Don't let the bastards get you down. Φράση
που "ψιθυρίζει" ο Κρις Κριστοφερσον στην Σινεντ Ο'Κόνορ σε συναυλία για
τα γενέθλια του Ντύλαν στο Μάντισον Σκουέαρ Γκάρντεν. Η μόλις
25χρονη τότε (1992) Ο'Κόνορ σε μια προκλητική διαμαρτυρία, δυο εβδομάδες
πριν, σχετικά με την παιδική κακοποίηση εντός της καθολικής εκκλησίας
(να σημειώσω από τις πρώτες, πολύ μετά έγιναν οι αποκαλύψεις και εξαιτίας της δημόσιας αυτής πράξης της) έσκισε σε ζωντανή αναμετάδοση
μια φωτογραφία του Πάπα.
Βγαίνει λοιπόν εδώ μπροστά σε 18.000 θεατές και αμέσως (στην Νέα Υόρκη που ναι μελίσσι του καθολικισμού στις
ΗΠΑ) το κοινό αρχίζει να την γιουχάρει. Μένει για λίγο άναυδη. Λένε στον
Κριστόφερσον (ήταν ο παρουσιαστής) να πάει να την κατεβάσει. Αυτός την
πλησιάζει και αντιθέτως της δίνει θάρρος. (
Don't let the bastards get you down.) Tης λέει να μείνει. Αυτή του λέει ναι, δεν θα κατέβω, είναι είπαμε 25 χρονών κι έχει βγει έχοντας δίπλα της τέρατα της μουσικής (
Eric Clapton, Stevie Wonder, Neil Young, George Harrison και άλλους, και τον Dylan) Ο
πιανίστας πιάνει το I Believe in you του εορταζόμενου, αυτή κάνει δυο
βήματα πάει μπροστά από το μικρόφωνο, επιστρέφει, κάνει νόημα να
σταματήσουν οι μουσικοί (!!!!) και αντ' αυτού λέει ασυνόδευτα, βάζοντας
και δικά της λόγια σχετικά με την κακοποίηση (εντός της καθολικής εκκλησίας) των παιδιών, το War του
Μάρλευ.
Το περιστατικό αποδόθηκε στο "νεαρό της ηλικίας"...
"Until the philosophy which hold one race superior
And another
Inferior
Is finally
And permanently
Discredited
And abandoned -
Everywhere is war.
Me say war."
Ξαναδιαβάζοντας το βιβλίο Η
αυτοκαταστροφική φύση του Ροκ (εκδ. Στύγα, 1992), γραμμένο από το Μάκη Μηλάτο,
βαθύ γνώστη του θέματος [βλ. ΥΓ 2], σκέφτηκα ότι δεν θα ήταν κακό να προσθέσω ένα μικρό
συμπληρωματικό σχόλιο στις ερμηνευτικές δοκιμές των εκλεκτών κ.κ. Σηκάμ Σοτάλημ
(«το ροκ σέρνει πάνω του μια κατάρα, μια βασκανία»), Κησμά Λάτοσμη («πρόκειται
για ένα φαινόμενο ανάλογο με αυτό που παρατηρείται στα lemmings, όπου η μαζική αυτοκτονία τους λειτουργεί
σαν ένα είδος φυσικής δικλείδας ασφαλείας για τη διατήρηση μιας ισορροπίας»)
και Άσιμου Αμίλητου («το μυστικό βρίσκεται στη συνεχή έκθεση σε εντονότατες ηχητικές
παλμοδονήσεις σε συνδυασμό με την απογοήτευση από τη σύγχρονη πραγματικότητα»).
Δανείζομαι το σχόλιό μου ανακατεύοντας παλιότερες σημειώσεις μου από τις
μυστικές μελέτες του σπουδαίου Κιργισιανού κοινωνιοπαθολογοανατόμου και ιστοριοδίφη
Σοναφέτς Σηνάζορ:
«Η μαγική δύναμη της μουσικής βρίσκεται στην απόλυτη διάστασή της με τον
αισθητό κόσμο, στην απόλυτη άρνησή της να εμπλακεί στον πεπερασμένο χώρο όπου
τα ανθρώπινα συναισθήματα διαπλέκονται με τις εξωτερικές μορφές των πραγμάτων,
καθώς και στην απέραντη νοσταλγία της για την απειρότητα ενός αχανούς, μέσα στο
οποίο παραμονεύει το μυστηριακό, το άγνωστο, το φοβερό και το τερατώδες. Και αν
η ποίηση κατατείνει προς το ουτοπικό ιδεώδες της μουσικής, η ίδια η μουσική ως
η τέχνη του απείρου είναι, όπως αποφαίνεται ο Ε.Τ.Α. Χόφφμαν, η ρομαντικότερη όλων των τεχνών.
Οφείλουμε λοιπόν εδώ να θυμηθούμε, ότι η ένσταση που προέβαλλε ο ρομαντισμός
αφορούσε συνολικά τον άνθρωπο της λογικής και τον ίδιο το Λόγο ως ουσία του
ανθρώπου. Η ακύρωση του καρτεσιανού υποκειμένου υπήρξε η πρωταρχική του
μέριμνα. Η ρομαντική εξέγερση ήταν λοιπόν καθολική, θέτοντας σε αμφισβήτηση το πολιτισμικό
πλαίσιο, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί από τη Αναγέννηση και θεσμισθεί από τον
Διαφωτισμό.
Επιπλέον, ένα πανίσχυρο ρεύμα επιστροφής προς τον Μεσαίωνα, προς ό,τι
ο νεωτερικός άνθρωπος είχε ολοκληρωτικά απορρίψει ως σκοτεινό και ανάξιο μιας
λογικής ύπαρξης, προσέδωσε στο ρομαντισμό έναν εντονότατα ανατρεπτικό χαρακτήρα
που αγγίζει τα όρια της εσωτερικής
αναρχίας: της βίαιης ρήξης σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής. Τούτη η ρήξη
τελείται ως μια ριζοσπαστική επαναδιαπραγμάτευση και αναδιατύπωση του
πραγματικού μέσω της Φαντασίας, πράγμα που σημαίνει ότι το ρομαντικό υποκείμενο
συγκροτείται ως κατεξοχήν φαντασιακή
δύναμη, ως φορέας σημασίας που τον ορίζοντά της διανοίγουν οι φαντασιακές
δυνάμεις του υποκειμένου, ήτοι η ενεργητικότητα της φαντασίας του, η οποία
σαφώς προηγείται του πραγματικού, αφού χάρις σ’ αυτήν και προς χάριν αυτής η
σημασία εγκαθίσταται στο στατικό και προφανώς στερούμενο (νεκρό) πραγματικό.
Αλλά
η ηδονή της ανατροπής είναι η εκδίκηση.
Όμως η εκδίκηση δεν ανήκει στο Απόλυτο. Ανήκει στον άνθρωπο, στο εγκόσμιο, στο
αποσπασματικό. Κατά συνέπεια, το χάσμα
ανάμεσα στο Απόλυτο και στο Ατομικό πρέπει να αποτελέσει αναφορικό άξονα
του περί εκδικήσεως λόγου, προκειμένου η εκδίκηση να αποψιλωθεί από τις εμπειρικές
συνδηλώσεις της και να αποκαλυφθεί ως λόγος περί του θεϊκού και του ανθρώπινου.
Γι’ αυτό ακριβώς η εκδίκηση είναι η ίδια
η ατομικότητα στη διαρκή αναζήτησή της ενός νόηματος για τον εαυτό της και
ενός νοήματος για τα πράγματα, τις παραστάσεις, τα συναισθήματα και τις προθέσεις
που επιζητεί να φέρει πίσω στον
εαυτόν της, να τα οικειωθεί κατά το μέτρο του δικού της παραστασιακού και
προθεσιακού σχεδίου.
Χωρίς αυτή την ηδονή της ανατροπής του κατεστημένου και
ρυθμισμένου κόσμου, χωρίς την εκδίκηση, η ατομική
ψυχή χάνεται βυθισμένη στην Απουσία. Δεν είναι τυχαίο που, στη βιβλική αφήγηση,
η γένεση της ατομικότητας συνδέεται με τον αρχετυπικό φόνο έπειτα από τη
διάπραξη του οποίου το μεν εγκόσμιο απαιτεί την εκδίκηση με την καταδίκη και
την εξόντωση του φονιά, ενώ το θείο κατηγορηματικά τού αρνείται αυτό το αίτημα.
Ο εκδικητής Άγγελος, τούτη η Υψίστη μορφή της ρομαντικής κοσμοθεώρησης, είναι λοιπόν
η καταγωγική περιοχή και το αδιαφιλονίκητο πρότυπο της ατομικής ψυχής εναντίον της ανεκδίκητης Αβύσσου, η οποία είναι το
Απόλυτο.
‘‘Δεν νιώθω σα να ’μουν άντρας / Μα σαν δαίμονας προορισμένος να
τιμωρώ / Τις αδικίες κάποιου αξέχαστου κόσμου’’, ομολογεί με αξιομνημόνευτο
πάθος και εμμονή ο Τσέντσι του Πέρσυ Σέλλεϋ, τραγικό πρόσωπο στο χορό των Δαιμόνων του ρομαντισμού
κι επίγονος του εωσφορικού ιδεώδους του Μίλτωνος. Η καταγωγή της εκδίκησης ως
καταγωγή της ατομικότητας αναδύεται
πράγματι από μια διαδικασία παρουσίας και απουσίας, γίγνεσθαι και εξαφάνισης.
Γι’ αυτό, εξάλλου, η εκδικητική πράξη ενέχει ένα χαρακτήρα καταστροφικό και αυτοκαταστροφικό, μια έντονα μηδενιστική ροπή, η
οποία παρασύρει την ατομικότητα στην εξαφάνισή της.
Αλλά θα πρέπει να τονισθεί
ότι ο καταστροφικός και αυτοκαταστροφικός χαρακτήρας της εκδικητικής μανίας,
καθώς και η μηδενιστική της τάση, διόλου
δεν αντιφάσκουν προς τη φύση της ατομικότητας, η οποία μέσα σε αυτά τα συναισθήματα βρίσκει την καταγωγική της περιοχή.
Ίσα-ίσα, ο καταστροφικός και αυτοκαταστροφικός χαρακτήρας και η μηδενιστική
κλίση της εκδίκησης αποτελούν μια εσωτερική
αλήθεια της ατομικότητας, ένα ψυχικό
χώρο του ατομικού, έναν καταγωγικό τόπου του ονείρου εκείνου που πλάθει την ατομικότητα με το υλικό από το οποίο
είναι και τα όνειρα πλασμένα.»
Καταιγισμός! Ναι, υπονοώ με αυτά ότι το Ροκ συνδέεται άμεσα, εγγενώς ας πούμε, με τη μοντέρνα ατομικότητα και την καταγωγή της όπως τη μελέτησε ο κ. Σηνάζορ. Θα έλεγα μάλιστα, με μια από τις πιο εξτρεμιστικές εκδηλώσεις της, όπου ως εξτρεμισμό παρακαλώ να θεωρήσετε την απόπειρα πραγμάτωσης ενός ιδεώδους, δηλαδή την απόπειρα κατάργησης και της παραμικρότερης απόστασης ανάμεσα σε ένα ιδεώδες και στην πραγματικότητα.
Το ομολογώ λοιπόν: πιστεύω ακράδαντα πως η αυτοκαταστροφική φύση του Ροκ, όπως την ερεύνησε και εξεθεσε ο Μηλάτος, έχει να κάνει με αυτό το γεγονός κι ίσως ακόμα πιο ειδικά με το μυητικό στη μοντέρνα εξατομίκευση χαρακτήρα του. Θα πείτε: μα το καταγωγικό φαινόμενο της νεωτερικότητας δεν ήταν ο Διαφωτισμός, στον οποίο αντιτέθηκε τόσο ριζικά ο Ρομαντισμός; Ασφαλώς! Ωστόσο, στηρίζοντας το εξατομικευτικό ιδεώδες στη λογική και μόνο, ο Διαφωτισμός συντομα οδήγησε το μοντέρνο Άτομο σε μια αδιέξοδη στεγνότητα, καθώς του έλειπε το απαραίτητο για τη ζωή ψυχικό βάθος. Αυτό το βάθος ήρθε λοιπόν να συμπληρώσει ο Ρομαντισμός με το δικό του πρόταγμα το στηριγμένο, όπως λέει ο κ. Σηνάζορ, στη σκοτεινή φαντασία, εναντίον μεν της υπερλογικότητας του Διαφωτισμού αλλά υπέρ, και αυτός, του νεωτερικού Ατόμου, το οποίο βρέθηκε έτσι να τρέφεται από δυο συμπληρωματικά αντίθετες πηγές ζωής.
Ας συμπληρώσω μόνο ότι, διαβάζοντας τις παραπάνω γραμμές,
καλό θα ήταν να έχουμε στο βάθος του μυαλού μας τη θεμελιώδη διάκριση ανάμεσα
στην ατομικότητα ως μοναδικότητα
καθενός ανθρώπου —η οποία, όπως έχουμε πει τόσες φορές, υπάρχει σε όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες ανεξαιρέτως—, και την ατομικότητα
ως ένα ορισμένο τύπο υποκειμένου, η
οποία σε πλήθος κοινωνιών είτε δεν υφίσταται (δηλαδή δεν αναγνωρίζεται), είτε υφίσταται μόνο απωθημένη στο περιθώριό τους, ή
εκτοπισμένη μακριά τους, ενώ σε ελάχιστες, μεταξύ των οποίων η λεγόμενη «νεωτερική»
αναγνωρίζεται ως κεντρική σημασία, καλώντας τον καθένα και την καθεμιά μας να
αυτοπροσδιορίζεται κατά πρώτο λόγο όχι στη μοναδικότητά του ως πρόσωπο σε κοινωνία,
αλλά σε ό,τι τον/την διαχωρίζει από τους άλλους,
σε ό,τι τον/την κάνει, όπως λέμε, «ξεχωριστό/ή».
ΥΓ 1.Αν θες να συμπληρώσεις όμως την εικόνα, βλέπε οπωσδήποτε και εδώ.
YΓ2. Απαραίτητη μάλλον διευκρίνηση,
έπειτα από επισήμανση φίλου, σχετικά με το ποιος Μηλάτος είναι ο συγγραφέας αυτού
του βιβλίου. Διαβάζει κανείς στο οπισθόφυλλο: «Ο Μάκης Μηλάτος διέγραψε μια δεκάχρονη
πορεία στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, στον ειδικό χώρο των rockmedia. Από το 1976 μέχρι το 1985 άφησε
δείγματα γραφής στα περιοδικά ΣΤΕΡΕΟ, ΠΟΠ & ΡΟΚ, ΙΔΕΟΔΡΟΜΙΟ κι όλο και κάπου
αλλού. Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’80, σα δισκογραφικός παραγωγός, έδωσε
τη δυνατότητα σε αρκετά συγκροτήματα να κυκλοφορήσουν τη δουλειά τους (…) Οι προτάσεις
για επαγγελματική καλοπληρωμένη αποκατάσταση ήταν πολλές. Παρ’ όλες τις ευοίωνες
προοπτικές, ο Πλούτωνας ζωντάνεψε το Δίδυμο μέσα του και γύρισε την πλάτη του στους
προσκυνημένους επαγγελματίες του είδους. Η rock’n’rollκαρδιά του τον έσπρωχνε γι’ αλλού. Αφού ‘‘πούλησε’’ τα
πρωτοτόκια και έπαψε να έχει σχέση με τ’ όνομα (τη διαιώνιση του έργου ανέλαβε ο
συνονόματος εξάδελφος), από διάσημος ροκογραφιάς υποχώρησε σε άσημο ασκητή χωρίς
υστεροφημία, χωρίς ομιλία και γραφή. Το rockandrollόμως όχι μόνο δεν το εγκατέλειψε ποτέ, αλλά εμβάθυνε και
περισσότερο στην αναζήτηση των μυστικών κωδίκων, που δονούν και συντονίζουν δημιουργούς
και ακροατήρια. (…)».
When the truth is found to be lies And all the joy within you dies Don't you want somebody to love Don't you need somebody to love Wouldn't you love somebody to love You better find somebody to love
Tears are running down your dress And your friends, baby they treat you like a guest Don't you want somebody to love Don't you need somebody to love Wouldn't you love somebody to love You better find somebody to love
Your eyes, I say your eyes may look like his
Yeah, but you suddenly find out he never is Don't you want somebody to love?
Don't you need somebody to love?
Wouldn't you love somebody to love?
You better find somebody to love
When the garden flowers, baby are dead, yes and Your mind, your mind is so full of red Don't you want somebody to love Don't you need somebody to love Wouldn't you love somebody to love You better find somebody to love
Μουσική και
Μανιφέστα. Η εντελώς μουσική εκπομπή μας! Άνοιξη και το αίσθημα του
ιλίγγου στον λαβύρινθο του πραγματικού είναι εδώ. Μαζί μας οι Rolling
Stones, ο Herman Melville, οι Pavement, οι Meteors, ο Henri Michaux, οι
Kyuss, και κολλητά μια βρετανιδα στην έρημο και τα Desert Sessions, ο Asger
Jorn, οι Devo, οι Groupies, οι Pixies, η Marina Tsvetayeva, ο Dirty Beatches,
οι Moon Duo, ο Junior Kimbrough, οι Electrelane, ο Ty Segal, οι Ciccone Youth
και ξανά Meteors, οι Taxedo Moon, οι Thee OhSees, ο Fiodor Dostoyevski, ο Mark
Lanegan με την P.J Harvey, ο Christopher Lasch, οι Fuzzstones, ο Brant Bjork, η
Cat Power, οι Green On Red, ο T.S. Elliot οι Gun Glub, ο Frank Zappa, οι Modern
Lovers, οι Pere Ubu, και η καταστασιακή Διεθνής, έχουμε ακόμη και έξτρα
δυνάμεις από τα γκαράζ της Ιαπωνίας για το τέλος. Καλές γιορτές ξεκούραση
συγκέντρωση και καλή Ανάσταση
«Ο χρόνος και το άχρονο συνδέονται μεταξύ τους.
Η στιγμή και η αιωνιότητα παλεύουν μέσα μας. Εδώ είναι η πηγή όλων των αντιφάσεών
μας, της ισχυρογνωμοσύνης μας, της στενομυαλιάς μας, της πίστης μας και της οδύνης
μας.
Η αιωνιότητα σημαίνει ότι τα πάντα
αρχίζουν αδιάκοπα από την αρχή, ότι η αρχή υπάρχει αιωνίως. Το θαύμα της δημιουργίας
βρίσκεται στο ότι δεν τελειώνει ποτέ, δεν σταματά να γεννιέται ξανά και πάλι
ξανά. Η αρχή είναι παντοτινή.
Είμαι σίγουρος: η αλήθεια είναι απλή και ευθεία
η οδός που οδηγεί σε αυτήν. Στη μουσική, αυτό σαρκώνεται με τον πιο φυσικό τρόπο
στη σταθερότητα των μέσων έκφρασης.
Οφείλω να μελετώ αδιάκοπα τον εαυτό
μου. Είναι μια αναζήτηση αυτού που μπορεί να με θρέψει∙ μια αναζήτηση συχνά οδυνηρή,
γιατί η οδός είναι πολύ στενή. Πραγματικά, πρέπει να «κλαδεύουμε» ο,τιδήποτε είναι
περιττό τόσο μέσα στον εαυτό μας όσο κι έξω από αυτόν. Και αυτό είναι κάτι που
αντανακλάται στη μουσική. Όταν δεν ξέρω τίποτα για κάποιο πράγμα, τότε πρέπει
να σιωπώ. Όταν όμως μαθαίνω κάτι, ακόμα κι ελάχιστο, τότε μπορώ να μιλήσω γι’
αυτό −αλλά χωρίς πολυλογίες, με όσο πιο άμεσο και συμπυκνωμένο τρόπο μπορώ, με τρόπο
δηλαδή που αρμόζει στη συγκέντρωση στην οποία βρίσκομαι. Με αυτή την έννοια
οι νότες μου μοιάζουν ίσως με λέξεις-κλειδιά.
Η αλήθεια συνίσταται στο να κατεβαίνεις ίσαμε
το απείρως μικρό. Είναι σαν το σκάψιμο σε ένα ορυχείο. Προχωράς περιτριγυρίζοντας
την φλέβα και ο κύκλος γίνεται ολοένα και πιο στενός. Πρέπει όμως να κινείσαι με
σύνεση και μυαλωμένα.
Πώς να γεμίσεις τη σιωπή η οποία έρχεται μετά από νότες που στάθηκαν άξιες της σιωπής που τους προηγήθηκε;
Η καρδιά πρέπει να μεταμορφωθεί σε αυτί και η
ακοή να κατέβει στην καρδιά.
Η καθαρή καρδιά τραγουδά.
Η σιωπή δεν μας δόθηκε άνευ λόγου, αλλά για να
μας θρέφει. Αυτή η τροφή μάς είναι εξίσου πολύτιμη με τον αέρα.
Πριν αναστηθείς πρέπει να πεθάνεις. Πριν
μιλήσεις θα έπρεπε ίσως να σιωπάς.
Είναι σαν την εισπνοή και την εκπνοή. Δεν
μπορείς μόνο να εισπνέεις∙ πρέπει κιόλας να εκπνέεις.
Το Tintinnabuli είναι ένας χώρος στον οποίο βυθίζομαι
όποτε αναζητώ απαντήσεις στη ζωή μου, στη μουσική μου, στη δουλειά μου. Στις δύσκολες
περιόδους, έχω έντονα την αίσθηση ότι τα πάντα γύρω μου είναι χωρίς κανένα νόημα.
Η αφθονία και η πολλαπλότητα μού προξενούν σύγχυση και πρέπει να βρω την απλότητα.
Ποια είναι αυτή και πώς μπορώ να την κατακτήσω; Ανακάλυψα ότι αρκεί ένας και μόνον
ήχος, αν είναι καίριος. Το Tintinnabuliείναι μια εκπληκτική
κίνηση, μια φυγή προς την εκούσια πενία.»
Arvo Pärt, Αφορισμοί
[αποσπάσματα]
Σημ. HS.Tintinnabuli,
που στα λατινικά σημαίνει καμπάνες, είναι ένα στυλ μουσικής σύνθεσης που επινόησε
ο Pärt και παρουσίασε για πρώτη φορά στο Ταλίν με το Für Alina(1976). Αξίζει να ακούσετε και τη συνέντευξή του στην Bjork, από εδώ.
Για την πλήξη και τον πόνο, για τον σκοταδισμό τη θολούρα και την άγνοια, για τις "κρισιμότητες", τα επαναλαμβανόμενα ψέματα, τα σκουπίδια της επικαιρότητας και της οργανωμένης γνώσης.
Μην χάνετε το χιούμορ τον ενθουσιασμό και τον χρόνο σας.
Μείνετε συντονισμένοι!
Ένα αβάσταχτα πικρό σχόλιο, από τους Stranglers. Τον Ιούλιο του 78 στο Λονδίνο. Καμιά
δεκαριά μήνες μετά το πολυσυζητημένο κλείσιμο της συναυλίας τους στο
πάρκο του Battersea, η χυδαιότητα του αυταρχισμού που εκτίθεται εδώ από
τους καλλιτέχνες, ανέρχεται και επίσημα στην εξουσία ξεκινώντας ένα
κεφάλαιο στην ιστορία. Η παγκοσμιοποίηση ανοίγει τα φτερά της και
ακονίζει τα νύχια της για να κάνει τον κόσμο (ταμειακή) μηχανή. Το προμήνυμα του κινδύνου όμως, και πάλι έχει καταγραφεί. Μπράβο στους Stranglers!
We came acoss the West Sea
We didn't have much idea
Of the kind of climate waiting
We used our hands for guidance
Like the children of a preacher
Like a dry tree seeking water
Or a daughter
Nice 'n' sleazy
Nice 'n' sleazy does it
Does it every time.
An angel came from outside
Had no halo
Had no father
With a coat of many colours
He spoke of brothers many
Wine and women
Song aplenty
He began to write a chapter
In history
Nice 'n' sleazy
Nice 'n' sleazy does it
Does it every time.