«Η εργασία υπήρξε η αυτοπραγμάτωση του
Ευρωπαίου, ο τρόπος δια του οποίου αντιλήφθηκε και θεμελίωσε
το νόημα της ζωής του. Βεβαίως σήμερα, λόγω της εκτεχνίκευσης της εργασίας, η
συμπεριφορά αυτή εισέρχεται σε νέα φάση. Ο άνθρωπος παύει να είναι υπεύθυνος
για το έργο του, περιορίζεται στην εφαρμογή ξένων εντολών και ταυτόχρονα χάνει
την αντίσταση της ύλης, με αποτέλεσμα η εργασία να μην του δίνει την ευκαιρία
να ενσαρκώσει το πρόσωπό του. Παρολαυτά είναι γεγονός, ότι αυτή η νέα φάση της
σχέσης του ανθρώπου προς τον κόσμο − κατά την οποία, στη Δύση, για πρώτη φορά
διαχωρίζεται η ζωή από την εργασία −, είναι επακόλουθο της προηγηθείσας
συμφύσεώς τους. (…)
Ενώ στην ορθόδοξη Ανατολή η εργασία έμεινε τελικά εκτός της θρησκείας,
στη Δύση η σύμφυση ζωής και εργασίας απέκτησε θρησκευτικό χαρακτήρα − πράγμα
που, με την πάροδο του χρόνου, σήμαινε μια πνευματική εγκατάσταση του ανθρώπου
μέσα στον κόσμο, μια σχέση προς την πραγματικότητα, όπου θέση για το Θεό υπήρχε
μόνο στο περιθώριό της. (…)
Τούτο σήμαινε, ότι για πρώτη φορά στην ιστορία η
έννοια της εργασίας ως πράξης κατ’ επιταγή αναλάμβανε να στηρίξει πνευματικά
τη ζωή.(…) Για πρώτη φορά ο άνθρωπος δικαιώνεται δια της πράξης, δηλαδή
εφόσον εργαζόμενος συντελεί στην πραγματοποίηση αποφάσεων για τις οποίες δεν
φέρει την ευθύνη. (…)
Το επάγγελμα κερδίζει θρησκευτική περιωπή, γίνεται η
κεντρική έκφραση της πίστης, αποκτά γι’ αυτό το λόγο ιερό χαρακτήρα και
συγχρόνως παύει να διακρίνει τους ανθρώπους ανάλογα με την εκλογή του. (…) Το
επάγγελμα δεν ήταν απλώς η δυνατότητα της διατροφής, αλλά παρουσιαζόταν
αυτόματα σαν ο βασικός τρόπος απόδειξης του γεγονότος, ότι ο άνθρωπος δεν
ανήκει σ’ εκείνους που μισεί ο Θεός. Η ευδοκίμηση στον οικονομικό βίο θεωρήθηκε
λοιπόν σαν απόδειξη θείας ευαρέσκειας. (…) Η αγωνία ότι δεν ανήκουν στους
ευλογημένους, μια υποψία που θα μπορούσε να εξαφανιστεί εάν κατόρθωναν να
βελτιώσουν ακόμα περισσότερο την κοινωνική τους θέση, υποχρέωσε για πρώτη φορά
ανθρώπους να γίνουν εθελοντές καταναγκαστικής εργασίας. (…)
Για την εφαρμογή των αρχών της πουριτανικής ηθικής χρειάζονταν πριν απ’
όλα οι εργοστασιακοί εργάτες. […]
Το υψηλό κόστος ζωής και η παράλληλη πτώση της αμοιβής της εργασίας θεωρήθηκαν λοιπόν σαν αποτελεσματικά μέσα, για να εργαστεί ο άνθρωπος περισσότερο και να διακόψει την παλιά, από τον αγροτικό βίο καταγόμενη συνήθεια να αναπαύεται να γιορτάζει. Για να συμβεί αυτό, έπρεπε ο εργάτης να παίρνει τόσο μισθό όσον απαιτούσε η διατροφή του. Έτσι ο μισθός κατέβηκε στο ⅓ της αξίας του περί τα τέλη του Μεσαίωνα. Κι ενώ ο Μεσαίωνας εγνώριζε 180 μέρες θρησκευτικής αργίας το χρόνο, η νέα κατάσταση πραγμάτων επιτρέπει σχεδόν μόνο την Κυριακή και επιβάλλει για τις υπόλοιπες μέρες 13 έως 14 εργάσιμες ώρες.
Το υψηλό κόστος ζωής και η παράλληλη πτώση της αμοιβής της εργασίας θεωρήθηκαν λοιπόν σαν αποτελεσματικά μέσα, για να εργαστεί ο άνθρωπος περισσότερο και να διακόψει την παλιά, από τον αγροτικό βίο καταγόμενη συνήθεια να αναπαύεται να γιορτάζει. Για να συμβεί αυτό, έπρεπε ο εργάτης να παίρνει τόσο μισθό όσον απαιτούσε η διατροφή του. Έτσι ο μισθός κατέβηκε στο ⅓ της αξίας του περί τα τέλη του Μεσαίωνα. Κι ενώ ο Μεσαίωνας εγνώριζε 180 μέρες θρησκευτικής αργίας το χρόνο, η νέα κατάσταση πραγμάτων επιτρέπει σχεδόν μόνο την Κυριακή και επιβάλλει για τις υπόλοιπες μέρες 13 έως 14 εργάσιμες ώρες.
Η θρησκευτική συνείδηση, όχι μόνο δεν εκδήλωσε ζηλοτυπία
που οι άνθρωποι αφιέρωναν όλες τις δυνάμεις τους στην εργασία, αλλά απεναντίας
ενθάρρυνε τους εμπνευστές του βιομηχανικού έργου ακόμα και στην επέμβασή τους
εναντίον της οικογένειας. Διαδόθηκε λοιπόν μεταξύ των Πουριτανών και στις
εργατικές τάξεις, όχι μόνον ότι οι υψηλοί μισθοί διαφθείρουν το εργατικό ήθος,
αλλά και ότι η απασχόληση ανηλίκων στα εργοστάσια έχει, εκτός του ότι είναι
κοινωνικώς χρήσιμη, και παιδαγωγική σημασία. Συνέβη έτσι διευθύνσεις
ορφανοτροφείων να ενοικιάζουν ανηλίκους σε ιδιοκτήτες, ιδίως της
αραιοκατοικημένης βόρειας Αγγλίας, και να στέλνουν συνεχώς τέτοια φορτώματα με
το σιδηρόδρομο. Συνέβη ακόμα και γονείς, κάτω από τη γενική επιδοκιμασία, να
εκμισθώνουν τα παιδιά τους για να εργάζονται σε ανθρακωρυχεία ή κλωστήρια 10
και 14 ώρες την ημέρα, παρόλο που δεν ήταν πάνω από επτά ετών! (…)
Από τότε που η εργασία δικαιώθηκε δια της θρησκείας,
για ν’ αποτελέσει στη συνέχεια το περιεχόμενο της θρησκείας, ο άνθρωπος
αναζητεί τη λύτρωσή του μέσα στον κόσμο. (…) Από τους Νέους Χρόνους και
εντεύθεν παρατηρείται λοιπόν σαφής και συνεχώς εδραιούμενη συνάφεια μεταξύ γνώσης
και κέρδους, επιστήμης και οικονομίας. (…)
Το ευρωπαϊκό πνεύμα δημιουργήθηκε αφότου η εργασία θεωρήθηκε ως ο χώρος,
μέσα στον οποίον ο άνθρωπος δικαιολόγησε την ύπαρξή του, πετυχαίνοντας με αυτήν
ό,τι δεν επέβαλε η παράδοση αλλά η δική του, εσωτερική απαίτηση εναντίον της
παράδοσης. Για να θεμελιώσει και να διατηρήσει αυτή την αξία, η Ευρώπη στράφηκε
εναντίον του Θεού. Ο αγώνας αυτός κατέληξε στη λήξη της
ετοιμότητας του ανθρώπου να εξαρτάται από τη θεία χάρη και στη δημιουργία της
σημερινής Τεχνικής. (…)
Η νέα δυνατότητα της μηχανής μετέθεσε το σκοπό
της εργασίας στην απόκτηση των προϊόντων της. Παρουσίασε δηλαδή την κατανάλωση
σαν σκοπό της ζωής. Ενώ άλλοτε η εργασία δικαιωνόταν δια της αναφοράς της στο
Θεό, τώρα δικαιολογείται ως προϋπόθεση της συμμετοχής στη λυτρωτική δυνατότητα
της μηχανής. Η χρήση βιομηχανικών προϊόντων, δηλαδή μέσων υπέρβασης των φυσικών
ορίων της ύπαρξης, επρόκειτο όχι μόνο να διασπάσει την ενότητα της εργασίας σε
σχέση με το σκοπό της ζωής − όπως το πέτυχε η πουριτανική συνείδηση με κατάληξη
την εκβιομηχάνιση της Αγγλίας −, αλλά και να παρουσιαστεί σαν διάδοχος της
θρησκευτικής υπόσχεσης. Σήμερα ο
άνθρωπος ζει για τα επιτεύγματα της μηχανής. (…)
Στη σημερινή της τεχνική φάση η εργασία κοινοποιείται
ανά την Υφήλιο ως όρος για την υπέρβαση του προσώπου∙ κατά συνέπεια ως όρος για
την υπέρβαση της Ευρώπης προς
ένα τεχνικώς ενιαίο κόσμο, ο οποίος, για να συγκρατηθεί στη ζωή,
δεν χρειάζεται ούτε το Θεό, ως αρχή της φύσης ή ως θεσμοφύλακα του κοινωνικού
βίου, ούτε την προσωπική ευθύνη για την ανάπτυξη και τη συντήρησή του, αλλά απλώς
τη φυσική δυνατότητα όπως την υποτάσσει και τη διανέμει η τεχνική διαρρύθμιση
στον άνθρωπο ανεξάρτητα από την
ατομικότητά του, για να του επιβάλλει τη θέληση και την πράξη του.»
Σπύρος Κυριαζόπουλος, Η καταγωγή του τεχνικού πνεύματος (1965)
Σημ. HS. Για
όσους πιστεύουν ακόμα πως η τεχνολογία συμβάλλει θετικά στην παρούσα κρίση, με
όποιον τρόπο κι αν εννοούν αυτό το «θετικά» (π.χ. ανάπτυξη των παραγωγικών
δυνάμεων, οικοδόμηση των υλικών προϋποθέσεων μιας κοινωνίας απαλλαγμένης από
την αγγαρεία, κ.λπ.).
2 σχόλια:
Πυκνή και απίστευτα οξυδερκής ιστορική σκιαγραφία της πορείας των πραγμάτων. Αλλά ποιος ν' ακούσει τέτοιους στοχασμούς;
ΜΕΓΑΛΕΙΩΔΕΣ κείμενο!
Κάθε του παράγραφος δίνει πολύτιμη τροφή για ουσιαστικές σκέψεις.
Σας ευχαριστούμε.
Δημοσίευση σχολίου