Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λόγος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λόγος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

19 Ιανουαρίου 2022

Κρίσεις ταυτοτήτων

Σύμφωνα με το Λεξικό Larousse, η λέξη «ταυτότητα» σημαίνει το «μόνιμο και θεμελιώδες χαρακτηριστικό» ενός προσώπου ή μιας ομάδας. Σήμερα ωστόσο συνηθίζεται να θεωρούμε ότι έχουμε «πληθυντικές ταυτότητες», οι οποίες παράγονται από την ιστορία μας, τις συναντήσεις μας, από την πολλαπλότητα των δεσμών που καλλιεργούμε. Τι σημαίνει τότε αυτή η παράδοξη έννοια τόσο για το άτομο όσο και για τη συλλογικότητα, μέσα στην οποία εκφράζεται;

Άρθρο του Vincent Descombes στον Le Monde Diplomatique (Φεβρουάριος 2014) σε μετάφραση Hollowsky


Λέγεται ότι δεν πρέπει να συζητάμε για τις λέξεις αλλά για τα πράγματα. Αναμφίβολα. Όμως συμβαίνει να μη γνωρίζουμε καλά ποια πράγματα εννοούν οι λέξεις που χρησιμοποιούμε. Αυτό συμβαίνει και με τη λέξη «ταυτότητα». Ξεπηδάει σε κάθε λογής διαμάχες και αντιπαραθέσεις, είτε αφορούν την εθνική ταυτότητα, την εβραϊκή ταυτότητα, την κομμουνιστική ταυτότητα, ή τις σεξουαλικές ταυτότητες, κ.λπ. Ασφαλώς, το διακύβευμα αυτών των συζητήσεων κρύβεται κάθε φορά στα επίθετα που συνοδεύουν την εκάστοτε ταυτότητα και την χαρακτηρίζουν.

Αλλά σε τι χρησιμεύουν αυτοί οι χαρακτηρισμοί; Χρησιμεύουν προκειμένου να προσδιοριστεί με όρους συλλογικής ταυτότητας η ομάδα, την οποία μπορεί να επικαλεστεί κανείς —προκειμένου, δηλαδή, να δοθεί απάντηση στο ερώτημα: «Ποιοι είμαστε εμείς, ένα έθνος, ένας λαός, ένα κόμμα, κ.ο.κ.;». Ή πάλι, χρησιμεύουν ώστε να πολλαπλασιάσει κανείς τις οπτικές γωνίες γύρω από το ποιος είναι, δίνοντάς στον εαυτό του μια πληθυντική ταυτότητα ως απάντηση στο ερώτημα: «Ποιος είμαι εγώ;».

Ανέκαθεν χρησιμοποιούσαμε τη λέξη ταυτότητα αποκλειστικά και μόνο για να υποδείξουμε ένα συγκεκριμένο «αντικείμενο», δηλαδή για να πούμε ότι π.χ. το τάδε πρόσωπο είναι αυτό που λέει ότι είναι, ή ότι είναι αυτό που αναζητούμε με το δείνα όνομα, ή ακόμα για να πούμε ότι δυο ονόματα αναφέρονται στο ίδιο πράγμα (π.χ. «λίμνη Λεμάν» = «λίμνη της Γενεύης»). Σήμερα όμως, αυτή η λέξη έχει συχνά άλλη έννοια. Ερχόμενη από τις αμερικάνικες κοινωνικές επιστήμες, εισήλθε στην καθημερινή γλώσσα μας με όχημα την έννοια της identity politics (στα γαλλικά θα το λέγαμε μάλλον «communautarisme», «κοινοτισμό»). Η identity politics αξιώνει να αναγνωρίζεται το δικαίωμα καθενός ανθρώπου ότι ανήκει σε αυτή ή την άλλη κοινότητα στο εσωτερικό της σύνολης κοινωνίας, καθώς και το δικαίωμά του να μπορεί αυτό να το εκφράζει. Εδώ λοιπόν, η έννοια της ταυτότητας παραπέμπει στην ιδέα μιας πολιτικής των ταυτοτήτων, σύμφωνα με την οποία οι επιλογές κάθε ψηφοφόρου πρέπει να απορρέουν από την κοινότητα των καταβολών του μάλλον, παρά από τις προσωπικές απόψεις του ως πολίτη. Αυτό βάζει ασφαλώς ορισμένα θέματα.

Ο λόγος είναι ότι, ενώ θεωρείται σημαντική η υπεράσπιση της διαφορετικότητας και η ελευθερία καθενός να είναι ο εαυτός του, είναι δύσκολο να δούμε ποιος είναι ο πραγματικός υπερασπιστής αυτών των δικαιωμάτων. Είναι άραγε εκείνος που διακηρύσσει το δικαίωμα μιας μειοψηφίας να τηρεί τα έθιμά της (π.χ. τις παραδοσιακές φορεσιές της, τις παραδοσιακές διατροφικές συνήθειές της, το ημερολόγιό της, κ.λπ.); Ή μήπως είναι εκείνος που υποστηρίζει ότι, εάν δοθεί μια συλλογική ταυτότητα σε ένα πληθυσμό, τότε λησμονείται το γεγονός ότι αυτός αποτελείται από άτομα, τα οποία δεν δέχονται πάντοτε να τα θεωρούμε σαν ομοειδείς εκπροσώπους μιας κοινής «ταυτότητας» − ωσάν το γεγονός και μόνο ότι είμαι Γάλλος πολίτης, να μου επιβάλλει το καθήκον να συμμορφώνομαι με διάφορα στερεότυπα, τα οποία καθορίζουν, όπως λένε κάποιοι, τι σημαίνει το να είσαι «αληθινός Γάλλος», τη σπάνια ουσία της «γαλλικότητας»;

Ένα πρόβλημα «πολλαπλών εντολών»

Πολύ συχνά πιστεύουμε ότι μπορούμε να απαλλαγούμε από αυτό το εννοιολογικό βάσανο χάρη σε μια μεσοβέζικη λύση: να δεχτούμε ότι οι συλλογικές ταυτότητες υπάρχουν και επομένως ότι πρέπει να τις αναγνωρίσουμε, υπό τον όρο όμως ότι δεν θα μειώνουν την ατομικότητα καθενός, δηλαδή την απάντησή του στο «ποιος είμαι εγώ;». Διότι υποτίθεται ότι η προσωπική ταυτότητα είναι πάντοτε πληθυντική, και μάλιστα όχι μόνο κατά μια έννοια αλλά δυο. Κατά μια πρώτη έννοια, επειδή σε κάθε στιγμή της ζωής μου αναγνωρίζω ότι εμπλέκομαι σε κάθε λογής δεσμούς με άλλα άτομα και αντλώ από αυτούς τους δεσμούς ένα νόημα του εαυτού μου τόσο πολλαπλό όσο και οι κοινότητες στις οποίες ανήκω. Και κατά μια δεύτερη έννοια, επειδή σε όλη μου τη ζωή δεν σταματώ να εξελίσσομαι, να μετασχηματίζομαι, οπότε να είναι αδύνατο να παγιωθεί η προσωπική ταυτότητά μου σε ένα αναλλοίωτο ορισμό. Επομένως, υποτίθεται ότι δεν υπάρχει σύγκρουση ανάμεσα στη δήλωση της συλλογικής ταυτότητας και τη δήλωση της προσωπικής ταυτότητας.

Παρ’ όλα αυτά, το πρόβλημα με αυτή την έννοια της «πληθυντικής ταυτότητας» είναι ότι πολύ γρήγορα καταλήγουμε να μην ξέρουμε για τι πράγμα μιλάμε… Φανταζόμαστε ότι είναι εύκολο να έχουμε πολλές ταυτότητες, επειδή νομίζουμε πως είναι κάτι σαν να έχεις πολλά μπιλιέτα με το όνομα, το επάγγελμα, τη διεύθυνση και το τηλέφωνό μας. Ωστόσο, αυτά τα επισκεπτήριά μου, όσα κι αν είναι, με παρουσιάζουν πάντοτε σαν ένα και το αυτό πρόσωπο. Οι λεγόμενες «κονστρουκτιβιστικές» θεωρίες τονίζουν ότι δεν πρέπει να παγιώνουμε την ταυτότητα κανενός επειδή, λένε, ο κάθε άνθρωπος είναι ένα ζωντανό και ιστορικό πρόσωπο, και επομένως είναι ένα ον που εμπλέκεται ασταμάτητα σε ένα ζωτικό και υπαρκτικό μεταβολισμό με το περιβάλλον του. Αυτές οι θεωρίες μάς καλούν λοιπόν να θεωρούμε ότι η ταυτότητα είναι κάτι που μπορεί να μεταβάλλεται, να αλλάζει. Όμως το ζήτημα παραμένει: πώς είναι δυνατό να αλλάξει η ταυτότητά μου χωρίς εγώ ο ίδιος να έχω γίνει κάποιος άλλος; Και αν τελοσπάντων έγινα κάποιος άλλος, τότε πού υπάρχει η δική μου ταυτότητα, η ταυτότητα που μου επιτρέπει να λέω ότι είμαι πάντοτε εγώ, αλλά απλώς αλλάζω διαρκώς από την αρχή έως το τέλος της ζωής μου;

23 Δεκεμβρίου 2016

«Αναποδογυρίζω δεν σημαίνει ξεπερνώ»


"Σε συνθήκες τυραννίας είναι πολύ ευκολότερο να δρα κανείς παρά να σκέφτεται"
 
«(…) Η αναζήτηση νοήματος, η οποία διαλύει αδυσώπητα και εξετάζει από την αρχή όλα τα αποδεκτά δόγματα και τους κατεστημένους κανόνες, μπορεί ανά πάσα στιγμή να στραφεί εναντίον του εαυτού της αναποδογυρίζοντας απλώς τις παλιές αξίες και βαφτίζοντας ‘‘νέες αξίες’’ αυτές τις αναποδογυρισμένες αξίες. Αυτό έκανε σε κάποιο βαθμό ο Νίτσε όταν αναποδογύρισε τον πλατωνισμό και ξέχασε ότι ένας αναποδογυρισμένος Πλάτωνας παραμένει Πλάτωνας. Το ίδιο και ο Μαρξ, όταν αναποδογύρισε τον Χέγκελ και έφτιαξε ένα αυστηρά χεγκελιανό σύστημα του ιστορικού γίγνεσθαι.

Αυτοί οι καρποί του αρνητικού στοχασμού μπορούν στη συνέχεια να χρησιμοποιηθούν το ίδιο υπνωτιστικά, άσκεφτα και ρουτινιάρικα όπως οι παλιές φθαρμένες αξίες.

Αυτό που συνήθως αποκαλούμε μηδενισμό ─και μπαίνουμε στον πειρασμό να χρονολογήσουμε ιστορικά, να καταγγείλουμε πολιτικά και να αποδώσουμε σε στοχαστές οι οποίοι φέρεται να τόλμησαν να σκεφτούν «επικίνδυνες σκέψεις»─ είναι στην πραγματικότητα ένας κίνδυνος εγγενής στην ίδια την δραστηριότητα της σκέψης. Δεν υπάρχουν επικίνδυνες σκέψεις. Η ίδια η σκέψη είναι επικίνδυνη, όμως ο μηδενισμός δεν είναι προϊόν της.

Ο μηδενισμός δεν είναι παρά η ανάποδη όψη της συμβασιοκρατίας.
 
[Συμβασιοκρατία, conventionalism: η άποψη που ξεκινάει από την ιδέα ότι οι συμβάσεις αποτελούν a priori στοιχεία της γνώσης, και φτάνει έως τον ισχυρισμό ότι όλη η γνώση δεν είναι τίποτα περισσότερο από συμβάσεις και ότι η εμπειρία δεν διαδραματίζει κανένα ουσιαστικό ρόλο στη γνωστική διαδικασία, σημ. HS].

Το δόγμα του μηδενισμού συγκροτείται από αρνήσεις των κατεστημένων αξίων, των  λεγόμενων θετικών αξιών, στις οποίες ωστόσο ο μηδενισμός παραμένει προσκολλημένος.

Βεβαίως κάθε κριτική διερεύνηση πρέπει να περάσει από ένα στάδιο τουλάχιστον υποθετικής άρνησης των αποδεκτών απόψεων και ‘‘αξιών’’, εντοπίζοντας τις συνεπαγωγές τους και τις σιωπηρές αξιωματικές υποθέσεις τους. Οπότε, με αυτή την έννοια, ο μηδενισμός μπορεί να θεωρηθεί ως ένας μονίμως παρών κίνδυνος του στοχασμού. 
 
Όμως ο κίνδυνος του μηδενισμού δεν προκύπτει από τη σωκρατική πεποίθηση ότι μια ανεξέταστη ζωή δεν αξίζει να την ζούμε και ότι, επομένως, οφείλουμε να εξετάζουμε τα πράγματα. Προκύπτει, αντίθετα, από την επιθυμία να αντληθούν συμπεράσματα τα οποία θα κάνουν κάθε περαιτέρω σκέψη και εξέταση περιττή. (…)»


στο «Social Research: An International Quarterly»,
τόμος 38, τχ 3 (Φθινόπωρο 1971)


Σημ. HS. Απόσπασμα από ένα από τα τελευταία κείμενα της Άρεντ. Το έγραψε οκτώ χρόνια μετά το Ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ, θέλοντας να αναπτύξει περισσότερο τα επιχειρήματα εκείνου του σημαντικού βιβλίου της για τη σχέση ανάμεσα στο Κακό, στη διάπραξη του κακού, και την ανικανότητα ή απροθυμία για στοχασμό (με τη σωκρατική έννοια του διαλόγου με τον εαυτό μας ως εξέταση του βίου μας). 

Πράγματι, για την Άρεντ ο Σωκράτης ήταν εκείνος που ανακάλυψε και μας αποκάλυψε την ίδια τη δυνατότητα του στοχασμού. Γι’ αυτό το λόγο, θέλοντας να ερευνήσει τι είναι η στοχαστική εξέταση του βίου μας, τι την παρακινεί και το αν μπορούμε να στηριχτούμε σε αυτήν για να θωρακιστούμε από το κακό, η Άρεντ στρέφεται προς αυτόν ως ένα «υπόδειγμα, ένα παράδειγμα ανθρώπου ο οποίος, αντίθετα από τους ‘‘επαγγελματίες’’ στοχαστές, μπορεί να εκπροσωπήσει τον καθένα από εμάς (…) καθώς δεν τοποθετούσε τον εαυτό του ούτε στους πολλούς, ούτε στους λίγους». Σημειώνει λοιπόν η Άρεντ, ότι «ανάμεσα στις ελάχιστες θετικές προτάσεις που έκανε ο Σωκράτης, δυο, στενά συνδεδεμένες μεταξύ τους, ήταν εκείνες που πού σχετίζονται άμεσα με το ερώτημά μας. Και οι δυο παρουσιάζονται στον Γοργία (…) Η πρώτη: ‘‘Καλύτερα να αδικείσαι, παρά να αδικείς’’. (…) Και η δεύτερη: ‘‘Καλύτερα να είναι παράφωνη η λύρα μου, ή μια χορωδία που διευθύνω, παρά να βρεθώ εγώ σε παραφωνία με τον εαυτό μου’’.

Κλείνοντας να σημειώσω ότι δεν είναι τυχαίο που αφιερώνει αυτό το κείμενπ σε ένα ποιητή, τον Ουΐσταν Χιού Ώντεν, ο οποίος της είχε ζητήσει κάποτε να τον παντρευτεί (εκείνη αρνήθηκε) και στη συνέχεια της αφιέρωσε το βιβλίο του Forewords and Afterwords (1973) ─είχε άλλωστε γράψει γι’ αυτόν το «Remembering Wystan H. Auden» λίγο μετά το θάνατό του. 




26 Νοεμβρίου 2016

Ριζοσπαστικά αυτογκόλ | Αποδομισμός


«Η δυσκολία με πολλά από τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούμε στις μέρες μας για να εξετάσουμε ευρύτατα διαδεδομένες πλάνες, είναι ότι τα επιχειρήματα αυτά έχουν ταυτιστεί με τις γενικές υποθέσεις του ‘‘αποδομισμού’’. Δεν αναζητούν το νόημα, τη γνώση ή την αλήθεια. Προσπαθούν, αντιθέτως, ν’ αποδείξουν ότι κάθε είδους γλώσσα είναι συνδεδεμένη με το συμφέρον.

Οι αποδομιστές επιχειρηματολόγησαν εναντίον της γλώσσας ως μέσου επικοινωνίας, προκειμένου να χτυπήσουν στη ρίζα της τη ρητορική και την προπαγάνδα. Ωστόσο, ενώ χτύπησαν αποτελεσματικά τον εθισμό μας σε απαντήσεις, το έκαναν με τρόπο που υπονομεύει το κύρος των ερωτήσεών μας. Διότι, εάν ─όπως ισχυρίζονται─ η γλώσσα είναι πάντοτε συνυφασμένη με την ιδιοτέλεια, τότε δεν υπάρχει δυνατότητα για ανιδιοτέλεια και επιδίωξη του κοινού καλού.

Το τελικό αποτέλεσμα είναι η ενίσχυση της κορπορατιστικής άποψης ότι όλοι μας υπάρχουμε απλώς ως λειτουργίες, στα πλαίσια των συντεχνιακών οργανισμών μας. Και οι πρακτικές συνέπειες αυτής της ιδεολογίας είναι η παθητικότητα και ο κομφορμισμός σε ζητήματα μείζονος σημασίας, και ο αντικομφορμισμός σε ζητήματα ήσσονος σημασίας.»

στα ελληνικά, εκδ. Printa, 2002

Σημ. HS. Μην ξεχνάμε: το μηδέν μπορεί να νοηθεί μόνο σαν πέρασμα, ποτέ σαν θέση!



26 Μαΐου 2016

Λέξεις με προοπτική την ανία, τη θολούρα και την παρεξήγηση


«Η μεταβίβαση της εμπειρίας από τον ένα άνθρωπο στον άλλο γίνεται μέσω της λέξης. Ό,τι έχει γίνει βίωμα, δίνει στη λέξη υπεύθυνο βάθος, την κάνει μαρτυρία του προσώπου, μια όψη της προσωπικής του ουσίας. Μορφωμένοι ή αμόρφωτοι, εμπειρικοί ή θεωρητικοί, επιστήμονες ή χειρώνακτες, οι άνθρωποι είναι η εμπειρία του κόσμου. Γι’ αυτό το λόγο έχει μικρή σημασία εάν η εμπειρία του ενός ανθρώπου είναι διαφορετική από την εμπειρία του άλλου, εφόσον αυτή ακριβώς η διαφορά επιτρέπει να υπάρξει ο διάλογος και δίνει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να διακρίνει τον κόσμο μέσω ενός άλλου ανθρώπου, να κοινωνήσει ένα σύνδεσμο που δημιούργησε ο άλλος άνθρωπος. (…)

Επιθετική ασυνεννοησία

Η επιθετική ασυνεννοησία της εποχής μας τρέφεται από το γεγονός ότι η τεχνική ζωή συσκοτίζει το περιεχόμενο του κόσμου για χάρη πράξεων οι οποίες συμβαίνουν χωρίς τον άνθρωπο. Έτσι, οι άνθρωποι καταντούν να διαθέτουν λέξεις μέσα στις οποίες συχνά δεν υπάρχει απολύτως τίποτε. Αν όμως η λέξη δεν περιέχει τον κόσμο όπως τον εσωτερικεύει ο άνθρωπος, τότε δεν είναι δυνατό να προσφέρει την εγγύηση της εμπειρίας του, ούτε και να δεχτεί την εγγύηση μιας άλλης προσωπικής εμπειρίας. Όταν όμως η γλώσσα δεν διαθέτει αντίκρυσμα, τότε τίποτα δεν εμποδίζει τους ανθρώπους να υπερμεγεθύνουν αυθαίρετα την πραγματικότητα και, όταν συνομιλούν, να εκπροσωπούν μια υπόθεση που δεν είναι απαραίτητο να συμπίπτει με τις άλλες, παράλληλες μεγαλοστομίες. (…)

Πλήξη

Τελικά, η ίδια η συνομιλία χάνει το ενδιαφέρον της αφού κατά βάθος η ζωή του ανθρώπου παύει να ενδιαφέρει όσους ζουν κοντά του: όταν ο άνθρωπος δεν επιβάλλει πια τη θέλησή του στον κόσμο, τότε η ζωή του παύει να έχει βιογραφική αξία. Ακόμα κι αν του συμβεί κάτι το έκτακτο, πρόκειται περί κάποιου αναπόφευκτου γενικού απρόοπτου συμβάντος (ένας σεισμός, μια καταστροφή, κ.λπ.), το οποίο, ακριβώς επειδή είναι αναπότρεπτο και κοινό για όλους, δεν αξίζει τον κόπο να μεταδοθεί στους άλλους και μέσα από τη γλώσσα. Ακόμη και στην περίπτωση που οι άνθρωποι βαλθούν να μεταδώσουν γλωσσικά τέτοιας λογής συμβάντα σε όσους δεν τα υπέστησαν, τις περισσότερες φορές δεν αφηγούνται πώς αντιμετώπισαν τον αιφνιδιασμό και πώς φάνηκαν άξιοι της στιγμής, ώστε να δώσουν στους ακροατές τους ένα παράδειγμα συμπεριφοράς, αλλά πώς παραδόθηκαν στον απροσδόκητο ξένο και τι ακριβώς είπε και έπραξε αυτός. Έτσι, ακόμη κι αν η ιστορία αυτή είναι καμιά φορά ενδιαφέρουσα, το ενδιαφέρον της δεν βασίζεται σε εκείνους που τη διηγούνται.

Οι άνθρωποι γίνονται λοιπόν μεταξύ τους ανιαροί, καθώς δεν έχουν να διηγηθούν τίποτε άλλο παρά μόνο ό,τι πληροφορούνται: «Έμαθες τα νέα;», «διάβασες τι είπε ο Χ;», «είδες την τάδε ταινία;», ρωτούν και συνεχίζουν για να δείξουν ότι, όχι μόνο δεν έχασαν την ευκαιρία, αλλά συνέλαβαν το φαινόμενο με λεπτομέρειες, τις οποίες οι άλλοι δεν πρόσεξαν. Ούτε καν τους περνάει απ’ το μυαλό ότι, κομπάζοντας, διατρέχουν τον κίνδυνο να θίξουν πράγματα που δεν γνωρίζουν. 

Άκρατος υποκειμενισμός

Κατ’ αυτό τον τρόπο, η ομιλία αποκτά ένα περίεργο υποκειμενικό χαρακτήρα, που κάποια στιγμή θα εξοργίσει τους άλλους άπαξ και αντιληφθούν ότι τα λεγόμενα δεν συμφωνούν προς ό,τι εκείνοι υποθέτουν. Αυτό βέβαια δεν διορθώνει τα πράγματα, διότι οι αποδέκτες της ένστασης, ακριβώς επειδή μιλούν για να κάνουν επίδειξη, θεωρούν ότι θίγονται και βιάζουν τη γλώσσα ακόμα περισσότερο να τους ακολουθήσει στην καταστροφή του νοήματός της.

Ο λόγος γίνεται σήμερα άμετρος επειδή δεν βασίζεται στην πραγματικότητα, αλλά εκφράζει την προσπάθεια του ανθρώπου να ξεχωρίσει από τη μάζα, να παρουσιαστεί όπως δεν είναι, να υπερνικήσει τη μηδαμινότητά του προβάλλοντας ακλόνητους ισχυρισμούς, να δώσει στον εαυτό του και στους άλλους την αίσθηση ενός Εγώ, το οποίο, σε ό,τι το πολυτιμότερο έχει, σκορπίζεται μέσα στον κόσμο. Να λοιπόν πώς συμβαίνει και οι άνθρωποι, μην έχοντας εσωτερική αντίληψη των πραγμάτων, διαπληκτίζονται ατέρμονα. (…)

Διαρκής αντιλογία

Έτσι πολλαπλασιάζεται το φαινόμενο των ‘‘πνευμάτων αντιλογίας’’. Όσοι κινδυνεύουν να χάσουν την αίσθηση της ύπαρξής τους, αρνούνται και αντιλέγουν συνέχεια και άνευ λόγου ερίζοντας ότι, αντιλέγοντας και πάλι αντιλέγοντας, θα δοκιμάσουν τι είναι οι ίδιοι. Μοιάζουν δηλαδή με ανθρώπους που θα έπαιρναν φόρα και θα έπεφταν πάνω σ’ ένα τοίχο ώστε να πονέσουν και να καταλάβουν έτσι πως υπάρχουν. (…)

Ο άνθρωπος που κλονίζεται εσωτερικά, αναγκάζει σήμερα το λόγο του να γίνει αυταρχικός και να μη θέλει να διακρίνει την ορθότητα ιδίως εκεί όπου αυτή υπάρχει. Γιατί; Διότι η παραδοχή αυτή θα σήμαινε για τον ίδιο ότι απέτυχε στη σκέψη του και θα πρέπει να έρθουν άλλοι για να τον απαλλάξουν από την πλάνη. Κατά κάποιο τρόπο λοιπόν, η συστηματική αντίρρηση και αντιλογία είναι μια προσπάθεια να υπερνικηθεί η κρίση της συνείδησης —μια τακτική για να μην παρατηρήσει ο άνθρωπος πού βρίσκεται το πραγματικό του πρόβλημα και έτσι να λησμονήσει ό,τι ακριβώς δεν θέλει να παραδεχτεί. (…)

Φόβος του λόγου, αδιαφορία για την αλήθεια

Κατά συνέπεια, ο σημερινός, τεχνικός άνθρωπος δεν κινείται μόνον εκτός λόγου, αλλά επιπλέον φοβάται το λόγο αφού υπάρχει κίνδυνος να του δείξει ότι τόσο καιρό τον πέρασε άσκεφτα. Δεν του περνάει από το μυαλό ότι με αυτό τον τρόπο υποβιβάζει στο τέλος τη λέξη σε τεχνικό σήμα και τον εαυτό του σε εκτελεστή του σήματος. (…)

Από εδώ προκύπτει η αδιαφορία και η απαξίωση του σημερινού ανθρώπου για την αλήθεια. 

Αφ’ ενός μεν οι άνθρωποι δεν χρειάζονται πια το βάθος του κόσμου, διότι τότε θα ήταν δυνατό να προκύψουν υποχρεώσεις που να καθυστερήσουν την τεχνική τους απόδοση και κατά συνέπεια να βλάψουν την κοινωνική τους θέση. Αφ’ ετέρου, δεν είναι περήφανοι για την ύπαρξή τους, αποδοκιμάζουν σιωπηρά τον τρόπο ζωής τους και δεν αντέχουν, έτσι όπως είναι, στο εσωτερικό βλέμμα όσων ζουν στο πλευρό τους. Κι ένας τρίτος λόγος είναι ότι η ζωή προγραμματίζεται μέχρι την τελευταία της λεπτομέρεια, περιορίζεται μέσα σε πράγματα που δεν μιλούν και συγχρόνως χάνει την εσωτερική της ένταση και το σύνδεσμό της προς το περιβάλλον, το οποίο αποκρούει τον άνθρωπο και μένει απαθές σε ό,τι τον συγκινεί και τον φοβίζει. (…)

Μεγαλομανίες

Το αποτέλεσμα είναι ότι οι άνθρωποι αρχίζουν ολοένα και περισσότερο να ζουν από την ικανότητά τους να δημιουργούν και να προμηθεύονται σενάρια προσωπικής ανωτερότητας. Και καθώς ο σημερινός άνθρωπος τείνει να χρειάζεται την πλάνη σαν όρο για να ζήσει αυτή την απρόσωπη ζωή, το ψέμα γίνεται η βιολογική βάση της ιστορίας: στο όνομά του επιτρέπονται τα πάντα.

Φυσικά, όσο ο άνθρωπος τάσσεται υπέρ του ψεύδους άλλο τόσο θα ήθελε στην τάση του αυτή να μην συμμετέχει άλλος κανείς. Ο ίδιος θέλει να πλανά τους άλλους, αλλά με τίποτα δεν θέλει να πέφτει θύμα της δικής τους ικανότητας να ψεύδονται και να τον παραπλανούν. 

Σε αυτό το πλαίσιο ζωής, το πού βρίσκεται η αλήθεια, καταντάει μια ερώτηση άνευ σημασίας κι οι άνθρωποι λογομαχούν χωρίς ούτε και να ελπίζουν ακόμα ότι το έπαθλο της διαμάχης τους θα είναι η αλήθεια: το μόνο που τους ενδιαφέρει, είναι ο τρόπος με τον οποίο μια πλάνη θα καταρρίψει μια άλλη πλάνη, ή μια άγνοια θα ξεγυμνώσει μια άλλη άγνοια.»

Σπύρος Κυριαζόπουλος, Η σημερινή γλώσσα. Γλωσσολογία της Τεχνικής. (1964)


Σημ. HS. Δεν θα μείνω στη λεπτομέρεια, ότι η μεταβίβαση της εμπειρίας δεν γίνεται μέσω της λέξης, όπως έλεγε εδώ ο Κυριαζόπουλος, αλλά μέσω της φράσης. Η ουσία των όσων γράφει ενδιαφέρει και είναι ολόσωστη. Τη φράση εννοεί, τελικά. 

Το βιβλίο είναι στην καθαρεύουσα, οπότε έκανα μια σχετική απόδοση για να διαβάζεται ευκολότερα σήμερα. Το χώρισα και σε μικρά υποκεφάλαια. Αξίζει να θυμίσουμε τις πιο πρόσφατες εκλεπτύνσεις της σύγχρονης απαξίωσης της αλήθειας, όπως μας τις κατέδειξαν π.χ. ο φιλόσοφος, ή ο σύγχρονος οικονομικοπολιτικός λόγος, και πώς στέκεται απέναντί τους ο ποιητής.



02 Αυγούστου 2015

Ο συνεπής ορίζοντας



Και στο βαθύτερο σκοτάδι,μέσα στο πιο πυκνό δάσος ή στο βυθό της θάλασσας, ακόμη και στην άβυσσο, είμαστε σε θέση να υποστηρίξουμε πως πάντα θα υπάρχει κάπου ο ορίζοντας. Ο ορίζοντας θα είναι εκεί.

Τέχνη τύχη τόλμη, συστατικά της ζωής, και μαζί και η πίστη, και η εξορία (βλ. προηγούμενο) και η συνείδηση και η ανάγκη, και η αποφασιστικότητα και ο αναστοχασμός και το πένθος και ο πόνος και ο θάνατος, και ο λόγος, και η ελευθερία και αυτά όλα που μπορούν να μας κρατήσουν στο φως, εννοούμε να μας κρατήσουν διαυγείς, να μας ανεβάσουν στην επιφάνεια, κι αν προς στιγμήν αυτά χάνονται,  ας μην χάνουμε αυτή την ελάχιστη βεβαιότητα πως ο ορίζοντας, ο ορίζοντας των κινήσεων και των συγκινήσεών μας παραμένει εκεί συνεπής καταφατικός και ξεκάθαρος.


Καλό καλοκαίρι!




08 Ιουλίου 2014

ΜΜΕ, Χρήμα και Διανοούμενοι σήμερα



1. 
«δεῖ δὲ μὴ λανθάνειν ὅτι τὸ ζητούμενόν ἐστι καὶ τὸ ἁπλῶς δίκαιον καὶ τὸ πολιτικὸν δίκαιον. τοῦτο δ' ἔστιν ἐπὶ κοινωνῶν βίου πρὸς τὸ εἶναι αὐτάρκειαν, ἐλευθέρων καὶ ἴσων ἢ κατ' ἀναλογίαν ἢ κατ' ἀριθμόν: ὥστε ὅσοις μή ἐστι τοῦτο, οὐκ ἔστι τούτοις πρὸς ἀλλήλους τὸ πολιτικὸν δίκαιον, ἀλλά τι δίκαιον καὶ καθ' ὁμοιότητα. ἔστι γὰρ δίκαιον, οἷς καὶ νόμος πρὸς αὑτούς: νόμος δ', ἐν οἷς ἀδικία: ἡ γὰρ δίκη κρίσις τοῦ δικαίου καὶ τοῦ ἀδίκου. ἐν οἷς δ' ἀδικία, καὶ τὸ ἀδικεῖν ἐν τούτοις ̔ἐν οἷς δὲ τὸ ἀδικεῖν, οὐ πᾶσιν ἀδικίἀ, τοῦτο δ' ἐστὶ τὸ πλέον αὑτῷ νέμειν τῶν ἁπλῶς ἀγαθῶν, ἔλαττον δὲ τῶν ἁπλῶς κακῶν. διὸ οὐκ ἐῶμεν ἄρχειν ἄνθρωπον, ἀλλὰ τὸν λόγον, ὅτι ἑαυτῷ τοῦτο ποιεῖ καί γίνεται τύραννος.»
Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, βιβλίο Ε΄
Δηλαδή:
Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε, ότι το ζητούμενο δεν είναι μόνο το δίκαιο γενικά, αλλά και το πολιτικό δίκαιο [το δίκαιο της Πόλεως]. Αυτό πραγματοποιείται μεταξύ ανθρώπων, που η κοινή τους ζωή έχει σκοπό της την αυτάρκεια∙ ανθρώπων ελεύθερων και ίσων ή κατά την αναλογία, ή κατά τον αριθμό. Αυτό σημαίνει ότι σε όσους ανθρώπους δεν υπάρχει ελευθερία και ισότητα, δεν υπάρχει μεταξύ τους πολιτικό δίκαιο αλλά κάτι που απλώς μοιάζει με πολιτικό δίκαιο. Γιατί δίκαιο υπάρχει εκεί που υπάρχει νόμος στις σχέσεις των ανθρώπων∙ και νόμος υπάρχει εκεί όπου υπάρχει αδικία∙ διότι τα δικαστήρια και οι δικαστικές αποφάσεις είναι για να ξεχωρίζουν το δίκαιο και το άδικο. Όπου λοιπόν επικρατεί η αδικία, υπάρχει και η δυνατότητα της άδικης πράξης (ενώ όπου υπάρχει άδικη πράξη, δεν σημαίνει ότι μεταξύ όλων επικρατεί η αδικία). Και άδικη πράξη θα πει, ότι από τα αγαθά παίρνω για τον εαυτό μου μεγαλύτερο μέρος απ’ όσο μου αναλογεί ενώ ταυτόχρονα από τα κακά παίρνω μικρότερο απ’ ό,τι πρέπει μέρος. Γι’ αυτό λοιπόν δεν αφηνόμαστε να μας κυβερνά ένας άνθρωπος, αλλά ο λόγος∙ διότι ο άνθρωπος ενεργεί ιδιοτελώς και γίνεται τύραννος.


2. 


N.R :  Έχουμε την αίσθηση ότι σήμερα υπάρχει μια πραγματική συμπαιγνία μεταξύ των μεγάλων μμε, των διανοούμενων και της εξουσίας του χρήματος. Πώς μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτήν;

Ζ. Μπ. Ο Καρλ Κράους μιλούσε για τη βαθιά θλίψη που νιώθουν οι έντιμοι άνθρωποι όταν έχουν να κάνουν με ανθρώπους επαρμένους, «επαρμένους και αναίσχυντους» θα προσέθετα εγώ. Σήμερα, οι τίμιοι άνθρωποι έχουν κάθε λόγο να νιώθουν εξαπατημένοι και να αισθάνονται βαθιά θλίψη μπροστά στην αλαζονεία και την ξεδιαντροπιά εκείνων που έχουν στα χέρια τους την εξουσία και το χρήμα κι αισθάνονται πως είναι πάνω από το νόμο. Με τρομάζει το πόσο πολύ έχουμε παραδοθεί πια στην εξουσία του χρήματος.

Ο Μπερνάρ Ανρί-Λεβί έλεγε και ξανάλεγε, ότι δεν πρέπει με τίποτα να «δαιμονοποιούμε» το χρήμα (κατά τη γνώμη του κάτι τέτοιο είναι πολύ επικίνδυνο και φασιστοειδές). Όταν όμως βλέπουμε γύρω μας τη σημερινή λατρεία του χρήματος, είναι προφανές πως το θέμα δεν είναι η «δαιμονοποίηση» του χρήματος. Απεναντίας, αυτό που εγώ νιώθω είναι ότι το έχουμε κυριολεκτικά θεοποιήσει! Με απελπίζει η πλήρης παθητικότητα ενός κόσμου της διανόησης, που παρακολουθεί χωρίς να αντιδρά την αναγέννηση και την επέλαση ενός άγριου καπιταλισμού. (...)

Πρέπει να μας ανησυχεί το πώς άλλαξε η σχέση ανάμεσα στον κόσμο της διανόησης και τον κόσμο της αγοράς και της εξουσίας του χρήματος. Είμαστε οπωσδήποτε πολύ μακριά από την εποχή του Σαρτρ. Είναι ανυπόφορος ο τρόπος με τον οποίον όλος ο κόσμος, μαζί και οι διανοούμενοι, υποκλίνονται στις χάρες του θριαμβεύοντος καπιταλισμού, της ατέρμονης ανάπτυξης και του ξέφρενου ανταγωνισμού για την οικονομική επικράτηση.(...)

Σήμερα έχουμε μπροστά μας προβλήματα παρόμοια μ’ εκείνα που αντιμετώπισαν ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης, μόνο που τώρα τα πράγματα είναι χειρότερα εξαιτίας του γεγονότος ότι τα σύγχρονα συστήματα επικοινωνίας δίνουν μέσα απίστευτης δύναμης στη χειραγώγηση και το ψέμμα. Οι δικτάτορες δεν κυβερνούν μόνο με την καταστολή και τη βία, αλλά και με το λόγο.»

Από συνέντευξη του Γάλλου φιλόσοφου Ζακ Μπουβρές,
που δημοσιεύτηκε τον Σεπτέμβριο του 2006 στην Nouveaux  Regards
επιθεώρηση του Ινστιτούτου Ερευνών της 



19 Ιανουαρίου 2014

Προϋποθέσεις διεξόδου: το δικό μας παιχνίδι

Ντόναλντ Γουίνικοτ
(1896-1971)
Η κεντρική ιδέα που μας στοιχειώνει, είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει ουσιαστική κοινωνική αλλαγή αν δεν υπάρξει ριζική αναδιατύπωση της ιδέας μας για τον κόσμο και τον άνθρωπο. Γι’ αυτό, άλλωστε, θεωρούμε πως το πιο καθοριστικό στοιχείο της αποτυχίας των μέχρι σήμερα κινημάτων που οραματίστηκαν μια καλύτερη κοινωνία, πρέπει να αναζητηθεί στο γεγονός ότι στηρίχτηκαν στις ίδιες κεντρικές ιδέες και αξίες της κατεστημένης κοινωνίας. Για παράδειγμα, την (δεξιόστροφη ή αριστερόστροφη) ωφελιμιστική-τεχνικιστική αντίληψη ότι η ποιότητα του κοινωνικού δεσμού εξαρτάται ευθέως ανάλογα από την ποσότητα των παραγόμενων και κυκλοφορούντων προϊόντων, δηλαδή την ιδέα ότι εκείνο που σε τελική ανάλυση καθορίζει τις κοινωνίες είναι η λεγόμενη «φυσική σπάνη» και η αντιμετώπισή της. Εκείνο που πρέπει να γίνει πια κατανοητό, είναι ότι ο κόσμος που συγκροτήθηκε πάνω σε τούτες τις ιδέες, δεν είναι άλλος από τον κόσμο που σήμερα μας πνίγει και κανένας άλλος, έστω δικαιότερος σε επίπεδο διανομής των προϊόντων ας πούμε, δεν μπορεί να προκύψει μέσα από αυτές! 

Τα σημερινά αδιέξοδα ελπίζουμε ότι έχουν σε σημαντικό βαθμό κλονίσει αυτές τις αντιλήψεις. Ωστόσο, αυτά καθαυτά δεν υποδεικνύουν προς τα πού μπορεί να υπάρξει διέξοδος. Έτσι, ο αστικός πολιτισμός εξακολουθεί να κυριαρχεί θα λέγαμε από κεκτημένη ταχύτητα και γι’ αυτό ακριβώς ολοένα και πιο ανεξέλεγκτα, ανισόρροπα, παραισθητικά, νομίζοντας για θρίαμβο του ανθρώπου τον επερχόμενο εφιάλτη του νεκροζώντανου βιορομπότ μέσα στην ψυχρή νύχτα που ενορχηστρώνει ο κυνισμός της σύγχρονης τεχνοκρατικής ελίτ.

Γι’ αυτό το λόγο θεωρούμε επιτακτικό να ανασύρουμε, αναστοχαστούμε, αναδιατυπώσουμε και αξιοποιήσουμε όλες εκείνες τις ιδέες, που νομίζουμε ότι μπορούν να συνδράμουν στην έξοδο από τη μαγεία του κυρίαρχου τεχνολογικού μεσσιανισμού, θεμελιώνοντας σε άλλες βάσεις την ποιότητα του κοινωνικού δεσμού. Εννοείται, ασφαλώς, ότι αυτό δεν αρκεί για να υπάρξει πράγματι διέξοδος! Όπως επίσης, πρέπει να εννοείται ότι διέξοδος δεν μπορεί να υπάρξει με την επιστράτευση πυροτεχνημάτων και με τις ευκολίες στις οποίες έχει εθιστεί ο σύγχρονος λάτρης των αυτοματισμών και των ταχύρρυθμων ικανοποιήσεων. Σε κάθε περίπτωση πάντως, αυτά για τα οποία μιλούμε και προσπαθούμε μέσ’ από αυτό το ιστολόγιο, μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά στη λογική στερέωση των αντιρρήσεων και της δυσφορίας μας έναντι του κυρίαρχου πολιτισμού, και συνάμα στην πύκνωση του αμυδρού φωτός που βλέπουμε να αχνοφέγγει μες από τις ρωγμές του. Κι αυτό, ίσως δεν είναι τόσο λίγο όσο φαίνεται με μια πρόχειρη ματιά.

Μια από τις ιδέες στις οποίες ελπίζουμε λοιπόν, παραμένει για εμάς η ιδέα του παιχνιδιού: το παιχνίδι όχι σαν μέσο εκτόνωσης των πιέσεων κατά το λεγόμενο «ελεύθερο χρόνο», αλλά ως η δραστηριότητα εκείνη που θεμελιώνει τον πολιτισμό. 
 
Σε αυτό τον αγώνα, ο Γουίνικοτ, που παρουσιάζουμε εδώ, είναι από τους πιο πολύτιμους συμμάχους μας! - Σημ. HS.
 
*

«Η σημασία του παιχνιδιού πήρε καινούργια χροιά από τότε που άρχισα να εξετάζω το θέμα των μεταβατικών φαινομένων, ανιχνεύοντάς τα σε όλες τις λεπτές εξελίξεις τους, από την πρώιμη χρήση ενός μεταβατικού αντικειμένου ή τεχνικής έως τα έσχατα στάδια της ικανότητας του ανθρώπινου πλάσματος για πολιτισμική εμπειρία. (...)

Το παιχνίδι είναι εκείνο που είναι καθολικό και που ανήκει στην υγεία. Είναι φοβερά συναρπαστικό και διεγερτικό, όχι (ας το κατανοήσουμε!) κυρίως επειδή συμμετέχουν σε αυτό τα ένστικτα. Το ιδιαίτερο στοιχείο του παιχνιδιού είναι πάντοτε η αβεβαιότητα, που έχει να κάνει με την αλληλενέργεια της ατομικής-υποκειμενικής ψυχικής πραγματικότητας και της εμπειρίας της αντίληψης και του ελέγχου πραγματικών αντικειμένων (της υπάρχουσας ή κοινής πραγματικότητας). Αυτή είναι η αβεβαιότητα της ίδιας της μαγείας, της μαγείας που εμφανίζεται στην οικειότητα μιας σχέσης η οποία διαπιστώνεται πως είναι αξιόπιστη. (…)

Για να συλλάβουμε την ιδέα του παίζειν, είναι χρήσιμο να σκεφτούμε την απασχόληση που χαρακτηρίζει το παίξιμο ενός μικρού παιδιού. Το περιεχόμενο δεν ενδιαφέρει. Αυτό που ενδιαφέρει, είναι η κατάσταση της σχεδόν απόσυρσης, που συγγενεύει με τη συγκέντρωση των μεγαλύτερων παιδιών και των ενηλίκων. Το παιδί που παίζει κατέχει ένα χώρο, τον οποίο δεν μπορεί εύκολα να εγκαταλείψει, ούτε και μπορεί εύκολα να δεχτεί εισβολές σε αυτόν. Αυτή η περιοχή του παιχνιδιού δεν είναι εσωτερική ψυχική πραγματικότητα, αλλά ούτε και εξωτερικός κόσμος. (…)

Εδώ είναι χτισμένο το σύνολο της βιωματικής ύπαρξης του ανθρώπου: δεν είμαστε πλέον ούτε εσωστρεφείς, ούτε εξωστρεφείς. Βιώνουμε τη ζωή στην περιοχή των μεταβατικών φαινομένων, στη συναρπαστική πρόσμιξη υποκειμενικότητας και αντικειμενικής παρατήρησης, και στην ενδιάμεση περιοχή ανάμεσα στην εσωτερική πραγματικότητα του ατόμου και την κοινή πραγματικότητα του κόσμου, που για το άτομο είναι εξωτερική. (…)

Το σπουδαίο στοιχείο του παιχνιδιού είναι ότι στο παίξιμο, και ίσως μόνο σε αυτό, το παιδί ή ο ενήλικος είναι ελεύθερος να είναι δημιουργικός και να χρησιμοποιεί όλη του την προσωπικότητα∙ και το άτομο ανακαλύπτει τον εαυτό του, μόνον όταν είναι δημιουργικό. Άμεσα συνδεδεμένο με αυτό, είναι και το γεγονός ότι μόνο στο παίξιμο είναι δυνατή η επικοινωνία. (…)

Αυτό σημαίνει ότι έχουμε ακόμα να εξετάσουμε το ερώτημα, τι είναι η ζωή. Οι ψυχωσικοί ασθενείς μας μάς πιέζουν να προσέξουμε αυτό το βασικό πρόβλημα. Βλέπουμε λοιπόν, ότι αυτό που κάνει ένα βρέφος ν’ αρχίζει να είναι, να νιώθει ότι η ζωή είναι πραγματική, να βρίσκει ότι η ζωή είναι άξια να τη ζήσει, δεν είναι η ικανοποίηση των ενστίκτων του. (…) 

Ο εαυτός πρέπει να προηγηθεί της χρήσης του εαυτού από το ένστικτο. Ο καβαλάρης πρέπει να οδηγήσει το άλογο και όχι εκείνο να τον πάει όπου θέλει. Όταν κάποιος μιλάει για έναν άνθρωπο, μιλάει γι’ αυτόν μαζί με το σύνολο των πολιτισμικών εμπειριών του. Το σύνολο σχηματίζει τη μονάδα. (…)

Ο χώρος όπου τοποθετείται η πολιτισμική εμπειρία βρίσκεται στο δυνητικό διάστημα ανάμεσα στο άτομο και το περιβάλλον (αρχικά, το αντικείμενο). Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί για το παίξιμο. Η πολιτισμική εμπειρία αρχίσει με τη δημιουργική ζωή, η οποία πρωτοεκδηλώνεται στο παιχνίδι.  (…)

Έχουμε χρησιμοποιήσεις τις έννοιες εσωτερικό και εξωτερικό, και χρειαζόμαστε μια τρίτη. Πού είμαστε όταν κάνουμε ό,τι πραγματικά κάνουμε όταν απολαμβάνουμε; Μπορεί να μας βοηθήσει θετικά εδώ η εξέταση της πιθανής ύπαρξης τόπου ζωής, που δεν περιγράφεται ακριβώς ούτε από τον όρο ‘εσωτερικό’, ούτε από τον όρο ‘εξωτερικό’; (…)

Κοιτάζοντας πρώτα την εξωτερική πραγματικότητα και την επαφή του ατόμου με αυτήν από την άποψη της σχέσης του με αντικείμενα και της χρήσης αντικειμένων, βλέπουμε πως η εξωτερική πραγματικότητα είναι καθεαυτή σταθερή. Επιπλέον, ο ενστικτικός εφοδιασμός, που παρέχει το στήριγμα για τη σχέση με αντικείμενα και τη χρήση τους, είναι και αυτός σταθερός για το άτομο, αν και ποικίλλει ανάλογα με τη φάση, την ηλικία και την ελευθερία του να χρησιμοποιεί τις ενστικτικές ορμές. Εδώ είμαστε πολύ λίγο ελεύθεροι. (…)

Αν πάλι κοιτάξουμε την εσωτερική ψυχική πραγματικότητα κάθε ατόμου στο μέτρο που έχει αποκτηθεί ένας βαθμός ωριμότητας, ο οποίος συνεπάγεται την εδραίωση ενός ενιαίου εαυτού, βλέπουμε και πάλι μια σταθερότητα, που ανάγεται στην κληρονομιά, την οργάνωση της προσωπικότητας, τους περιβαλλοντικούς παράγοντες που έχουν ενδοβληθεί και στους προσωπικούς παράγοντες που έχουν προβληθεί.

Σε αντίθεση με αυτές, θεωρώ ότι η περιοχή που είναι διαθέσιμη για χειρισμό από την άποψη ενός τρίτου τόπου/τρόπου ζωής −όπου υπάρχει πολιτισμική εμπειρία ή δημιουργικό παίξιμο−, είναι η εξαιρετικά μεταβλητή περιοχή μεταξύ των ατόμων∙ κι αυτό επειδή αυτή η τρίτη περιοχή είναι προϊόν της εμπειρίας του ατόμου στο περιβάλλον που του έχει παρασχεθεί. Εδώ, υπάρχει ένα είδος μεταβλητότητας, η οποία είναι ποιοτικά διαφορετική από τις μεταβλητότητες που ανάγονται στο φαινόμενο της εσωτερικής ψυχικής πραγματικότητας και της εξωτερικής ή κοινής πραγματικότητας. 

Η έκταση αυτής της τρίτης περιοχής μπορεί να είναι ελάχιστη ή μέγιστη, ανάλογα με το άθροισμα των πραγματικών εμπειριών, καθώς το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτού του τόπου, στον οποίον έχουν θέση το παιχνίδι και η πολιτισμική εμπειρία, είναι το ότι στηρίζει την ύπαρξή του σε εμπειρίες ζωής και όχι σε κληρονομημένες τάσεις.»

Donald Winnicott, Playing and Reality (1971)
στα ελληνικά, Το παιδί, το παιχνίδι και η πραγματικότητα
(εκδ. Καστανιώτης, 1979)


 

02 Ιανουαρίου 2014

Είναι αναμφισβήτητο ότι κανείς δεν θέλει να στοχάζεται (Β)

Β.
 
Αμέσως μετά την ανάρτηση με το απόσπασμα από τον Σεστώφ, έλαβα από εκλεκτό φίλο, που δεν τον έχει διαβάσει, την εξής ζουμερότατη επισήμανση: «Σεβαστή, σεβαστότατη η άποψη του Σεστώφ. Αλλά μπορούμε να διαβάσουμε κι αλλιώς την αναζήτηση του αναλλοίωτου πίσω από την ακατάπαυστη τροπή: Η πλατωνική εμμονή μπορεί να αναχθεί στην αγωνία και έγνοια να κρατηθεί από κάπου η Πόλις, τώρα που το γίγνεσθαι έχει υποστραφεί σε απογίγνεσθαι και άνθρωποι και θεσμοί αποσυντίθενται. Μήπως πολιτικό δεν είναι το σημαινόμενο; Γιατί ο Πλάτων θαυμάζει την Σπάρτη; Επειδή φαινόταν να έχει λυμένο το πρόβλημα (που βέβαια δεν το είχε)».

Η καταπληκτική αυτή πάσα μέσα στη μικρή περιοχή του δοξασμένου φιλοσοφικού Μαρακανά δεν έπρεπε να μείνει ανεκμετάλλευτη. Μπροστά μας άνοιγε και πάλι ένα πραγματικό ντέρμπι. Αμέσως δόθηκε εντολή στον Σεστώφ να περάσει μπροστά, με την ευγενή ελπίδα να δημιουργήσει φάση ή, όπως προτιμάμε εδώ, κατάσταση. Είχε αρκετή πείρα ο παίκτης, αφού λίγες παραγράφους μετά από εκείνη που δημοσιεύσαμε, είχε γράψει:
«Η εμφάνιση του Σωκράτη στον φιλοσοφικό ορίζοντα χαιρετίστηκε από όλους τους ιστορικούς σαν ένα κορυφαίο γεγονός. Καθώς εκείνα τα χρόνια τα ήθη είχαν αρχίσει να χαλαρώνουν, η Αθήνα κινδύνευε σοβαρότατα να καταρρεύσει. Αποστολή του Σωκράτη ήταν να τερματίσει αυτή τη βίαιη ταλάντευση των ηθικών κριτηρίων, που παλινωδούσαν μεταξύ του άκρατου ατομικισμού από τη μια και του σχετικισμού των Σοφιστών από την άλλη. Ο μέγας αυτός διδάσκαλος έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε. Εγκατέλειψε τις καθημερινές ασχολίες του και την οικογένειά του, έπαψε να σκέφτεται για την επαύριο κι άρχισε να διδάσκει, να διδάσκει, να διδάσκει -τους πάντες: τους απλούς ανθρώπους όσο και τους εξέχοντες, τους σοφούς και τους ανόητους, τους αδαείς και τους μορφωμένους εξίσου.» (Λ. Σεστώφ, Στα σύνορα της ζωής, μέρος Α΄, §39).
Καλύτερη υποδοχή της μπάλας δεν θα μπορούσε να υπάρξει! Και πού να δείτε τη συνέχεια:
«Κι ωστόσο, δεν μπόρεσε να σώσει την πατρίδα του. Υπό τον Περικλή, η Αθήνα ανθούσε και χωρίς τη σοφία του Σωκράτη. Μετά τον Περικλή, παρ’ ό,τι η διδασκαλία του Σωκράτη συνεχίστηκε από ένα τόσο ιδιοφυές πνεύμα σαν τον Πλάτωνα, η Αθήνα δεν σταμάτησε να παρακμάζει με ταχείς ρυθμούς και ήδη ο Αριστοτέλης υπήρξε διδάσκαλος του υιού του Φίλιππου του Μακεδόνα. Η σοφία του Σωκράτη λοιπόν δεν μπόρεσε να σώσει την πατρίδα του∙ κι εφόσον αυτή ήταν η κυριότερη αποστολή του, πρέπει να παραδεχτούμε πως απέτυχε και επομένως δεν δικαιολογείται ο υπέρμετρος σεβασμός που κατά παράδοση τον περιβάλλει».
Σκληρά λόγια, κόβουν την ανάσα... Ο διαιτητής αμφιταλαντεύεται. Όμως μισό λεπτό! Aκούστε πώς συνεχίζει ο βιρτουόζος Σεστώφ:
«Είναι επομένως απαραίτητο να βρούμε κάποια άλλα κριτήρια δικαίωσης της φιλοσοφίας από το αν καταφέρνει ή όχι να σώσει την πατρίδα. Αυτό δεν θα ήταν δύσκολο, όμως πρέπει να εγκαταλείψουμε το αγαπημένο τέχνασμα των φιλοσόφων, που εξαρτούν το λόγο ύπαρξης μιας φιλοσοφίας από αν συντείνει στην ευημερία της κοινωνίας. Στην καλύτερη περίπτωση, αυτό το τέχνασμα είναι παρακινδυνευμένο. Κατά κανόνα, η σοφία και η κοινωνία ακολουθούν η καθεμιά το δικό της δρόμο. Η διάρθρωση μεταξύ τους είναι τεχνητή. Την κατασκευάζουν οι Ρήτορες, οι οποίοι έχουν γυμνάσει τόσο τις μάζες όσο και τους φιλοσόφους έτσι ώστε να θεωρούν [οι μάζες και οι φιλόσοφοι] ως άξια λόγου μόνο εκείνα τα ζητήματα που δεν αφήνουν τίποτε απ’ έξω και καλύπτουν όλες τις όψεις: και τα ζητήματα κοινωνικής ωφέλειας, και τα θέματα ηθικής, ακόμα και μεταφυσικής σοφίας... Αλλά γιατί όλο αυτό; Δεν αρκεί ένα καινούργιο πρόταγμα να αποδειχτεί χρήσιμο; Γιατί πρέπει σώνει και καλά έχει και την έγκριση της ηθικής και της μεταφυσικής; Από τη στιγμή που οι νόμοι της ηθικής είναι αυτόνομοι κι από τη στιγμή που οι ιδέες επιτρέπεται να στέκονται πάνω από τις εμπειρικές ανάγκες της ανθρωπότητας, δεν είναι δυνατόν να βάλουμε στην ίδια ζυγαριά τις ιδέες και την ηθική με τις ανάγκες της κοινωνίας, ακόμα και με τη σωτηρία της πατρίδας από την καταστροφή. Pereat mundus, fiat philosophia [Ας φιλοσοφούμε, ακόμα κι αν χαθεί ο κόσμος]. Ακόμα κι αν η Αθήνα είχε καταστραφεί εξαιτίας της φιλοσοφίας, αυτό δεν θα έπρεπε καθόλου να είναι επιχείρημα εναντίον της φιλοσοφίας. Έτσι θα έπρεπε να σκέφτεται ο αυτόνομος στοχαστής. Αλλά de facto, ο στοχαστής δεν αγαπά να φιλονικεί με την πατρίδα του.» (στο ίδιο)
Εδώ είναι απαραίτητο να λάβω το λόγο πριν δημιουργηθεί μελέ. Αυτές οι επισημάνσεις του Σεστώφ πρέπει οπωσδήποτε να κατανοηθούν μέσα αφ’ ενός:

1)  στον αντιχρησιμοθηρικό ορίζοντα της σκέψης του: Εγγράφονται σε μια  ριζική εναντίωση στο ωφελιμιστικό πνεύμα −εκείνο το πνεύμα που, μεταξύ άλλων, απαξιώνει την τέχνη όποτε δεν θεωρεί ότι αυτή εξυπηρετεί κάποια συγκεκριμένη κοινωνική χρησιμότητα, ή έχει καταγγείλει το μοναχισμό σαν “καταφύγιο τεμπέληδων καταστροφέων της πατρίδας”. Θυμίζω εδώ, ότι σύμφωνα με τον αντιχρησιμοθηρικό στοχασμό, ο ωφελιμισμός καταστρέφει στη ρίζα της την πηγή από την οποία αναβλύζει η ζωή και ο ίδιος ο πολιτισμός, και η οποία [πηγή] δεν έχει να κάνει με την στενή επιδίωξη του επωφελούς αλλά με αυτό που ο Χουιζίνγκα (Homo Ludens) αποκαλεί “παιχνίδι”, ο Γιόρν “φαντασιακό”, ο Καστοριάδης “φαντασιακό” επίσης, ο Μάρσαλ Σάλινς “κατεξοχήν ανθρώπινη δημιουργία ενός σημαίνοντος σχήματος”, και κάμποσοι άλλοι σπουδαίοι παίκτες με διάφορους τρόπους, για να υπογραμμίσουν (συχνά με ακρότητα ανάλογη της χρησιμοθηρικής ιδεολογίας) την ελευθερία στο γλυπτό “φύση+ελευθερία”, το οποίο θεμελιώνει μεταφυσικά κάθε κοινωνία∙

και αφ’ ετέρου:

2)   στον κεντρικό άξονα, ή καλύτερα αγωνία, όλης προβληματικής του −αξοναγωνία συναφή με την εναντίωση στη χρησιμοθηρεία−, που δεν είναι άλλος από το πρόβλημα, ή μάλλον ντέρμπι, ανάμεσα στην «Πίστη» και τη «Λογική. Ας μην υπάρχει καμιά αμφιβολία: Ο Σεστώφ εναντιώνεται στην κυριαρχία της Λογικής (Reason). Θεωρεί ότι μέσω αυτής ο άνθρωπος ανύψωσε τον εαυτό του σε θεό και πήρε παραμάζωμα τα πάντα.
Εδώ λοιπόν εντάσσεται η εναντίωση του Σεστώφ στον πλατωνισμό και νομίζω ότι για να ζήσουμε εντονότερα την αγωνία του αγώνα, αξίζει να δούμε τι λέει για τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη στο δοκίμιό του Η νύχτα της Γεσθημανής. Δοκίμιο για τη φιλοσοφία του Πασκάλ (1929) − ένα νιστεϊκά ποιητικό δοκίμιο όπου (πολύ χοντρικά) υποστηρίζει τον Πασκάλ κατά του Καρτέσιου. 
 
Ορίστε:
«[…] Ο Πασκάλ, που επιθυμεί να συνδεθεί με τον Άγιο Αυγουστίνο, επαναλαμβάνει τη σκέψη του διατυπώνοντάς την διαφορετικά. Π.χ.: “Δεν υπάρχει τίποτα πιο σύμφωνο με τη Λογική από αυτή την ίδια την αποκήρυξη της Λογικής. Ή: “Δυο ακρότητες: Να αποκλείεις τη Λογική∙ και να μη δέχεσαι τίποτε άλλο πέρα από τη Λογική. Κι ακόμα, λες κι ήθελε να προκαλέσει τον εαυτό του: “Το ακραίο πνεύμα κατηγορείται για παραφροσύνη, σαν το ακραίο ελάττωμα. Μόνο η μετριότητα θεωρείται καλή. Όποιος αποκηρύσσει τη μέση οδό, είναι σαν να αποκηρύσσει την ίδια την ανθρωπότητα.

Όταν ο Μονταίνιος διακηρύσσει ιδέες σαν ετούτη εδώ: “Κρατηθείτε στον κοινό δρόμο, δεν κάνει τίποτε άλλο από το να μιλάει όπως το επιτάσσει η φύση. Η “φιλοσοφία” του Μονταίνιου, όπως το παραδέχεται κι ο ίδιος ειλικρινώς, δεν είναι παρά ένα απαλό προσκέφαλο που βοηθάει ένα βαθύ ύπνο. Εκλέχτηκε από τον ίδιο το Θεό για να υμνήσει την “μεσότητα”, που είχε κληροδοτήσει στην ανθρωπότητα ο ίδιος ο πατέρας της “επιστημονικής” φιλοσοφίας, ο Αριστοτέλης. Μα ο Πασκάλ δεν θέλει να κοιμηθεί και δεν θα κοιμηθεί: τα πάθη του Χριστού δεν θα τον αφήσουν να κοιμηθεί ίσαμε το τέλος του κόσμου. Μπορεί άραγε η Λογική να επικυρώσει, ή τουλάχιστον να δικαιολογήσει, μια τόσο παράλογη απόφαση;

Ο Λόγος|Λογική δεν είναι παρά η ενσάρκωση της “χρυσής μέσης οδού” και ποτέ, σε καμμιά περίπτωση, δεν θα παραιτηθεί οικειοθελώς. Μπορεί μόνο να εκθρονιστεί δια της βίας. Ποτέ δεν μπορεί να πειστεί με επιχειρήματα να παραιτηθεί, ούτε γίνεται ποτέ να αποδειχτεί στη Λογική ότι πρέπει να παραιτηθεί, διότι η Λογική αυτή καθεαυτή είναι από τη φύση της η μόνη πηγή κάθε απόδειξης. Ό,τι κι αν λέει ο Αυγουστίνος, εκείνο που η Λογική απεχθάνεται περισσότερο απ' όλα, είναι να παραχωρεί τα κυριαρχικά δικαιώματά της στον θανάσιμο εχθρό της, την Πίστη.
Η καλύτερη απόδειξη γι’ αυτό βρίσκεται στην περίφημη διαμάχη ανάμεσα στον Αυγουστίνο και τον Πελάγιο, και η οποία χρησίμευσε σαν αφετηρία στις αναζητήσεις του Πασκάλ. Τι επιζητούσαν οι Πελαγιανοί; Ένα μονάχα πράγμα: να συμφιλιώσουν την Πίστη με τη Λογική. Αλλά καθώς αυτή η συμφιλίωση δεν μπορεί να είναι κάτι το γνήσιο, στο τέλος βρέθηκαν αναγκασμένοι να υποτάξουν την πίστη στη λογική. Η κύρια θέση τους είναι η εξής: “Ό,τι αποδεικνύει η λογική, δεν μπορεί να το διεκδικήσει η πίστη. Με τούτο το αξίωμά τους, οι Πελαγιανοί δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να επαναλαμβάνουν το πόρισμα της ελληνικής φιλοσοφίας, ή μάλλον ολόκληρης της ανθρώπινης φιλοσοφίας, που για πρώτη φορά στην Ευρώπη βρέθηκε αντιμέτωπη με το μοιραίο δίλημμα: Τι πρέπει να κάνει ο άνθρωπος; Να εμπιστευτεί την αναλλοίωτη Λογική, που βρίσκεται εντός του και που βαστάει μέσα της τις αιώνιες αλήθειες, ή να ανάγνωρίσει μια δύναμη που βρίσκεται πάνω από τη Λογική, μια ζώσα και επομένως απρόβλεπτη και ιδιόρρυθμη δύναμη (αφού ό,τι είναι ζωντανό, είναι απρόβλεπτο και ιδιόρρυθμο);

Όταν ο Πλάτωνας δήλωνε ότι το μεγαλύτερο κακό που μπορεί να βρει τον άνθρωπο, είναι να γίνει μισόλογος [ελληνικά στο κείμενο του Σεστώφ], έλεγε κιόλας αυτό που έμελλε να διδάξει αργότερα ο Πελάγιος. Τη θεση αυτή την κληρονόμησε από τον μεγάλο κι ασύγκριτο διδάσκαλό του, τον Σωκράτη. Κι όχι μόνον αυτός. Όλες οι σχολές της ελληνικής φιλοσοφίας πήρανε την ίδια κληρονομιά από τον Σωκράτη: Μην εμπιστεύεστε τίποτα και κανέναν` το καθετί μπορεί να μας απατά` μόνο η λογική δεν μας εξαπατά, μόνο η λογική μπορεί να τερματίσει την ανησυχία μας, να μας δώσει ένα στέρεο έδαφος, μια βεβαιότητα» (Η νύχτα της Γεσθημανής)
Μια ανάσα. Υπενθυμίζω ότι σημαντικότερο έργο του Σεστώφ θεωρείται το Αθήνα και Ιερουσαλήμ. Ο νοών νοήτω. Ξανά στο παιχνίδι:
«Η αλήθεια είναι πως ούτε ο Σωκράτης ήταν τόσο αρραγής όσο συνηθίσαμε να πιστεύουμε. Σε ορισμένες σημαντικές και μάλιστα πολύ σημαντικές περιστάσεις της ζωής του, αρνήθηκε να υπακούσει τη Λογική, και άκουσε μόνο τη φωνή ενός μυστηριώδους όντος, που το ονόμαζε “δαίμονά” του. Άλλωστε, ποτέ δεν το έκρυψε αυτό. Είναι επίσης αλήθεια, ότι ούτε ο Πλάτωνας ήταν τόσο συνεπής. Ήταν μάλιστα, αναλογικά, λιγότερο συνεπής στη λογική από τον Σωκράτη. Η φιλοσοφία του πάντοτε συνορεύει με τη μυθολογία και συχνά συγχέεται μαζί της. Αλλά η “ιστορία δεν δέχτηκε τον δαίμονα του Σωκράτη και αποκαθάρισε τη φιλοσοφία του Πλάτωνα από τους μύθους της. Το μέλλον ανήκε από τη μια μεριά στον Αριστοτέλη κι από την άλλη στους Στωϊκούς, αυτούς τους στενόμυαλους μαθητές του Σωκράτη, που με τη στενότητά τους ήταν περισσότερο αρεστοί στην ιστορία και που με αυτό τον τρόπο κατόρθωσαν να μονοπωλήσουν βαθμιαία το νου του σκεπτόμενου ανθρώπου.

Οι Στωϊκοί πήραν από τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα μόνον ό,τι είναι δυνατόν να αντλήσει κανείς από αυτούς για να υπερασπίσει τη Λογική. Και πάντα το κύριο επιχείρημά τους ήταν εκείνο που ο Σωκράτης, ο πιο σοφός και κυριολεκτικά θεοποιημένος άνθρωπος ανάμεσα στους ανθρώπους, ανέπτυξε μερικές ώρες πριν από τον θάνατό του: Το μεγαλύτερο κακό που μπορεί να σταθεί στον άνθρωπο, είναι να γίνει μισόλογος. [...] 
Μπορούμε μάλιστα να πούμε, πως ο Αριστοτέλης ήταν εκείνος που κατόρθωσε να σηκώσει στους ώμους του και να διασώσει την αντικειμενική και αυτόνομη Λογική. Γιατί ο Αριστοτέλης είναι εκείνος που δημιούργησε τη θεωρία της “μεσότητας”, αυτός είναι που δίδαξε τους ανθρώπους τη μεγάλη αλήθεια, ότι αν θέλουμε να διαφυλάξουμε ακέραια τη Λογική, δεν πρέπει να την κουράζουμε με ερωτήσεις που υπερβαίνουν τις δυνάμεις της. Ακόμα περισσότερο: ο Αριστοτέλης είναι εκείνος που έμαθε στους ανθρώπους να θέτουν την οποιαδήποτε ερώτησή τους με τέτοιο τρόπο ώστε να μην επιβουλεύεται τα κυριαρχικά δικαιώματα της Λογικής. Γιατί αυτός ήταν εκείνος που επινόησε το μύθο (veritatem aeternem), ότι οι ερωτήσεις στις οποίες δεν μπορούμε να δώσουμε απάντηση, είναι ερωτήσεις που ουσιαστικά στερούνται νοήματος και κατά συνέπεια είναι ανυπόστατες. Μετά τον Αριστοτέλη και ίσαμε σήμερα, οι άνθρωποι δεν ρωτούν παρά μόνο για τα πράγματα εκείνα που η Λογική τους επιτρέπει να ρωτήσουν. Όλα τα άλλα, είναι για εμάς, όπως και για τους Στωϊκούς, “ουδέν προς ημάς”, αδιάφορα. Ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της νέας φιλοσοφίας, που δικαίως θεωρούσε τον εαυτό του συνεχιστή του έργου του Αριστοτέλη [σημ. H.S.: εννοεί τον Χέγκελ], δίνει σαν πρώτιστο και απαράβατο καθήκον της Φιλοσοφίας ακριβώς την στωϊκή αδιαφορία απέναντι στα πάντα. […]» (στο ίδιο).
Θα τον κόψει κανείς; Ακάθεκτος τρυπάει την αντίπαλη άμυνα:
«Οι ιδέες που και σήμερα ζούμε, είναι οι ιδέες του Στωικισμού. Το ότι χάνονται άνθρωποι και κόσμοι, βασίλεια και λαοί εκμηδενίζονται ολοκληρωτικά, αυτό είναι αδιάφορον -αρκεί να μην επιβουλεύεται κανείς το βασίλειο του ιδεώδους, όπου άρχουν απολύτως η Λογική και οι νόμοι της.» (στο ίδιο)
Η μπάλα στο ύψος του πέναλτι, και:
«Μπορεί να γίνει αλλιώς; Μπορούμε, μέσα στο πεδίο της φιλοσοφίας, να νικήσουμε τον Στωϊκισμό και να απορρίψουμε τον Πελαγιανισμό; Μπορούμε άραγε, αντιστρέφοντας τη σκέψη του Πασκάλ, να πούμε: ο Κύριος προστάζει πιο επιτακτικά από τη Λογική; Διότι, αν δεν υπακούσεις στη Λογική, θα είσαι ένας ανόητος∙ ενώ αν παρακούσεις τον Κύριο, θα χάσεις την ψυχή σου.» (στο ίδιο, κεφάλαιο 5).
Καταλαβαίνετε τι τρέχει εδώ, αγαπητοί μου τηλεθεατές; Τα σύμπαντα χάνονται! Κορμιά έχουν πέσει και ήδη βλέπω μαύρα σύννεφα να μας κυκλώνουν. Ένα βουητό υπόκωφο αρχίζει να υψώνεται από τις εξέδρες. Η βροχή δυναμώνει. Ο Χέγκελ, αν διακρίνω καλά, επιχειρεί επιδέξιο τάκλιν. Απεγνωσμένος, ο ρέφερι σφυρίζει «έμμεσο». Υποψιάζομαι ότι ο παίκτης θα αλλάξει μπαλιά με τον Σπύρο Κυριαζόπουλο, αν και δεν αποκλείω να τη γυρίσει στον Άσγκερ Γιόρν για να επιχειρηθεί κάποια απρόβλεπτη «κομπίνα».

Η αγωνία έχει χτυπήσει κόκκινο. Είναι λοιπόν ώρα να σας αφήσω για μια επόμενη ανάρτηση. Να δούμε αν το ντέρμπι θα πάει στην παράταση. Γιατί, ω του παράδοξου της πνευματικής συγχρονικότητας, όλα αυτά αναμοχλεύονται σε ώρες που σκεφτόμουν να σας πω δυο λόγια για την φιλία ανάμεσα στον Κ.Σ. Λιούις και τον Τόλκιν, ώρες του Χόμπιτ που περνάμε. Φιλία ουδόλως άσχετη με το ντέρμπι, που μόλις ξεκινήσαμε να περιγράφουμε!

Θα έλεγα πως η χρονιά προμηνύεται ενδιαφέρουσα…


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Ετικέτες

1000 ρέγγες (7) 1100 (1) 1789 (2) 1837 (1) 1846 (1) 1848 (1) 1850 (1) 1871 (1) 1900 (2) 1907 (1) 190cm (4) 1917 (12) 1919 (1) 1936 (2) 1939 (1) 1940 (1) 1943 (2) 1944 (1) 1946 (1) 1947 (1) 1950 (2) 1952 (1) 1957 (1) 1965 (3) 1967 (1) 1968 (5) 1969 (1) 1978 (2) 1980 (1) 1983 (1) 2003 (1) 2006 (1) 2008 (9) 2015 (1) Α. Μπορντίγκα/A. Bordiga (1) Α. Σβιατόγκορ/А. Святогор (1) Α.Ι. (7) Α.Κέννυ/A. Kenny (1) Α.Κοντ/A.Comte (1) Α.Ντ.Μονκρετιέν/A.de Montchretien (1) αγάπη (5) Αγγλία (3) Αγία Πετρούπολη (1) Αδάμ Σμιθ/Adam Smith (9) Αθήνα (13) Αιδ. Μπίλι/Rev Billy (1) Άινσταϊν (1) Αισχύλος (1) Άκης Πάνου (1) Ακρόπολη (2) Αλαίν Καγιέ/Alain Caillé (1) Άλαν Τιούρινγκ/Alan Turing (2) Άλασνταιρ Μακιντάιρ/Alasdair MacIntyre (1) Αλβέρτος ο Μέγας (1) Αλέκα Παπαρήγα (1) Αλέξανδρος Κοζέβ/Alexandre Kojève (2) Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1) Αλέξανδρος Σμέμαν/Александр Шмеман (1) Αλέξανδρος Σοκούροφ/Алекса́ндр Соку́ров (1) Αλέξανδρος Τομπάζης (1) Αλέξανδρος Τρόκκι/Alexander Trocchi (1) Αλεξάντερ Μπέρκμαν/Александр Беркман (3) Αλέξης Ασλάνογλου (2) Αλέξης Καλοφωλιάς (1) Αλέξης ντε Τοκβίλ/Alexis deTocqueville (3) αλήθεια (28) Αληthεια (2) Αλκιβιάδης (1) αλλοτρίωση (61) Αλμπέρ Καμύ/Albert Camus (2) Άλμπερτ Σπέερ/Albert Speer (2) Άλμπερτ Φίνεϊ/Albert Finney (1) Αλμπέρτο Καβαλκάντι/Alberto Cavalcanti (2) Άλμπρεχτ Ντύρερ/Albrecht Duhrer (1) Άλντους Χάξλεϊ/Aldus Haxley (1) Αλταμίρα (6) Αλφειός (1) Αναξίμανδρος (1) ανάπτυξη (17) αναρχισμός (11) Ανδρέας Εμπειρίκος (1) Ανδρέας Παπανδρέου (1) ανθρώπινα πιράνχας (34) ανθρωπολογία (3) Άννα Άρεντ/Hannah Arendt (8) Άννα Ιβάνοβνα Μπελιάι/Анна Ивановна Беляй (1) Άννα Κοκκίνου (1) Ανρί Ντεμπριγιώ/Henry Debrillaut (1) Ανρί Λεφέβρ/Henri Lefebre (4) Ανρί Μισώ/Henry Michaux (2) Άνσελμ Γιάπε/Anselm Jappe (1) Άνταμ Κέρτις/Adam Curtis (1) Αντίνοος (1) Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ/Antoine de Saint-Exupéry (1) Αντρέ Κερτέζ/André Kertész (1) Αντρέ Ορλεάν/André Orléan (5) Άντυ Γουώρχολ/Andy Warhol (2) Αντώνης Κουτρουμπής (1) αξία (13) Άρβο Περτ/Arvo Pärt (2) Αργυριάδης-Καλούμενος-Μπάτσης (1) Άρης Αλεξάνδρου (3) Άρης Κωνσταντινίδης (1) Άρης Μπερλής (1) Άρθουρ Λένινγκ/Arthur Lehning (1) Αρθούρος Σοπενχάουερ/Arthur Schopenhauer (3) Αριστοτέλης (14) Άσγκερ Γιόρν/Asger Jorn (22) Άυν Ραντ/Ayn Rand (3) Αφρική (2) Β. Γκ. Ζέμπαλντ/W. G. Sebald (2) Β.Α. Μότσαρτ/W.A/ Mozart (1) Βαγγέλης Αρτέμης (2) Βαλεντίν Βολόσινοφ/Валенти́н Воло́шинов (1) Βάλτερ Μπένγιαμιν/Walter Benjamin (6) Βανς Πάκαρντ/Vance Packard (2) Βασίλης Ηλιακόπουλος (2) Βασίλης Στρατιώτης (1) Βενετιά (1) Βενσάν Ντεκόμπ/Vincent (1) Βενσάν Ντεκόμπ/Vincent Descombes (18) Βέρνερ Χέρτσογκ/Werner Herzog (1) Βερολίνο (3) βία (20) Βιετνάμ (2) Βίκτωρ Μπούλλα/Виктор Буллаa (1) Βίκτωρ Ουγκώ/Victor Hugo (1) Βίκτωρ Σερζ/Ви́ктор Киба́льчич (1) Βίκτωρ Σκλόφκσι/Ви́ктор Шкло́вский (3) Βίκτωρ Φρανκλ/Victor Frankl (2) Βίλεμ Φλούσερ/Vilem Flusser (1) Βίνσεντ Μπράουν/Vincent Browne (1) βιοτεχνολογία (6) Βλαδίμιρος Λένιν/Влади́мир Ле́нин (6) Βλαντίμιρ Μαγιακόφκι/Влади́мир Маяко́вский (2) βοηθήματα μνήμης (11) Γαλλία (8) Γένεσις (1) Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος (4) Γερμανία (9) Γιάννηδες (1) Γιάννης Γρηγοριάδης (9) Γιάννης Ισιδώρου (4) Γιάννης Κάτρης (1) Γιάννης Πεδιώτης (3) Γιάννης Ρίτσος (3) Γιάννης Σκαρίμπας (3) Γιάννης Τσέγκος (1) Γιόζεφ Μπλοχ/Joseph Bloch (1) Γιόζεφ Ντίτζγκεν/Josef Dietzgen (1) γιορτή (18) Γιούργκεν Χάμπερμας/Jurgen Habermas (2) Γιόχαν Γκριμονπρέ/Johan Grimonprez (1) Γιόχαν Χουιζίνγκα/Johan Huizinga (3) Γιώργος Γαϊτάνος (1) Γιώργος Μακρής (1) Γιώργος Νικολαΐδης (1) Γιώργος Σεφέρης (2) Γιώργος Χαντζής (1) Γκ. Κ. Τσέστερτον/G.K. Chesterton (5) Γκαίτε/Goethe (1) Γκέοργκ Ζίμελ/Georg Simmel (4) Γκετζ Άλυ/Götz Aly (1) Γκι Αμπέιγ/Guy Abeille (1) Γκίλμπερτ Ράιλ/Gilbert Ryle (3) Γκιόργκι Λίγκετι/György Ligeti (1) Γκιόργκι Λούκατς/György Lukács (4) Γκουίντο Καβαλκάντι/Guido Cavalcanti (1) Γκυ Ντεμπόρ/Guy Debord (23) Γκύντερ Άντερς/Günther Anders (9) γλώσσα (21) Γουάλας Στήβενς/Wallace Stevens (1) Γουδή (1) Γουίλιαμ Ήγγλετον/William Eggleton (1) Γουίλιαμ Μπάροους/William Burroughs (2) Γουίλιαμ Σαίξπηρ/William Shakespeare (3) Γούντι Άλλεν/Woody Allen (1) Γρηγόρης Βαλτινός (1) Δανία του Βορρά (2) Δανία του Νότου (5) Δελφοί (1) Δέσποινα Ζευκιλή (1) Δημήτρης Δημητριάδης (1) Δημήτρης Καραγιάννης (1) Δημήτρις Βεργέτης (1) δημιουργικότητα (8) Διεθνής (1) δικαιοσύνη (13) δοκιμασίες (3) Δουβλίνο (1) Δραπετσώνα (1) δυσφορία (30) Ε. Άνσκομπ/E. Anscombe (5) Ε. Βιλ/E. Will (1) Έ. Λ. Μάστερς / Ε. L. Masters (1) Ε.Ε. Κάμινγκς/E.E. Cummings (1) Ε.Χ. Γονατάς (1) Έγκλημα Τεμπών (1) Έζρα Πάουντ/Ezdra Pound (1) εικονική δημόσια σφαίρα (5) εικονογραφημένα κείμενα (10) εκπομπές (58) Ελβετία (1) Έλεν Κέλλερ/Helen Keller (1) Ελένη Ηλιοπούλου (1) Ελένη Μπέλλου (1) Ελευθερία (42) Ελευθεριακός (2) Ελίας Κανέττι/Elias Canetti (1) Εμίλ Μπενβενίστ/Emile Beneveniste (1) Εμίλ Ντυρκέμ/Emile Durkheim (1) Εμίλ Σιοράν/Emil Cioran (1) Έμιλυ Ντίκινσον/Emily Dickinson (2) Εμμανουήλ Καντ/Emmanuel Kant (2) Εμμανουήλ Λεβινάς/Emmanuel Levinas (3) Εμμανουήλ Μουνιέ/Emmanuel Mounier (1) Έντσο Τραβέρσο/Enzo Traverso (1) εξατομίκευση (46) εξέγερση (10) εξουσία (40) επανάσταση (26) επαναστατικός χαρτοπολτός (4) επιβίωση (5) επιστήμη (23) Έρασμος/Erasmus (1) εργασία (23) Ερίκ Σατί/Eric Satie (1) Έρικ Χομπσμπάουμ/Eric Hobsbaum (1) Έρνεστ Γκέλνερ/Ernest Gellner (1) Ερνστ Γιούνγκερ/Ernst Junger (2) Ερνστ Κασσίρερ/Ernst Cassirer (3) Ερνστ Μπλοχ/Ernst Bloch (1) ΕΡΩΔΙΟΣ (1) ΕΣΗΕΑ (2) ΕΣΣΔ (1) Ετιέν Ντε λα Μποεσί/Etien De la Boetie (1) Ευγένιος Ενρικέζ/Eugène Enriquez (1) Ευγένιος Ζαμιάτιν/Евге́ний Замя́тинn (1) Ευγένιος Ιονέσκο/Eugene Ionesco (1) ευρωπαϊκή προοπτική (49) ευτυχία (11) Ζ.-Ζ. Ρουσσώ/J.-J. Rousseau (1) Ζ.-Π. Βουαγιέ/J.-P. Voyer (5) Ζ.-Π. Ντιτέιγ/J.-P. Duteuil (1) Ζ.-Π. Ντυπουΐ/J.-P. Dupuy (1) Ζ.-Π. Σαρτρ/J.-P. Sartre (2) Ζακ Ελλύλ/Jacques Ellul (31) Ζακ Λακάν/Jacques Lacan (6) Ζακ Μπουβρές/Jacques Bouveresse (2) Ζακ Ντεριντά/Jacques Derrida (2) Ζακ Πρεβέρ/Jacques Prévert (2) Ζακ Σαπίρ/Jacques Sapir (2) Ζαν Ιτάρ/Jean Itard (1) Ζαν Μορώ/Jeanne Moreau (1) Ζαν Μπωντριγιάρ/Jean Baudrillard (1) Ζαν-Λυκ Γκοντάρ/Jean Luc Godard (3) Ζαν-Πιέρ Βερνάν/Jean Pierre Vernant (1) Ζαπατίστας (1) Ζάχα Χαντίντ/Zahā Ḥadīd (1) Ζάχος Παπαζαχαρίου (1) Ζεράρ Νταβί/Gerard Davy (1) Ζερμαίν Γκρηρ/Germaine Greer (1) Ζήσης Κοτιώνης (2) Ζήσης Σαρίκας (5) Ζιλ Ντελέζ/Gilles Deleuze (2) Ζιλ Ντωβέ/Gilles Dauve (1) Ζορ Βον/Zohr Vaughan (1) Ζύγκμουντ Μπάουμαν/Zygmunt Bauman (3) Ζυλ Ντωβέ/Gilles Dauvé (3) ζωή (46) Ζωρζ Μπατάιγ/Georges Bataille (1) ηθική (34) ΗΠΑ (19) Θανάσης Σβώλος (1) Θάτσερ/Thatcher (1) θέαμα/spectacle (14) Θένια Κουτρουμπή (1) Θεολόγος Βοσταντζόγλου (1) Θεός (16) Θεοφάνης Μελάς (2) Θεσσαλονίκη (2) Θήοντορ Ρόζακ/Theodore Roszak (1) θλίψη (12) Θοδωρής Χιώτης (1) Θόδωρος Ζιάκας (1) Θουκυδίδης (2) Ι.Θ. Κακριδής (1) Ίαν Χάκινγκ/Ian Hacking (3) Ιβάν Παβλόφ/Ива́н Па́влов (1) Ιβάν Τουργκένιεφ/Иван Тургенев (1) Ίγγα Κρεστενσεν/Inger Christensen (1) ιδρύματα τέχνης (7) ικέτες και ξένιοι (6) Ιλιάδα (1) Ιράν (1) Ισαάκ Μπ. Σίνγκερ/Isaac B. Singer (1) Ισπανία (1) Ισπαχάν (1) ιστορία (41) ισχύς (22) Ιχάμπ Χασσάν/Ihab Hassan (1) Ιωάννα Τσιβάκου (1) Ιωάννης ο Θεολόγος (1) Ιωσήφ Στάλιν/Ио́сиф Ста́лин (2) Κ.Π. Καβάφης (3) Κ.Σ. Λιούις/C.S. Lewis (4) Κάθλην Ρέιν/Kathleen Raine (1) καλλιτέχνες (24) Καλοκαίρι (8) Κάρελ Φουνκ/Karel Funk (1) Κάρεν Κίλιμνικ/Karen Kilimnik (1) Καρλ Γκέοργκ Μπύχνερ/Karl Georg Büchner (1) Καρλ Κορς/Karl Korsch (3) Καρλ Κράους/Karl Kraus (3) Καρλ Μαρξ/Karl Marx (33) Καρλ Πολάνυι/Karl Polanyi (2) Καρλ Σμιτ/Karl Schmidt (1) Καρλομάγνος (1) Κάρολος Δαρβίνος/Charles Darwin (1) Καρτέσιος/Descartes (7) Καταστασιακή Διεθνής/Internationale Situationniste (9) καταστασιακοί/situationnistes (20) Κατερίνα Αθανασίου (1) Κατερίνα Ηλιοπούλου (8) Κέβιν Κέλι/Kevin Kelly (2) Κεν Λόουτς/Ken Loach (1) Κεν Ρόμπινσον/Ken Robinson (1) Κένεθ Γκέργκεν/Kenneth Gergen (1) κενό (18) κεφαλαιοκρατία (38) Κίνα (1) Κλάους Κάρστενσον/Claus Carstensen (1) Κλερ Οζιάς/Claire Auzias (1) Κλωντ Λεβί-Στρώς/Claude Lévi-Strauss (4) Κομμούνα (1) κομμουνισμός (10) Κόνσταντ/Constant Niewenhuys (1) Κόρα Ντάιαμοντ/Cora Diamond (1) Κορνήλιος Καστοριάδης (10) Κουρτ Βάιλ/Kurt Weil (1) Κουρτ Σβίττερς/Kurt Schwitters (1) κράτος (14) κρίση (33) Κριστιάν Ντελακαμπάιν/Christiane Delacampaigne (1) Κριστίν Λαγκάρντ/Christine Laguarde (1) Κριστόφ Κισλόφσκι/Krzysztof Kieslowski (1) Κρίστοφερ Λας/Christopher Lasch (4) Κροστάνδη (1) κυριαρχία (13) Κωνσταντίνος Καραμανλής (1) Κωνσταντίνος Ματσούκας (1) Κώστας Βάρναλης (1) Κώστας Δεσποινιάδης (4) Κώστας Κολημένος (1) Κώστας Παπαϊωάννου (7) Κώστας Χριστοδούλου (1) Κωστής Βελόνης (1) Κωστής Παπαγιώργης (2) Λ. Βίττγκενσταϊν/L. Wittgenstein (16) Λα Μετρί/ La Mettrie (1) Λάζαρος Αρσενίου (3) Λάκι Λουτσιάνο/Lucky Luciano (1) Λάμπρος Κωνσταντάρας (1) Λάο Τσε/老子 (1) Λαρς φον Τρίερ/Lars von Trier (1) λενινισμός (6) Λεξικό Κριαρά (1) Λεξικό Liddell-Scott (2) Λέο Στράους/Leo Strauss (1) Λεόν Βαλράς/Léon Walras (2) Λέσχη Φιλελεύθερης Ανάγνωσης (1) Λετονία (1) Λετριστές/Lettristes (1) Λέων Σεστώφ/Лев Шесто́в (2) Λέων Τρότσκι/Лев Тро́цкий (3) Λιούις Μάμφορντ/Lewis Mumford (10) λογική (3) Λογιόλα/Loyola (1) Λόγος (26) λογοτεχνία (25) Λονδίνο (3) Λουί Αραγκόν/Louis Aragon (1) Λουί Μαλ/Louis Mal (1) Λουΐ ντε Σαιν Ζυστ/Louis de Saint Juste (1) Λουί Ντυμόν/Louis Dumont (7) Λουίς Αλτουσέρ/Louis Althusser (1) Λουίς Μπουνιουέλ/Louis Buñuel (3) Λουσιέν Μαλζόν/Lucien Malson (1) Λουσίντα και Ντέιβις Μάτλοκ/L & D Matlock (1) Λυγκέας (2) Λωτρεαμόν/Lautréamont (7) Μ. Γκωσέ/M. Gauchet (1) Μάης '68 (1) Μάικ Κέλυ/Mike Kelley (1) Μάικλ Χάρντ/Michael Hardt (1) Μάκης Μηλάτος (1) Μακιαβέλλι/Machiavelli (4) Μάλκολμ Λόουρι/Malcolm Lowry (1) Μάλκολμ Χ/Malcolm X (1) μανιφέστα (66) Μανόλης Λαμπρίδης (1) Μανώλης Αναγνωστάκης (3) Μαξ Βέμπερ/Max Weber (2) Μαξ Ήστμαν/Max Eastman (1) Μαρακές (1) Μάρθα Γκέλχορν/Martha Gellhorn (1) Μαρί ντε Ενζέλ/Marie de Hennezel (1) Μαρίνα Τσβετάγιεβα/Мари́на Цвета́ева (3) Μάρσαλ Σάλινς/Marshall Sahlins (5) Μαρσέλ Μαριέν/Marcel Mariën (1) Μαρσέλ Μως/Marcel Mauss (1) Μαρσέλ Ντυσάν/Marcel Duchamp (1) Μάρτζορι Πέρλοφ/Marjorie Perloff (1) Μάρτζορι Ρόουλινγκ/Marjorie Rowling (1) Μάρτιν Λούθερ Κινγκ/M.L. King (1) Μάρτιν Μπούμπερ/Martin Buber (1) Μάρτιν Χάιντεγγερ/Martin Heidegger (5) μελαγχολία (5) Μελούνα (1) Μέριλυν (1) Μεσαίωνας (7) Μέση Ανατολή (1) μεταμοντέρνο (10) μεταμορφωτική δύναμη (34) μηδέν (11) μηδενισμός (35) Μηνάς Εμμανουήλ (1) Μίλτος Θεοδοσίου (2) Μίλτος Σαχτούρης (2) Μίλτων Φρίντμαν/Milton Friedmann (1) Μιριέλ Μπαρμπερί/Muriel Barbery (1) Μισέλ Αλιετά/Michel Aglietta (1) Μισέλ Ουελμπέκ/Michel Houellebecq (3) Μισέλ Πικολί/Michel Piccoli (1) Μισέλ Σερ/Michel Serres (1) Μισέλ Τουρνιέ/Michel Tournier (2) Μισέλ Φουκώ/Michel Foucault (12) ΜΙΤ (1) Μίχαελ Λέβι/Michael Loewy (2) Μιχαήλ Θερβάντες/Miguel Cervantes (1) Μιχαήλ Μπακούνιν/Михаил Бакунин (2) Μιχαήλ Μπαχτίν/Михаи́л Бахти́н (1) Μιχαηλάγγελος Αντονιόνι/Michelangelo Antonioni (2) Μιχάλης Πάγκαλος (1) Μόμπυ Ντικ (1) Μόρις Ντρούρι/Maurice Drury (1) μουσική (36) Μουσταφά Καγιάτι/Mustafa Khayati (1) μοφερισμός/mofferism (6) Μπαρούχ Σπινόζα/Baruch Spinoza (1) Μπάρυ Άνσγουωρθ/Barry Unsworth (1) Μπέλα Ταρ/Béla Tarr (1) Μπέρναρντ Μάντεβιλ/Bernard Mandeville (1) Μπέρτολντ Μπρεχτ/Bertold Brecht (3) Μπίφο Μπεράρντι/Bifo Berardi (2) Μπλεζ Πασκάλ/Blaise Pascal (1) Μπομπ Ντύλαν/Bon Dylan (1) Μπρέτον Γουντς (1) Μπριζίτ Μπαρντό/Brigitte Bardot (2) Μύκονος (1) μυστικισμός (1) Μωρίς Μερλώ-Ποντύ/Maurice Merleau-Ponty (2) Ν.Α. Μπερντγιάεφ/ Н/ А. Бердя́ев (1) Ν.Γ. Πεντζίκης (1) Ναζίμ Χικμέτ (1) ναζιστοφασισμός (29) ναρκισσισμός (10) Νασρεντίν Χότζας (1) ναυαγοί (2) Νέα Ζηλανδία (1) Νέα Υόρκη (2) Νεάντερταλ (1) νεοφιλελευθερισμός (12) Νίκος Εγγονόπουλος (3) Νίκος Ζαχαριάδης (2) Νίκος Καρούζος (4) Νίκος Μπελογιάννης (1) Νίκος Σκοπλάκης (1) Νίκος Buccanier Κούρκουλος (7) Νόαμ Τσόμσκι/Noam Chomsky (1) Νόρμπερτ Ελίας/Norbert Elias (1) νους (24) Νούτσιο Όρντινε/Nuccio Ordine (1) Ντ. Ουίγκινς/D. Wiggins (2) Ντ. Χάνκοκ/D. Hancock (1) Ντέιβιντ Λυντς/David Lynch (3) Ντέιβιντ Μπομ/David Bohm (1) Ντέιβιντ Ρικάρντο/David Ricardo (4) Ντέιβιντ Χιούμ/David Hume (4) Ντέσμοντ Μόρις/Desmont Morris (1) Ντμίτρι Πρίγκοφ/Дми́трий При́гов (1) Ντον Ντελίλο/Don Delillo (2) Ντόναλντ Γουίνικοτ/Donald Winnicott (2) Ντονέλα Μήντοους/Donella Meadows (1) Ξενοδοχείο των Ξένων (2) Ξενοφών (3) ξεψάρωμα (3) Ο. Σ. Βίκτορ/H. St Victor (1) Οδύσσεια (2) οικονομία (52) Οκτάβιο Πας/Octavio Paz (2) Όλγα Γερογιαννάκη (1) όλεθρος (29) Όμηρος (1) ομιλίες (13) ΟΟΣΑ (1) Ορφέας Απέργης (2) Όσκαρ Ουάιλντ/Oskar Wilde (2) Ουίσταν Ώντεν/Wystan Auden (3) Ουόλτ Ουΐτμαν/Walt Whitman (1) Π.Α.Ρενουάρ/P.A.Renoir (1) Π.Μ.Σ. Χάκερ/P.M.S. Hacker (6) παιδεία (7) παιχνίδι (7) Παναγιώτης Κονδύλης (10) Παπάγος (1) παπαρολογία (7) παράδοση (4) παραμύθιασμα (2) Παρίσι (1) Πάρνηθα (1) Πασκάλ Ενζέλ/Pascal Engel (1) Πάσχος Μανδραβέλης (3) Πέδρο Ματέο/Pedro Mateo (1) Πέπη Ρηγοπούλου (1) περιπέτεια (3) Πέτρος Αρτάνης (1) Πέτρος Κορνήλιος/Pierre Corneille (1) Πέτρος Παπαθανασίου (1) Πήτερ Γκητς/P.T. Geach (2) Πήτερ Κρηφτ/Peter Kreeft (1) Πήτερ Μπρουκ/Peter Brook (1) Πήτερ Ουίντς/Peter Winch (2) Πήτερ Ουότκινς/Peter Watkins (1) Πιέρ Μανάν/Pierre Manent (1) Πιέρ Μπουρντιέ/Pierre Bourdieu (1) Πιέρ-Ζοζέφ Προυντόν/Pierre-Joseph Proudhon (1) Πλαστήρας (2) Πλάτωνας (4) πλουραλισμός (1) ποίηση (69) πολεμικά κείμενα (11) πόλεμος (27) πόλη (25) πολιτική (49) Ποτάμι (1) προαίρεση (1) προεκλογικά μηνύματα (9) προλεταριάτο (47) Προμηθέας (1) προπαγάνδα (57) Πωλ Βιριλιό/Paul Virilio (1) Πωλ Βαλερύ/Paul Valery (1) Πωλ Ζοριόν/Paul Jorion (1) Πωλ Ζωγραφάκης (1) Πωλ Λαφάργκ/Paul Lafargue (2) Πωλ Ρικέρ/Paul Ricoeur (2) Ρ. ΜακΝαμάρα/R. MacNamara (3) Ραούλ Βανεγκέμ/Raoul Vaneigem (6) Ραούλ Σουρίτα/Raul Zurita (1) Ρας Ρίις/Rush Rhees (1) Ράσελ Τζάκομπι/Russel Jacobi (3) Ρέι Μπράντμπερι/Ray Bradbury (1) Ρέιμοντ Κάρβερ/Raymond Carver (1) Ρενέ Ζιράρ/René Girard (10) Ρενέ Κλερ/ René Clair (1) Ρενέ Σαρ (1) Ρισελιέ/Richelieu (1) Ρίτα Γκαβέρα (1) Ρίτσαρντ Κόμπντεν/Richard Cobden (1) Ρίτσαρντ Μοράν/Richard Moran (1) Ρίτσαρντ Ρόρτι/Richard Rorty (7) Ροβεσπιέρος (1) Ρόζα Λούξεμπουργκ/Rosa Luxembourg (3) Ρόζενταλ-Γιούντιν (1) ρομαντισμός (4) Ρομπέρ Αντέλμ/Robert Antelme (1) Ρόμπερτ Οπενχάϊμερ/Robert Oppenheimer (1) Ρόμπερτ Ρέντφορντ/Robert Redford (1) Ρόμπερτ Φρανκ/Robert Frank (1) Ρόμπερτ Χας/Robert Hass (2) Ρομπέρτο Χουαρόθ/Roberto Juarroz (1) Ρουμανία (1) Ρωσία (3) Σ. Μπενβενούτο/S. Benvenuto (1) Σ. Πιρόν/S. Piron (1) Σαίξπηρ/Shakespeare (1) Σαν Φρανσίσκο (1) σαπουνόφουσκες (10) Σαρλ Μπωντλέρ/Charles Baudeilaire (1) Σαρλ Μπωντλέρ/Charles Baudeilaire (1) Σαρλ Πεγκί/Charles Péguy (1) Σαρλ Φουριέ/Charles Fourier (1) Σβετλάνα Αλεξίεβιτς/Светлана Алексиевич (1) Σέρεν Κίρκεγκωρ/Søren Kierkegaard (5) Σεσίλ Ιγγλέση Μαργέλου (1) Σέσιλ ντε Μιλ/Cecil DeMille (1) σθένος (4) Σιμόν Βέιλ/Simone Weil (6) Σιμόν Λέις/Simon Leys (1) σινεμά (44) Σίνεντ Ο'Κόνορ/Sinead O'Connor (1) Σίντνεϊ Λιουμέτ/Sidney Lumet (1) Σίσυφος (1) σκεπτικισμός (6) Σκιπίων ο Αφρικανός (1) σκουπιδοντενεκέδες (1) Σλαβόι Ζίζεκ/Slavoj Žižek (4) Σόνια (1) σοσιαλδημοκρατία (7) Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα (1) Σουηδία (3) Σουν Τζου/ 孫子 (1) σουρεαλισμός (7) σοφία (6) Σπύρος Κυριαζόπουλος (7) σταλινισμός (14) Σταμάτης Γονίδης (1) Σταμάτης Πολενάκης (1) Στάνλεϊ Κάβελ/Stanley Cavell (2) Στάνλεϊ Κιούμπρικ/Stanley Kubrick (1) Στάντις Λώουντερ/Standish Lawder (2) Στέλιος Κούλογλου (1) Στέλιος Ράμφος (1) Στεφάν Λαβινιότ/Stéphane Lavignotte (1) Στέφανος Λουπάσκο/Stephan Lupasco (4) Στέφανoς Ροζάνης (8) Στήβεν Πίνκερ/Steven Pinker (2) στρατόπεδα εργασίας (10) στρατόπερα αναψυχής (1) Σύλβια Πλαθ/Sylvia Plath (1) Σύλλογος Υπαλλήλων Βιβλίου-Χάρτου (3) Σύνταγμα (1) σχετικισμός (2) Σωκράτης (4) σώμα (3) Τ.Κ.Παπατσώνης (2) Τ.Σ. Έλλιοτ/T.S. Elliot (3) Τάκης Μίχας (2) Ταλίν (1) Τάλκοτ Πάρσονς/Talcott Parsons (1) Τάσος Λάγγης (2) Τέοντορ Αντόρνο/Theodor Adorno (1) τέχνη (71) τεχνικό σύστημα (41) τεχνοκρατία (30) τεχνολογικός μεσσιανισμός (42) τεχνοσάχλα (16) Τζ. Μπένθαμ/J. Bentham (1) Τζ. Ρ. Σάουλ/J. R. Saul (8) Τζ. Σενμπάουμσφελντ/G. Schönbaumsfeld (1) Τζ. Στ. Μιλλ/J. St. Mill (1) Τζ.Ρ.Ρ. Τόλκιν/J.R.R. Tolkien (1) Τζακ Α. Γκόλντστοουν/Jack A. Goldstone (1) Τζέημς Μπάλντουιν/James Baldwin (1) Τζέφρεϊ Χερφ/Jeffrey Herf (1) Τζον Γκρέι/John Gray (1) Τζον Κ. Γκαλμπρέιθ/John K. Galbraith (1) Τζον Λοκ/John Locke (3) Τζον Μ. Κούτσι/John M. Coetzee (2) Τζον Ρωλς/John Rawls (2) Τζον Σερλ/John Searle (6) Τζον Στάινμπεκ/John Steinbeck (1) Τζον Φ. Κέννεντυ/John F. Kennedy (3) Τζον Φόουλς/John Fowles (1) Τζον Χιούστον/John Houston (1) Τζον Ώστιν/John Austin (1) Τζορτζ Όργουελ/George Orwell (4) Τζορτζ Στάινερ/George Steiner (2) Τζόρτζιο Αγκάμπεν/Giorgio Agamben (4) Τζουζέπε Πίνοτ-Γκαλίτσιο/Giuseppe Pinot-Gallizio (1) Τζούλια Κρίστεβα/Julia Cristeva (1) Τομά Λεπετιέ/Thomas Lepeltier (1) Τομάς Ιμπάνιεθ/Tomás Ibáñez (1) Τόμας Πίντσον/ Thomas Pynchon (1) Τόμας Ρηντ/Thomas Reid (2) Τόμας Χομπς/Thomas Hobbes (4) Τόνι Νέγκρι/Toni Negri (2) Τόνι Σουάρτζ/Tony Schwartz (1) τραγωδία (10) Τρανσχιουμανισμός (1) Τριλεκτική (10) Τριστάν Τζαρά/Tristan Tzara (1) Τρόικα (21) Τσαρλς Ντέιβενπορτ/Charles Davenport (1) Τσαρλς Ράιτ Μιλλς/Charles Wright Mills (1) Τσαρλς Σ. Περς/Charles S. Peirce (1) Τσαρλς Τέιλορ/Charles Taylor (1) Τσαρλς Φορτ/Charles Fort (1) τυραννία (14) Υβ Λε Μανάκ/Yves Le Manach (9) Υβ Μισώ/Yves Michaud (1) υλισμός (13) υπαρξισμός (3) υποκείμενο (29) υπομονή (2) Φ. Ε. Ρεϊνάλ/F. E. Reynal (1) Φ. Σελίν/. Céline (1) Φ.Ντ. Πητ/F.D.Peat (1) Φαινομενολογία (1) Φελίξ Γκουαταρί/Félix Guattari (1) Φερνάντο Αρρραμπάλ/Fernando Arrabal (1) Φερνάντο Πεσσόα/Fernando Pessoa (2) Φθινόπωρο (1) Φίγκαρο (1) Φίλιπ Λάρκιν/Philip Larkin (1) Φιλοσοφία (79) Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι/Фёдор Достоевский (5) Φλαν Ο' Μπράϊαν/Flann O' Brien (1) Φουκουσίμα (3) Φρ. Ένγκελς/Fr. Engels (7) Φρ. Νίτσε/Fr. Nietsche (11) Φρ. Σιμιάν/Fr. Simiand (1) Φρ. Φουρκέ/Fr. Fourquet (1) Φράνσις Μπέικον/Francis Bacon (1) Φρανσουά Γκρουά/François Grua (1) Φρανσουά Καραντέκ/François Caradec (1) Φρανσουά Λυοτάρ/François Lyotard (1) Φρανσουά Φουρκέ/François Fourquet (1) Φραντς Κάφκα/Frantz Kafka (2) Φρέντερικ Τέιλορ/Frederick Taylor (1) Φρέντερικ Τζέιμσον/Frederick Jameson (1) Φρήντριχ Γιάκομπι/Friedrich Jacobi (1) Φρήντριχ Έμπερτ/Fredrich Ebert (1) Φρήντριχ Μουρνάου/Friedrich Murnau (1) Φρήντριχ Χάγιεκ/Friedriech Hayek (2) Φριτς Λάιστ/Fritz Leist (1) φρμκ (13) Φρόιντ/Freud (5) Φώτης Τερζάκης (1) Χ. Λ. Μπόρχες/J. L. Borges (2) Χ. Μ. Εντσενσμπέργκερ/H. M. Enzensberger (1) Χάιμε Σεμπρούν/Jaime Semprun (1) χαρά (5) Χάρβαρντ (1) Χάρης Βλαβιανός (1) Χάρι Χόλε (1) Χάρυ Γκουγκενχάιμ/Harry Guggenheim (1) Χάρυ Φράνκφουρτ/Harry Frankfurt (1) Χέγκελ/Hegel (12) Χέερτ Μακ/Geert Mak (3) Χένρικ Ίψεν/H. Ibsen (1) Χέρμαν Μέλβιλ/Herman Melville (1) Χέρμπερτ Μαρκούζε/Herbert Marcuse (2) Χιλή (1) Χίλντε ντε Μπράιν/Hilde de Bruijn (1) χιούμορ (29) Χιροσίμα (5) Χλόη Κολλύρη (1) Χουάλ Βίβες/Juan Vives (1) χρήμα (14) χρήμα και μαγεία (21) Χρήστος Βακαλόπουλος (1) Χριστός (3) χρόνος (10) ψυχή (12) ωφελιμισμός (13) A.I. (6) Ange S. Vlachos (1) Bar Beduin (1) Beatnics (1) beton7 (12) BHL (2) Biennale (2) Bloomberg (1) Bob Dylan (1) Bob Marley (1) Bodies (3) Bruce Springsteen (1) Cinemarian (3) CNN (1) dada (2) dangerfew (77) David Bowie (1) DAVOS (2) Descombes (1) DOCUMENTA (1) Einsatzgruppe D (1) EMAF (1) Frank Zappa (3) Gaston Bachelard/Γκαστόν Μπασλάρ (1) Happyfew (5) HighSpeedAcces (1) Hippies (1) Hollowsky (166) Iggy Pop (1) Il Consigliere (3) intothepill (2) izi (231) Janitoring (1) Jazz (2) Jeffrey Lee Pierce (1) Jimmy Cliff (1) Joe Strummer (1) Johnny Cash (2) Keith Richards (1) La Tribune (1) Malaguena (1) Mark Twain (1) Miles Davis (2) Monty Python (1) Muppet Show (1) nem68 (1) Nick Cave (1) Nosotros (1) psonia (4) RadioBubble (61) Rene Char (1) Renty (3) Ringo Star (1) RSA (1) Salon De Vortex (5) Scott Asheton (1) Serajevomag (1) sexbox (2) socialmedia (2) Tales from the Crypt (1) TESTS! (6) TwixtLab (1) UNICEF (1) urban hacking (13) Wall Street Journal (1) wobblies (2) Zακ Μπουβρές/Jacques Bouveresse (1) Zabriskie Point (1) zi (1) Zoviets (1)