Πριν από έξι δεκαετίες, το 1962, εκδόθηκε το
σημαντικό βιβλίο τού αγαπητού μας Ζακ Ελλύλ Propagandes, στό οποίο ανέλυε διεξοδικά την προπαγάνδα ως ένα ευρύ και αναπόσπαστο φαινόμενο των
σύγχρονων τεχνολογικών κοινωνιών μας. Εκεί λοιπόν, σκιαγραφούσε με εξαιρετικά οξυδερκή τρόπο τον τύπο ανθρώπου που είναι ο περισσότερο
ευάλωτος στην προπαγάνδα, δηλαδή τον άνθρωπο που υποκύπτει ευκολότερα στη σαγήνη της και
μάλιστα την έχει κυριολεκτικά ανάγκη για να επιβεβαιώνει την
ύπαρξή του.
Να σημειώσουμε εδώ, σαν ένα τίτλο τιμής του, ότι ήταν ένα από τα λίγα βιβλία που δεν προπηλάκισαν στα χρόνια τους οι καταστασιακοί, απεναντίας δανείστηκαν από αυτό (μεταφέροντάς την στη δική τους έννοια του «θεάματος») την ιδέα ότι η προπαγάνδα λειτουργεί σαν ενός είδους αναλγητικό, που ενώ ανακουφίζει από τα συμπτώματα, επιδεινώνει την ίδια την ασθένεια.
Να σημειώσουμε εδώ, σαν ένα τίτλο τιμής του, ότι ήταν ένα από τα λίγα βιβλία που δεν προπηλάκισαν στα χρόνια τους οι καταστασιακοί, απεναντίας δανείστηκαν από αυτό (μεταφέροντάς την στη δική τους έννοια του «θεάματος») την ιδέα ότι η προπαγάνδα λειτουργεί σαν ενός είδους αναλγητικό, που ενώ ανακουφίζει από τα συμπτώματα, επιδεινώνει την ίδια την ασθένεια.
Τρία είναι λοιπόν, σύμφωνα με την ανάλυση του Ελλύλ, τα
χαρακτηριστικά των ανθρώπων που είναι τα καλύτερα θύματα της προπαγάνδας, οι καλύτεροι πελάτες της θα λέγαμε. Είναι οι άνθρωποι που:
-
Απορροφούν καθημερινά,
και μάλιστα το απολαμβάνουν, ένα μέγιστο ποσό «πληροφοριών», οι οποίες είναι από δεύτερο χέρι
και είναι κατά βάση αδύνατο να επαληθευτούν.
- Το μεγάλο πάθος και ζωτική ανάγκη τους είναι να έχουν γνώμη, και να τη διατυμπανίζουν, για κάθε «σπουδαίο ζήτημα» της εποχής μας.
- Θεωρούν ότι, οι ίδιοι, είναι απολύτως ικανοί να «κρίνουν τα πράγματα από μόνοι τους» και πως η προπαγάνδα δεν τους «πιάνει».
Πολύ σωστά ο Ελλύλ
κατονόμαζε αυτό τον τύπο ανθρώπου: είναι ο σύγχρονος επαρμένος διανοούμενος, ο οποίος «αρέσκεται
να κρίνει αφ’ υψηλού τον κόσμο» ενώ στην πραγματικότητα «ενστερνίζεται τα
στερεότυπα της υπάρχουσας κοινωνίας, ακόμη κι αν την αντιστρατεύεται πολιτικά».
«Παρ’ όλο που είναι γεγονός», τόνιζε ο Ελλύλ, «ότι ένα γερό μυαλό, μια ευρεία παιδεία,
μια σταθερή εξάσκηση των κριτικών ικανοτήτων καθώς και μια καλή αντικειμενική
πληροφόρηση αποτελούν πάντοτε ένα από τα καλύτερα όπλα κατά της προπαγάνδας», αυτοί οι
επαρμένοι διανοούμενοι, που τα διαθέτουν όλα αυτά, είναι «οι περισσότερο τρωτοί στην προπαγάνδα ακριβώς επειδή είναι
πεπεισμένοι για την ανωτερότητά τους».
Πρέπει ωστόσο να
παρατηρήσουμε το εξής, «επικαιροποιώντας» κατά κάποιο τρόπο εκείνες τις λαμπρές
επισημάνσεις του Ελλύλ.
Η σημερινή κατάσταση, ειδικά στο πεδίο των social media, όχι απλώς τον επιβεβαιώνει, αλλά θα πρέπει επιπλέον να ιδωθεί ως εκδήλωση μιας τάσης του συστήματος να μετατρέψει ολόκληρο σχεδόν τον πληθυσμό σε τέτοιας λογής ξιπασμένους (αν και συχνά με μάσκα ταπεινοφροσύνης) διανοούμενους.
Η σημερινή κατάσταση, ειδικά στο πεδίο των social media, όχι απλώς τον επιβεβαιώνει, αλλά θα πρέπει επιπλέον να ιδωθεί ως εκδήλωση μιας τάσης του συστήματος να μετατρέψει ολόκληρο σχεδόν τον πληθυσμό σε τέτοιας λογής ξιπασμένους (αν και συχνά με μάσκα ταπεινοφροσύνης) διανοούμενους.
Ποιο είναι πράγματι το καθημερινό πνευματικό διαιτολόγιο που σερβίρεται στον σημερινό στοιχειωδώς μορφωμένο άνθρωπο; Κατανάλωση τόνων κάθε λογής πληροφορίας, μανία να έχεις γνώμη για όλα, να σχολιάζεις και να πετάς εξυπνακίστικα σχόλια για τα πάντα, και
φυσικά η ματαιόδοξη βέβαιότητα ότι «σιγά μη δεν μπορώ ΕΓΩ να κρίνω, μα ΕΓΩ δεν τρώω κουτόχορτο σαν τους άλλους»!