Το πρώτο ευρωπαϊκό τραπεζογραμμάτιο (Σουηδία, 1661) |
Με δεδομένη τη σύνδεση μεταξύ χρήματος και τεχνικού συστήματος, μια
από τις πιο κρίσιμες για το μέλλον της κοινωνίας όψεις του λεγόμενου «capital control»,
που επιβλήθηκε εδώ και κάμποσο καιρό στην «καθυστερημένη» χώρα μας, βρίσκεται
στο γεγονός ότι, μέσω αυτής της κατάστασης, μυήθηκαν υποχρεωτικά στις χάρες του
«άυλου» χρήματος (κάρτες, ηλεκτρονικές συναλλαγές, κ.λπ.) ακόμα και τμήματα του
πληθυσμού που μέχρι πρότινος δεν είχαν ιδέα, ούτε και διάθεση, για κάτι τέτοιο.
Ορισμένες σκέψεις είναι λοιπόν
απαραίτητο να διατυπωθούν.
1.
Είναι βέβαια γνωστό και δεδομένο ότι αυτός ο εθισμός ενός
ευρύτερου μέρους του πληθυσμού με το «εξαϋλωμένο» χρήμα, δηλαδή με την αποπομπή
του μετρητού από το πεδίο των
συναλλαγών, αποτυπώνει μια κίνηση που προωθείται γενικότερα στις λεγόμενες
ανεπτυγμένες χώρες. Στη Σουηδία λ.χ., την πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που καθιέρωσε το
τραπεζογραμμάτιο το 1661 μ.Χ. (και δυστυχώς δεν φαίνεται να ... πρωτοπορεί μόνο εκεί…), η συναλλαγή με
ηλεκτρονικό χρήμα είναι πια μια γενικευμένη καθημερινή πρακτική −σε πολλές
περιοχές μάλιστα, δεν μπορείς να βγάλεις ούτε εισιτήριο για τα μέσα μαζικής
μεταφοράς πληρώνοντας με μετρητό. Στη Δανία πάλι, αποφασίστηκε να σταματήσει η
κοπή νέων νομισμάτων από το 2016, ενώ παράλληλα προτάθηκε να επιτραπεί με νόμο στα
καταστήματα να μη δέχονται μετρητό, εάν δεν το θέλουν. Στη Γαλλία έχει ήδη απαγορευτεί
η χρήση μετρητού χρήματος για συναλλαγές άνω των 1000 ευρώ … και φυσικά ούτε η Ελλάδα γίνεται να μείνει «πίσω».
Είναι επίσης γνωστό και δεδομένο ότι αυτή η «εξαΰλωση» του
χρήματος προωθείται επίσημα με δυο κατά βάση επιχειρήματα:
− τον αγώνα εναντίον της
τρομοκρατίας, με το επιχείρημα ότι βρίσκει όπλα με παράνομο χρήμα που
διακινείται με τη μορφή του μετρητού∙ και
− τον αγώνα εναντίον της
φοροδιαφυγής και την πάταξη του «μαύρου» χρήματος.
Οπωσδήποτε όμως το όλο θέμα δεν περιορίζεται σε αυτά τα
δυο επιχειρήματα. Κάλλιστα θα μπορούσαν στην πορεία να προστεθούν και άλλα (ήδη
λ.χ., σ’ ένα γενικότερα αποστειρωτικό πνεύμα, προβάλλεται σαν «πιο πολιτισμένο» το …
«ανέπαφο»), ή να περάσουν σε δεύτερη μοίρα κάποια από τα τρέχοντα. Το θέμα
βρίσκεται κυρίως στο ίδιο το γεγονός της καθολίκευσης του «εξαϋλωμένου»
χρήματος −ή ακριβέστερα στην ολοένα και πιο κυρίαρχη τάση προς αυτή την κατεύθυνση. Διότι η τάση αυτή σηματοδοτεί και
πλειοδοτεί την κορύφωση της τεχνοσυστημικής
ολοκλήρωσης, με όλα όσα κάτι τέτοιο μπορεί να σημαίνει για το ανθρώπινο.
2.
Είναι για παράδειγμα κοινός πλέον τόπος ότι η
τεχνοσυστημική ολοκλήρωση σημαίνει την εντατικοποίηση στο έπακρο της πανοπτικότητας του τεχνικού Συστήματος, δηλαδή του ελέγχου και της επιτήρησης −που περικλείονται στο ίδιο το τεχνικό πνεύμα και
αποχαλινώνονται όταν αυτό δεν οριοθετείται από ένα υπέρτερο τύπο πνεύματος μέσα
στην κοινωνία.
Έτσι, ενώ έχουμε ήδη διαβεί το κατώφλι από τον έλεγχο και
την επιτήρηση στους τόπους δουλειάς προς τους δημόσιους χώρους, με την «εξαΰλωση»
του χρήματος η δυναμική αυτή θα επεκταθεί παντού
και όλη την ώρα, μιας και η καθιέρωση του «ηλεκτρονικού» χρήματος
διευκολύνει αλλά και επιτείνει την ανάγκη για ψηφιακή πανοπτικότητα, έστω και
μόνο επειδή ακόμα εξακολουθεί να είναι αδύνατο να
εγκλειστεί σε αλγόριθμους ολόκληρη η ανθρώπινη ανησυχία.
Για παράδειγμα, στην πρωτοπόρο Σουηδία, η προοδευτική
καθιέρωση του «άυλου» χρήματος πολλαπλασίασε την κυβερνοπαραβατικότητα: τα
3.000 τέτοιας λογής εγκλήματα του 2000, έφτασαν τα 20.000 έπειτα από 10 χρόνια.
Αποτέλεσμα; Αύξηση των επενδύσεων (και του κόστους) σε σχετικά υποσυστήματα
ελέγχου των ηλεκτρονικών συναλλαγών, και φυσικά εντατικοποίηση στη έρευνα
περαιτέρω τεχνικών ελέγχου-επιτήρησης.
3.
Αυτή η εξέλιξη είναι λοιπόν δεδομένη, μπροστά στα μάτια μας, τώρα
−και μαζί της η παράδοση στη βαρβαρότητα όσων περιοχών, όχι μόνον εκτός του
«ανεπτυγμένου» Κόσμου αλλά και εντός αυτού, δεν γίνεται προς το παρόν, ή δεν
συμφέρει, να επιτηρούνται με το τεχνοσυστημικό «γάντι» ... με αποτέλεσμα, φυσικά, στη θάλασσα των αστέγων και των απόκληρων του Πρώτου Κόσμου να προτίθενται τα κύματα των προσφύγων και των διωγμένων του Τρίτου.
Παρ' όλα αυτά, σε ό,τι αφορά τη γενίκευση της «εξαϋλωσης» του
χρήματος, θεωρούμε σημαντικότερη από την εντατικοποίηση της πανοπτικότητας του
Συστήματος μια άλλη, βαθύτερη δυναμική, πάνω στην οποία στηρίζεται και την
οποία ενισχύει στο μέγιστο βαθμό η συγκεκριμένη «εξαΰλωση». Η δυναμική αυτή αφορά
τον ακρωτηριασμό
του πλούτου των ανθρώπινων ανταλλαγών, και σχετίζεται με αυτό που θα
μπορούσαμε να περιγράψουμε πολύ σχηματικά ως τρία βήματα έκπτωσης των
ανθρώπινων ανταλλαγών:
- Υπαγωγή
του πεδίου των ανταλλαγών στη σφαίρα του χρήματος∙
- Απομπομπή
της «αγοραίας ανταλλαγής» από το
πεδίο του χρήματος∙
- Καθολίκευση
του «άυλου» χρήματος.
Στο στενό πλαίσιο αυτής της ανάρτησης δεν θα ασχοληθούμε
αναλυτικότερα με αυτό το σχήμα. Θα σταθούμε μόνο στο δεύτερο
από τα τρία παραπάνω βήματα. Πρόκειται για το στάδιο κατά το οποίο, ουσιαστικότερα, η
ανταλλαγή τείνει να αποπεμφθεί από το
δημόσιο χώρο, ακόμα κι από εκείνες τις περιθωριακές περιοχές −τις
«πιάτσες»−, στις οποίες εξακολουθούσε να της επιτρέπεται να επιβιώνει. Για να
γίνει κατανοητό τι σημαίνει αυτή η δυναμική, θεωρούμε απαραίτητες τις
παρατηρήσεις του ανθρωπολόγου Ζάχου Παπαζαχαρίου από το δυσεύρετο πια βιβλίο του
Η Πιάτσα (εκδ. «Κάκτος», 1980)
4.
Γράφει εκεί ο Παπαζαχαρίου:
«Η Πιάτσα είναι χώρος, είναι χρόνος, είναι παράδοση ηθών και εθίμων, είναι καθημερινή πράξη και ζωή, είναι πολιτισμός ολόκληρος. (...)
Το ‘αλισβερίσι’, το ‘πάρε-δώσε’, δεν είναι μόνο ανταλλαγή προϊόντων με χρήματα, δεν είναι μόνο η τέχνη της ανταλλαγής. Είναι μια ολόκληρη ψυχοσύνθεση, που δημιούργησε η παράδοση της ανταλλαγής. Είναι η ψυχοσύνθεση της ‘συνδιαλλαγής’ και του ‘συνδυασμού’, που χωρίς αυτήν η ανταλλαγή δεν γίνεται σωστά και μένει μάταιη, ξερή χειρονομία δίχως αποτέλεσμα κι ικανοποίηση εκεινού που δίνει κι εκεινού που παίρνει. Το αλισβερίσι έχει τις ρίζες του στην πανάρχαια πρακτική και φιλοσοφία της διαλεκτικής. Σημαίνει, το να παίρνει κανείς, μαζί με το αντικείμενο που πήρε με την ανταλλαγή, και την ιδέα που αυτό κλείνει μέσα του, δηλαδή την ανάγκη που το δημιούργησε. Παίρνοντας αυτή την ιδέα, αυτός που την πήρε αλλάζει. Γίνεται πιο σύνθετος άνθρωπος. (...)
Το αλισβερίσι σημαίνει ακόμα το ν’ ανακαλύπτεις σχέσεις ανάμεσα στα πιο άσχετα πράγματα, στο … φάντη και το ρετσινόλαδο, και μέσα από το ύψιστο αυτό παιχνίδι του ανθρώπινου μυαλού να φτιάχνεις, να κατασκευάζεις νοήματα κι ιδέες κι αντικείμενα πιο σύνθετα. (...)
Η κυριότερη προετοιμασία που κάνει η Πιάτσα στους ανθρώπους της είναι ότι τους μαθαίνει να συνδυάζουν την παραγωγή και το εμπόριο. Ο συνδυασμός αυτός ήταν το κύριο χαρακτηριστικό της Πιάτσας. (...)
Στις δυτικοευρωπαϊκές χώρες, ωστόσο, υπάρχουν μόνο εμπορικά κι επαγγελματικά κυκλώματα, που το καθένα τους έχει τη δική του εξειδικευμένη παράδοση και δεοντολογία. Αυταρχικές κυβερνήσεις ξεχώρισαν την παραγωγή από την ανταλλαγή με τρόπο που να μην υπάρχει μεταξύ τους σοβαρή επικοινωνία. (...)
Σε κανένα δυτικοευρωπαϊκό κράτος η κεντρική κυβέρνηση δεν άφησε όλα τα επαγγελματικά και εμπορικά κυκλώματα να οργανωθούν σε μια ενιαία Πιάτσα, κι έτσι αποτελούν ‘πιάτσες’ ξεχωριστές το καθένα τους (...) ενώ και σε ορισμένα σοσιαλιστικά κράτη, κυρίως των Βαλκανίων, όπου υπήρχε παράδοση Παζαριού, η Πιάτσα καταστράφηκε από τον κρατικό παρεμβατισμό της υπαλληλοποίησης και σχεδιοποίησης, με αποτέλεσμα να συστηματοποιηθεί τις δυο τελευταίες δεκαετίες η ‘αρπαχτή’ σαν σημαντικό κίνητρο της ατομικής πρωτοβουλίας και σοβαρό στήριγμα της οικονομίας.
Το ότι εδώ και δυο περίπου αιώνες δημιουργήθηκε στους κόλπους της εγχώριας Πιάτσας μια ιδιαίτερη κατηγορία ανθρώπων αφιερωμένων αποκλειστικά και εξειδικευμένων στο εμπόριο, στο μεταπρατισμό, αυτό δεν ήταν δείγμα προόδου και εξέλιξης, όπως νομίστηκε. Ήταν μια πρόσκαιρη αρρώστια της Πιάτσας, που την κόλλησε από τη Δύση και που της δημιούργησε ανισορροπίες και προβλήματα ταξικής διαφοροποίησης και εξειδικευμένων λειτουργιών, ατόμων ανολοκλήρωτων, χωρίς γενική θεώρηση της κοινωνίας και του κόσμου. Διότι ο σκέτος μεταπράτης και ο σκέτος παραγωγός είναι άτομα λειψά και ανολοκλήρωτα από πάσης απόψεως.
5.
Νομίζω πως είναι πολύ δύσκολο να αρνηθεί κανείς ότι η
καταστροφή της διαλεκτικής παιδείας των ανθρώπων, η οποία απορρέει από
την αποπομπή της ανταλλαγής από το δημόσιο χώρο που επισήμανε ο Παπαζαχαρίου
(όντας, τότε, αρκετά αισιόδοξος αφού έβλεπε μια «πρόσκαιρη αρρώστεια»), θα
φτάσει στο αποκορύφωμά της με την καθολίκευση του «ηλεκτρονικού χρήματος». Είναι
άλλωστε μια δυναμική τεχνομονολιθισμού, που την έχουμε πια μπροστά στα μάτια
μας.
Γι’ αυτό το λόγο θεωρούμε σημαντικότερο ν' αναδειχτεί αυτή
η υπόγεια καταστροφή από τις πιο φανερές ή ακόμα και «σκανδαλώδεις» πλευρές
αυτής της δυναμικής, οι οποίες συνδέονται με τον έλεγχο και την επιτήρηση:
μπορεί αυτά τα δυο να κινούνται παράλληλα, όμως η
πρώτη είναι εκείνη που υπονομεύει στη
ρίζα τους τις δυνατότητες εξόδου
από τον τεχνοσυστημικό εφιάλτη.
(ανάρτηση οφειλόμενη από την
πρώτη φετινή εκπομπή, όπου εκθέσαμε το ζήτημα)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου