωποποίηση του κεφαλαίου είναι μια έννοια κλειδί/τομή.
Παναγιώτη και Lucifugo, ομολογώ ότι δεν καταλαβαίνω πολύ καλά τι εννοείτε λέγοντας "μεταφυσική ερμηνεία" και, επομένως, γιατί η θεσμιακή προσέγγιση στην ερμηνεία του κοινωνικο-ιστορικού είναι μια "μεταφυσική ερμηνεία".
Βάζετε λ.χ. το "μεταφυσική" σε αντίστιξη προς το "φυσική"; Αλλά τι θα ήταν μια "φυσική" ερμηνευτική προσέγγιση; Να ερμηνεύσουμε το κοινωνικο-ιστορικό ανάγοντάς το στη διπλή έλικα του Dna, στη λειτουργία του μυϊκού συστήματος ή την ποιότητα του γεωλογικού πλαισίου; Σίγουρα μια τέτοια προσέγγιση, αν και μπορεί να καταγράψει κάποια πράγματα, δεν μπορεί καθόλου να αρμόζει για το κοινωνικο-ιστορικό -όπως λ.χ. τα ευρήματα της φυσικοχημικής ανάλυσης ενός δέντρου δεν μπορούν να μας πουν κάτι για την έννοια δέντρο και τις συμβολικές χρήσεις της.
Μήπως εννοείτε μια προσέγγιση που εστιάζει στα "άυλα" στοιχεία του κοινωνικο-ιστορικού και παραβλέπει ή υποτιμά τα "υλικά"; Αλλά π.χ. η γλώσσα, που "κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει", πόσο "άυλη" μπορεί να είναι;
Ή μήπως, τέλος, εννοείτε πως μια τέτοια ερμηνευτική προσέγγιση προβάλλεται σαν "πασπαρτού" και ισχυρίζεται ότι μπορεί να ερμηνεύσει αδιακρίτως όλους τους ανθρώπινους τύπους κοινωνίας και πολιτισμού; Ωστόσο, αν υποστηρίξουμε ότι μπορούμε να προσεγγίσουμε ερμηνευτικά μόνο το ιστορικο-κοινωνικό παρόν στο οποίο μετέχουμε, είναι σαν να λέμε ότι
είναι αδύνατον να κατανοήσουμε πολιτισμούς διαφορετικούς από τον δικό μας (και οι διαφορετικοί από το δικό μας, εμάς) -κι αυτό πάλι είναι σαν να λέμε πως είναι ολότελα αδύνατον να επικοινωνήσουν μεταξύ τους οι διαφορετικοί πολιτισμοί, δηλαδή ότι είναι αδύνατον, εάν ταξιδέψουμε σε ένα πραγματικά ξένο τόπο που δεν γνωρίζουμε τη γλώσσα του, να αντιληφθούμε εάν οι άνθρωπο εκεί έχουν ένα τρόπο ΑΝΑΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ επικοινωνίας κι αλληλοσυνεννόησης. Είναι πραγματικά αδύνατον κάτι τέτοιο; Δεν το νομίζω. Αν όμως αυτό δεν είναι αδύνατον, τότε προφανώς αντιλαμβανόμαστε το πώς εκείνοι οι άνθρωποι επικοινωνούν και συνεννούνται, επειδή έχουμε ΙΔίΑΝ αντίληψη του πώς γίνεται οι άνθρωποι να επικοινωνούν και να αλληλοσυνεννοούνται, επειδή δηλαδή γνωρίζουμε πώς επικοινωνούμε και συνεννούμαστε ΕΜΕΙΣ στο δικό μας ιστορικο-κοινωνικό πλαίσιο.
Τι λέτε;
Hollowsky,
Δεν ισχυρίζομαι ότι δεν μπορεί να ερμηνεύσει τίποτα και πολύ περισσότερο να προσεγγίσει το αναφέρω άλλωστε ρητά. Ο φόβος του αίματος, η εξωγαμία, τα διατροφικά ταμπού το ταμπού του στόματος, οι λεγόμενες folk theories για τους ανθρωπολόγους – γλωσσολόγους κλπ. είναι πολύ σημαντικά ερμηνευτικά εργαλεία πολλές φορές καθοριστικά για τις εξεταζόμενες κοινωνίες. Αυτό που λέω είναι ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι στοιχείο ασυνέχειας και όχι συνέχειας όπως το παρουσιάζει ο Ορλεάν. Δηλαδή, ότι δεν αποτελεί κλειδί για την ερμηνεία της εξέλιξης, πολύ περισσότερο με τον απόλυτο τρόπο που το παρουσιάζει ο Ορλεάν. Μην ξεχνάμε ότι το Ισλάμ εξαπλώθηκε εκεί που πήγαινε η δρομάδα όχι εκεί που ήθελαν οι καμηλιέρηδες.
Παναγιώτη, επομένως το "μεταφυσική" το εννοείς με την τελευταία έννοιά της που σημείωσα ("πασπαρτού"). Θα παρατηρήσω το εξής: επειδή η δρομάδα πήγαινε εκεί που πήγαινε και ΠΡΙΝ εμφανιστεί το Ισλάμ, κι επειδή το Ισλάμ πήγε κι εκεί που ΔΕΝ πήγαινε η δρομάδα, είναι νομίζω προφανές ότι δεν μπορούμε να καταλάβουμε το Ισλάμ ανάγοντάς το στη δρομάδα και τις μετακινήσεις της. Μπορούμε λοιπόν να πούμε πως η δρομάδα (το πού πήγαινε και που δεν πήγαινε) επηρέασε ώς ένα βαθμό το Ισλάμ, αλλά δεν το καθόρισε -και, επομένως, ότι αυτό που καθόρισε το Ισλάμ ήταν μια άλλου τύπου δραστηριότητα (η ολοποιητική-κοινωνιοποιητική, ή κάποια τέτοιας τάξης τελοσπάντων).
Για να το πω κι αλλιώς: το να περιγράψουμε με ποιο τρόπο μια γυναίκα βάζει κι ανακατεύει ορισμένα υλικά μέσα σ' ένα τσουκάλι, μπορεί να μας πει για την τεχνική της αλλά δεν μπορεί να μας πει αν αυτή λ.χ μαγειρεύει ή φτιάχνει ένα μαγικό φίλτρο για τη φυλή της. Και οι δυο περιγραφές μπορεί να απαντούν στο ερώτημα "τι κάνει αυτή η γυναίκα;", όμως μόνο η δεύτερη περιγράφει την κατεξοχήν ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ διάσταση της δραστηριότητάς της. Και για να πάρουμε πληροφορίες γι' αυτή τη διάσταση, πρέπει να ανοίξουμε το φακό μας, να δούμε και ΑΛΛΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ πέρα από το ανακάτεμα υλικών σ' ένα τσουκάλι. Τι τύπου;
Πρακτικές που αφορούν σε γλωσσικά παιχνίδια, κώδικες συνςννόησης, σύμβολα, κ.τ.τ.
Με αυτό δεν θέλω να πω ότι όλες οι ανθρώπινες κοινωνίες είναι "ουσιαστικά ίδιες". Θέλω να πω το εξής: ότι οι ανθρώπινες κοινωνίες αρθρώνονται γύρω από διαφορετικούς συμβολικούς άξονες, αλλά δεν υπάρχει ανθρώπινη κοινωνία που να μην αρθρώνεται γύρω από ένα κάποιο συμβολικό άξονα.
Νομίζω ότι μια τέτοια προσέγγιση μπορεί να καλύψει και τις ασυνέχειες, που ασφαλώς υπάρχουν. Αναφορικά με το χρήμα λ.χ. αυτό σημαίνει, να δούμε τη "συνέχειά" του στο ότι είναι τάλισμαν (δηλαδή όχι απλώς εργαλείο) και συνάμα την "ασυνέχειά" του, την οποία θα δούμε μέσα από ευρύτερες πληροφορίες για τη λειτουργία του, που είναι ασφαλώς άλλη στις προκαπιταλιστικές κοινωνίες και άλλη ως χρήμα-κεφάλαιο.
Σε τι βοηθάει το να δούμε τη "συνέχειά" του; Στο ότι μάς βάζει σε υποψία ότι, ακόμα και στο χρήμα-κεφάλαιο, δεν έχουμε να κάνουμε με εργαλείο αλλά με τάλισμαν.
Κλείνω επισημαίνοντας ότι συμφωνώ με την προσέγγιση του Ορλεάν, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι συμφωνώ σε όλα μαζί του. Όπως έχω πει, τον παρουσιάζω μέσα σ' ένα "φάκελο" μελέτης, από τον οποίο μπορεί ο αναγνώστης να διακρίνει τι εστί η θεσμιακή προσέγγιση.
Όχι, όχι HolloSky δεν εννοώ κάτι τέτοιο και νομίζω πως έχουμε αγγίξει το αδιέξοδο της ετεροχρονισμένης γραπτής επικοινωνίας. Ας προσπαθήσω να συμπυκνώσω.
Ως μεταφυσική εννοώ την ρητή ή την υπονοούμενη άρνηση ενός πρακτικού, αισθητά αντικειμενικού και ενσώματου κοινωνικού υποκειμένου που δημιουργεί τον ανθρώπινο (κοινωνικό και ιστορικό κόσμο) μέσα στους κόλπους της φύσης. Οπότε όλα αυτά τα τερατώδη για DNA κτλ είναι μυστικοποιήσεις ομόλογες με τις θεο-λογικές. Στη θέση του Θεού, του Απόλυτου ασώματου Λόγου, μπαίνει η βιολογική “ύλη” ως DNA κτλ.
Μια που το έφερε η κουβέντα η κατηγορία της “ύλης” είναι μια αφαίρεση και ως έννοια που νοηματοδοτεί τις σχέσεις των ανθρώπων με τη φύση και τις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους αναπτύσσεται (με διαφορετικούς βαθμούς αφαίρεσης και γενίκευσης) σε εκείνους τους πολιτισμούς που παρουσιάζουν έντονη εμπορική-εκχρηματισμένη ανταλλαγή. Με άλλα λόγια αναπτύσσεται η “ύλη” (ως οντολογική και γνωσιολογική κατηγορία) ως άλλη πλευρά της πραγματικής αφαίρεσης της “αξίας” των εμπορευμάτων. (δες το εξαιρετικό βιβλίο της Αντωνοπολου Κοινωνική Πράξη και Υλισμός. Σπουδή στην Κοινωνιολογία της Γνώσης, Αθήνα, Αλεξάνδρεια)
Καταλαβαίνεις λοιπόν πως δεν έχει νόημα να θεωρούμε τη γλώσσα μέσα από το δίπολο “υλικό/άυλο”. Στη γλώσσα (και όχι μόνο σε αυτήν φυσικά) εξωτερικεύεται η ιδεατή “εικόνα” (το νόημα, η σημασία) του πραγματικού και του ανθρώπινου εαυτού μέσα σε αυτή. Η γλώσσα (ως μια από) τις αντικειμενικές συμβολικές μορφές της ανθρώπινης, κοινωνικής πρακτικής αναπαριστά “κάτι άλλο”, την ιδεατή “εικόνα”, το νόημα και τη σημασία του πραγματικού που αίρει την άμεσα αισθητή όψη των πραγμάτων.
Αυτή η άρση του άμεσα αισθητού από την ιδεατή “εικόνα” (από το “πνεύμα” αν θες) και η γένεση ενός ενιαίου αντιληπτικού πεδίου από αυτή ως καθορισμένο όλο (ότι είναι παρών στην αφή, είναι παρών στην όραση, στην ακοή κτλ) δεν αναφέρεται καθόλου σε κάποια “εξωτερικά αντικείμενα” όπως υπάρχουν “καθεαυτά” και αμετάθετα στη φύση αλλά στην αισθητά αντικειμενική, κοινωνική δραστηριότητα που τα αναπαράγει ως ενότητα της αισθητής πραγματικότητας και της σημασίας/αναφορικότητας ιδεατοποιώντας κάθε όψη του αισθητού κόσμου.
Στην κοινωνική/ιστορική πρακτική οι αισθήσεις του ανθρώπου αποκόπτονται από τη βουβή αμεσότητα των βιο-λογικών προσδιορισμών και γίνονται αισθήσεις άμεσα θεωρητικές. Ο δυσιμος "Ύλη/Πνεύμα" είναι μακάβριος και έκφραση που υπονοεί δεσποτική κυριαρχία πάνω στους ανθρώπους και στη φύση. Ο άνθρωπος ως "άυλο πνεύμα" ανήκει στον παπά και στον ψυχολόγο και ως βουβό “υλικό σώμα" στο νυστέρι του ανατόμου και στη διάγνωση του γιατρού.
Ο φετιχισμός κάθε μορφής (από τα τάλισμαν, τους Θεούς, μέχρι τα εμπορεύματα) είναι μια ιδιαίτερη ιστορική δυνατότητα της ανθρώπινης κοινωνικής ύπαρξης που δεν μπορεί να υπάρξει ως τέτοια αν δεν νοηματοδοτεί στην πράξη τον εαυτό της και τον κόσμο καθ' ολοκληρίαν. Ο κομμουνισμός, για μένα, δεν είναι τίποτα άλλο παρά απόπειρα εξάλειψης και ξεπεράσματος κάθε μορφής φετιχισμού και πρακτικής μεταφυσικής που θέλουν τον άνθρωπο υποχείριο αφαιρέσεων αφού πρώτα έχει κατανοηθεί η γήινη, κοινωνικο-ιστορική προέλευσή τους. Μπορεί να γίνει αυτό;
Δεν έχω ιδέα.
Hollowsky,
Ο ισχυρισμός του Ορλεάν για το τάλισμαν είναι αίολος και δεν αποτελεί στοιχείο συνέχειας όσον αφορά το χρήμα τουλάχιστον για τις πρωτόγονες, προ-κρατικές κοινωνίες. Ο ίδιος ο Μως προσδιορίζει την λειτουργία του χρήματος σε μια μορφή που θα μπορούσε να προσιδιάζει με το τάλισμαν, ως γενική αφαίρεση της αξίας, ως συλλογική πίστη, στην Τρίτη φάση της εξέλιξής του, όπως την ονομάζει, στις πρώτες σημιτικές κοινωνίες, όπου ο ρόλος του κράτους, της εξουσίας και των εμπόρων είχε αρχίσει να μπαίνει στο παιχνίδι.
Lucifugo, επειδή ο όρος μεταφυσική είναι από τους πιο θολούς στη φιλοσοφία, γι' αυτό και ρώτησα με ποια έννοια τον χρησιμοποιείς (και ο Παναγιώτης) εδώ, όταν λες και ο Παναγιώτης) ότι η θεσμιακή προσέγγιση είναι μια μεταφυσική ερμηνεία του κοινωνικο-ιστορικού.
Προφανώς δεν συμμερίζομαι τα περί "φυσικότητας", Dna, δυϊσμού υλικού-άυλου -απλώς έδωσα μερικούς προσδιορισμούς του όρου μεταφυσική στο πλαίσιο της ερώτησής μου ("Πώς το εννοείτε; Έτσι; Έτσι; Μήπως έτσι; κ.λπ"). Νόμιζα πως ήταν σαφές.
Συμφωνώ, ασφαλώς, με το ότι είναι εντελώς προβληματικός και πηγή συμφορών ο δυϊσμός "ύλη-πνεύμα"! Θεωρώ μάλιστα πως αυτό το δυϊσμό αντιστρατεύεται η θεσμιακή προσέγγιση, που υπερβαίνει τόσο την ιδεαλιστική όσο και την υλιστική.
Νόμιζα ότι και αυτό ήταν αρκετά καθαρό, αλλά μάλλον έκανα το λάθος να θεωρώ δεδομένο ότι έχουν διαβαστεί σχετικές αναρτήσεις μας όπως λ.χ. αυτή:
http://dangerfew.blogspot.gr/2011/11/blog-post_18.html
αυτή:
http://dangerfew.blogspot.gr/2014/01/blog-post_19.html
ή αυτή:
http://dangerfew.blogspot.gr/2014/05/blog-post_2631.html
Πάντως από την απάντησή σου προέκυψε ένα νέο ερώτημα: Τι εννοείς όταν λες "άρση του άμεσα αισθητού" και "αποκοπή από τη βουβή αμεσότητα των βιο-λογικών προσδιορισμών"; Δεν εννοώ τι εννοείς λεξιλογικά, αλλά ποιο είναι το πλαίσιο αυτών των εννοιών;
Παναγιώτη, διαβάζω στις "Καταβολές του νομίσματος" του Μαρσέλ Μως:
1) "[...] Μιλάμε εδώ για τις καταβολές μιας έννοιας, ενός θεσμού, μιας πίστης.[...] Θα δείτε ότι, αντίθετα από ό,τι γενικά πιστεύεται, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι υπήρξε ποτέ κοινωνία, από όσες γνωρίζουμε, ή αναπαριστούμε υποθετικά, στην οποία το νόμισμα δεν είχε, έστω και κατ' αναλογία, καμιά απολύτως από τις έννοιες που του δίνουμε πρακτικά σήμερα.[...] Κατά την άποψή μου, η αγοραστική δύναμη του πρωτόγονου χρήματος είναι στη δύναμη σαγήνης που μεταδίδει το τάλισμαν σε όπουον το κατέχει, και το οποίο χρησιμοποιεί για να διατάζει τους άλλους [...] Εδώ δεν βρίσκεται άραγε ένα συναίσθημα που εξακολουθεί να είναι ολοζώντανο σ' εμάς σήμερα; Η πραγματική πίστη που δείχνουμε στο χρυσό και σε όλες τις αξίες που απορρέουν από την εκτίμησή του, δεν βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό στην εμπιστοσύνη που έχουμε στη δύναμή του; [...]"
Ξεκάθαρα δηλαδή, ο Μως συνδέει το πρωτόγονο-προκρατικό χρήμα-τάλισμαν με το σημερινό χρήμα.
Πού είναι το έωλο, όμως;
“Τι εννοείς όταν λες "άρση του άμεσα αισθητού" και "αποκοπή από τη βουβή αμεσότητα των βιο-λογικών προσδιορισμών"; Δεν εννοώ τι εννοείς λεξιλογικά, αλλά ποιο είναι το πλαίσιο αυτών των εννοιών;”
Είναι χεγκελιανή ορολογία όπως τη διαβάζει ο Μαρξ στα φιλοσοφικά/οικονομικά χειρόγραφα του '44. Ας γίνω πιο σαφής με το να σου παραθέσω ένα απόσπασμα από ένα κείμενο που είχα γράψει παλιότερα. Για όποιον/α δε βαριέται να το διαβάσει, εδώ
Έγραψα λάθος το Hyperlink (είναι και αργά...). Το σωστό είναι αυτό
Hollowsky,
Δεν αμφισβήτησα ότι ο Μως έγραψε αυτή την άποψη. Αυτό που είπα είναι ότι αργότερα την αναθεώρησε σε μια πιο αναλυτική προσέγγιση για την εξέλιξη του νομίσματος.
Lucifugo, και οι δυο παραπομπές σου βγάζουν "page not found".
Οι Αντόρνο, Χορκχάιμερ που είχαν επίσης μελετήσει ανθρωπολογία και τον Μως αντιλαμβάνονταν την διαφορά ως εξής:
[…]Κάποτε το φετίχ ήταν υποταγμένα στον νόμο της ισοδυναμίας, τώρα η ισοδυναμία έχει γίνει φετίχ[…].
Αυτή η ισοδυναμία είχε βάση αξιολογική. Η διαφορά είναι κολοσσιαία και σε κάθε περίπτωση, χωρίς να θέλουμε να κοροϊδέψουμε τον εαυτό μας, είναι πιο ελπιδοφόρο το γεγονός ότι ο άνθρωπος έζησε το 95% της ύπαρξής του στην γη χωρίς να πιστεύει σ’ αυτό το μαραφέτι.
Δεν μπορώ να καταλάβω τι συμβαίνει... ας προσπαθήσω μια τελευταία φορά, εδώεδώ
Lucifugo, Οκ, τώρα βγήκε οπότε θα το διαβάσω και θα σου απαντήσω αργότερα. Ευχαριστώ.
Παναγιώτη, ο Μως, απαντώντας (σε μια σημείωση στο 'Δοκίμιο για το δώρο') στην κριτική των Σιμιάν και Μαλινόφσκι -ότι βλέπει το πρωτόγονο χρήμα με τα μάτια του σημερινού-, γράφει (μεταφράζω περικοπές):
"Σε όλες τις κοινωνίες πριν από αυτές που έκαναν νόμισμα το χρυσό, υπήρχαν πράγματα όπως πέτρες, κοχύλια και ιδίως πολύτιμα μέταλλα, που τα χρησιμοποιούσαν ως μέσα ανταλλαγής και πληρωμής. (...) Είναι αλήθεια ότι εκείνα τα πολύτιμα πράγματα διαφέρουν από αυτό που έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε μέσα ελεύθερης πληρωμής, διότι πρώτα απ' όλα εκτός από την οικονομική τους φύση, την οικονομική αξία τους, η φύση τους είναι κυρίως μαγική, δηλαδή ειναι τάλισμαν, life givers (...) ΟΜΩΣ από την άλλη μεριά, εκείνα τα πολύτιμα πράγματα έχουν μια αγοραστική δύναμη, η οποία εκφράζεται σε αριθμούς. Στο τάδε vaygu'a αντιστοιχούν τόσα καλάθια. Η ΙΔΕΑ ΤΟΥ ΑΡΙΘΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΗΔΗ ΕΚΕΙ. (...) Κατά τη γνώμη μου η ανθρωπότητα προχώρησε ψάχνοντας. Σε μια πρώτη φάση βρήκε ότι ορισμένα πράγματα, τα περισσσότερά τους μαγικά και πολύτιμα, δεν καταστρέφονται κατά τη χρήση τους και αυτά τα προίκισε με αγοραστική δύναμη. Σε μια δεύτερη φάση, αφού κατάφερε να θέσει αυτά τα αντικείμενα σε κυκλοφορία μέσα κι έξω από τη φυλή, η ανθρωπότητα βρήκε ότι αυτά τα αντικείμενα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σαν μέσον αρίθμησης και κυκλοφορίας του πλούτου. Και με αφετηρία αυτό το στάδιο, σε μια τρίτη φάση, σε μια αρχαία αλλά ίσως όχι και τόσο αρχαία εποχή, επινόησαν στις σημιτικές κοινωνίες το μέσο με το οποίο απέσπασαν αυτά τα πολύτιμα πράγματα από τις συγκεκριμένες ομάδας και τα συγκεκριμένα άτομα, και τα έκαναν μόνιμα μέσα αξιακού μέτρου, και μάλιστα καθολικής διάστασης, αν όχι ορθολογικής (...)".
Θα έλεγα ότι εδώ περιγράφεται η συνέχεια και η ασυνέχεια του χρήματος ως τάλισμαν και μέσου πληρωμής -και νομίζω ότι ο Ορλεάν δεν παρερμηνεύει τον Μως.
Αλλά το θέμα δεν είναι εκεί. Άλλωστε μπορεί κι ο Μως να έκανε λάθος. Το θέμα είναι: Ποιο θεωρείς πως είναι το πρόβλημα στην άποψη ότι "για να καταλάβουμε την αγοραστική δύναμη του χρήματος, πρέπει να καταλάβουμε τη συλλογική λατρεία που περιβάλλει ορισμένα αντικείμενα";
Hollowsky,
Για την τελευταία παράγραφο έχω συμφωνήσει παραπάνω.
Σε σχέση με τον Μως λέει επίσης ότι οι ανταλλαγές, που ήταν κυρίως τελετουργικές, αφορούσαν σχεδόν πάντα μη χρηστικά αντικείμενα τα οποία είχαν ένα συμβολικό χαρακτήρα. Ο συμβολικός χαρακτήρας είχε να κάνει κυρίως με την αξιολογία και τις σχέσεις που είχαν χτιστεί γύρω από την δύναμη και τον φόβο του αίματος και η κυκλοφορία τους, η ανταλλαγή τους ήταν συμβολισμός της κυκλοφορίας του αίματος. Ως προς αυτό δεν βλέπω κανένα στοιχείο συνέχειας με το σημερινό χρήμα.
Παναγιώτη, σαν στοιχείο συνέχειας θα έλεγα την "εκλογή" ενός αντικειμένου, το οποίο φορτίζεται με τη μαγική ιδιότητα η μοναδική χρησιμότητά του ("αξία χρήσης", ας πούμε, αν και ο όρος είναι ανόητος) να είναι ότι ενσαρκώνει την ανταλλαξιμότητα καθεαυτή. Στο αντικείμενο αυτό, δηλαδή, το μερικό (η χρήση) και το καθολικό (η ανταλλαγή) συμπίπτουν.
Hollowsky,
Υπάρχει ένα ζήτημα όμως σ’ αυτή την αντιστοίχιση. Θα πρέπει να απορρίψουμε την διάκριση μεταξύ εμπορευματικής και μη εμπορευματικής ανταλλαγής ή να θεωρήσουμε ως φυσική συνέχεια και όχι ως παθολογία αυτή την αλλαγή, ότι η πρώτη απορρέει φυσικά από την δεύτερη. Στην δεύτερη περίπτωση η λειτουργία είναι συμβολική, στην ανταλλαγή παρεμβαίνει πλήθος άλλων σχέσεων πέραν της ίδιας της ανταλλαγής.
Παναγιώτη, βάσιμη η παρατήρησή σου. Θα πω τα εξής. Ως προς το αν χάνεται η διαφορά, ο Ορλεάν έχει κάνει σαφή τη διαφορά μεταξύ εμπορευματικής και μη-εμπορευματικής ανταλλαγής, εξηγώντας ότι στην πρώτη υπάρχει εξατομίκευση, διαχωρισμός, κατάρρευση των κοινωνικών δεσμών, κ.λπ. Το ότι υπάρχει, όμως, διαφορά πρέπει να σημαίνει πως δεν υπάρχει κανένα στοιχείο συνέχειας; Όχι, και θα σου εξηγήσω γιατί.
Αν υποστηρίξουμε ότι υπάρχει πλήρης ασυνέχεια, τότε το παθολογικό στοιχείο φαίνεται σαν να εισάγεται έξωθεν σε κοινωνίες χωρίς κανένα ενδογενές στοιχείο παθολογικό ή ανοιχτό στην παθογένεια. Αυτό με τη σειρά του σνεπάγεται, ότι το παθολογικό -εφόσον δεν έχει "πάτημα" στο υγιές κοινωνικό πεδίο της κοινωνίας στην οποία εισβάλλει- επιβάλλεται με ένα και μόνο τρόπο : την καθαρή βία.
(Κάτι τέτοιο υποστηρίζουν πάνω-κάτω οι αναρχοπριμιτιβιστικές ανθρωπολογίες, επηρεασμένες ίσως από το μοντέλο του Κονκισταδόρου επαυξημένο από το μοντέλο του Αφεντικού.)
Αυτό το σχήμα είναι βέβαια τρομερά προβληματικό. Σε πολλά σημεία του. Θα αναφέρω μόνο ένα σημείο, ίσως το πιο καίριο: Ουσιαστικά θεωρεί ότι η βία είναι δυνατόν να θεσμίσει κοινωνία! Δηλαδή ότι είναι δυνατόν κάποιοι με μόνο όπλο τη βία, όχι απλώς να επιβάλλουν τη γνώμη τους πρόσκαιρα σε άλλους (αυτό φυσικά γίνεται!), αλλά να τους επιβάλλουν μια συγκεκριμένη μορφή κοινωνίας για αιώνες και αιώνες αιώνων.
Όμως αυτό δεν γίνεται. Δεν μπορεί να γίνει. Ακόμα κι ο ξένος κατακτητής, για να εδραιώσει την κυριαρχία του και να την κάνει μόνιμη, πρέπει να βρει πολύ γερά "πατήματα" μέσα στους κατακτημένους. Όχι απλώς κάποιους προδότες, αλλά ολόκληρα κοινωνικά και ιδεολογικά "εδάφη συνεννόησης". Αλλά και εντός μιας κοινωνίας εάν εμφανιστεί ένα στοιχείο παθολογικό, πάλι δεν μπορεί να επιβληθεί με την καθαρή βία και μόνο.
Για να το θέσω αλλιώς. Μια θεωρία για την εμφάνιση λχ της ατομικής ιδιοκτησίας (που συνδέεται με την εμπορευματική ανταλλαγή άμεσα) στο έδαφος μιας κοινωνίας χωρίς ατομική ιδιοκτησία, έχει να απαντήσει σε τρία κρίσιμα ερωτήματα:
1. Πώς συνέβη και κάποιος από το "έπιασα αυτό το λαγό" πέρασε στο "αυτός ο λαγός είναι δικό μου";
2. Πώς οι άλλοι κατανόησαν αυτή τη νέα πρόταση, δηλαδή πώς δεν τους φάνηκε σαν κάτι το εντελώς ακαταλαβίστικο;
3. Πώς συνέβη και, όχι μόνο το κατάλαβαν, αλλά και το αποδέχτηκαν σαν κοινωνική αξία;
Απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα μπορεί να δοθεί μόνο εάν δεν απορρίψουμε την ύπαρξη ισχυρότατου στοιχείου συνέχειας μεταξύ της προηγούμενης και της επόμενης κατάστασης, παρά τη συνολική ασυνέχειά τους.
Σε αυτό απαντάει το χρήμα-τάλισμαν.
Hollowsky,
Επίσης βάσιμη η παρατήρησή σου. Υπάρχει όμως ένα κρίσιμο σημείο, οι πρώτες πόλεις – κράτη είναι νέες κοινωνικές δομές, είναι μια εποχή όπου υπάρχει η συνύπαρξη αυτών των νέων δομών με τις κοινότητες στις οποίες το κράτος είναι μια εξωτερικότητα. Όσο για τον ρόλο της βίας σ’ αυτή την διαδικασία νομίζω ότι πρέπει να μελετήσουμε την περίπτωση της Ρώμης όπου επί αιώνες στάθηκε αδύνατη η σύσταση κάποιου πολιτικού σώματος, κάποιας σταθερής θέσμισης και αυτό κατέστη δυνατό μόνο με την βία, τον πόλεμο, την στρατιωτική οργάνωση και την ιεραρχία.
Αλλά ο πόλεμος, η στρατιωτική οργάνωση και η ιεραρχία, Παναγιώτη, δεν είναι καθαρή βία! Κι εδώ μάλλον πρέπει να σκεφτούμε αυτά που επεσήμανε ο Κλαστρ στο Η ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΒΙΑΣ-με το οποίο κατάγγειλε την κυρίαρχη ιδέα της μοντέρνας εθνολογίας, που ήθελε τις πρωτόγονες κοινωνίες να μη γνωρίζουν τη βία και να μη διαθέτουν πολιτική οργάνωση.
Έλεγε λοιπόν εκεί, ότι ο πόλεμος ήταν ένα στοιχείο αναπόσπαστο και ζωτικό ("ουσιώδες") των πρωτόγονων κοινωνιών, όχι για λόγους επιβίωσης, ούτε για τους λεγόμενους οικονομικούς λόγους, αλλά επειδή με αυτόν επιβεβαίωναν η καθεμιά φυλή την πολιτική αυτονομία της έναντι των άλλων - εξηγούσε δε τον πρωτόγονο πόλεμο ως αντίσταση εκείνων των κοινωνιών στο Κράτος.
Έφερνε μάλιστα και το παράδειγμα των Γιανομάνι, που όντας εντελώς απομονωμένοι (σαν να μην είχαν ανακαλυφθεί οι Αμερικές), παρολαυτά ήξεραν πολύ καλά τον πόλεμο.
Επομένως, παρά τις τομές, δεν μπορούμε να πούμε ότι η ιαχή "να οι εχθροί, σκοτώστε τους" ήταν κάτι που, αν το άκουγαν οι πρωτόγονοι, δεν θα καταλάβαιναν τι σημαίνει.
Αντίστοιχα μπορούμε να σκεφτούμε και για το θέμα που συζητάμε.
Hollowsky,
Ο Κλαστρ όπως και ο Σάλινς αρνούνται την ανταλλακτική (échangiste) θεώρηση των πρωτόγονων κοινωνιών. Η βία πράγματι υπήρχε αλλά δεν αποτελούσε το συνεκτικό στοιχείο των κοινωνιών αυτών. Το δίπολο πόλεμος-συμμαχία προέρχεται από την αντιφατικότητα που υπήρχε στις περιστασιακές συναντήσεις λόγω συνεχούς μετακίνησης των ομάδων κυνηγών. Από την μια πλευρά υπήρχε ο φόβος και ο ανταγωνισμός και από την άλλη η συνειδητοποίηση της μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας στο κυνήγι και της αίσθησης ασφάλειας που προσφέρει μια πολυπληθέστερη ομάδα. Τα μέλη των ομάδων αντιλαμβάνονταν τον εαυτό τους ως μέρος μιας οργανικής ενότητας και ως τέτοια για να επεκταθεί θα έπρεπε να συστήσει οργανικούς δεσμούς. Αυτό εξηγεί και τον πολύ σημαντικό ρόλο της εξωγαμίας, της κυκλοφορίας και της ανάμιξης του αίματος.
Παναγιώτη, δεν καταλαβαίνω σε τι ακριβώς απαντάς. Εννοώ ως προς το θέμα μας, την ύπαρξη ή ανυπαρξία σοβαρών στοιχείων συνέχειας.
Πάντως, ο Κλαστρ βεβαίως και αρνείται την ανταλλαγιοκρατική (echangiste) θεώρηση της πρωτόγονης κοινωνίας, αλλά με ποια έννοια; Την αρνείται διότι αυτή η θεώρηση "οδηγεί σε μια οιονεί εξαφάνιση του πολεμικού φαινομένου".
Διαβάζουμε στην ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΒΙΑΣ:
1. Κριτική της ανταγγαγιοκρατικής θεώτησης.
Ο πόλεμος στερημένος από κάθε θετικότητα[στην ανταλλαγιοκρατική θεώρηση] αφού η προτεραιότητα δόθηκε στη συναλλαγή, χάνει κάθε ΘΕΣΜΙΚΗ διάσταση: δεν ανήκει στο ΕΙΝΑΙ της πρωτόγονης κοινωνίας, δεν αποτελεί γι' αυτήν παρά μια τυχαία, μη ουσιώδη ιδιότητα. Μπορούμε τότε λοιπόν να διανοηθούμε την πρωτόγονη κοινωνία χωρίς τον πόλεμο
2. Πώς το βλέπει ο Κλαστρ:
Μήπως τα λέμε όλα αυτά για να καταλήξουμε ότι πρέπει, σεβόμενοι την πρωτόγονη πραγματικότητα σ' όλες τις εκφάνσεις της, να εγκαταλείψουμε την ιδέα ότι η κοινωνία είναι χώρος ανταλλαγής; ΚΑΘΟΛΟΥ. Στην πραγματικότητα ΔΕΝ πρόκειται για κάποια διαζευκτική επιλογή: ή ανταλλαγή, ή βία (...)Η πρωτόγονη κοινωνία είναι ο χώρος της ανταλλαγής, είναι όμως ΚΑΙ Ο ΧΩΡΟΣ ΤΗΣ ΒΙΑΣ: ο πολεμος όπως ακριβώς και η ανταλλαγή, ανήκει στο πρωτόγονο κοινωνικό ΕΙΝΑΙ.
Και συνεχίζει:
Δεν είναι ο [πρωτόγονος] πόλεμος αποτέλεσμα του κατακερματισμού αλλά ο κατακερματισμός αποτέλεσμα του [πρωτόγονου] πολέμου. Δεν είναι μόνο το αποτέλεσμά του ΑΛΛΑ ΚΑΙ Ο ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ (...) Βαθιά μέσα της η πρωτόγονη κοινωνία ΘΕΛΕΙ ΤΟ ΔΙΑΣΚΟΡΠΙΣΜΟ. Αυτή η βούληση τεμαχισμού ανήκει στο πρωτόγονο κοινωνικό είναι, το οποίο θεσμίζεται ως τέτοιο εντός και δια της πραγμάτωσης αυτής της ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΒΟΥΛΗΣΗΣ.
Υπάρχει σε αυτά αρκετή διαφορά από αυτά που λες.
Δημοσίευση σχολίου