Μετά το πείραμα με την «οργουελιανή» κοινωνία, ας
φανταστούμε τώρα μια φιλελεύθερη «ρωλσιανή-ρορτυανή» κοινωνία. Εδώ οι άνθρωποι δεν έχουν
ως αξία την αλήθεια, αλλά μόνο την «ειλικρινή προσωπική αιτιολόγηση» των
όσων ισχυρίζεται κανείς και τα «κοινοτικά παραδεδεγμένα». Σε μια τέτοια κοινωνία δηλαδή, οι διαφορές απόψεων δεν
σημαίνουν ότι ο ένας έχει δίκιο κι ο άλλος άδικο. Δέχονται βέβαια τη διαφωνία,
αλλά δεν θεωρούν ότι αυτή παραπέμπει σε πράγματα όπως απουσία επαρκούς
αιτιολόγησης με κριτήριο την αλήθεια: οι ισχυρισμοί γίνονται δεκτοί επειδή έχει κανείς «ειλικρινείς προσωπικούς
λόγους να το υποστηρίζει», ή «επειδή το υιοθετεί η κοινότητά του».
Ωραία. Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Τι σημαίνει στην πράξη
ο περιορισμός της έννοιας του αληθούς σε κάτι τόσο υποκειμενικό όσο οι
προσωπικοί λόγοι, η ειλικρίνεια ή η άποψη της κοινότητας στην οποία ανήκω; Σημαίνει
πολύ απλά ότι οι πολίτες μιας τέτοιας κοινωνίας δεν είναι σε θέση να θεωρήσουν
τις διαφωνίες τους σαν ένα ζήτημα «σωστού-λάθους», «δίκιου-άδικου»,
«αληθινού-ψευδούς», και επομένως δεν
είναι καν σε θέση να επιχειρηματολογήσουν σε περίπτωση διαφωνίας.
Πράγματι, εάν έχει αποκλειστεί η έννοια της αναζήτησης
μιας αλήθειας που ξεπερνά τις προσωπικές προτιμήσεις και τα κοινώς παραδεδεγμένα,
είναι αδύνατο να επιχειρηματολογήσει κανείς ακόμα και στα πλαίσια μιας πολύ καθωσπρέπει ρωλσιανής
«διαφωνίας εντός λογικών πλαισίων». Άλλωστε ποιος αποκλείει ότι τα παραδεδεγμένα
μιας «κοινότητα[ς] όμοιων προσώπων, για τα οποία είναι φυσικό να δρα κανείς με ένα
ορισμένο τρόπο» (Ρόρτι, Ethics without principles, 1999), δεν είναι
παραδεδεγμένα μιας ολοκληρωτικής «οργουελιανής» κοινότητας;
Σε τελική ανάλυση, σήμερα δεν ζούμε σε μια
κοινωνία όπου ο καθένας λέει ό,τι του κατέβει απ’ το κεφάλι, το ανεβάζει στο facebook και θεωρεί ότι «εκφράστηκε ειλικρινώς», ότι «εξέφρασε αυθόρμητα
την άποψή του»; Μπορούμε να φανταστούμε τι λογής «κοινότητα» μπορεί να φτιαχτεί
από τέτοιας λογής «δημοκρατικά forums» αν (έχει ήδη
προταθεί από κάποιους) αυτού του είδους η «έκφραση άποψης» αντικαθιστούσε
κάποια στιγμή την επιχειρηματολογία προς αναζήτηση της αλήθειας: σε μια τέτοια
περίπτωση, θα χανόταν τελείως το ζήτημα να γνωρίζουμε αν η τάδε άποψη είναι
αληθινή ή έστω σωστή, και θα σχηματίζονταν ουσιαστικά
μη-πολιτικές πλειοψηφίες και μειοψηφίες στη βάση «γούστων», κάτι μεταξύ … κόμματος
κυνηγών και Τσιτσιολίνας. Το τέλος της Πόλης
θα ήταν, τότε, οριστικό και αμετάκλητο προς δόξα του χρήματος, φυσικά.