Αναλύω παρακάτω δυο ειδών αντιδράσεις από ανθρώπους που θέλουν διακαώς να αποκαλούνται διανοούμενοι. Διαβάζουν, μελετούν, εισηγούνται, γράφουν, συζητούν κτλ.
Η πρώτη προέρχεται από τους ανθρώπους αυτούς που όταν ο Bob Dylan εξέδωσε το Blonde on Blonde, και ο Frank Zappa το Freekout, ήταν περίπου στην ηλικία των είκοσι με είκοσι πέντε. Η δεύτερη, από αυτούς που όταν ο Mandel εξέδωσε το Late Capitalism και οι Sex Pistols το Never Mind the Bollocks (ίσως και ως απάντηση στο βιβλίο του Mandel) διένυαν την εποχή της αθωότητας αγοράζοντας μπομπονέλες από το κυλικείο του σχολείου τους.
Το προφίλ της πρώτης κατηγορίας θα μπορούσε να αποδοθεί με δύο επίθετα:
Κοσμικοί, πολυλογάδες.
Συνήθως άτεκνοι, παντρεμένοι δις, την πρώτη με συμμαθήτρια την δεύτερη με μαθήτρια, εξωστρεφείς, ερωτύλοι γέρομπαμπαλήδες σαλιάρηδες. Πάσχοντες συνήθως από λανθάνοντα αλκοολισμό, αμφιβόλου παιδείας και διπλωμάτων, πολυθεσίτες, άνετοι με το ψέμα και την υποκρισία, συνεχώς παραπονούμενοι και "αδικημένοι" , πωλητές της ήττας τους και των φαντασιώσεων της νιότης τους (ως εάν να μην πρόκειται για φαντασίωση αλλά για πραγματικότητα) θα τους βρείτε συνήθως σε συνέδρια να συζητούν για την «ελληνικότητα» του Εγγονόπουλου, για την Ηθική της Αρχιτεκτονικής, για το Τέλος της Ιστορίας, για τον Μάη του '68 κτλ.
Θα τους δείτε (πιο σπάνια) στις σχολές που διδάσκουν να σαλιαρίζουν με ψόφιες φοιτήτριες από την επαρχία.
Συχνότατα θα τους πετύχετε σε ακριβά εστιατόρια να μιλούν τρωγοπίνοντας για την επανάσταση, για τις παρτούζες που έκαναν στα νιάτα τους , και για διαφόρων λογιών επινοημένες και μη περιπέτειες. Επίσης μπορεί να τους πετύχετε σε ξενοδοχεία να ορμάνε σα τα πεινασμένα σκυλιά στο μπουφέ, και με το στόμα γεμάτο να ρητορεύουν σχετικά με τα λάθη της αριστεράς και την έκπτωση του «κινήματος»
Η αλήθεια είναι ότι στα νιάτα τους ήταν ή προσπαθούσαν να είναι κοσμικοί.
Ποτέ δεν συμμετείχαν σε γεγονότα ήταν πάντα στην απ' έξω ή παρα δίπλα. Οικειοποιήθηκαν την μαρξιστική ιδεολογία την πασπάλισαν με διάφορες μπούρδες την έκαναν μαρξίζουσα και από τότε πουλάνε το ευπώλητον του αριστερού λόγου από δω κι από κει. Συνήθως πρόκειται για αποδομημένα υποκείμενα, με συχνά ψυχωσικά επεισόδια, τα οποία εκφράζουν δυστυχώς αρθρογραφώντας τακτικά δημοσίως. Με χίλια δυο γλειψίματα και θελήματα έχουν καταφέρει να βρίσκονται απλά παντού.
Τα συμπεράσματα αυτού του συρφετού σχετικά με τα γεγονότα που διανύουμε, συνοψίζονται στα παρακάτω.
Οι νέοι σήμερα δεν ξέρουν τι θέλουν, ενώ ΤΟΤΕ ήξεραν.
Και να ξέρουν τι θέλουν δεν ξέρουν πως να το διεκδικήσουν ενω ΤΟΤΕ ήξεραν.
Δεν υπάρχουν τα συνθήματα που υπήρχαν ΤΟΤΕ.
Δεν πρόκειται να γίνει ΤΙΠΟΤΑ.
Όλα αυτά είναι καθοδηγούμενα.
Οι νέοι σήμερα πετάνε μολότοφ φορώντας Nike. [Τοτε φορούσαν μίνι, και tennis look, lacoste.]
ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΤΟ ΣΥΝΘΗΜΑ ΙΔΙΟ: ΣΥΝΤΡΟΦΕ ΤΡΕΞΕ Ο ΠΑΛΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΙΣΩ ΣΟΥ!
Εξ αυτών, όλα τα σαπιοκάραβα και οι σαπιομαούνες να παροπλιστούν το συντομότερο. Μην ξεγελιέστε δεν θα παροπλιστούν από μόνοι τους. Λίγο η εξουσία της έδρας, λίγο οι φοιτητριούλες που λέγαμε, τους πείθουν για το αντίθετο.
(και βεβαία μιλάμε για γαμπρούς, και όχι για νύφες. Αυτή η φουρνιά γυναίκες είχε λίγες μιας και τις περισσότερες τις έφαγε η μαρμάγκα της «ισότητας».)
Και τώρα, τα τζόβενα.
Το δικό τους προφίλ συνοψίζεται ως εξής.
Αυτοί-ες συνήθως είναι οικογενειάρχες με κάνα δυο παιδιά. Αυτά τα τελευταία τους έχουν «εκπολιτίσει» έως εκεί που δεν παίρνει. Δεν είναι πολυθεσίτες/τριες αλλά αρθρογραφούν συστηματικότερα στα έντυπα μαζικής κυκλοφορίας, είναι απόλυτα δουλικοί στους προϊσταμένους κάθε είδους, και γενικά δίχως προϊστάμενο ή «πνευματικό» χάνουν και λίγο τον μπούσουλα, είναι περισσότερο «διαβασμένοι-ες» και «αμφισβητίες» στα σαλόνια, εσωστρεφείς , κρατάνε το μέτρο όσον αφορά στις συνάφειες. Ανήκουν στο πεδίο του «Πρώην» και είναι εθισμένοι-ες στον εθισμό. Έχουν κόψει το ποτό ή τα ναρκωτικά , σχεδιάζουν με κάθε νέο έτος να κόψουν και το τσιγάρο, «κοιτάζουν μπροστά» και είναι ενήμεροι-ες για τα κάθε είδους κινήματα και κινηματάκια της τέχνης και των γραμμάτων. Λάτρεις της δημοκρατίας της ενωμένης ή όχι Ευρώπης, του πολιτισμού, των βιβλίων της μουσικής κτλ. . Ανθρωπιστές/τριες νέου τύπου έτοιμοι όπως και οι παλαιού να ρίξουν στην πυρά τους νεοβαρβάρους/ες που τους κατακλύζουν. Συνεχώς γκρινιάζουν, κυρίως για τα σκουπίδια που πετάνε οι απολίτιστοι-ες στο δρόμο, και για τους/τις αγενείς ταξιτζήδες/ούδες ή τα/τις θρασύτατα/ες γκαρσόνια/νες. Γνωρίζουν τις γεύσεις, συχνάζουν ο/η μία/ένας στο σαλονάκι του/της άλλου-ης και «με βαριά καρδιά» σε συνέδρια συνεστιάσεις ή συμπόσια. Είναι δύσκολο να τους/τις ξεχωρίσετε γιατί κινούνται διακριτικά μέσα σε όλα... Ίσως αν ξεκινήσουν την κουβέντα με ένα «Χμ».
Τα επιχειρήματα είναι όλα όσα χρειάζεται για να μείνουν στο σπίτι, να μην ξεμυτίσουν. Και είναι αμέτρητα πολύ έξυπνα και αχτύπητα. Αρκεί να μείνουν στο σπίτι και να μην ξεμυτίσουν και θα κάνουν το παν για να αποδείξουν του λόγου τους το αληθές. Αιώνιοι θαυμαστές/τριες , λάτρεις του «καθαρού» λόγου, και «πρωτότυποι», θα σας μιλήσουν για τον πολιτισμένο διάλογο, για φασίζοντα συνθήματα, για έλλειψη στόχων και προτάσεων και θα προτείνουν με την σειρά τους φέροντας παραδείγματα από τας ευρώπας διαδηλώσεις με κεράκια, με λουλούδια με φαναράκια του επιτάφιου, με μαύρα και άσπρα ρούχα κτλ.
Γενικά αυτά που προτείνουν είναι πάντα σωστά αλλά σε λάθος χρόνο και ο λόγος είναι ότι τα προτείνουν όχι γιατί τα πιστεύουν, μιας και δεν πιστεύουν σε τίποτα που δεν ικανοποιεί το ναρκισσισμό και την εγωπάθεια που τους ταλανίζει κάθε λεπτό, αλλά για να μην τυχόν και ξεμυτίσουν από το σπίτι.
Η ενημέρωσή τους περιορίζεται στην τηλεοπτική και αυτήν του διαδικτύου και μάλιστα όχι μόνον αυτό.
Επιπλέον είναι ρητά ενάντια στην εμπειρία, ανατριχιάζουν με αναφορές σε έννοιες όπως «βίωμα», «συνειδητοποίηση» - οι οποίες φυσικά έχουν γίνει «καραμέλα» από τους κοσμικούς φαφλατάδες της πρώτης περίπτωσης-και γενικότερα εξαντλούν τα ζητήματα επαναλαμβάνοντας τα γνωστά επιχειρήματα/τεχνάσματα της «εσωτερικής ελευθερίας», της «προοπτικής» της πνευματικοποίησης της πραγματικότητας κτλ. Θα τους ακούσετε να μιλάνε για «εξευτελισμό» της Δημοκρατίας, του εκπαιδευτικού συστήματος των «κοινωνικών υπηρεσιών», της Εκκλησίας! Αναφερόμενοι σε είδωλα και «ιδανικά» για τα οποία υπάρχουν μόνον εικασίες «παλαιάς δόξας» δομούν την απολογία του καπιταλισμού. Εύκολα και εκ του ασφαλούς λαϊκισμού τους.
Και οι δύο παλιοί και νέοι συμφωνούν στο εξής. Το να ρημάξεις το υποκατάστημα της citibank, δεν αποτελεί πολιτική πράξη! Το να καταλάβεις τους δρόμους της πόλης για ώρες πορευόμενος διαδηλώνοντας δεν αποτελεί πολιτική πράξη!
Παλιοί και νέοι κατακεραυνώνουν οποιαδήποτε προσπάθεια ανατροπής. Αν αυτή γίνεται με φωτιά αυτοί προτείνουν λουλούδια, αν γίνεται με λουλούδια φωτιά, αρκεί να μην ξεμυτίσουν. Παλιοί και νέοι βυθίζονται στον βάλτο του λόγιου καθωσπρεπισμού, τον οποίο επινοούν εκ νέου κάθε τόσο μεταμφιέζοντας τον ανάλογα με τις περιστάσεις, παραμένουν σταθερά αναποτελεσματικοί, σταθερά σαμποτάρουν την εξαίρεση, την οποιαδήποτε αναλαμπή που θα τους πετύχει ακάλυπτους και θα τους τυφλώσει, μιλάνε για την «διαφορετικότητα» επιδιώκοντας να καλύψουν τον ακραίο ατομικιστικό κομφορμισμό τους, ενώ συκοφαντούν άμεσα αυτούς που προσπαθούν να σκεφτούν ελεύθερα πότε προτάσσοντας την «γραφικότητα» πότε την «κοινοτοπία» ενώ γραφικοί και κοινότοποι όσο δεν πάει είναι αυτοί πέραν κάθε ανταγωνισμού.Παλιοί και νέοι οικειοποιούνται και ερμηνεύουν τους επαναστάτες στοχαστές που κατά καιρούς τους ξεσκέπασαν, προσπαθώντας πότε να αμβλύνουν τις αιχμές και πότε να γκρεμίσουν τις γέφυρες του λόγου τους με την πρακτική της ζωής.
Πότε θα μιλούν για (και εκ μέρους του) τον Πλάτωνα, πότε για τα Ευαγγέλια, πότε για τον Μαρξ πότε για τον Νίτσε και πότε για τον Φρόιντ. Ότι κάτσει.
...
Τις ποιότητες αυτών των τύπων, με μεγάλη οξυδέρκεια αναλύει ο αυστριακός σκηνοθέτης Χάνεκε σε ένα εξαιρετικό έργο του με τίτλο «Ο Κρυμμένος». Ανήθικοι, δειλοί χλεχλέδες, ικανοί παρ όλα αυτά για όλα, φαφλατάδες που στο τέλος της ημέρας «χτυπάνε» τις ενοχές τους με ένα λεξοτανίλ.
Επίσης για τις ίδιες περιπτώσεις, που φυσικά είναι διαχρονικές, μπορείτε να πληροφορηθείτε από το βιβλίο του Ράσελ Τζάκομπι με τίτλο Social Amnesia, a crirtique of conformist psychology - From Adler to Laing που μάλιστα έχει μεταφραστεί και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ύψιλον σε μετάφραση Γιώργου Σιούνα από το 1983.