
Δεδομένου ότι σκεφτόμαστε πάντα μέσα σε ένα συγκεκριμένο κόσμο, θα ξεκινήσουμε λοιπόν με μερικές από τις βασικές αντιλήψεις που κυκλοφορούν για την σημερινή κρίση.
Πολλοί, ο περισσότερος κόσμος μάλλον και οι κρατούντες σίγουρα, θεωρούν πως η παρούσα κρίση είναι κατά βάση «οικονομική». Έτσι, πιστεύουν ότι η κρίση αυτή είναι μεν σοβαρή αλλά οπωσδήποτε όχι κάτι περισσότερο ή κάτι άλλο από μια επιμέρους εμπλοκή μιας ιδιαίτερης σφαίρας της κοινωνικής ζωής -μιας σφαίρας, την οποία θα μπορούσαμε να ερμηνεύσουμε με τη βοήθεια της «οικονομικής επιστήμης» και να αντιμετωπίσουμε ακολουθώντας τις συνταγές των πάσης ιδεολογικής απόχρωσης οικονομολόγων.
Άλλοι πάλι, αρκετοί και προερχόμενοι κυρίως από την πλευρά των αντιπολιτευόμενων, θεωρούν ότι η κρίση είναι ουσιαστικά «πολιτική». Αυτοί εδώ, υποστηρίζουν ότι θα μπορούσαμε να την ερμηνεύσουμε σαν αποτυχία κάποιων πολιτικών προσώπων, ή κάποιων πολιτικών επιλογών, ή ακόμα και πολιτικών θεσμών, και να την επιλύσουμε βάζοντας −είτε ειρηνικά ή και με επανάσταση− στη θέση τους τα σωστά πρόσωπα, τις σωστές πολιτικές ή τους σωστούς θεσμούς.
Άλλοι, μάλλον λιγότεροι, υποστηρίζουν πως η κρίση πηγάζει από ένα επίπεδο βαθύτερο από αυτά της οικονομίας και της πολιτικής. Κατ' αυτούς η κρίση είναι κυρίως μια «ηθική και πνευματική» κρίση, δηλαδή μια «κρίση αξιών», με την έννοια ότι οι αξίες εκφράζουν την κοσμοθεωρία, γύρω από την οποία περιστρέφεται κάθε φορά τόσο η οικονομική όσο και η πολιτική σφαίρα μιας κοινωνίας. Έτσι, κρίνουν πως η μάχη δίνεται κατά πρώτο λόγο στη σφαίρα της Παιδείας με την ευρύτερη έννοια του όρου.
Κάποιοι τέλος, πηγαίνοντας ακόμα βαθύτερα (ή ελπίζοντας περισσότερα), υποστηρίζουν ότι η κρίση είναι «συστημική», δηλαδή μια κρίση πολυεπίπεδη και πολυδιάστατη ολόκληρου του κυρίαρχου πολιτισμού, ολόκληρου του κοινωνικού «συστήματος» −και όχι απλά κάποιου «υποσυστήματος» (π.χ. του χρηματοπιστωτικού, ή της «ευρωζώνης», κ.λπ.)−, που επικράτησε χοντρικά από τη Γαλλική επανάσταση κι έπειτα. Έτσι προτείνουν ότι καταρχάς είναι μάταιο να αναζητάει κανείς λύση με όρους του σημερινού πολιτισμού.
Εδώ θα πρέπει να ξανατονίσουμε το εξής. Για να πει κανείς ότι η κρίση είναι συστημική, δεν αρκεί καθόλου να εντοπίζει και αναδεικνύει «κρίση» στα επιμέρους επίπεδα του κυρίαρχου συστήματος. Οφείλει μάλλον να εντοπίσει κρίση στο στοιχείο εκείνο που κάνει το σύστημα αυτό να είναι και να συμπεριφέρεται ως σύστημα.
Κρίση ανθρωπολογική;
Κρίση ανθρωπολογική;
Εφόσον λοιπόν μιλάμε για κοινωνικό −δηλαδή ανθρώπινο− σύστημα, δεν μπορεί να νοηθεί «συστημική κρίση» χωρίς κρίση του ανθρωπολογικού τύπου που το συναρμολογεί, συντηρεί και προσανατολίζει∙ ούτε, επομένως, χωρίς κρίση του «καύσιμου», που τροφοδοτεί αυτόν τον τύπο, καθώς και του όλου συστήματος άντλησης και διανομής αυτού του καύσιμου.
Επομένως, για να καταλάβουμε τι συμβαίνει με τη σημερινή κρίση, νομίζω πως θα πρέπει να αρχίσουμε από εδώ:
«Η ανάγκη για χρήμα είναι λοιπόν η μοναδική και η αληθινή ανάγκη που παράγεται από το σύγχρονο οικονομικό σύστημα. Η ποσότητα του χρήματος γίνεται ολοένα και περισσότερο η μόνη αποτελεσματική του ιδιότητα. […] Κάθε τι που σου ανήκει, πρέπει να το κάνεις πωλήσιμο […] Σε προχωρημένες καταστάσεις, όλοι είναι έμποροι […] Καθώς έχει την ιδιότητα της εξαγοράς των πάντων, την ιδιότητα της ιδιοποίησης όλων των αντικειμένων, το χρήμα είναι λοιπόν το αντικείμενο της πιο σημαντικής κατοχής. Η καθολικότητα της ιδιότητάς του αποτελεί την παντοδυναμία του είναι του. Επομένως λειτουργεί σαν ένα παντοδύναμο ον. […] Αυτό που μπορώ να πληρώσω, δηλαδή που το χρήμα μπορεί να αγοράσει, αυτό είναι Εγώ, ο κάτοχος του χρήματος. Η έκταση της δύναμης του χρήματος είναι η έκταση της δύναμής μου. […] Όλα τα πάθη και όλες οι δραστηριότητες πρέπει λοιπόν να βυθιστούν μέσα στη δίψα του πλούτου. […] Αν το χρήμα είναι ο δεσμός που με συνδέει με την ανθρώπινη ζωή, που συνδέει την κοινωνία μ’ εμένα και μένα με τη φύση και τον άνθρωπο, τότε λοιπόν δεν είναι ο δεσμός όλων των δεσμών;» − Καρλ Μαρξ, Χειρόγραφα του 1844 (η έμφαση δική μου).
Δεν μπορούμε, κοντολογίς, να καταλάβουμε τις καθοριστικές συντεταγμένες της παρούσας κρίσης, αν δεν καταλάβουμε τι σημαίνει το χρήμα ως «η μοναδική και η αληθινή ανάγκη που παράγεται από το σύγχρονο σύστημα» και ως «ο δεσμός όλων των δεσμών». Όμως την ίδια στιγμή, για να το καταφέρουμε αυτό, θα πρέπει να απομακρυνθούμε από τη θεωρία της «αξίας», την οποία −ακολουθώντας τους αστούς οικονομολόγους− ανέπτυξε στη συνέχεια ο Μαρξ και ύψωσαν σε εξηγητικό σύστημα οι μαρξιστές.
Κριτική της μαρξι(στι)κής αντίληψης της αξίας
Πράγματι, η θεωρία αυτή στηρίζεται σε τρεις θεμελιώδεις αλλά λαθεμένες παραδοχές, η υιοθέτηση των οποίων οριοθετεί έναν ορίζοντα, που βρίσκεται κατά το μεγαλύτερο μέρος του μέσα στην επικράτεια του σημερινού πολιτισμού − και κατά το υπόλοιπο στη δυσοίωνη επικράτεια ενός επερχόμενου τεχνικού συστήματος απαλλαγμένου από τα προ-αστικά και αστικά «βάρη» της νεωτερικότητας. Πρόκειται για τις εξής παραδοχές:
1. Ότι η εργασία παράγει «αξία», πράγμα που
τελικά οδηγεί στην παρανόηση ότι αυτό δημιουργεί τον κοινωνικό πλούτο [1]
−ενώ στην πραγματικότητα η εργασία δεν παράγει καμιά αξία και κανένα πλούτο∙
2. Ότι η κοινωνική αδικία συνίσταται σε έναν
αποκλεισμό από τον πλούτο που υποτίθεται ότι παράγει η εργασία, και αποδεικνύεται
δια της «υπερεργασίας» και της «απλήρωτης εργασίας» − ενώ στην πραγματικότητα ο
πλούτος δεν είναι κάτι το ουδέτερο ώστε το αίσθημα αποκλεισμού από αυτόν να
νομιμοποιείται από μόνο του και να φτιάχνει δυναμική υπέρβασης του κυρίαρχου
πλούτου∙ και
3. Ότι η τεχνολογία ειδικά και η Τεχνική
γενικότερα είναι μια δυναμική απελευθερωτική αυτή καθαυτή, επειδή αντικαθιστά τη
«ζωντανή εργασία» στην παραγωγή και έτσι υποτίθεται πως μειώνει ολοένα και
περισσότερο την εξαγόμενη «υπεραξία» σπρώχνοντας έτσι το σύστημα στο τέλος του
−ενώ στην πραγματικότητα ούτε αυτό ισχύει, αλλά ούτε και είναι ακίνδυνη (ίσα
ίσα!) μια τέτοια αποσύνδεση της τεχνολογίας από το κυρίαρχο τεχνικό πνεύμα, το
οποίο αποτελεί αποθέωση του σημερινού κοινωνικού συστήματος.
Θα
προσπαθήσουμε λοιπόν εδώ, να προσεγγίσουμε το χρήμα μέσα από την ουσιώδη
πραγματικότητά του, αυτή του «δεσμού όλων των δεσμών», δηλαδή μέσα από την
πραγματικότητά του ως θεσμό.
Γι' αυτό το λόγο,
αξίζει εδώ να θυμίσουμε τον τρόπο με τον οποίο το προσέγγισε, πολύ πριν από τον
Μαρξ, ο Αριστοτέλης όταν έγραφε:
Όσο για τις μελλοντικές ανταλλαγές, το νόμισμα είναι για εμάς ένα είδος εγγύησης ότι η ανταλλαγή θα μπορεί πάντοτε να γίνεται, αν υπάρχει ανάγκη, έστω κι αν τώρα δεν έχουμε ανάγκη κανενός πράγματος. Διότι όταν ένας δίνει νόμισμα, πρέπει να μπορεί να πάρει αυτό που του χρειάζεται. Συμβαίνει όμως και στο νόμισμα ό,τι και στα άλλα αγαθά: δεν έχουν πάντοτε την ίδια αξία· παρ’ όλα αυτά, έχει σε μεγαλύτερο βαθμό την ιδιότητα να παραμένει σταθερό. Αυτός είναι ο λόγος που τα αγαθά πρέπει να έχουν μια ορισμένη τιμή· διότι τότε θα υπάρχει πάντοτε ανταλλαγή, κι αν υπάρχει ανταλλαγή, θα υπάρχουν και κοινωνία μεταξύ των ανθρώπων.[2]
Ε λοιπόν, αυτό ακριβώς είναι το καίριο
χαρακτηριστικό ενός θεσμού: η εξασφάλιση, όχι αυτού που γίνεται τώρα, αλλά ότι αυτό
που γίνεται τώρα να μπορεί να γίνεται και στο μέλλον. Γι’ αυτό το λόγο βρίσκουμε
πως μια οξυδερκής αντίληψη του χρήματος δεν μπορεί να είναι παρά θεσμοκεντρική.
Πρέπει όμως, πριν προχωρήσουμε, να διευκρινήσουμε κάτι σημαντικό. Όταν λέμε ότι το χρήμα είναι θεσμός και μάλιστα «ο θεσμός όλων των θεσμών», δεν εννοούμε πως είναι και ο μοναδικός θεσμός στην κοινωνία μας. Το χρήμα δεν θα μπορούσε να αποκτήσει αυτή την κεντρική θέση χωρίς την πολιτική και κοινωνική επανάσταση -τη λεγόμενη «αστική επανάσταση»- χάρη στην οποία το συλλογικό ταξικό υποκείμενό του κατόρθωσε, μέσω πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών, να κατακτήσει τη σφαίρα εκείνη δια της οποίας απέκτησε τη δύναμη να επιβάλλει το δικό του πολιτικό και δικαιϊκο καθεστώς, δηλαδή τη σφαίρα του κράτους και της κρατικής θέσμισης. Έτσι, όταν λέμε ότι το χρήμα είναι πλέον «ο θεσμός όλων των θεσμών» εννοούμε πως είναι ο θεσμός γύρω από τον οποίο υφαίνονται και τον οποίον υπηρετούν όλοι οι κυρίαρχοι σήμερα θεσμοί.
Η ανάλυση όλων αυτών ξεφεύγει πολύ από πλαίσιο αυτής εδώ της «σειράς», στην οποία θα την συναντήσουμε μόνο διάσπαρτα και ελλειπτικά. Δεν είναι μόνο θέμα όγκου δουλειάς (είναι φυσικά και αυτό!). Είναι πιο πολύ ότι μάς απασχολεί πιο συγκεκριμένα η απομάγευση της σκέψης γύρω από το χρήμα και την αξία. Και εφόσον είπαμε ότι η θέση από την οποία το επιχειρούμε είναι η θεσμοκεντρική θεώρηση του χρήματος, αυτή τη θεώρηση θα δείξουμε στη συνέχεια.
[1] Παρανόηση
την οποία επισήμανε μεν ο Μαρξ στους πρώτους επιγόνους του, αλλά «κατ’ ιδίαν»,
αφού η Κριτική στο Πρόγραμμα της Γκότα
δεν δημοσιεύτηκε ενόσω ζούσε.
[2] Αριστοτέλης,
Ηθικά Νικομάχεια, βιβλίο Ε’, 1133b, μετάφραση Δημήτριος Λυπουρλής,
Ζήτρος, σ. 59-60 (η έμφαση δική μου, Γ.Δ.Ι.)