(1) κόβοντας νόμισμα∙
(2) από τους φόρους∙ και
(3) παίρνοντας δάνεια.
Μιλώντας για το σημερινό ελληνικό κράτος, το (1) αποκλείεται.
Σε ό,τι αφορά το (2), η μεγαλύτερη πηγή εσόδων, η φορολογία του μεγάλου κεφαλαίου, επίσης αποκλείεται διότι επικρατεί (διεθνώς) το δόγμα, ότι κάτι τέτοιο «βλάπτει την επιχειρηματικότητα» και «στην τελική άμα το μεγάλο κεφάλαιο παραζοριστεί, παίρνει το καπελάκι του και φεύγει από τη χώρα», χωρίς να μπορεί το κράτος να κάνει τίποτα ειδικά εφόσον είμαστε, εδώ και 40 χρόνια, στην εποχή της καλπάζουσας «απορρύθμισης», που απαγορεύει στα κράτη να ρυθμίζουν τους κανόνες του οικονομικού παιχνιδιού μέσα στα σύνορά τους. Επομένως, απομένουν τα πολύ λιγότερα φορολογικά έσοδα που μπορούν να προκύψουν από όλους τους υπόλοιπους, από τους οποίους ένα διόλου ευκαταφρόνητο κομμάτι είναι οι υπάλληλοι του Δημοσίου, που τους πληρώνει το ίδιο το Κράτος – πράγμα που σημαίνει, ότι από τη φορολόγησή τους και την όποια αύξησή της το Κράτος δεν έχει πραγματικά έσοδα ... απλώς μειώνει κατά μια παρωνυχίδα τα έξοδά του που αντιστοιχούν στους καθαρούς μισθούς τους.
Απομένει επομένως το (3), ο δανεισμός. Με αυτά τα δεδομένα; Δρόμος κατηφορικός χωρίς επιστροφή. Που πάει να πει, ότι το κράτος δεν μπορεί παρά να δανείζεται και επομένως να είναι μονίμως υποχείριο των δανειστών του (εσωτερικών κι εξωτερικών), οι οποίοι αποτιμούν την αξιοπιστία του ως δανειολήπτη (και επομένως το ύψος των επιτοκίων δανεισμού) με βάση «σενάρια», δηλαδή εικονικές πραγματικότητες, υπαγορευμένες από τη λογική του γρηγορότερου και μεγαλύτερου κέρδους, που ως γνωστόν έχει μνήμη σκύλου.
Γιατί εικονικές πραγματικότητες; Διότι το πεδίο του πιστωτικού χρήματος (και των περίφημων «άυλων τίτλων» που είναι συνάρτησή του) είναι το πεδίο της εικονικής πραγματικότητας του κεφαλαίου, αφού δανείζω (πιστώνω) κάποιον σημαίνει, ότι φαντάζομαι (πιστεύω) πως θα κάνει τη σωστή επένδυση, θα είναι αξιόπιστος και όλα θα του πάνε πρίμα ώστε να μου τα επιστρέψει (και με τόκο).
Μόνο που εδώ και δυο
δεκαετίες περίπου, το πιστωτικό χρήμα που κυκλοφορεί στον πλανήτη είναι κατά
δεκάδες φορές πολλαπλάσιο του πραγματικού, που σημαίνει ότι μιλάμε για παροξυστική
πλέον διόγκωση της φαντασίας του κεφαλαίου και για παραληρηματικά
«σενάρια», όπως π.χ.
- ότι οι θηριώδεις συγχωνεύσεις «τονώνουν τον ανταγωνισμό»,
ή, για να μιλήσουμε για την κοινωνία,
- ότι μπορείς να περιμένεις ανάληψη πρωτοβουλιών από ανθρώπους που
τους ποτίζεις με δόσεις οικονομίστικης μοιρολατρίας που θα σκότωναν μαμούθ∙
-
ότι αν μια
κοινωνία μετατραπεί σε θυγατρική Α.Ε. − και επομένως τα μέλη της
αποσυνδεθούν συγκινησιακά από οποιαδήποτε προσπάθεια να την αισθάνονται και άρα
να την συντηρούν ως κοινωνία −, θα είναι και περισσότερο αξιόπιστος δανειολήπτης∙
Τρελά πράγματα, χοντρά ψέμματα.